ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1175/98
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΑΜΒΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Χριστόδουλου Κωνσταντινίδη, από τη Λευκωσία,
Αιτητή,
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Διοικητή Εθνικής Φρουράς,
Καθ΄ων η αίτηση.
- - - - - -
17 Μαΐου, 2000
Για τον αιτητή: κ. Σ. Οικονομίδης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Γ. Γιωργαλλής.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής είναι μόνιμος αξιωματικός του Στρατού της Δημοκρατίας και υπηρετεί με απόσπαση στην Εθνική Φρουρά. Από το Δεκέμβρη 1993 φέρει βαθμό αντισυνταγματάρχη. Από το Μάρτη 1994 υπηρέτησε ως διοικητής του 211 Τάγματος Πεζικού (211 Τ.Π.) το οποίο υπάγεται στο 3ο Σύνταγμα Πεζικού. Στις 10.6.1996 μετατέθηκε από το 211 Τ.Π. στο 631 Τάγμα Πεζικού (631 Τ.Π.) το οποίο υπάγεται στο 12ο Σύνταγμα Πεζικού. Τα Συντάγματα στα οποία υπάγονταν διοικητικά οι μονάδες στις οποίες αντιστοίχως υπηρέτησε ο αιτητής ως ανωτέρω, τελούσαν υπό τη Διοίκηση της IV Ταξιαρχίας Πεζικού.
Κατά την περίοδο από 23.3.94 μέχρι 10.6.96 είχε απολεσθεί από τη Μονάδα του 211 Τάγματος Πεζικού μεγάλος αριθμός υλικών, μεταξύ των οποίων πυρομαχικά, ανταλλακτικά, είδη υπόδησης και ιματισμού, παρελκόμενα οπλισμού και άλλα ελεγχόμενα υλικά. Με απόφαση του ημερομηνίας 24.12.996, ο Διοικητής της ΙV Ταξιαρχίας τιμώρησε τον αιτητή με 6ήμερο περιορισμό επειδή ως Διοικητής του Τάγματος κατά την πιο πάνω περίοδο (23.3.94 - 10.6.96) δεν επέβλεψε για την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων του Υποδιοικητή και Διαχειριστή Υλικού της Μονάδας και ούτε προέβη στη διεξαγωγή ουσιαστικού ελέγχου της Διαχείρισης υλικού.
Η απόφαση του Διοικητή της Ταξιαρχίας για επιβολή της πιο πάνω πειθαρχικής ποινής ακυρώθηκε στις 28.1.1998 με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ύστερα από προσφυγή του αιτητή (αρ. υπόθ. 228/97). Κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι η απόφαση για την ποινή λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο.
Κατόπιν τούτου, ο Διοικητής της IV Ταξιαρχίας ήρε την παρανόμως επιβληθείσα ποινή και εν συνεχεία ο Διοικητής του 3ου Συντάγματος Πεζικού προχώρησε στην εξ υπαρχής αξιολόγηση του ισχυριζόμενου πειθαρχικού παραπτώματος. Στις 30.6.98 κάλεσε τον αιτητή να απολογηθεί για το πιο κάτω πειθαρχικό παράπτωμα:
"Ως Διοικητής του 211ΤΠ στην περίοδο από 23 Μαρ. 94 μέχρι 10 Ιουν. 96 δεν προβήκατε σε κανένα ουσιαστικό έλεγχο της διαχειρήσεως υλικού ώστε να διαπιστώσετε ότι ο Διαχειριστής παρέλειπεν να καταχωρήσει τα υλικά στις καρτέλλες αποθήκης ΕΦ24 και να συντάξει πιστωτικά δικαιολογητικά για την πίστωση της διαχειρήσεως και δεν τον βοηθήσατε ή τον συμβουλεύσατε για τον τρόπο λειτουργίας του λογιστικού συστήματος της διαχείρησης, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν ελλείματα ύψους διακοσίων τριάντα έξι χιλιάδων και τετρακοσίων λιρών Κύπρου (ΛΚ236.400)."
