ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 469/98.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Ρ. ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
1. Αγαθοκλή Κατσονούρη,
2. Συμεών Ιωάννου,
3. Αντώνη Σταύρου,
Αιτητών
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας,
Καθ΄ ων η αίτηση.
___________________
6 Σεπτεμβρίου, 1999
.Για τον αιτητή: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Ρ. Παπαέτη (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας
εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
___________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Σύμφωνα με τους περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμους (ο Νόμος) η διαδικασία πλήρωσης θέσεων πρώτου διορισμού εξελίσσεται ουσιαστικά σε δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο αφορά την σύνταξη του Πίνακα Διοριστέων. Στον πίνακα αυτό κατατάσσονται, με την κατάλληλη σειρά σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζει ο Νόμος, όσοι εκπαιδευτικοί υποβάλουν αίτηση και κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα. Το δεύτερο στάδιο συνίσταται στην επιλογή, με τη σειρά του πίνακα, από την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας για διορισμό είτε σε μόνιμη βάση είτε με σύμβαση.
΄Εχει νομολογηθεί ότι ο καταρτισμός του Πίνακα Διοριστέων αποτελεί αυτοτελή εκτελεστή διοικητική πράξη και, επομένως, μπορεί να προσβληθεί με προσφυγή (Βλ. Τσιάρλιστου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 43/96/15.5.98 - απόφαση Νικήτα, Δ., Τσιάρλιστου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 133/97/3.6.98 - απόφαση Αρτέμη, Δ, Νεοφύτου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 900/96/29.4.98 - απόφαση Νικήτα, Δ., και Παπαδόπουλου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 963/97/30.10.98 - απόφαση Καλλή, Δ.)
.Κατά την πορεία της διαδικασίας ο πρώτος και ο δεύτερος αιτητής απέσυραν την προσφυγή για το λόγο ότι διορίστηκαν σε μόνιμη θέση. Παραμένει μόνο ο τρίτος αιτητής ως προς τον οποίο τα γεγονότα της υπόθεσης είναι σε συντομία τα ακόλουθα:
Στις 26.5.97 υπέβαλε αίτηση για εγγραφή στους Πίνακες Διοριστέων Καθηγητών Σχεδιασμού και Τεχνολογίας. Σαράντα περίπου μέρες αργότερα, στις 4.7.97, κατέθεσε βεβαίωση του Πανεπιστημίου του Sunderland σύμφωνα με την οποία είχε επιτύχει στις πτυχιακές εξετάσεις του κλάδου. Η βεβαίωση περιλάμβανε και την αναλυτική του βαθμολογία (Βλ. Παράρτημα Χ στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του). Μετά
πέντε περίπου μήνες, την 1.12.97, ο αιτητής κατέθεσε και το πτυχίο του (Βλ. Παράρτημα ΧΙ στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του). Στις 27.2.98 αναρτήθηκε ο Πίνακας Διοριστέων Καθηγητών Σχεδιασμού κα Τεχνολογίας. Ο αιτητής καταχωρήθηκε στη θέση με αύξοντα αριθμό 11 και τούτο διότι ως ημερομηνία υποβολής της αίτησης του για εγγραφή θεωρήθηκε η 1.12.97, η ημερομηνία δηλαδή που κατέθεσε το πτυχίο του, και όχι η 4.7.97, η ημερομηνία δηλαδή που κατέθεσε τη βεβαίωση επιτυχίας του στις πτυχιακές εξετάσεις. Στις 10.3.98 ο αιτητής υπέβαλε ένσταση ζητώντας να τοποθετηθεί στη θέση με αύξοντα αριθμό 9 ισχυριζόμενος ότι ως ημερομηνία υποβολής της αίτησης του για εγγραφή έπρεπε να θεωρηθεί η 4.7.97, η ημερομηνία δηλαδή που κατέθεσε τη βεβαίωση επιτυχίας του στις πτυχιακές εξετάσεις και όχι η 1.12.97, η ημερομηνία δηλαδή που κατέθεσε το πτυχίο του. Η καθ΄ ης η αίτηση, με απόφαση της ημερομηνίας 6.4.98, απέρριψε την ένσταση με το αιτιολογικό ότι "ως ημερομηνία υποβολής της αίτησης του θεωρείται η ημερομηνία υποβολής του τελικού τίτλου (1.12.97) και όχι η ημερομηνία υποβολής της βεβαίωσης (4.7.97)". Ο αιτητής ενημέρωθηκε σχετικά με επιστολή ημερομηνίας 9.4.98.Η πιο πάνω απόφαση είναι το αντικείμενο της προσφυγής.
Το επίμαχο ζήτημα που τίθεται ενώπιον μου είναι το ποιά έπρεπε να θεωρηθεί ως ημερομηνία υποβολής της αίτησης του αιτητή για εγγραφή στον Πίνακα Διοριστέων, η ημερομηνία κατάθεσης της βεβαίωσης επιτυχίας του στις πτυχιακές εξετάσεις, δηλαδή η 4.7.97, ή η ημερομηνία υποβολής του πτυχίου του, δηλαδή η 1.12.97.
