ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1041/98

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΑΜΒΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Χριστίνας Πάλλα, από τη Λευκωσία,

Αιτήτριας,

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της

Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας,

Καθ΄ων η αίτηση.

- - - - - -

10 Φεβρουαρίου, 2000.

Για την αιτήτρια: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.

Για τους καθ΄ων η αίτηση: κα Ε. Λοϊζίδου.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

H καθ΄ ης η αίτηση Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ) με απόφασή της ημερομηνίας 16.10.98 επέβαλε στην αιτήτρια πειθαρχική ποινή αναγκαστικής αφυπηρέτησης. Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης.

 

Η αιτήτρια ήταν εκπαιδεύτρια χρυσοχοϊας-αργυροχοϊας. Στις 11.2.98 ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού διαβίβασε στην ΕΕΥ τον προσωπικό φάκελο της αιτήτριας ο οποίος περιείχε στοιχεία της έρευνας που έγινε αναφορικά με καταγγελίες εναντίον της αιτήτριας για διάπραξη αδικήματος που ενείχε το στοιχείο της έλλειψης τιμιότητας και αδικήματος που αφορούσε παράλειψη ή αμέλεια συμμετοχής της σε συνεδρίες του καθηγητικού συλλόγου.

Η ΕΕΥ επιλήφθηκε της υπόθεσης και στις 23.2.98 απέστειλε κατηγορητήριο στην αιτήτρια. Η αιτήτρια εμφανίστηκε ενώπιον της ΕΕΥ και παραδέχθηκε ενοχή στις κατηγορίες που αντιμετώπιζε. Στις 6.8.98 η ΕΕΥ επέβαλε στην αιτήτρια χρηματική ποινή ΛΚ2500 και η απόφαση της κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή ημερ. 12.8.98.

Στις 15.6.98 ο Υπουργός Παιδείας διαβίβασε στην ΕΕΥ νέες πειθαρχικές κατηγορίες εναντίον της αιτήτριας. Η ΕΕΥ επιλήφθηκε των κατηγοριών και στις 19.8.98 απέστειλε κατηγορητήριο στην αιτήτρια. Το κατηγορητήριο περιλάμβανε 11 κατηγορίες από τις οποίες οι οκτώ αφορούσαν αδικήματα που ενείχαν το στοιχείο της ανεντιμότητας και οι υπόλοιπες αφορούσαν συμπεριφορά δυσφημιστική της θέσης που κατείχε και για παράβαση καθήκοντος.

Η αιτήτρια εμφανίστηκε ενώπιον της ΕΕΥ με τον ίδιο δικηγόρο που είχε και στην πρώτη πειθαρχική δίκη και παραδέχθηκε ενοχή στις κατηγορίες που αντιμετώπιζε.

Υστερα από αγόρευση του δικηγόρου της για μετριασμό της ποινής η ΕΕΥ αποφάσισε στις 30.9.98 να επιβάλει στην αιτήτρια την πειθαρχική ποινή της αναγκαστικής αφυπηρέτησης. Η απόφαση της ΕΕΥ κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή ημερομηνίας 16.10.98 και είναι η προσβαλλόμενη απόφαση.

Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι στερήθηκε της δυνατότητας δίκαιης δίκης ενώπιον της ΕΕΥ. Ο δικηγόρος της λέγει στη γραπτή του αγόρευση, "........... η ΕΕΥ ενώ γνώριζε τη δεύτερη ομάδα υποθέσεων, μεθόδευσε τη μη άμεση προώθησή τους (οπότε θα το εμάθαινε η αιτήτρια) ώστε να προηγηθεί η επιβολή ποινής στην πρώτη ομάδα κατηγοριών.".

Ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι δεν γνώριζε ο,τιδήποτε για τη διεξαγωγή έρευνας καθόσον αφορά τα αδικήματα της δεύτερης πειθαρχικής δίκης δεν ευσταθεί. Από τα στοιχεία των φακέλων προκύπτει ότι για τα αδικήματα που τελικά περιλήφθηκαν και στα δύο κατηγορητήρια η αιτήτρια έδωσε καταθέσεις στους ερευνώντες λειτουργούς Ι. Πρέζα και Θ. Κναή στις 4.9.97 και 10.2.98 αντίστοιχα. Προκύπτει επίσης ότι η ακρόαση της πρώτης πειθαρχικής υπόθεσης ολοκληρώθηκε στις 10.6.98 και η απόφαση της ΕΕΥ εκδόθηκε στις 6.8.98. Η δεύτερη υπόθεση εναντίον της αιτήτριας διαβιβάστηκε στην ΕΕΥ στις 15.6.98 όταν η απόφαση της ΕΕΥ αναφορικά με την πρώτη πειθαρχική δίκη είχε ήδη επιφυλαχθεί.

Ενόσω εκκρεμούσε η πρώτη πειθαρχική δίκη, η αιτήτρια είχε τη δυνατότητα να ζητήσει όπως τεθούν ενώπιον της ΕΕΥ και οι κατηγορίες που ήταν ακόμα υπό διερεύνηση ή άλλες υποθέσεις για πειθαρχικά αδικήματα που μόνο αυτή γνώριζε ότι διαπράχθηκαν με σκοπό να παραδεχθεί τη διάπραξή τους και με προοπτική να ληφθούν υπόψη όλες αυτές οι υποθέσεις στην επιμέτρηση της ποινής. Η αιτήτρια δεν το έπραξε και άφησε τα πράγματα να εξελιχθούν με τον τρόπο που εξελίχθηκαν. Η ΕΕΥ φαίνεται ότι έλαβε γνώση των κατηγοριών που συνέθεσαν το κατηγορητήριο της δεύτερης δίκης μετά που είχε επιφυλαχθεί η έκδοση της απόφασης για την πρώτη πειθαρχική δίκη. Λογικά δεν θα αναμενόταν από την ΕΕΥ να επανανοίξει την υπόθεση με δική της πρωτοβουλία με προοπτική συνεκδίκασης όλων των κατηγοριών που εκκρεμούσαν εναντίον της αιτήτριας για να ληφθούν υπόψη όλες οι κατηγορίες που μέχρι τότε ήταν υπό διερεύνηση. Με βάση τα στοιχεία που έχω ενώπιόν μου δεν διαπιστώνω οτιδήποτε το μεμπτό στην πειθαρχική διαδικασία που να παραβιάζει το δικαίωμα της αιτήτριας για δίκαιη δίκη.

Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν υπάρχει αιτιολογία ότι η αρμόζουσα ποινή είναι η αναγκαστική αφυπηρέτηση. Για το θέμα της ποινής αναφέρονται στην απόφαση τα εξής:

"Με βάση την παραδοχή της η Επιτροπή βρίσκει ένοχη την καθ΄ ης η δίωξη στις κατηγορίες όπως αυτές περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο. Οσον αφορά την επιμέτρηση της ποινής η Επιτροπή έλαβε υπόψη τα όσα ο ευπαίδευτος δικηγόρος της καθ΄ ης η δίωξη ανάφερε και το γεγονός ότι η καθ΄ ης η κατηγορία έχει καταδικαστεί στην πειθαρχική υπόθεση 1/98. Θεωρεί όμως ότι οι κατηγορίες ιδιαίτερα η 1η, 2η, 4η, 5η, 6η, 7η, 8η και 9η αποτελούν πολύ σοβαρά πειθαρχικά παραπτώματα. Η Επιτροπή κρίνει ότι υπό τις περιστάσεις η αρμόζουσα ποινή είναι εκείνη της αναγκαστικής αφυπηρέτησης. Η Επιτροπή αποφασίζει σύμφωνα με το άρθρο 74(3) των περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων από το ποσό το οποίο έχει αποκοπεί από τις απολαβές της κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητάς της (19 Αυγούστου - 30 Σεπτεμβρίου 98) να της επιστραφεί το ½."

 

 

Στην πιο πάνω περικοπή βρίσκεται η αιτιολογία της απόφασης. Σαφώς προκύπτει ότι η ΕΕΥ έλαβε υπόψη τα όσα ο συνήγορος της αιτήτριας ανέφερε προς μετριασμό της ποινής και έδωσε έμφαση στη σοβαρότητα των πειθαρχικών παραπτωμάτων που αφορούν οι κατηγορίες 1, 2, 4, 5, 6, 7, 8 και 9. Λήφθηκε επίσης υπόψη και το γεγονός ότι η αιτήτρια καταδικάστηκε στην πειθαρχική υπόθεση 1/98 στην οποία η ΕΕΥ της επέβαλε τη χρηματική ποινή των ΛΚ2500. Κατά την κρίση μου η ΕΕΥ έλαβε υπόψη για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής κρίσιμα και σημαντικά στοιχεία που αφορουσαν την υπόθεση. Πρόκειται για στοιχεία που εύλογα θα μπορουσαν να ληφθούν υπόψη από το πειθαρχικό αυτό όργανο. Η στάθμιση των εν λόγω στοιχείων οδήγησε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. Θεωρώ ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε νόμιμα, είναι δεόντως αιτιολογημένη και εύλογα επιτρεπτή.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

Α. Κραμβής,

Δ.

 

ΣΦ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο