ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ.510/98
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Χρ.ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΔΑναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ:
Iωάννη Τσεριώτη, από τη Λευκωσία
9;
αιτητή- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
καθ΄ης η αίτηση
------------------------
17 Μαρτίου, 2000
Για τον αιτητή: κ.Α.Σ.Αγγελίδης
Για την καθ΄ου η αίτηση: κα.Τζ.Καρακάννα - δικηγόρος της Δημοκρατίας
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στις 22.5.98 δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας ο διορισμός του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Λειτουργού Εργασίας.
Η θέση καθορίζεται στα σχέδια υπηρεσίας ως πρώτου διορισμού. Κατά συνέπεια ακολουθήθηκε η διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 32 και 33 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, Ν.1/90. Υπήρξε ανταπόκριση στη δημοσίευση από 182 αιτητές. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, Σ.Ε
., αποφάσισε να συναγωνιστούν οι υποψήφιοι σε γραπτό διαγωνισμό, που περιλάμβανε το θέμα των ελληνικών και ειδικών ικανοτήτων. Ακολούθως να υποβληθούν και σε προφορική εξέταση. Στο γραπτό διαγωνισμό προσήλθαν 67 από τους αιτητές, 17 απ΄αυτούς εξασφάλισαν το όριο βαθμολογίας, πάνω από 50%, που καθόρισε η Σ.Ε. στο θέμα των ελληνικών και απάντησαν σε τουλάχιστο 15 από τις 32 ερωτήσεις στα δυο εξεταστικά δοκίμια που αφορούσαν στις ειδικές ικανότητες. Στη συνέχεια η Σ.Ε. κάλεσε τους 17 επιτυχόντες υποψήφιους σε προφορική εξέταση. Προσήλθαν οι 16. Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης η Σ.Ε. ετοίμασε και απέστειλε στην ΕΔΥ έκθεση στην οποία σύστηνε τέσσερις υποψήφιους, που κατά τη γνώμη της ήσαν οι επικρατέστεροι για τη θέση. Η Σ.Ε. αναφέρει, ως αιτιολογία της σύστασης της, την επίδοση τους στις εξετάσεις, επισημαίνοντας επίσης πως έλαβε υπόψη και τα στοιχεία των υπηρεσιακών φακέλων, γι΄αυτούς που ήσαν δημόσιοι υπάλληλοι.Ο αιτητής ήταν μεταξύ των 17 υποψηφίων που πέτυχαν στο γραπτό διαγωνισμό, και γι΄αυτό συναγωνίστηκε μαζί τους και στην προφορική δοκιμασία. Η συνολική του βαθμολογία ήταν 52,01 στο γραπτό και 59,4 στον προφορικό διαγωνισμό, πολύ χαμηλότερη από τους τέσσερις που συστήθηκαν. Ισχυρίζεται όμως πως η επίδικη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί γιατί διέθετε το πρόσθετο προσόν των σχεδίων υπηρεσίας, δηλαδή πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης σε δημόσια θέση στη δημόσια υπηρεσία, το οποίο αγνόησε η Σ.Ε., ενώ η ΕΔΥ στη συνέχεια υιοθέτησε την έκθεση της Σ.Ε. χωρίς ό,τιδήποτε άλλο. Ο αιτητής είναι Ασφαλιστικός Λειτουργός στο Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, εκτελεί δε καθήκοντα δημόσιου κατήγορου.
Δεν είναι ορθό πως δεν απασχόλησε τη Σ.Ε. το θέμα του πρόσθετου προσόντος. Στην έκθεση της προς την ΕΔΥ αναφέρει πως ερεύνησε το θέμα και διαπίστωσε πως κανένας απ΄αυτούς δεν είχε τη σχετική πείρα, όπως αυτή καθορίζεται στην παράγραφο 3(4) των σχεδίων υπηρεσίας.
΄Ενα άλλο ζήτημα που ήγειρε ο δικηγόρος του αιτητή είναι πως η κρίση της Σ.Ε. για τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης, στην οποία υποβλήθηκαν οι υποψήφιοι δεν αιτιολογείται, όπως ειδικά προβλέπεται στο άρθρο 34 του Νόμου. Δεν συμφωνώ. Η κρίση της Σ.Ε. αιτιολογείται, όπως εμφαίνεται στο Παράρτημα 9 των πρακτικών που είναι επισυνημμένο στην ένσταση της Δημοκρατίας. Στο τέλος δε της αιτιολογίας προστίθεται και η γενική εντύπωση με τη σχετική βαθμολογία. Και τούτο συνάδει με την πρόσφατη νομολογία μας, όπως αυτή συνοψίζεται στην ΑΕ2743 Κυπριακή Δημοκρατία ν. Χριστάκης Ευθυμίου, 20.7.99.