Ο αιτητής στην απολογία του δήλωσε ότι υιοθετεί τα όσα ανέφερε στην επί του ιδίου θέματος απολογία του ημερομηνίας 12.12.96 και επιπλέον είπε και τα εξής:
"2. Περαιτέρω αναφέρω, πλέον των όσων ανέφερα με την υποβληθείσα την 12 Δεκ. 96 Διοικητική Απολογία που μου ζητήθηκε με την Φ.450/107/12383/Σ.1644/05ΔΕΚ.96/ΙΥ ΤΑΞ ΠΖ/1ο ΕΓ αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται (Σ.1), και τα παρακάτω:
α. Προέβαινα και εγώ προσωπικά αλλά και όργανα της Μονάδος (ΕΟΥ, 2ο Γρ. 4ο Γρ.) σε συχνούς και αιφνιδιαστικούς ελέγχους σε όλες τις Δχσεις της Μονάδας (Εφοδίων, ΚΨΜ, Υλικού κλπ) χωρίς όμως να διαπιστωθεί καμμία ανωμαλία στη λειτουργία τους.
β. Επι πλέον των πιο πάνω ελέγχων διενεργούντο οι προβλεπόμενοι από την ΠΔ 1-14/94/ΓΕΕΦ/3οΦΦ/β έλεγχοι από επιτροπές που συγκροτούντο από τα προϊστάμενα κλιμάκια, καθώς επίσης και διάφοροι άλλοι έλεγχοι από αρμόδια όργανα του ΓΕΕΦ (ΔΕΜ. ΔΥΠ, ΔΤΧ, ΔΟΙ) χωρίς να διαπιστωθεί καμμία παρατυπία ή παράλειψη στη σωστή λειτουργία των.
γ. Οσον αφορά τη Δχση Υλικού, δεν διαπιστώθηκε παράλειψη του Δχστή Υλικού καταχώρησης στις καρτέλλες ΕΦ24 διαφόρων υλικών, γιατί σε συχνά χρονικά διαστήματα, και συνήθως μετά από παραλαβή ή χορήγηση υλικού, άνοιγε καινούριες καρτέλλες τις οποίες εγώ υπέγραφα, κατόπιν ελέγχου που εγένετο από τον ΕΟΥ, ο οποίος και ετηρούσε τις καρτέλλες και τις εχορηγούσε τη αιτήση του Δχστή Υλικού για χρήση.
δ. Δεν ζητήθηκε από μένα καμμία βοήθεια ως προς το σωστό τρόπο λειτουργίας του λογιστικού συστήματος της Δχσης ούτε από τον Δχστή αλλά ούτε και από τον ΕΟΥ του οποίου ευθύνη και καθήκον ήτο ο έλεγχος της εύρυθμης λειτουργίας όλων των οικονομικών υπηρεσιών της Μονάδος, αλλά αντιθέτως με διαβεβαίωνε ότι όλα έχουν καλώς, και δεν είχα κανένα λόγο να το αμφισβητήσω, από την ημέρα που παρουσιάστηκα και ανέλαβα το Τάγμα μέχρι τον Νοέμβρη 1996 και μετά τον επαναπατρισμό του οπότε διαπιστώθηκε η μη ορθή λειτουργία του λογιστικού συστήματος της Δσχης Υλικού από τον νεοτοποθετηθέντα στη Μονάδα ΕΟΥ ο οποίος διενήργησε έλεγχο κατόπιν δικής μου διαταγής.
ε. Ως αποτέλεσμα του ελέγχου ήτο η διαπίστωση ότι υπήρχαν διαχειριστικές παραλείψεις καθαρά λογιστικής φύσεως προς αντιμετώπιση των οποίων συγκρότησα επιτροπή η οποία μέχρι την αναχώρησή μου από το Τάγμα των 10 Ιουν. 96 δεν μου ανέφερε οποιανδήποτε απώλεια οποιουδήποτε υλικού.
