ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 997/97
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Χρ.ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΔΑναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ:
Παρασκευής Κύρου, από τη Λευκωσία
αιτήτριας
- και -
Πανεπιστημίου Κύπρου
καθ΄ου η αίτηση
------------------------
13 Οκτωβρίου, 1999
Για την αιτήτρια: κ.Α.Σ.Αγγελίδης
Για το καθ΄ου η αίτηση: κ.Γ.Τριανταφυλλίδης
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Από τα γεγονότα, που παραθέτω πιο κάτω, θα φανεί πως η προσφυγή κατέστη άνευ αντικειμένου. Από αυτά θα προκύψει επίσης και η αιτία, για την οποία επιζητείται η θεραπεία, όπως διατυπώνεται στην αίτηση.
Στην αιτήτρια προσφέρθηκε, από το Συμβούλιο του καθ΄ου η αίτηση, Πανεπιστήμιο Κύπρου, διορισμός στη θέση Διοικητικού Λειτουργού. Η θέση καθορίζεται στα σχέδια υπηρεσίας ως πρώτου διορισμού με συνδυασμένες κλίμακες Α8-Α10. Η προσφορά έγινε με επιστολή ημερ. 10.10.1997.
Η αιτήτρια αποδέκτηκε εγγράφως το διορισμό στις 23.10.97. Παρατήρησε όμως στην επιστολή της πως ανέμενε ότι η πρόσληψή της δε θα συνεπαγόταν μείωση των απολαβών της, γιατί υπηρετούσε στο Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων.
Το Συμβούλιο αποδέκτηκε το αίτημα. Πληροφόρησε την αιτήτρια πως θα τοποθετείτο στην 7η μισθολογική βαθμίδα της κλίμακας Α8. Το Συμβούλιο διευκρίνισε όμως πως η απόφαση του αυτή δεν θα προσέδιδε οποιοδήποτε πλεονέκτημα αρχαιότητας στην αιτήτρια, έναντι της διοικητικού λειτουργού που υπηρετούσε ήδη στο πανεπιστήμιο. Γι΄αυτό και η επόμενη προσαύξηση θα της παραχωρείτο όταν θα συμπλήρωνε την 8η βαθμίδα, της μισθολογικής κλίμακας Α8, η διοικητική λειτουργός που βρισκόταν τότε στην 3η βαθμίδα της κλίμακος.
Η αιτήτρια, με επιστολή της ημερ. 28.11.97, αποδέκτηκε το διορισμό, αλλά επιφύλαξε τα δικαιώματα της αναφορικά με το ζήτημα της μισθολογικής της ανέλιξης. Το Συμβούλιο απάντησε, στις 13.11.1997, πως η αποδοχή της προσφοράς του θ΄επρεπε να ήταν ανεπιφύλακτη, κάλεσε μάλιστα την αιτήτρια να απαντήσει μέχρι τις 5.12.97, το αργότερο.
Η αιτήτρια, αντί απαντήσεως, καταχώρισε την πιο πάνω ημερομηνία την παρούσα προσφυγή, με την οποία προσβάλλεται το μέρος της απόφασης του Συμβουλίου που περιέχεται στην επιστολή του ημερ. 13.11.97, και αφορά τον όρο πως οι προσαυξήσεις της αιτήτριας θα αναστέλλονταν μέχρι που η υπηρετούσα στο πανεπιστήμιο διοικητική λειτουργός θα συμπλήρωνε την 8η βαθμίδα της κλίμακος Α8, προφανώς για να έχει η τελευταία αρχαιότητα. Να σημειώσω εδώ πως το Συμβούλιο έχει εξουσία, όταν προβαίνει σε διορισμό, να τοποθετεί το διοριζόμενο σε οποιοδήποτε σημείο της μισθολογικής κλίμακας [δες σχετικούς Κανονισμούς ΚΔΠ162/90 και ΚΔΠ 256/92, Καν.4(3)].
Την ίδια μέρα που καταχωρίστηκε η προσφυγή η αιτήτρια αποδέκτηκε και το διορισμό της, αναφέροντας ειδικά πως συμφωνούσε να τοποθετηθεί στην 7η βαθμίδα της κλίμακας 8. Το Συμβούλιο όμως αποφάσισε, στις 16.12.97, να ανακαλέσει την προσφορά της θέσης στην αιτήτρια στη βαθμίδα 7 της κλίμακας Α8. Και τούτο, ενόψει του γεγονότος πως αυτή δεν αποδεχόταν τους όρους που αναφέρονταν σ΄αυτή, όπως αποδείκτηκε από την επιστολή της, και βεβαίως την καταχώριση της παρούσας προσφυγής. Το Συμβούλιο αποφάσισε να της προσφέρει διορισμό, αλλά στην πρώτη βαθμίδα της κλίμακας Α8. Ακολούθησε ανταλλαγή αλληλογραφίας μεταξύ του Συμβουλίου και του δικηγόρου της αιτήτριας. Τελικά το Συμβούλιο πληροφόρησε την αιτήτρια πως τη διόρισε στη θέση, με τους όρους όμως που περιείχοντο στην επιστολή του ημερ. 17.12.97, δηλαδή διορισμό στην 1η βαθμίδα της κλίμακας Α8, χωρίς άλλο όρο.
΄Εχω λοιπόν τη γνώμη πως η απόφαση του Συμβουλίου, της 16.12.97, να ανακαλέσει την προσφορά διορισμού στην αιτήτρια στη βαθμίδα 7 της κλίμακας Α8, εξαφάνισε το προσβαλλόμενο με την παρούσα προσφυγή μέρος της διοικητικής απόφασης, η οποία και προσέλαβε νέο περιεχόμενο. Η προσφυγή, επομένως, κατέστη άνευ αντικειμένου. Να παρατηρήσω επίσης πως η αιτήτρια πρόσβαλε με άλλη προσφυγή, την 182/98, την ανάκληση της απόφασης του Συμβουλίου. Η προσφυγή απέτυχε στις 28.1.1999. Ασκήθηκε έφεση εναντίον της πρωτόδικης απόφασης, η οποία και εκκρεμεί. ΄Ομως το γεγονός αυτό δεν αλλάζει τη νομική κατάσταση αναφορικά με την παρούσα προσφυγή, όπως την εξέθεσα πιο πάνω.
Η προσφυγή απορρίπτεται με £300 έξοδα.
Χρ. Αρτεμίδης, Δ.
/ΜΑΑ