ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ.1028/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ.ΑΡΤΕΜΙΔΗ, Δ

Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος

ΜΕΤΑΞΥ:

Αθηνάς Ονουφρίου, από τη Λεμεσό

αιτήτρια

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας

καθ΄ης η αίτηση

------------------------

17 Φεβρουαρίου, 2000

Για την αιτήτρια: κ.Α.Σ.Αγγελίδης

Για την καθ΄ης η αίτηση: κα.Τζ.Καρακάννα - δικηγόρος της Δημοκρατίας

-----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η προσφεύγουσα διορίστηκε στις 21.8.95 στη μόνιμη θέση καθηγήτριας αγγλικών. Στις 24.9.97 υπέβαλε αίτημα στην Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, υποστηριζόμενο από στοιχεία, να της αναγνωριστεί εκπαιδευτική προϋπηρεσία για τους σκοπούς του άρθρου 28Β των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969 έως 1998, στα επόμενα ο Νόμος. Στο άρθρο αυτό ρυθμίζονται οι πίνακες διοριστέων εκπαιδευτικών και καθορίζεται η σειρά προτεραιότητας, ανάλογα με τις μονάδες που δίδονται στον καθένα. Μεταξύ άλλων, που δεν αφορούν εδώ, δίδεται και 1/2 της μονάδας για κάθε σχολικό έτος για εκπαιδευτική προϋπηρεσία (εδάφιο 2, παράγραφος γ).

Η Ε.Ε.Υ. με επιστολή της προς την αιτήτρια, ημερομηνίας 8.10.97, την πληροφόρησε πως σύμφωνα με το Κανονισμό 5(Α) των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Καθορισμός Αναγνωρισμένης Υπηρεσίας για Σκοπούς Διορισμού, Προαγωγής και Προσαυξήσεων) Κανονισμών του 1990 - 1996, επαρκή και πλήρη στοιχεία για αναγνωρισμένη προϋπηρεσία υποβάλλονται μέσα σε προθεσμία ενός έτους από την ημερομηνία του μόνιμου διορισμού. Στην περίπτωση που συζητούμε το αίτημα υποβλήθηκε εκπρόθεσμα, και η Ε.Ε.Υ. αρνήθηκε να εξετάσει τα στοιχεία που υπέβαλε η αιτήτρια, με αποτέλεσμα βέβαια να μην μπορεί να αναγνωριστεί η εκπαιδευτκή προϋπηρεσία της, αν όντως έχει.

Είναι η πιο πάνω πάνω απόφαση που προσβάλλεται ως παράνομη, μολονότι δεν διατυπώνεται, κατά την άποψη μου, ορθά η θεραπεία που επιδιώκεται. Η διοίκηση δεν πήρε απόφαση μετά από έρευνα των στοιχείων που έδωσε η αιτήτρια, αλλά αρνήθηκε να τα εξετάσει γιατί υποβλήθηκαν, όπως υπέδειξα πιο πάνω, εκπρόθεσμα. Θα προχωρήσω όμως να συζητήσω την προσφυγή γιατί στο αιτητικό της καταγράφεται, μέσα σε εισαγωγικά, η αιτιολογία που έδωσε η διοίκηση για να μην προχωρήσει στην εξέταση του αιτήματος, που ουσιαστικά είναι η προσβαλλόμενη παράλειψη, της λήψης δηλαδή της οφειλόμενης εκ του Νόμου απόφασης.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας επικαλείται τρεις βασικά λόγους για την επιτυχία της προσφυγής. Εισηγείται:

(α) πως ο επίμαχος Κανονισμός 5(Α) έχει τροποποιηθεί με τον Κανονισμό 3(1)(δ) της ΚΔΠ306/95.

(β) πως οι διατάξεις του Κανονισμού 4(1) της ΚΔΠ339/96 δίδουν στην αιτήτρια το δικαίωμα να υποβάλει το αίτημα της, ανεξάρτητα από τις πρόνοιες του Κανονισμού 5(Α), και

(γ) ότι, εν πάση περιπτώσει, ο επίδικος Κανονισμός 5(Α) θεσπίστηκε καθ΄υπέρβαση της εξουσιοδότησης του Νόμου, και είναι, ως εκ τούτου, ultra vires.

Κρίνω ολωσδιόλου αβάσιμους τους λόγους (α) και (β). Ο Κανονισμός 5(Α) είναι αυτός που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο. Δεν επήλθε καμιά διαφοροποίηση με τον Κανονισμό 3(1)(δ) της ΚΔΠ306/95. Οι πρόνοιες του Κανονισμού 4(1) της ΚΔΠ 339/96 αναφέρονται σε προϋπηρεσία σε «ίδρυμα» της Κύπρου ή του εξωτερικού, και ο Κανονισμός 4(δ), καθορίζει τον όρο «ίδρυμα» ως φιλανθρωπικό, σύμφωνα με τη νομοθεσία που διέπει τα φιλανθρωπικά ιδρύματα που έχουν ως κύριο έργο τους την παροχή ειδικής εκπαίδευσης, λειτουργούν δε με δαπάνη του κράτους κατά το μεγαλύτερο μέρος. Η αιτήτρια δεν εισηγείται ότι έχει προϋπηρεσία σε τέτοιο ίδρυμα.