στ. Μετά την αναχώρηση μου από το Τάγμα και δεδομένου ότι δεν έγινε η προβλεπόμενη παράδοση - παραλαβή της Διοικήσεως, αλλά ούτε και καταμέτρηση οιουδήποτε υλικού στην παρουσία μου, συνεργάστηκα με αξκούς της Μονάδας για διάφορα εκκρεμή υπηρεσιακά θέματα και μου ανεφέρθη ότι κατά την καταμέτρηση του υλικού εντοπίστηκαν ουσιαστικές παρατυπίες από πλευράς επιτροπής καταμέτρησης του υλικού και συγκεκριμένα από μαρτυρία μελών της επιτροπής καταμέτρησης δεν έγινε καταμέτρηση των υπαρχόντων υλικών στη Μονάδα και κατ΄ επέκταση ούτε αντιπαραβολή τους με τις καρτέλλες αποθήκης ΕΦ24 που σίγουρα οδήγησαν σε εσφαλμένο αποτέλεσμα που είχε σαν συνέπεια τον πειθαρχικό έλεγχο του προέδρου της επιτροπής καταμέτρησης, Τχη (ΠΖ) Αντωνίου Ανδρέα με την Φ.455.1/18/5845/Σ.715/17ΔΕΚ.96/3ο ΣΠ/1ο ΕΦ (Σ.2) και επιπρόσθετα αμφισβήτηση και από αυτό το ΓΕΕΦ της ορθότητας του αποτελέσματος της καταμέτρησης όπως αναφέρεται στη Φ.900/7/94428/Σ.618/06ΣΕΠ.97/ΓΕΦΦ/4ο ΕΦ/VI που όπως είναι σε όλους γνωστό αναφέρεται στη συγκεκριμένη Μονάδα (Σ.3).
3. Κατόπιν των πιο πάνω θέλω να πιστεύω ότι οι έλεγχοι οι οποίοι εγίνοντο από τα προϊστάμενα κλιμάκια και αρμόδιους φορείς του ΓΕΕΦ ήταν ικανοποιητικοί και με έπειθαν ότι ο έλεγχος που ασκούσα ήτο ικανοποιητικός και τα όργανα μου δούλευαν καλά.
4. Συμπληρωματικά θέλω να αναφέρω ότι μέχρι σήμερα δεν έχω ενημερωθεί για ποια ή πόσα υλικά υπάρχει ισχυρισμός της επιτροπής καταμέτρησης ότι δεν ανευρέθηκαν και παρακαλώ να μου υποδειχθεί σε ποια υλικά παρουσιάστηκαν ελλείψεις από δικής μου Διοίκησης προκειμένου να απολογηθώ."
Στις 11.7.98 ο Διοικητής του 3ου Συντάγματος Πεζικού έκρινε τον αιτητή ένοχο διάπραξης του πειθαρχικού αδικήματος για το οποίο είχε κληθεί σε απολογία (ανωτέρω) και του επέβαλε πειθαρχική ποινή τετραήμερης κράτησης. Στις 15.7.98 ο Διοικητής της Ταξιαρχίας τροποποίησε την ποινή και επέβαλε στον αιτητή 6ήμερο περιορισμό.
Ο αιτητής υπέβαλε (21.7.98) αναφορά παραπόνου προς τον άμεσα προϊστάμενο Διοικητή του, δηλαδή το Διοικητή του 12ου Συντάγματος Πεζικού. Η αναφορά παραπόνου του αιτητή διαβιβάσθηκε από το Διοικητή του 12ου Συντάγματος Πεζικού στην IV Ταξιαρχία Πεζικού και από το Διοικητή της Ταξιαρχίας στο Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς (ΓΕΕΦ).
Το παράπονο εξετάσθηκε από το Διοικητή της Εθνικής Φρουράς ο οποίος το απέρριψε με απόφασή του ημερομηνίας 27.9.98. Η απόφαση του Διοικητή της Εθνικής Φρουράς κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 2.10.98. Στην κοινοποίηση αναφέρονται τα εξής:
"1. Σας γνωρίζουμε σε απάντηση της (γ) σχετικής αναφοράς του Ανχη (ΠΖ) Κωσταντινίδη Χριστόδουλου, ΑΜ 2499 της Δνσης σας τα παρακάτω:
α. Η επιβληθείσα σ΄ αυτόν ποινή από το Δκτή του 3ουΣΠ είναι σύννομος τόσο από ουσιαστικής όσο και από τυπικής απόψεως.
