ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ.580/98
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ.ΑΡΤΕΜΙΔΗ, Δ
Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ
:΄Αννας Κύρου Μαραθεύτη, από τη Λεμεσό
αιτήτρια
- και -
Δήμου Λεμεσού
καθ΄ου η αίτηση
------------------------
17 Νοεμβρίου, 1999
Για την αιτήτρια: κ.Α.Σ.Αγγελίδης
Για τον καθ΄ου η αίτηση: κα.Κάλλια Γεωργίου για κ.Α.Νεοκλέους
Για το ενδιαφερόμενο μέρος: κ.Κ.Μελάς
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Από τα γεγονότα του διοικητικού φακέλου προκύπτει πως η Πολεοδομική Αρχή ενέκρινε στις 9.4.98 την έκδοση πολεοδομικής άδειας στο ενδιαφερόμενο μέρος, και ακολούθησε η έκδοση άδειας οικοδομής για την εκτέλεση προσθηκών και μετατροπών σε υφιστάμενη οικοδομή της, ώστε αυτή να καταστεί ισόγειος κατοικία με 3 υπνοδωμάτια, σύμφωνα με τα εγκριθέντα αρχιτεκτονικά σχέδια. Το σπίτι βρίσκεται σε ιδιόκτητο οικόπεδο της ενδιαφερομένης, υπ΄αριθ. 1366. Η αιτήτρια είναι ιδιοκτήτρια των παρακείμενων τεμαχίων 1364 και 1365, για τα οποία εξασφάλισε, από το 1996, άδεια διαίρεσης τους. Στην άδεια οικοδομής που εκδόθηκε στο ενδιαφερομενο μέρος, και η οποία βρίσκεται στο διοικητικό φάκελο, τίθενται όροι, σχετικοί με το σκοπό της, που δεν μας αφορούν.
Η αιτήτρια προσβάλλει ως άκυρη τη πολεοδομική άδεια που εκδόθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος. Αμέσως ρωτιέται κάποιος, από πού έλκει η αιτήτρια συμφέρον να ενίσταται στην έκδοση τέτοιας φύσης άδειας, που αφορά δηλαδή στην εκτέλεση προσθηκών και μετρατροπών σε υφιστάμενη οικοδομή. Θα διευκρινιστεί το ζήτημα παρακάτω. Θα συζητήσω πρώτα την προκαταρκτική ένσταση που ήγειραν οι δικηγόροι του καθ΄ου η αίτηση Δήμου, ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη γιατί η έκδοση της πολεοδομικής άδειας ήταν γνωστή στην αιτήτρια τουλάχιστο από τις 21.4.98. Τούτο, λέγουν, αποδεικνύεται από επιστολή της ίδιας της αιτήτριας προς τον Δήμαρχο Λεμεσού, στην οποία αναφέρεται ρητά στην απόφαση της Πολεοδομικής Επιτροπής να εκδώσει την άδεια. Η επιστολή έχει ως ακολούθως:
«
Φέρω εις γνώση σας ότι η Πολεοδομική Επιτροπή απεφάσισε να εκδώσει πολεοδομική άδεια στον ιδιοκτήτη του τεμαχίου που βρίσκεται ακριβώς δίπλα στα δικά μου τεμάχια στο χωριό Αγία Φύλαξη με αρ.Φ/Σχ. LIV/41, τεμ.1364-1365. Κλίμακα 1:5000. Η απόφαση της Επιτροπής με εκπλήττει διότι είμαι σίγουρη ότι τα μέλη της δεν έχουν πληροφορηθεί σωστά.΄Εχω εγκεκριμένη άδεια από το 1996 αρ.ΔΜ212/96 η οποία δεν λήφθηκε υπόψη από τα μέλη της Επιτροπής. Φέρω εις γνώση σας ότι υπήρχε επιστολή από το δημοτικό Μηχανικό ότι ο ιδιοκτήτης του γειτνιάζοντος τεμαχίου έκτισε παράνομα υποστατικά και σχετικώς εκδόθηκε διάταγμα αναστολής των εργασιών και εκκρεμεί προσφυγή στο δικαστήριο. Δια λόγους τους οποίους δεν γνωρίζω έχει αρθεί αυτό το διάταγμα και όπως ανάφερα προηγουμένως η επιτροπή είναι έτοιμη να εκδώσει άδεια εις βάρος της δικής μου άδειας.
Παρακαλώ να επιληφθείται προσωπικά του θέματος αυτού για να αποτραπεί η αδικία εις βάρος μου και όπως με ενημερώσετε σχετικά.»
(Η υπογράμμιση δική μου).
Η προσφυγή καταχωρίστηκε στις 17.7.98, και επομένως αν οι δικηγόροι του καθ΄ου έχουν δίκαιο στην ουσία της εισήγησης τους, τότε η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη. Ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίστηκε πως από την πιο πάνω επιστολή διαφαίνεται πως η αιτήτρια δεν είχε πλήρη γνώση της απόφασης και του περιεχόμενου της, απαραίτητο στοιχείο για να θεωρηθεί πως είχε γνωστοποίηση της επίδικης απόφασης, για να τρέχουν από αυτό το χρονικό σημείο οι 75 ημέρες. Συμφωνώ με τη νομολογιακή αρχή που επικαλείται ο δικηγόρος της αιτήτριας. Προσθέτω επίσης πως στην περίπτωση αμφιβολίας, κατά πόσο δηλαδή ο αιτητής έχει πλήρη γνώση της απόφασης, και από πότε, η αμφιβολία αυτή λειτουργεί υπέρ του, αναστέλλοντας τον ανατρεπτικό χρόνο των 75 ημερών, που προβλέπει η παράγραφος 3 του άρθρου 146 του Συντάγματος.