Φρονώ, επίσης, πως δεν υπάρχει θέμα ανισότητας από την εφαρμογή του επίμαχου Κανονισμού 5Α, όπως εισηγείται ο δικηγόρος της αιτήτριας, εφόσο υποθέσουμε πως θεσπίστηκε νόμιμα, γιατί δεν δημιουργείται ανισότητα μεταξύ αυτών που λειτουργούν μέσα στα πλαίσια του Κανονισμού και εκείνων που τον παραβιάζουν. Ανισότητα θα προέκυπτε αν γινόταν το αντίθετο, να τεθούν δηλαδή στην ίδια μοίρα οι πειθόμενοι στο νόμο με τους απειθείς.

Θεωρώ όμως βάσιμο τον τρίτο λόγο, στον οποίο στηρίζει την επιχειρηματολογία του ο δικηγόρος της αιτήτριας. Κρίνω ότι, ο Κανονισμός 5Α, που προβλέπει αποκλειστική προθεσμία για την υποβολή των στοιχείων, και συνεπώς παραγραφή του δικαιώματος που προβλέπει ο Νόμος για την αναγνώριση προϋπηρεσίας, θεσπίστηκε κάθ΄υπέρβαση της εξουσιοδοτήσεως του Νόμου.

Η δικηγόρος της Δημοκρατίας με παρέπεμψε στην απόφαση στην προσφυγή 594/96 Ιωάννης Μεγάλεμος ν. Δημοκρατίας, ημερ. 21.1.98 (Χρυσοστομής, Δ), όπου εξετάστηκε ακριβώς το ίδιο ζήτημα, και ο δικαστής αποφάνθηκε πως ο επίδικος Κανονισμός δεν είναι ultra vires του Νόμου, γιατί θεσπίστηκε δυνάμει του άρθρου 76 το οποίο, όπως είπε ο Δικαστής, είναι «πολύ γενικό και δεν περιέχει απαγορευτική διάταξη ως προς τον ορισμό οποιασδήποτε προθεσμίας.»

Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω νομική προσέγγιση. Το εξουσιοδοτικό άρθρο 76 του Νόμου είναι πράγματι γενικό. Δίδει στο Υπουργικό Συμβούλιο τη δυνατότητα να εκδίδει κανονισμούς «προς καλυτέραν εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος νόμου και προς ρύθμισιν γενικώς παντός θέματος αφορούντος εις την Επιτροπήν, την εκπαιδευτικήν υπηρεσίαν και τους εκπαιδευτικούς λειτουργούς». ΄Ομως, το άρθρο 28Β του Νόμου, στο οποίο έκανα μνεία πιο πάνω, δημιουργεί δικαιώματα για τους εκπαιδευτικούς που αφορούν στον διορισμό, ανέλιξη και μισθοδοσία τους, με ειδική αναφορά στην εκπαιδευτική προϋπηρεσία. Είναι δεκτό πως ο νόμος μπορεί να προβλέψει την ανατρεπτική παραγραφή δικαιώματος που δημιουργεί, αν τούτο δεν διεκδικηθεί μέσα σε καθορισμένο χρονικό διάστημα. Ακόμη ο νόμος μπορεί να εξουσιοδοτήσει να γίνει τούτο με τις πρόνοιες κανονισμών. Στην τελευταία όμως αυτή περίπτωση η εξουσιοδότηση πρέπει να είναι ειδική και ρητή, δεδομένου ότι θα εισάγει εξάλειψη δικαιώματος που δίδει ο νόμος. Τέτοια εξουσιοδότηση δεν δίδεται από το άρθρο 76 του Νόμου, ούτε από οποιαδήποτε άλλη πρόνοια του. Η γενικότητα του άρθρου εξουσιοδοτεί μεν τη θέσπιση κανονισμών για την καλύτερη εφαρμογή του Νόμου και ρύθμιση της Ε.Ε.Υ., της εκπαιδευτικής υπηρεσίας και λειτουργούς της, όχι όμως και την δια ανατρεπτικής προθεσμίας εξάλειψη δικαιωμάτων που δημιουργεί. Ο επίμαχος, επομένως, Κανονισμός 5(Α) θεσπίστηκε καθ΄υπέρβαση της εξουσιοδότησης του Νόμου και ως εκ τούτου δεν εφαρμόζεται. Η διοίκηση οφείλει, σύμφωνα με το άρθρο 146.4(γ) του Συντάγματος, να εξετάσει τα στοιχεία που υπέβαλε η αιτήτρια. Η προσφυγή επιτυγχάνει με £300 έξοδα.

Χρ. Αρτεμίδης, Δ.

 

 

/ΜΑΑ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο