ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 541/98
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.
Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ
:Σοφίας Κουκκουλίδου,
Αιτήτριας
- και -
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας,
Καθ΄ ης η αίτηση
---------------------------
17 Απριλίου 2000
Για την αιτήτρια: Α.Σ. Αγγελίδης.
Για την καθ΄ ης η αίτηση: Ε. Παπαγεωργίου-Καρακάννα,
Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια εργάστηκε στις τότε Ψυχιατρικές Υπηρεσίες (τώρα Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας) στο Τμήμα Εργασιοθεραπείας ως Βοηθός Εργασιοθεραπεύτρια από 2 Νοεμβρίου 1970 σε ημερήσια βάση· από 1 Μαΐου 1972 σε προσωρινή βάση· και από 1 Απριλίου 1977 ως μόνιμη μέχρι τις 18 Σεπτεμβρίου 1988. Στις 19 Σεπτεμβρίου 1988 προσλήφθηκε σε έκτακτη βάση να ασκεί τα καθήκοντα Καθηγήτριας Οικοκυρικών σε σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης· διορίστηκε σε μόνιμη θέση επί δοκιμασία από 1 Σεπτεμβρίου 1989· και στις 27 Φεβρουαρίου 1992 επικυρώθηκε ο διορισμός της.
Με επιστολή ημερ. 27 Φεβρουαρίου 1996 προς την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (στα επόμενα Ε.Ε.Υ.) η αιτήτρια υπέβαλε αίτημα να αναγνωριστεί η προϋπηρεσία της για σκοπούς σύνταξης, προσαυξήσεων, προαγωγής και ωραρίου. Την επιστολή συνόδευε Βεβαίωση του Αν. Διευθυντή Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας, ημερ. 25 Οκτωβρίου 1995, αναφορικά με την απασχόληση της από 2 Νοεμβρίου 1970 μέχρι 18 Σεπτεμβρίου 1988. Αναφερόταν στη Βεβαίωση ότι:
"Από τη θέση της ως Βοηθός Εργασιοθεραπεύτρια δίδαξε κατά τα πιο πάνω χρόνια άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας που νοσηλεύονταν στο Νοσοκομείο Αθαλάσσας Κοπτική/Ραπτική, Μαγειρική/Ζαχαροπλαστική και θέματα Οικιακής Οικονομίας μέσα στα πλαίσια προγραμμάτων κοινοτικής αποκατάστασης."
Δεν εγκρίθηκε το αίτημα. Η απόφαση της Ε.Ε.Υ. γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή ημερ. 13 Μαρτίου 1996. Η Ε.Ε.Υ. εξήγησε ότι:
"..... αφού έλαβε υπόψη και τις απόψεις του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, αποφάσισε ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο αίτημά σας, γιατί η υπηρεσία αυτή δεν εμπίπτει σε καμιά από τις περιπτώσεις που περιλαμβάνει ο Κανονισμός 3(1) των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Καθορισμός Αναγνωρισμένης Υπηρεσίας
Η απόφαση δεν προσεβλήθη.
Έπειτα, με επιστολή ημερ. 17 Δεκεμβρίου 1996 προς το Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης αυτή τη φορά, η αιτήτρια του ζήτησε να μελετήσει εκ νέου το θέμα και να εγκρίνει την προϋπηρεσία της. Της δόθηκε αρνητική απάντηση. Σχετική είναι η επιστολή εκ μέρους του Διευθυντή ημερ. 9 Ιουλίου 1997.
Η αιτήτρια στις 9 Απριλίου 1998 επανήλθε στο θέμα με τρίτη επιστολή. Η οποία απευθυνόταν, όπως και η πρώτη, στην Ε.Ε.Υ. Επικαλείτο την παράγραφο 3 των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Καθορισμός Αναγνωρισμένης Υπηρεσίας για Σκοπούς Διορισμού, Προαγωγής και Προσαυξήσεων) Κανονισμών του 1997, ημερ. 19.12.1997 (Κ.Δ.Π. 382/97).
Η Ε.Ε.Υ. απάντησε ότι δεν ήταν δυνατό να αναθεωρηθεί η αρχική απόφαση ημερ. 13 Μαρτίου 1996. Παραθέτω το πλήρες κείμενο της επιστολής, ημερ. 24 Απριλίου 1998:
"Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερ. 9.4.98 με την οποία επανέρχεστε στο αίτημά σας για αναγνώριση της προϋπηρεσίας σας στη θέση Βοηθού Εργασιοθεραπεύτριας στα πρώην Ψυχιατρικά Ιδρύματα Αθαλάσσας.
Σας πληροφορώ ότι η προϋπηρεσία σας αυτή δεν είναι δυνατό, σύμφωνα με τους περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών Κανονισμούς του 1997 (Κ.Δ.Π. 382/97), να αναγνωριστεί, γιατί τα πιο πάνω ιδρύματα δεν αποτελούν ιδρύματα με την έννοια του όρου που αποδίδεται στον Καν. 3(1)(ε) των εν λόγω Κανονισμών.
Ως εκ τούτου η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας δεν μπορεί να αναθεωρήσει την απόφασή της που σας κοινοποιήθηκε με την επιστολή της με αρ. ΠΜΠ.8128 και ημερ. 13.3.9
Η Δημοκρατία δεν αμφισβήτησε την εκτελεστότητα της προσβαλλόμενης απόφασης. Προκύπτει όμως ανάγκη να εξετάσω το ζήτημα και θα προχωρήσω αυτεπάγγελτα. Είναι η θέση της αιτήτριας, αν ορθά την αντιλήφθηκα, ότι με το νέο Κανονισμό (Κ.Δ.Π. 382/97) υπήρξε αλλαγή στο ισχύον για την περίπτωση της νομικό καθεστώς το οποίο δικαιολογούσε νέα έρευνα βάσει των ιδίων όπως και πριν πραγματικών στοιχείων και ότι ως εκ τούτου η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν βεβαιωτική της απόφασης της Ε.Ε.Υ. ημερ. 13 Μαρτίου 1996 επί του αυτού θέματος. Δεν εξειδίκευσε όμως οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ του νέου Κανονισμού και του παλαιού με τον ίδιο τίτλο: βλ. Κ.Δ.Π. 143/90 όπως τροποποιήθηκε με τις Κ.Δ.Π. 185/92, 306/95 και 339/96. Ούτε και διέκρινα οποιαδήποτε ουσιαστική μεταβολή στις πρόνοιες που έχουν σχέση με το αίτημα της αιτήτριας και, συνακόλουθα, με το λόγο για τον οποίο αυτό είχε προηγουμένως απορριφθεί. Καταλήγω λοιπόν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν παρά μόνο βεβαιωτική της απόφασης της Ε.Ε.Υ. ημερ. 13 Μαρτίου 1996.
Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με έξοδα.
Γ.Κ. Νικολάου,
Δ.
/ΕΘ