ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 147/97
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
1. Κώστα Χ"Νικολάου
2. Έλλης Χ"Νικολάου
Αιτητώ ν
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας
Καθ'ου η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 18 Ιουνίου, 1999.Για τους αιτητές: Σπ. Ευαγγέλου.
Για τον καθ΄ου η αίτηση: Στ. Χούρη (κα).
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την αίτηση αυτή οι αιτητές ζητούν τις πιο κάτω θεραπείες:-
"Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η συνεχιζόμενη άρνηση και/ή παράλειψη του καθ΄ου η αίτηση να εξετάσει και/ή να επιληφθεί και/ή να απαντήσει στην αίτηση των αιτητών με ημερομηνία 22/11/1996 για ακύρωση της εγγραφής τους από το Μητρώο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (αρ. εγγ. Φ.Π.Α. 50524280G) με ισχύ από 1/7/1992, είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νόμιμο αποτέλεσμα.
Β. Επιπρόσθετα και/ή διαζευκτικά, δήλωση του δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ΄ου η αίτηση που εκτίθεται στην επιστολή του προς το δικηγόρο των αιτητών με αρ. φακ. Δ/33, 50524280G και ημ. 12/12/1996, δεν αποτελεί απάντηση στην αίτηση των αιτητών με ημερομηνία 22/11/1996 για ακύρωση της εγγραφής τους από το Μητρώο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας με ισχύ από 1/7/1992.
Γ. Επιπρόσθετα και/ή διαζευκτικά, δήλωση του δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ΄ου η αίτηση που εκτίθεται στην επιστολή του προς το δικηγόρο των αιτητών με αρ. φακ. Δ/33, 50524280G και ημ. 12/12/1996, σε περίπτωση που κριθεί από το δικαστήριο ότι αποτελεί απάντηση στην αίτηση των αιτητών με ημερομηνία 22/11/1996 για ακύρωση της εγγραφής τους από το Μητρώο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας με ισχύ από 1/7/1992, είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νόμιμο αποτέλεσμα.
Δ. Επιπρόσθετα και/ή διαζευκτικά, δήλωση του Δικαστηρίου ότι η συνεχιζόμενη άρνηση και/ή παράλειψη του καθ΄ου η αίτηση να διαγράψει τους αιτητές και/ή να ακυρώσει την εγγραφή τους από το Μητρώο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας με ισχύ από 1/7/1992, είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νόμιμο αποτέλεσμα.".
Στις 9.6.93 ο Έφορος Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ο Έφορος) κατόπιν καταγγελίας επεσκέφθη τα υποστατικά των αιτητών για να διαπιστώσει αν υπήρχε υποχρέωση εγγραφής τους στο Μητρώο Φ.Π.Α. σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 246/90. Από την εξέταση των βιβλίων, των αρχείων και των άλλων στοιχείων της επιχείρησης διαπιστώθηκε ότι η επιχείρηση διέθετε 7 αυτοκίνητα ενοικιάσεως "Ζ" τα οποία ενοικίαζε σε τρίτους. Τα 4 ανήκαν στον αιτητή αρ. 1 και τα 3 στην αιτήτρια αρ. 2. Διεπίστωσε επίσης ότι το ύψος των εσόδων της επιχείρησης κυμαίνετο από τον Ιανουάριο του 1992 μέχρι το Μάρτιο του 1993 στις £1.300-£1.460 μηνιαία.
Στις 9.6.93 οι αιτητές υπέβαλαν έντυπα Φ.Π.Α. για εγγραφή στο Μητρώο της επιχείρησης τους που την ασκούσαν σαν μη εγγεγραμμένο συνεταιρισμό. Στη δήλωση τους οι αιτητές πρόβλεψαν ότι η αξία των παραδόσεων ή παροχών υπηρεσιών που θα πραγματοποιούσε ο άτυπος συνεταιρισμός από 1.7.92 θα ανήρχετο στο ποσό των £17.500 με αποτέλεσμα να έχει υποχρέωση εγγραφής στο Μητρώο.
Ο Έφορος ενόψει της αίτησης των αιτητών ενέγραψε τον άτυπο συνεταιρισμό στις 29.7.93 με την έκδοση του σχετικού πιστοποιητικού εγγραφής.
Ο Έφορος με επιστολή του ημερ. 9.9.93 πληροφόρησε τους αιτητές ότι προέβηκε σε κατ΄ εκτίμηση βεβαίωση φόρου με βάση το άρθρο 34 του Ν. 246/90 για τις φορολογικές περιόδους από 1.7.92 μέχρι 31.5.93 λόγω παράλειψης τους να υποβάλουν τις φορολογικές δηλώσεις που απαιτούνται σύμφωνα με το Νόμο.
