ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 10/98

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

1. Μάριος Θεοφάνους

2. Μιχάλης Κοσμά

Αιτητών

και

Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου

Καθ΄ων η Αίτηση

--------------

27 Οκτωβρίου 1999

Για τους Αιτητές: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.

Για τους Καθ΄ων η Αίτηση: κα. Ε. Αντωνίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.

------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η προσφυγή ζητά την ακόλουθη θεραπεία:

"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ΄ης η αίτηση με την οποία επέβαλε στους αιτητές να εργάζονται επί 24ώρου βάσεως και ή η άρνηση της καθ΄ης ημερ. 1.12.97 να άρει την άδικη αυτή υποχρέωση σε βάρος των αιτητών η οποία δεν προβλέπεται στο σχετικό Κανονισμό για τα καθήκοντα τους είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος και ότι παραλείφθηκε πρέπει να γίνει."

 

Οι Αιτητές είναι Χειριστές Συστήματος Ασφαλείας στην Κεντρική Τράπεζα, διορισθέντες στις 23.5.1994 και 3.4.1995 αντίστοιχα. Είναι δε ο ισχυρισμός τους στην προσφυγή ότι τους επιβλήθηκε να εργάζονται επί 24ώρου βάσεως χωρίς να προβλέπεται τέτοια υποχρέωση στους κανονισμούς που αφορούν τα καθήκοντα τους. Σχετική ένσταση τους προς τις εν λόγω διευθετήσεις της υπηρεσίας τους ημερομηνίας 12.11.1997 απορρίφθηκε στις 1.12.1997, οδηγώντας στην καταχώριση της προσφυγής. Είναι η θέση της Κεντρικής Τράπεζας ότι η υπηρεσία των Αιτητών είναι σύμφωνη με τους σχετικούς κανονισμούς και τους όρους και τα σχέδια υπηρεσίας που και οι ίδιοι οι Αιτητές αποδέχθηκαν με το διορισμό τους.

Η σχετική πρόνοια των περί Υπαλλήλων της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1983 έως 1993 (κανονισμός 4.18) που ρυθμίζει το σχέδιο υπηρεσίας έχει ως ακολούθως:

"Οι κάτοχοι της θέσης υποχρεούνται να εργάζονται με το σύστημα βάρδιας και εκτός του συνηθισμένου ωραρίου της Κεντρικής Τράπεζας χωρίς πρόσθετη αμοιβή. Επιπρόσθετα όταν τους ζητηθεί θα είναι υποχρεωμένοι να βρίσκονται σε επιφυλακή."

 

Η πρόνοια αυτή του κανονισμού ενσωματώθηκε ουσιαστικά πανομοιότυπα και στους όρους υπό τους οποίους προσεφέρθη διορισμός στους Αιτητές, ως ακολούθως στη σχετική επιστολή:

"Θα εργάζεστε με το σύστημα βάρδιας και εκτός του συνηθισμένου ωραρίου της Κεντρικής Τράπεζας χωρίς πρόσθετη αμοιβή. Επιπρόσθετα όταν σας ζητηθεί θα είστε υποχρεωμένος να βρίσκεστε σε επιφυλακή."

 

Οι Αιτητές αποδέχθηκαν το διορισμό τους "σύμφωνα με τους όρους της πιο πάνω επιστολής σας", οπότε και διορίσθηκαν.

Στην επιστολή του δικηγόρου των Αιτητών που αναφέρεται ανωτέρω διατυπώνετο παράπονο ότι τους επιβλήθηκε να εργάζονται επί 24ώρου βάσεως χωρίς αυτό να προβλέπεται στους κανονισμούς, καθ΄όσον η αναφορά στους κανονισμούς "με το σύστημα βάρδιας και εκτός του συνηθισμένου ωραρίου" αφορούσε, κατά την εισήγηση του δικηγόρου των Αιτητών, σε υπηρεσία πέραν των συνήθων ωρών αλλά όχι τέτοια που να εξισούται με το σύνολο μιας πλήρους ημέρας και νύκτας. Η θέση αυτή αποτελεί και τον άξονα της γραπτής αγόρευσης του ευπαίδευτου συνήγορου των Αιτητών, εδραζόμενης στην εισήγηση ότι η καθορισθείσα υπηρεσία ήταν εκτός των προνοιών του κανονισμού. Αυτό, λέγει ο κ. Αγγελίδης, συνιστούσε και άνιση μεταχείριση των Αιτητών έναντι άλλων δημοσίων υπαλλήλων που υπόκεινται στην ίδια πρόνοια στα σχέδια υπηρεσίας τους και που όμως δεν εργάζονται επί της ιδίας βάσεως. Ο κ. Αγγελίδης εισηγείται επίσης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε αναρμόδια αφού η σχετική επιστολή υπογράφεται "Α. Μυλωνά, Υπηρεσία Προσωπικού και Διοικητικών Θεμάτων" και διατυπώνεται ως να προέρχεται από την ίδια χωρίς εντολή και αρμόδια εξέταση του θέματος από την Κεντρική Τράπεζα.