Το σχετικό άρθρο των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων, άρθρο 28Β(4) έχει ως ακολούθως:
"(4) Τα κριτήρια που αναφέρονται στο εδάφιο (3) συνυπολογίζονται μετά την αριθμητική αποτίμηση της καθοριζόμενης βαρύτητας του καθενός σε μονάδες και την πρόσθεση στη συνέχεια των μονάδων κάθε υποψηφίου. Το σύνολο των μονάδων που έχει ένας υποψήφιος καθορίζει τη σειρά προτεραιότητάς του.
Σε περίπτωση υποψηφίων με τον ίδιο αριθμό μονάδων λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία απόκτησης του πρώτου τίτλου σπουδών, προκειμένου δε περί υποψηφίων που απέκτησαν τον πρώτο τίτλο σπουδών τους την ίδια ημερομηνία λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία υποβολής της αίτησης και σε περίπτωση που η ημερομηνία υποβολής της αίτησης είναι η ίδια λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία γέννησης του υποψηφίου."
Ο δικηγόρος του αιτητή υποστήριξε ότι ως ουσιαστική ημερομηνία υποβολής της αίτησης θα έπρεπε να θεωρηθεί η ημερομηνία κατάθεσης της βεβαίωσης του πανεπιστημίου ότι ο αιτητής πέτυχε στις πτυχιακές εξετάσεις και όχι η ημερομηνία κατάθεσης του πτυχίου το οποίο δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα τυπικό έγγραφο συμπλήρωσης κύκλου σπουδών.
Αντίθετη ήταν η θέση της δικηγόρου της καθ΄ ης η αίτηση. Υποστήριξε ότι η απόφαση της καθ΄ ης η αίτηση να μην αποδεχθεί την ημερομηνία κατάθεσης της βεβαίωσης ως την αποφασιστική ημερομηνία αλλά να επιμένει στην ημερομηνία κατάθεσης του "τελικού τίτλου" υποστηρίζεται από το εδάφιο 8 του άρθρου 28Β του Νόμου το οποίο αναφέρει ότι για να περιληφθεί ένα πρόσωπο και να παραμείνει σε Πίνακα Διοριστέων θα πρέπει να κατέχει τα απαιτούμενα από το Νόμο και το οικείο σχέδιο υπηρεσίας προσόντα για διορισμό. Εφόσον το σχέδιο υπηρεσίας για τη θέση Καθηγητή Σχεδιασμού και Τεχνολογίας απαιτεί, μεταξύ άλλων, "τίτλο/πτυχίο πανεπιστημίου ..." συνάγεται ευθέως ότι πρόθεση του νομοθέτη ήταν να απαιτεί
"τίτλο/πτυχίο" ως απαραίτηση προϋπόθεση για την περίληψη και παραμονή υποψηφίου στον Πίνακα Διοριστέων και όχι απλή βεβαίωση αποφοίτησης.Το ερώτημα είναι πρωτότυπο υπό την έννοια ότι δεν έχει μέχρι σήμερα απασχολήσει τη νομολογία. Περιστρέφεται ουσιαστικά γύρω από το ποιά ερμηνεία πρέπει να δοθεί στην πρόβλεψη του άρθρου 28Β(4) του Νόμου ότι "λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία υποβολής της αίτησης" και, συγκεκριμένα, αν σαν τέτοια ημερομηνία πρέπει να θεωρείται εκείνη κατά την οποία, κατατίθεται το επίσημο πτυχίο ή εκείνη κατά την οποία κατατίθεται επίσημη βεβαίωση επιτυχίας στις πτυχιακές εξετάσεις". Κατά την άποψη μου ορθότερη είναι η δεύτερη ερμηνεία. Εκείνο που έχει σημασία είναι κατά πόσο ένας αιτητής για εγγραφή στον Πίνακα Διοριστέων έχει αποδείξει ότι,
στην ουσία, κατέχει τα προσόντα για διορισμό. Επίσημη βεβαίωση πανεπιστημίου για επιτυχία στις πτυχιακές εξετάσεις πρέπει να θεωρείται απόλυτα ικανοποιητική απόδειξη. Αυτό που έχει σημασία είναι η κατοχή του ουσιαστικού προσόντος και όχι του σχετικού εγγράφου του "τίτλου/πτυχίου". Είναι γεγονός ότι το εδάφιο 8 του άρθρου 28Β προβλέπει ότι για να περιληφθεί ένας αιτητής στον Πίνακα Διοριστέων θα πρέπει να κατέχει τα προσόντα που απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας. το δε σχετικό σχέδιο ομιλεί για "τίτλο/πτυχίο". Τούτο, κατά την άποψη μου, δεν σημαίνει ότι είναι απαραίτητη η κατάθεση του "τίτλου/πτυχίου". Δεν σημαίνει, με άλλα λόγια, ότι ένας αιτητής δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι ουσιαστικά κάτοχος του "τίτλου/πτυχίου" αφής στιγμής κατέθεσε επίσημη βεβαίωση του πανεπιστημίου ότι πέτυχε τις πτυχιακές εξετάσεις και δικαιούται του "τίτλου/πτυχίου".Η προσφυγή επιτυγχάνει. Ως ημερομηνία υποβολής, εκ μέρους του αιτητή, της αίτησης για εγγραφή στον Πίνακα Διοριστέων έπρεπε να θεωρηθεί η 4.7.97 και όχι η 1.12.97. Ο αιτητής έπρεπε, επομένως, να τοποθετηθεί στη θέση με αύξοντα αριθμό 9 και όχι στη θέση με αύξοντα αριθμό 11.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Ρ. ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ
.