Η πιο πάνω επιστολή της αιτήτριας, κατά τη γνώμη μου, δεν αφήνει καμιά αμφιβολία πως γνώριζε για την έκδοση της πολεοδομικής άδειας στην ενδιαφερόμενη, όπως η ίδια ρητά αναφέρει στις πρώτες δυο γραμμές της επιστολής. ΄Οχι μόνο γνώριζε την απόφαση της Πολεοδομικής Επιτροπής, αλλά, καθώς προσθέτει και στην επιστολή της, ήταν ενήμερη και για δικαστική διαδικασία εις βάρος του ενδιαφερόμενου προσώπου, η οποία είχε διακοπεί. Στη δεύτερη παράγραφο της ίδιας επιστολής αναιρείται κάπως το περιεχόμενο των πιο πάνω πρώτων γραμμών, με τη χρήση της φράσης: «και όπως ανέφερα προηγουμένως η Επιτροπή είναι έτοιμη να εκδώσει άδεια εις βάρος της δικής μου άδειας.» Ακολούθησε και επιστολή των δικηγόρων της αιτήτριας προς το Δήμο Λεμεσού, ημερ. 4.5.98, στην οποία αναφέρονται τα πιο κάτω, σε ό,τι αφορά το ζήτημα που μας απασχολεί, η εισήγηση δηλαδή πως η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη.
«Ενεργώ, εκ μέρους της πελάτισσας μου, ΄Αννας Κύρου Μαραθεύτη, από τη Λεμεσό, η οποία με πληροφορεί τα ακόλουθα:
1 ..............................
2. Ο Δήμος και/ή Πολεοδομική Επιτροπή του Δήμου έχει αποφασίσει την έκδοση πολεοδομικής άδειας στους ιδιοκτήτες γειτονικού κτήματος
..........»(η υπογράμμιση πάλιν δική μου).
Από την ημερομηνία της αμέσως πιο πάνω επιστολής μέχρι της καταχώρισης της προσφυγής πέρασαν 74 ημέρες. Λογικά μπορεί να υποθέσει κάποιος πως η γνώση των γεγονότων από την αιτήτρια και οι οδηγίες που έδωσε στους δικηγόρους της, προηγήθηκαν σε χρόνο της επιστολής αυτής. Ιδιαίτερα, και ενόψει της επιστολής που έστειλε η ίδια στο Δήμο Λεμεσού, με ημερομηνία 21.4.98.
Με βάση τα πιο πάνω γεγονότα κρίνω πως η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη.
Θα προχωρήσω όμως να εξετάσω και την άλλη προδικαστική ένσταση που ήγειραν οι δικηγόροι του Δήμου, ακολουθώντας μια διαδικασία που ομολογουμένως παρεκκλίνει της γνωστής πρακτικής που ακολουθείται κατά την εκδίκαση προσφυγής πρωτοδίκως.
Το παράπονο της αιτήτριας, όπως τελικά διαπιστώθηκε από τα έγγραφα του δικαστικού και διοικητικού φακέλου, και στις διευκρινίσεις, είναι: επειδή η Πολεοδομική Αρχή δεν επέβαλε όρο στην εκδοθείσα άδεια της ενιδαφερομένης, να παραχωρήσει λωρίδα γης για σκοπούς διάνοιξης του οδικού δικτύου. Αν επιβαλλόταν τέτοιος όρος, η αιτήτρια θα επωφελείτο προφανώς στη διαίρεση του δικού της κτήματος, που δεν έχει πρόσβαση σε δημόσιο δρόμο. Με δυο λόγια, από την εκδοθείσα επίδικη πολεοδομική άδεια η αιτήτρια δεν υφίσταται οποιαδήποτε βλάβη ή επηρεασμό, απαιτεί όμως να τεθεί τέτοιος όρος στην εκδοθείσα προς το ενδιαφερόμενο μέρος πολεοδομική άδεια, ώστε να αποκομίσει ίδιον όφελος. Τέτοιου είδους συμφέρον, στην κρίση μου, δεν νομιμοποιεί την αιτήτρια για να προσβάλει την υπό συζήτηση διοικητική απόφαση, γιατί τούτο δεν εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 146(2) του Συντάγματος, όπως έχει ερμηνευθεί ειδικά για τις περιπτώσεις όπου ο αιτητής είναι ιδιοκτήτης ομόρου, περιοίκου ή γειτονικού τεμαχίου, που επηρεάζονται από την παρανόμως εκδοθείσα άδεια. Και κάτι ακόμη, έστω και αν είναι πλεονασμός. Η Πολεοδομική Αρχή δεν είχε υποχρέωση κατά νόμο να επιβάλει τέτοιο όρο στην άδεια. Είχε προς τούτο διακριτική ευχέρεια. ΄Εκρινε δε πως, επειδή η άδεια αφορούσε σε προσθήκες και μετατροπές σε υφιστάμενη οικοδομή, δεν θα ήταν ορθό να ζητηθεί από την αιτήτρια να παραχωρήσει λωρίδα γης του κτήματος της, για τη διευκόλυνση του οδικού δικτύου, και έδωσε τους λόγους γι΄αυτή την απόφαση.
Η προσφυγή απορρίπτεται με £300 έξοδα.
Χρ. Αρτεμίδης, Δ.
/ΜΑΑ