Όπως αποκαλύπτει η γραπτή αγόρευση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της Δημοκρατίας για την Κεντρική Τράπεζα, καθώς και τα επισυναπτόμενα εβδομαδιαία προγράμματα υπηρεσίας των Αιτητών, ο κάθε ένας από τους Αιτητές εργάζεται συνολικά 36 ώρες σε τρεις μέρες την εβδομάδα ως ακολούθως:

Αιτητής 1: Τρίτη 7 π.μ. - 7 μ.μ.

Τετάρτη 7 μ.μ. - 7 π.μ. Πέμπτης

Σάββατο 7 π.μ. - 7 μ.μ.

Αιτητής 2: Δευτέρα 7 π.μ. - 7 μ.μ.

Τρίτη 7 μ.μ. - 7 π.μ. Τετάρτης

Παρασκευή 7 π.μ. - 7 μ.μ.

Η κα. Αντωνίου υποβάλλει ότι με βάση αυτά τα δεδομένα δεν στοιχειοθετείται η θέση των Αιτητών ότι τους επεβλήθη εργασία επί 24ώρου βάσεως, αφού η υπηρεσία τους είναι για τρεις και όχι συνεχόμενες δωδεκάωρες περιόδους. Η κα. Αντωνίου εγείρει δε και προδικαστική ένσταση κατά το ότι οι Αιτητές, με το διορισμό τους, αποδέχθηκαν ανεπιφύλακτα το ειδικό ωράριο που προβλέπεται στα σχέδια υπηρεσίας τους και δεν μπορούν τώρα να παραπονούνται. Η κα. Αντωνίου απαντά και στις άλλες θέσεις του κ. Αγγελίδη περί άνισης μεταχείρισης και αναρμοδιότητας.

Όπως διευκρινίζει ο κ. Αγγελίδης στην απάντηση του, η θέση του περί υπηρεσίας επί 24ώρου βάσεως έχει αναφορά στην υπηρεσία των Αιτητών οποτεδήποτε εντός του 24ώρου. Όσον αφορά την προδικαστική ένσταση, ο κ. Αγγελίδης απαντά ότι οι Αιτητές δεν αποδέχθηκαν με το διορισμό τους την ερμηνεία που τώρα αποδίδεται από την Κεντρική Τράπεζα στα σχέδια υπηρεσίας.

Πρώτα όσον αφορά την προδικαστική ένσταση, είναι βέβαια δεδομένη η αρχή την οποία παραθέτει η κα. Αντωνίου ότι η ανεπιφύλακτη αποδοχή των όρων διορισμού με πλήρη γνώση των πραγματικών περιστατικών στερεί τον υπάλληλο έννομου συμφέροντος να προσβάλει τους όρους αυτούς στη συνέχεια (ίδε Papadopoullou & Another v. C.B.C. (1987) 3 CLR 1685, Christoudia v. Republic (1988) 3 CLR 377). Στην προκειμένη περίπτωση όμως ο κ. Αγγελίδης, χωρίς να αμφισβητεί την αρχή αυτή, στηρίζει τη θέση του στο ότι το ωράριο εργασίας των Αιτητών δεν ήταν σύμφωνο με τους όρους υπηρεσίας τους όπως τους αποδέχθηκαν και όπως περιείχοντο στο διορισμό τους και στα σχέδια υπηρεσίας. Αυτό θέτει το πράγμα ως θέμα ερμηνείας των όρων διορισμού και των σχεδίων υπηρεσίας, που αποτελεί και το ουσιαστικό θέμα στην προσφυγή.