Είναι δεκτό πως ο αιτητής είναι ανάπηρος, μέσα στην έννοια του άρθρου 44(3) του Ν.1/90.. Το άρθρο τούτο προβλέπει για ειδική μεταχείριση των αναπήρων, ώστε να προτιμούνται για διορισμό, όταν βεβαίως κατέχουν τα απαιτούμενα από τα σχέδια υπηρεσίας προσόντα, διαθέτουν τις ικανότητες να ασκούν τα καθήκοντα της θέσης και δεν υστερούν, συγκρινόμενοι με τους υπόλοιπους υποψήφιους σε αξία και προσόντα. Η ΕΔΥ ασχολήθηκε ειδικά με την περίπτωση του αιτητή. ΄Εκρινε όμως πως, επειδή η επίδοση του στο γραπτό και προφορικό διαγωνισμό ήταν πολύ χαμηλή, δεν μπορούσε να τον προτιμήσει για διορισμό.
Η επίδικη θέση, όπως ανέφερα προηγουμένως, είναι πρώτου διορισμού. Το άρθρο 33(4) του Ν.1/90, επιβάλλει όπως η Σ.Ε. διενεργεί γραπτό ή προφορικό διαγωνισμό ή και τα δύο, στους οποίους να παρακάθεινται οι υποψήφιοι. Οι διαγωνισμοί, επομένως, καθιερώνονται νομοθετικά ως ο τρόπος δοκιμασίας και επιλογής του καταλληλότερου υποψήφιου. Η επιταγή του Νόμου είναι ευλογοφανής. Διασφαλίζει το ίσο μέτρο κρίσεως για όλους τους υποψήφιους οι οποίοι διεκδικούν θέση πρώτου διορισμού, ανεξάρτητα αν κάποιος από αυτούς είναι δημόσιος υπάλληλος. Δεν αγνοείται βεβαίως η αξιολόγηση των υπηρεσιακών εκθέσεων υποψηφίων που υπηρετούν στη δημόσια υπηρεσία. (δες: παρα.6 του άρθρου 33). Τούτο όμως γίνεται, κατά τη γνώμη μου, στο βαθμό που δεν ανατρέπεται το ίσο μέτρο κρίσεως που αναμφισβήτητα παρέχουν οι διαγωνισμοί, ιδιαίτερα ο γραπτός. Και γιατί οι υποφήφιοι που δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι, δεν διαθέτουν στοιχεία αξιολόγησης σε υπηρεσιακές εκθέσεις, όπως οι τελευταίοι. Αν, επομένως, αποδίδεται υπέρμετρη ευμενής βαρύτητα στα υπηρεσιακά στοιχεία των υπηρετούντων στη δημόσια υπηρεσία, το αποτέλεσμα ενδεχομένως θα είναι η ανατροπή της επιταγής του Νόμου, που καθιερώνει την απόδοση στο γραπτό και προφορικό διαγωνισμό σαν το βασικό, κατά τη γνώμη μου, κριτήριο αξιολόγησης των υποψηφίων. Και βεβαίως στην καθιέρωση των θέσεων πρώτου διορισμού ενυπάρχει και ο σκοπός του νομοθέτη, το επιθυμητό δηλαδή της ανανέωσης της δημόσιας υπηρεσίας με κατάλληλους νεοεισερχόμενους λειτουργούς, αλλά και τη δημιουργία ίσων ευκαιριών στους πολίτες που επιθυμούν να διοριστούν σ΄αυτή. Η απόφαση του αδελφού δικαστή Καλλή, που εξεδόθη πρωτόδικα, και επικαλείται στη γραπτή του αγόρευση ο δικηγόρος του αιτητή, (προσφυγή αρ.846/98 Χριστοφή ν. Αρχής Βιομηχανικής Κατάρτισης 7.12.99) αφορά στηνπερίπτωση θέσης πρώτου διορισμού και προαγωγής, όχι μόνο πρώτου διοιρσμού, όπως στην υπό συζήτηση προσφυγή.
Ενόψει των ανωτέρω η προσφυγή απορρίπτεται με £300 έξοδα.
Χρ. Αρτεμίδης, Δ.
/ΜΑΑ