ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
< /FONT>Υπόθεση αρ. 739/98
ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ.ΑΡΤΕΜΙΔΗ, Δ
Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ
:Κωνσταντίνου Χρυσιλίου, από τη Λευκωσία
Αγίας Κασσιανής 4, Μακεδονίτισσα
αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Διοικητή Εθνικής Φρουράς
καθ΄ου η αίτηση
------------------------
11 Μαϊου, 1999
Για τον αιτητή: κ.Σ.Οικονομίδης
Για τον καθ΄ου η αίτηση: κ.Α.Χριστοφόρου - δικηγόρος της Δημοκρατίας
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής, λοχαγός της Εθνικής Φρουράς, προσβάλλει την απόφαση του Διοικητή της, που ελήφθη στις 17.7.98, και με την οποία κρίθηκε ένοχος πειθαρχικού παραπτώματος και τιμωρήθηκε με δεκαήμερη φυλάκιση.
Η επίδικη πράξη έγινε μετά την ακυρωτική απόφαση Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ημερ. 23.12.97, στην οποία κρίθηκε πως προηγούμενη πράξη του Διοικητή της Εθνικής Φρουράς, να καταλογίσει πειθαρχικό παράπτωμα και να τιμωρήσει τον αιτητή με 20ήμερη φυλάκιση, ήταν παράνομη. Και τούτο γιατί αρμοδιότητα για τη διενέργεια της ανακρίσεως του καταλογισθέντος εις βάρος του αιτητή πειθαρχικού παραπτώματος είχε ο Διοικητής της μονάδας του, και όχι ο Διοικητής -
Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς. (Δες: απόφαση δικαστή Γ.Νικολάου, στην υπόθεση αρ.37/97 Κωνσταντίνου Χρυσίλιου και Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Διοικητή Εθνικής Φρουράς).Η αρχική πειθαρχική διαδικασία εις βάρος του αιτητή ήταν το αποτέλεσμα πορίσματος ανάκρισης, που αφορούσε στις συνθήκες κάτω από τις οποίες στρατιώτης του φυλακίου 208, που βρισκόταν κοντά στην ουδέτερη ζώνη της περιοχής Αγίου Ανδρέα στη Λευκωσία και που ανήκε στο λόχο του αιτητή, πυροβολήθηκε και φονεύθηκε από τούρκο εισβολέα, όταν ο στρατιώτης της Εθνικής Φρουράς εισήλθε στην ουδέτερη ζώνη. Καταλογίστηκε στον αιτητή πειθαρχικό παράπτωμα γιατί δεν πήρε τα απαραίτητα μέτρα ώστε να πληροφορείται την κατ΄επανάληψη είσοδο του αδικοσκοτωμένου στρατιώτη στην ουδέτερη ζώνη με σκοπό να συνομιλεί με τους απέναντι τούρκους εισβολείς. Ο αιτητής κλήθηκε στις 17.8.96 από τον Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς σε διοικητική απολογία, την οποία και υπέβαλε.
΄Οπως είπα πιο πριν η πειθαρχική τιμωρία του αιτητή με 20ήμερη φυλάκιση από το Διοικητή της Εθνικής Φρουράς ακυρώθηκε από το Δικαστήριο. Ο Διοικητής όμως, με την προσβαλλόμενη απόφαση, έκρινε πάλι πως ο αιτητής υπέπεσε σε πειθαρχικό παράπτωμα, και τον τιμώρησε με ποινή φυλάκισης, 10 ημερών αυτή τη φορά.
Ο δικηγόρος του αιτητή εισηγείται πως η επίδικη πράξη παραβιάζει έκδηλα το δεδικασμένο της ακυρωτικης δικαστικής απόφασης, γιατί μ΄αυτή επαναλαμβάνεται η παράνομη πράξη που ακυρώθηκε από το Δικαστήριο.
Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας διατείνεται πως δεν παραβιάζεται το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης, γιατί η επίδικη πράξη ελήφθη κατ΄εφαρμογή άλλων νομικών διατάξεων. Εισηγείται συγκεκριμένα πως στην επίδικη απόφαση του Διοικητή γίνεται, τώρα, μνεία του άρθρου 124 του περί Στρατιωτικου Ποινικού Κώδικος και Δικονομίας Νόμου του 1964, Ν.40/64, σύμφωνα με τις διατάξεις του οποίου, ο Διοικητής της Εθνικής Φρουράς όταν, εξετάζοντας τα έγγραφα και τις εκθέσεις ανακρίσεως, κρίνει πως δεν υπάρχουν ενδείξεις τέλεσης ποινικού αδικήματος ή τα γεγονότα δεν συνιστούν αξιόποινον πράξη αλλά πειθαρχική παράβαση, θέτει τη δικογραφία
στο αρχείο και επιβάλλει πειθαρχική κύρωση σύμφωνα με τους σχετικούς κανονισμούς.Κρίνω πως είναι εσφαλμένη η νομική προσέγγιση του δικηγόρου της Δημοκρατίας. Το άρθρο 124, τις διατάξεις του οποίου συνοψίζω πιο πάνω, αναφέρεται στη διαδικασία ποινικής δίωξης στρατιωτικών, και όχι πειθαρχικής. Το δε άρθρο 116 του Νόμου προβλέπει τα εξής:
«116.-(1) Η ποινική διωξις των μεν υπό του παρόντος Νόμου προβλεπομένων αδικημάτων γίνεται πάντοτε αυτεπαγγέλτως, των δε υπό των κοινών ποινικών νόμων συμφώνως προς τας σχετικάς αυτών διατάξεις.
(2) Την ποινικήν δίωξιν ασκεί εν ονόματι της Δημοκρατίας ο Γενικός Εισαγγελεύς της Δημοκρατίας.»
Στην προκείμενη περίπτωση ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας δεν άσκησε οποιαδήποτε ποινική δίωξη, μήτε και διέταξε ανάκριση, η οποία, στην περίπτωση που αφορά σε ποινικό αδίκημα, διενεργείται υπό την εποπτεία του και συμφώνως με τις οδηγίες του (άρθρο 119).
΄Οπως καταδεικνύουν τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, ευθύς εξ΄αρχής η εξέταση που αφορούσε στον αιτητή σχετιζόταν με πιθανή διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, όχι ποινικού αδικήματος. Το άρθρο επομένως 124 του πιο πάνω Νόμου, και η επίκληση του από το Διοικητή, δεν του έδιδε αρμοδιότητα να πάρει την προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία, και ως εκ τούτου ακυρώνεται με £300 έξοδα.
Χρ. Αρτεμίδης, Δ.
/ΜΑΑ