β. Σύμφωνα με την νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επανεξέταση της υπόθεσης μπορεί να γίνει μόνο υπό το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο που φέρεται ότι τέλεσε το πειθαρχικό παράπτωμα πράγμα που έγινε στην προκείμενη περίπτωση.
2. Κατόπιν των παραπάνω το αίτημα του για άρση της ποινής δεν μπορεί να ικανοποιηθεί.
3. Με μέριμνα σας να ενημερωθεί ενυπόγραφα ο ενδιαφερόμενος Αξκός."
Με την παρούσα προσφυγή επιδιώκεται η ακύρωση της πιο πάνω απόφασης του Διοικητή της Εθνικής Φρουράς.
Ανάμεσα στους λόγους ακύρωσης προβάλλεται η αναρμοδιότητα του οργάνου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Σχετικοί επί του θέματος είναι οι Κανονισμός 12 και 13 των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς.
"(12) Η υποβολή του παραπόνου ακολουθεί αυστηρώς την ιεραρχικήν οδόν. Εάν λόγω επελθούσης εν τω μεταξύ μεταθέσεως, ο παραπονούμενος δεν τελή υπό τας διαταγάς του ανωτέρου εις όν αφορά το παράπονον, τούτο υποβάλλεται ιεραρχικώς μέχρι του διοικητού όστις προΐσταται, αμέσως ή εμμέσως, τόσον του παραπονουμένου όσον και εκείνου εις όν αφορά τούτο. Ο διοικητής ούτος αποφασίζει επί του παραπόνου, αφού λάβη και τας εξηγήσεις του καθ΄ ου στρέφεται το παράπονον.
(13) Η υπέρβασις της ιεραρχίας κατά την υποβολήν του παραπόνου συνιστά παράπτωμα. Ο δεχόμενος το παράπονον διοικητής επιβάλλει εις τον παραπονούμενον την κατά την κρίσιν του ποινήν, απορρίπτει το παράπονον και διατάσσει την εκ νέου υποβολήν τούτου ιεραρχικώς."
Σύμφωνα με τα πιο πάνω, ο αρμόδιος να αποφασίσει επί της αναφοράς παραπόνου του αιτητή ήταν ο Διοικητής της IV Ταξιαρχίας Πεζικού.
Η προσβαλλόμενη απόφαση του Διοικητή της Εθνικής Φρουράς δεν αναφέρεται στην απόφαση του Διοικητή της IV Ταξιαρχίας Πεζικού ημερομηνίας 15.7.98 για τροποποίηση (επαύξηση) της ποινής, όπως εσφαλμένα ισχυρίζεται ο καθ΄ ου η αίτηση. Αυτό συνάγεται από το γεγονός ότι με την προσβαλλόμενη απόφαση κρίνεται ως σύννομη η ποινή που επέβαλε ο Διοικητής του 3ου Συντάγματος Πεζικού στον αιτητή καθώς και στο ότι η αναφορά παραπόνου του αιτητή, στην οποία αναφέρεται η προσβαλλόμενη απόφαση, φέρει ημερομηνία 21.7
.98 και έχει ως μόνο αντικείμενο την πειθαρχική ποινή που επέβαλε στις 11.7.98 ο Διοικητής του 3ου Συντάγματος στον αιτητή.Εκ των ανωτέρω σαφώς προκύπτει, και αυτή είναι η κατάληξή μου ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο.
Η αναρμοδιότητα της αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη οδηγεί στην ακύρωσή της. Ενόψει της κατάληξης παράλκει η εξέταση των άλλων λόγων ακύρωσης που επικαλείται ο αιτητής.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.
FONT>Α. Κραμβής, Δ.
ΣΦ.