Οι αιτητές με επιστολή τους ημερ. 21.9.93, μέσω του δικηγόρου τους, υπέβαλαν αμφισβήτηση στον Έφορο, μεταξύ άλλων, για την εγγραφή τους στο Μητρώο Φ.Π.Α. σαν άτυπου συνεταιρισμού. Ο Έφορος με επιστολή του ημερ. 19.10.93 απέρριψε το αίτημα τους με την αιτιολογία ότι η εγγραφή τους έγινε μετά από δική τους αίτηση ημερ. 9.6.93.
Στις 21.11.95 οι αιτητές υπέβαλαν τις φορολογικές τους δηλώσεις για την περίοδο 1.7.92 μέχρι 31.8.95 χωρίς να καταβάλουν οποιοδήποτε ποσό.
Οι αιτητές με νέα επιστολή τους ημερ. 29.11.95, μέσω του δικηγόρου τους, ζήτησαν από τον Έφορο την ακύρωση της εγγραφής τους από το Μητρώο από 1.7.92 διότι, όπως ισχυρίστηκαν, κακώς είχαν εγγραφεί σαν άτυπος συνεταιρισμός αφού τέτοιος συνεταιρισμός δεν υφίστατο. Ο Έφορος με επιστολή του ημερ. 15.12.95 απέρριψε το αίτημά τους διότι από τον τρόπο που εργάζονται ως μια οντότητα, τη χρησιμοποίηση των ίδιων υποστατικών κάτω από την ίδια εμπορική επωνυμία και τα ίδια συμβόλαια ενοικίασης συνιστούν άτυπο συνεταιρισμό. Επίσης τους πληροφόρησε και πάλιν ότι η εγγραφή τους έγινε μετά από δική τους αίτηση.
Οι αιτητές στις 3.7.96 υπέβαλαν ιεραρχική προσφυγή στον Υπουργό Οικονομικών η οποία όμως απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη και επειδή δεν είχαν καταβληθεί τα ποσά που ο Έφορος καθόρισε ως πληρωτέα.
Οι αιτητές, κι΄ αυτό είναι παραδεκτό εκ μέρους τους, δεν πρόσβαλαν, είτε την απόρριψη της αίτησης τους στον Έφορο είτε την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής τους προς τον Υπουργό, με προσφυγή στο Δικαστήριο.
Στις 9.10.96 με επιστολή των λογιστών τους υπέβαλαν αίτημα όπως τους επιτραπεί να διεκδικήσουν φόρο εισροών από τιμολόγια που εκδόθηκαν μεταξύ 1.9.95-30.11.95 σε επόμενη περίοδο. Επίσης οι αιτητές με το ειδικό έντυπο Φ.Π.Α. 5 υπέβαλαν στις 10.10.96 αίτηση για ακύρωση της εγγραφής τους στο Μητρώο διότι από 1.10.96 ο συνεταιρισμός που υπήρχε διαλύθηκε.
Με επιστολή ημερ. 27.11.96, μέσω του δικηγόρου τους, οι αιτητές απέσυραν το πιο πάνω αίτημα τους ημερ. 9.10.96 και υπέβαλαν νέο αίτημα για ακύρωση της εγγραφής τους στο Μητρώο από 1.7.92.
Ο Έφορος με επιστολή τους ημερ. 12.12.96 απέρριψε το τελευταίο αίτημα των αιτητών. Η επιστολή έχει ως εξής:-
"Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας με ημερομηνία 27/11/96 και αριθμό φακέλλου 235/96 και να επαναλάβω το περιεχόμενο των επιστολών της Υπηρεσίας Φ.Π.Α., με ημερομηνίες 19/10/93 και 15/12/95, προς τους δικηγόρους του πιο πάνω προσώπου, αντίγραφο των οποίων είχε κοινοποιηθεί και προς τον ίδιο.
2. Η εγγραφή του συνεταιρισμού Έλλη Χ"Νικολάου και Κώστας Χ"Νικολάου ισχύει από 1/7/92 και έχει υποχρέωση να ενεργεί σύμφωνα με τις πρόνοιες της Περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νομοθεσίας.".
Ο καθ΄ου η αίτηση στη γραπτή του ένσταση εγείρει προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής.
Στη γραπτή της αγόρευση η ευπαίδευτος συνήγορος για τον καθ΄ου η αίτηση αναπτύσσοντας το θέμα αναφέρει ότι το περιεχόμενο της επιστολής ημερ. 12.12.96 είναι βεβαιωτικό προηγούμενων αποφάσεων ημερ. 19.10.93 και 15.12.95.
Είναι γνωστές οι αρχές που διέπουν το θέμα της προδικαστικής ένστασης και δεν θεωρώ αναγκαίο να τις επαναλάβω. Κατ΄ αρχήν το θέμα της εκτελεστότητας της πράξης είναι δυνατό να εξετασθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της δίκης ακόμα και αυταπάγγελτα από το Δικαστήριο (Βλέπε: Δημοκρατία ν. Γ. Ματθαίου, Α.Ε. 832, ημερ. 12.7.90).
Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι μόνο εκτελεστές διοικητικές πράξεις με τις οποίες δημιουργείται, τροποποιείται ή καταργείται μια νομική κατάσταση είναι προσβλητέες δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Οι βεβαιωτικές πράξεις δεν έχουν εκτελεστό χαρακτήρα (Βλέπε:
Pieris v. Republic (1983) 3 CLR 1054, Demetriades Co. Ltd. v. Limassol Municipality (1987) 3 CLR 125 και Σταύρος Χρίστου ν. Υπουργικού Συμβουλίου, Α.Ε. 2279, ημερ. 19.2.99).Στην παρούσα υπόθεση είναι σαφές ότι από το 1993 ήταν πάγιο αίτημα των αιτητών η διαγραφή τους από το Μητρώο Φ.Π.Α. από 1.7.92. Για πρώτη φορά απερρίφθη το αίτημα τους με απόφαση του Εφόρου που περιέχεται σε επιστολή ημερ. 19.10.93. Το ίδιο αίτημα επαναλήφθηκε στις 29.11.95 με επιστολή του δικηγόρου τους. Ο Έφορος εκ δευτέρου απέρριψε το αίτημα τους όπως φαίνεται στην επιστολή ημερ. 15.12.95. Στις 3.7.96 οι αιτητές επανήλθαν στο αίτημα με ιεραρχική προσφυγή στον Υπουργό η οποία και απερρίφθη ως εκπρόθεσμη και ως μη πληρούσα τις προϋποθέσεις του Νόμου, ως αναφέρεται στην επιστολή ημερ. 5.9.96. Είναι δε παραδεκτό ότι εναντίον των πιο πάνω τριών απορριπτικών αποφάσεων του Εφόρου και του Υπουργού δεν καταχωρήθηκε προσφυγή στο Δικαστήριο.
Είναι ο ισχυρισμός των αιτητών ότι με την αίτησή τους, μέσω του δικηγόρου τους, ημερ. 27.11.96 παρουσίασαν νέα γεγονότα και στοιχεία για τα οποία ο Έφορος έπρεπε να διεξαγάγει νέα έρευνα και κατά συνέπεια η νέα απόφαση του Εφόρου είναι εκτελεστή διοικητική πράξη σύμφωνα με τη νομολογία.
Πράγματι η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι σαφής επί του θέματος. Εάν ο αιτητής παρουσιάσει νέα γεγονότα και στοιχεία για τα οποία το διοικητικό όργανο έπρεπε να διεξαγάγει νέα έρευνα, τότε η απόφαση του δεν είναι βεβαιωτική προηγούμενης αλλά νέα εκτελεστή διοικητική πράξη. Τα στοιχεία όμως αυτά πρέπει, σύμφωνα με τη νομολογία, να είναι ουσιώδη και να μην ήσαν εν γνώσει του διοικητικού οργάνου όταν ελάμβανε την προηγούμενη απόφαση.
Έχω μελετήσει την αίτηση των αιτητών ημερ. 27.11.96. Κανένα νέο στοιχείο δεν περιέχει είτε ουσιώδες ή μη που να μην ήταν ενώπιον του Εφόρου όταν ελάμβανε την προηγούμενη απόφασή του ημερ. 15.12.95. Από την επίδικη απόφαση είναι σαφές ότι ο Έφορος καμιά νέα έρευνα δεν διενήργησε αφού όλα τα γεγονότα και στοιχεία ήσαν ενώπιόν του από το 1993. Η απόφαση του αυτή είναι καθαρά βεβαιωτική της προηγούμενης πράξης και ως τέτοια δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος (Βλέπε:
Pieris v. Republic, Demetriades Co. Ltd. v. Limassol Municipality (πιο πάνω) και Δήμος Λευκωσίας ν. Μέλπως Γρηγορίου, Α.Ε. 1431, ημερ. 26.4.96).Η προδικαστική ένσταση των καθ΄ων η αίτηση ευσταθεί.
Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μου απεφάσισα ότι κανένα από τα αιτήματα της προσφυγής δεν μπορεί να επιτύχει.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ
.
/ΕΠσ