Πριν όμως ασχοληθώ με αυτό, επιθυμώ να παρατηρήσω ότι δεν διαπιστώνω ουσία στις άλλες εισηγήσεις του κ. Αγγελίδη περί άνισης μεταχείρισης και αναρμοδιότητας. Θέμα άνισης μεταχείρισης δεν εγείρεται βέβαια στην ίδια την προσφυγή είτε στα νομικά σημεία είτε στα γεγονότα και δεν μπορεί να εγερθεί τώρα στην αγόρευση. Εν πάση περιπτώσει όμως, θέμα άνισης μεταχείρισης μπορεί να τεθεί μόνο σε σχέση με διαφοροποίηση μεταξύ ίσων ή ομοιογενών καταστάσεων, και στην προκειμένη περίπτωση η ειδική πρόνοια στα σχέδια υπηρεσίας για εργασία με το σύστημα βάρδιας και εκτός του συνηθισμένου ωραρίου βασίζεται στη διαφοροποίηση των χειριστών συστήματος ασφαλείας από άλλους υπαλλήλους η οποία πηγάζει από την ανομοιογένεια της θέσης ως προς άλλες, ούτε υπάρχει μαρτυρία ως προς τις ώρες εργασίας άλλων υπαλλήλων. Ως προς την ισχυριζόμενη αναρμοδιότητα, υπάρχει μόνο μια γενική αναφορά στα νομικά σημεία στην προσφυγή ότι η προσβαλλόμενη απόφαση "λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο και/ή η σχετική σύσταση τους απορρίφθηκε αναρμοδίως", η οποία δεν εξειδικεύεται καθόλου στα γεγονότα (που αναφέρονται αποκλειστικά στο θέμα της ερμηνείας του σχεδίου υπηρεσίας) και η οποία, όπως και άλλα νομικά σημεία, είναι προφανές ότι περιλήφθηκε τυποποιημένα. Και αν όμως μπορούσε να εξετασθεί, καμιά ουσία δεν έχει καθ΄όσον, πέραν του ίδιου του ισχυρισμού, δεν υπάρχει οτιδήποτε που να τεκμηριώνει ότι η απόφαση λήφθηκε αναρμόδια. Απεναντίας, είναι καθαρό ότι η επίδικη απόφαση εκφράζει τη θέση της Κεντρικής Τράπεζας και τίποτα δεν έχει τεθεί που να δείχνει ότι δεν μπορούσε να σταλεί από το λειτουργό υπεύθυνο της Υπηρεσίας Προσωπικού και Διοικητικών Θεμάτων σε αναφορά και με τα σχέδια υπηρεσίας του, ενώ εν πάση περιπτώσει δεν αφορά παρά μόνο την ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας που η Κεντρική Τράπεζα είχε ήδη προσδώσει από χρόνια με την καθιέρωση του προγράμματος υπηρεσίας για το οποίοι οι Αιτητές παραπονούνται.

Επί της ουσίας του θέματος λοιπόν. Κατ΄αρχή δυσκολεύομαι να κατανοήσω, ακόμα και με τις διευκρινίσεις στις οποίες έχει προβεί ο κ. Αγγελίδης, την αναφορά στο παράπονο των Αιτητών ότι τους επιβάλλεται εργασία επί 24ώρου βάσεως. Η συνήθης αντίληψη μου της αναφοράς αυτής θα ήταν ότι κάποιος εργάζεται για 24 ώρες, που ασφαλώς δεν είναι η περίπτωση. Οι Αιτητές εργάζονται τρεις μη συνεχόμενες περιόδους την εβδομάδα από 12 ώρες κάθε φορά, η μία από τις οποίες είναι από 7 μ.μ. μέχρι 7 π.μ. της επομένης. Φαίνεται να είναι ιδιαίτερα γι΄αυτή την περίοδο που παραπονείται ο κ. Αγγελίδης, αν και επεκτείνει το επιχείρημα του και στις άλλες περιόδους, με βάση το κεντρικό επιχείρημα ότι ζητείται από τους Αιτητές να εργάζονται με το σύστημα βάρδιας "οποτεδήποτε στο καθ΄όλον 24ωρο" όπως το θέτει στην απάντηση του, και όχι με βάρδιες, δηλαδή είτε πρωί είτε απόγευμα κατά τις συνήθεις ώρες εργασίας των υπαλλήλων. Το επιχείρημα του στηρίζεται στο ότι το σχέδιο υπηρεσίας δεν προβλέπει ρητά ότι οι Αιτητές θα εργάζονται οποτεδήποτε το 24ώρο περιλαμβανομένης και νυκτερινής υπηρεσίας.

Εξετάζοντας το πράγμα έτσι όπως το θέτει ο κ. Αγγελίδης, είναι βέβαια καθαρά θέμα ερμηνείας των όρων του σχεδίου υπηρεσίας και των πανομοιότυπων όρων διορισμού των Αιτητών. Η άποψη μου είναι ότι το νόημα των όρων αυτών είναι καθαρό. Η αναφορά είναι όχι μόνο σε σύστημα βάρδιας αλλά και σε εργασία "εκτός του συνηθισμένου ωραρίου της Κεντρικής Τράπεζας". Αποδίδοντας στις λέξεις αυτές το σύνηθες νόημα τους, προκύπτει ότι "εκτός του συνηθισμένου ωραρίου" περιλαμβάνει οποιαδήποτε περίοδο εκτός των συνήθως ωρών εργασίας της Κεντρικής Τράπεζας. Αυτό καλύπτει και νυκτερινή εργασία και εργασία οποτεδήποτε κατά το 24ωρο, έστω και αν δεν αναφέρεται ρητά. Ποιο άλλο νόημα θα είχε η αναφορά σε εργασία "εκτός του συνηθισμένου ωραρίου"; Αποδοχή της εισήγησης του κ. Αγγελίδη θα ισοδυναμούσε όχι μόνο με μη συνήθη ερμηνεία των λέξεων αλλά και με αναίρεση του όρου αυτού αφού θα περιόριζε την εμβέλεια του ουσιαστικά στις συνήθεις ώρες εργασίας ή στις πρωινές και απογευματινές βάρδιες μόνο. Λαμβανομένης υπ΄όψη και της ίδιας της φύσης των καθηκόντων των Αιτητών ως Χειριστές Συστήματος Ασφαλείας, μια τέτοια ερμηνεία θα ήταν τόσο εντελώς εξωπραγματική όσο είναι και αδικαιολόγητη επί των ιδίων των επίδικων προνοιών. Όπως υποδεικνύει δε και η κα. Αντωνίου, και οι περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Χρόνος Εργασίας) Κανονισμοί του 1990 (ΚΔΠ 395/90) προνοούν εξαίρεση του συνήθους ωραρίου ως ακολούθως:

Κανονισμός 3.-(1) Από την Εφαρμογή της πενθήμερης εβδομάδας εργασίας με βάση το ωράριο που καθορίζεται στον Πρώτο Πίνακα, εξαιρούνται το προσωπικό των υπηρεσιών που αναφέρονται στο Δεύτερο Πίνακα καθώς και θέσεις των οποίων τα σχέδια υπηρεσίας προνοούν ότι οι υπάλληλοι δυνατό να εργάζονται και εκτός του συνηθισμένου ωραρίου της δημόσιας υπηρεσίας ....."

 

Ο δε αναφερόμενος Δεύτερος Πίνακας προνοεί:

"1. Από την εφαρμογή της πενθήμερης εβδομάδας εργασίας με βάση το ωράριο που καθορίζεται στον Πρώτο Πίνακα εξαιρείται:

(α) το προσωπικό των υπηρεσιών που εργάζονται με το σύστημα βάρδιας του οποίου το ωράριο εργασίας ρυθμίζεται με βάση το σύστημα βάρδιας που ισχύει σε κάθε περίπτωση.

(β) το προσωπικό των υπηρεσιών που εργάζεται εκτός του συνηθισμένου ωραρίου εργασίας, όπου τούτο προβλέπεται από τα σχέδια υπηρεσίας των θέσεών του.

.................................. .................................................. "

 

Παρατηρώ ότι αυτό όχι μόνο καλύπτει περαιτέρω την παρούσα περίπτωση αλλά και ιδιαίτερα ότι η ίδια η γενική αυτή πρόνοια χρησιμοποιεί ακριβώς τους ίδιους όρους που χρησιμοποιούνται στην προκειμένη περίπτωση, δηλαδή "εκτός του συνηθισμένου ωραρίου".

Δεν διαπιστώνω λοιπόν οποιαδήποτε παρερμηνεία των κανονισμών εκ μέρους της Κεντρικής Τράπεζας σε σχέση με το καθορισθέν ωράριο εργασίας των Αιτητών που να απολήγει σε παρανομία.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

Οι Αιτητές θα καταβάλουν τα έξοδα της Δημοκρατίας.

 

 

 

 

Δ. Χατζηχαμπής

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΚΧ"Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο