ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 910/97.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Μυριάνθη Μυριανθέα,
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργού Εσωτερικών,
2. Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως,
Καθ΄ ων η αίτηση.
________________
24 Φεβρουαρίου, 1999
.Για τον αιτητή: Χρ. Τριανταφυλλίδης.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας
εκ μέρους του Γεν.-Εισ.
___________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής είναι ιδιοκτήτης του τεμαχίου με αρ. 459 ("το επίδικο τεμάχιο") στην Κοκκινοτριμιθιά. Στις 26.10.95 υπέβαλε στην Πολεοδομική Αρχή αίτηση για ανέγερση αποθήκης και αίτηση για αλλαγή χρήσης υφιστάμενου εκκολαπτηρίου σε "γκαράζ".
Η Πολεοδομική Αρχή χορήγησε τις ζητούμενες άδειες στις 11.5.96. Ταυτόχρονα επέβαλε και ορισμένους όρους για τη χορήγηση της άδειας. Ο
αιτητής διαφώνησε με το περιεχόμενο των όρων 61 και 100 ("οι επίδικοι όροι") της πολεοδομικής άδειας.
Με ιεραρχική προσφυγή του προς τον Υπουργό Εσωτερικών, δυνάμει του άρθρου 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Ν 90/72) ("ο Νόμος") ο αιτητής προσέβαλε την εγκυρότητα των πιο πάνω επίδικων όρων. Υποστήριξε:
(α) Οι επίδικοι όροι της πολεοδομικής άδειας επηρεάζουν δυσμενώς την
περιουσία του διότι προκαλούν τη συρρίκνωση της, με αποτέλεσμα να
μην μπορεί να την εκμεταλλευτεί πλήρως και να υφίσταται τεράστια
οικονομική ζημιά.
(β) Οι επίδικοι όροι περιλήφθηκαν στην άδεια χωρίς να προϋπάρχει έγκυρο
ρυμοτομικό σχέδιο κατά παράβαση των άρθρων 12 και 13 του περί
Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96, και χωρίς να υπάρχει
σχετικό Διάταγμα Απαλλοτρίωσης της επηρεαζόμενης περιουσίας, με
βάση το άρθρο 23 του Συντάγματος.
(γ) Μέρος της επηρεαζόμενης ακίνητης περιουσίας έχει πωληθεί στις
2.2.93, με αποτέλεσμα οι όροι της πολεοδομικής άδειας να καθιστούν
δυσκολότερη την εκμετάλλευση του εναπομείναντος χώρου.
Η ιεραρχική προσφυγή εξετάστηκε από Υπουργική Επιτροπή. Ενώπιον της τελευταίας τέθηκε σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, με ημερ. 4.7.97, στο οποίο υπήρχε εισήγηση για την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής. Η εισήγηση βασιζόταν στους πιο κάτω λόγους:
"(α) Σύμφωνα με το σχέδιο του οδικού δικτύου της περιοχής που έχει
ετοιμάσει το Επαρχιακό Γραφείο Πολεοδομίας Λευκωσίας, το τεμάχιο
του αιτητή, το οποίο προήλθε από την ενοποίηση των τεμαχίων με αρ.
293 και 297, επηρεάζεται από διάνοιξη νέου δρόμου όπως φαίνεται
με κόκκινη γραμμή και κίτρινο χρώμα στο σχέδιο που επισυνάπτεται
ως Παράρτημα 'Γ'. Ο συνολικός επηρεασμός του τεμαχίου από το
οδικό δίκτυο ανέρχεται στα 651 τ.μ. που αντιστοιχεί στο 8.5% περίπου.
(β) Το εμβαδό του τεμαχίου μετά την αφαίρεση του εμβαδού που επηρεάζεται
από τη διάνοιξη του δρόμου ανέρχεται στα 7.042 τ.μ. με αποτέλεσμα η
Πολεοδομική Αρχή εφαρμόζοντας τις πρόνοιες της Πολιτικής 3(Α)3.2
(Γενικές Πρόνοιες Πολιτικής) της Δήλωσης Πολιτικής να απαιτήσει
παραχώρηση χώρου πρασίνου ποσοστού 10% επί του καθαρού εμβαδού
του τεμαχίου.
(γ) Το οδικό δίκτυο της περιοχής έχει ετοιμασθεί στα πλαίσια μελέτης
αναπτύξεων σε διπλανά τεμάχια, πριν την ενοποίηση των δύο τεμαχίων
του αιτητή σε ένα, γι΄ αυτό υπάρχουν και οι ανάλογες δεσμεύσεις."
Η Υπουργική Επιτροπή μελέτησε το πιο πάνω σημείωμα και αποφάσισε, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 31 του Νόμου, να απορρίψει την Ιεραρχική Προσφυγή, θεωρώντας ότι η Πολεοδομική Αρχή εφάρμοσε ορθά και μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της τις πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής.
Η παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της πιο πάνω απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής.
Οι λόγοι ακύρωσης
.Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή υποστήριξε πως το ολικό εμβαδό του επίδικου τεμαχίου είναι 7695 τετραγωνικά μέτρα. Με την επιβολή των επίδικων όρων έχουν αφαιρεθεί από το τεμάχιο του 2000 τετραγωνικά μέτρα, δηλαδή το 1/4 του συνολικού εμβαδού. Οι επίδικοι όροι έχουν περιληφθεί στην πολεοδομική άδεια χωρίς να προϋπάρχει έγκυρο ρυμοτομικό σχέδιο κατά παράβαση των άρθρων 12 και 13 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96. Από τη στιγμή που έχουν επιβληθεί οι όροι αυτοί, δεσμεύοντας με τον τρόπο αυτό την περιουσία του αιτητή, έπρεπε - συνεχίζει η εισήγηση - να είχαν τηρηθεί οι πρόνοιες των άρθρων 12 και 1
3 του Κεφ. 96, οι οποίες προαπαιτούν την ύπαρξη και δημοσίευση ρυμοτομικού σχεδίου, κάτι το οποίο δεν έγινε στην παρούσα υπόθεση.Από την άλλη ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση υποστήριξε: Τα πιο πάνω άρθρα του Κεφ. 96 καθώς και άλλες ανάλογες ρυθμίσεις του ίδιου Νόμου δεν τυγχάνουν εφαρμογής στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Αφορούν διεύρυνση και ευθυγράμμιση οδού και όχι διάνοιξη νέας οδού όπως ήταν εδώ η περίπτωση. Οι επίδικοι όροι τέθηκαν σύμφωνα με τις πρόνοιες 3(Α) 3.1 και 3(Α) 3.2 της Δήλωσης Πολιτικής που ήταν σε ισχύ κατά την ημερομηνία εκδόσεως της άδειας. Οι αναπτύξεις στην ύπαιθρο μελετώνται σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Ν 90/72) χωρίς να τίθεται στην περίπτωση αυτή
θέμα δημοσίευσης "οποιωνδήποτε σχεδίων εκτός από τα σχέδια ανάπτυξης που αφορούν τις Πολεοδομικές Ζώνες". Οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. Αυγουστή κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 479/94/22.2.95 - απόφαση Νικήτα, Δ., Λάμπροου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 92/94/2.11.95 - απόφαση Αρτέμη, Δ. και Δανού κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 937/95/12.9.99 - απόφαση Νικολάου, Δ.) "περί ακυρότητας όρων για παραχώρηση τμήματος επηρεαζόμενης γης χωρίς την ύπαρξη και δημοσίευση ρυμοτομικού σχεδίου αφορούν αναπτύξεις σε περιοχές όπου υφίστανται δημοσιευμένα Τοπικά Σχέδια και όχι σε περιοχές της υπαίθρου που καλύπτονται από Δήλωση Πολιτικής ως η παρούσα περίπτωση". Στην περίπτωση του τεμαχίου του αιτητή "υπήρχε σε ισχύ Δήλωση Πολιτικής δυνάμει του άρθρου 34Α του Νόμου η οποία ουδέποτε αμφισβητήθηκε από τον αιτητή και δεν είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί πλέον ποτέ και τεκμαίρεται αμάχητα νόμιμη. Οι επίδικοι όροι στην ανάπτυξη του τεμαχίου του αιτητή επιβλήθηκαν επί τη βάσει των προνοιών αυτής της Δήλωσης Πολιτικής".Προκύπτει για εξέταση το πιο κάτω ζήτημα:
Κατά πόσο οι επίδικοι όροι μπορούσαν να επιβληθούν δυνάμει των πιο πάνω παραγ. 3.1 και 3.2 της Δήλωσης Πολιτικής.
Η δημοσίευση και εκπόνηση Δήλωσης Πολιτικής διέπεται από το άρθρο 34Α του Νόμου το οποίο έχει εισαχθεί από το άρθρο 5 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 1982 (Ν 56/82) και τροποποιηθεί από το άρθρο 6 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 1990 (Ν 7/90).
Εξέταση των επίμαχων παραγ. 3.1 και 3.2 της Δήλωσης Πολιτικής αποκαλύπτει ότι διαγράφουν γενική πολιτική και περιέχουν γενικές αρχές οι οποίες διέπουν την ρύθμιση και τον έλεγχο της ανάπτυξης. Δεν περιέχουν οποιαδήποτε εξειδίκευση και δεν αναφέρονται σε συγκεκριμένες περιοχές ή στο επίδικο τεμάχιο. Η εμβέλεια της πιο πάνω παραγ. 3.1 έχει εξεταστεί από τον Νικολάου, Δ. στην Δανού κ.α. (πιο πάνω). Στην υπόθεση εκείνη η πολεοδομική άδεια περιελάμβανε, ανάμεσα σ΄ άλλα, τον πιο κάτω όρο:
"(61) Το τμήμα της υπό ανάπτυξη ακίνητης ιδιοκτησίας, που δείχνεται με κόκκινη γραμμή και κίτρινο χρώμα στο εγκριμένο χωρομετρικό σχέδιο, να παραχωρηθεί και να εγγραφεί ως δημόσιος δρόμος και να διαμορφωθεί σύμφωνα με τις υποδείξεις της αρμόδιας Τοπικής Αρχής."
Η Πολεοδομική Αρχή ισχυρίσθηκε πως η πιο πάνω παραγ. 3.1 της Δήλωσης Πολιτικής παρείχε έρεισμα για τον επιβληθέντα όρο. Οι αιτήτριες πρόβαλαν ότι το Τοπικό Σχέδιο δεν παρείχε νομικό έρεισμα για την επιβολή των προσβαλλόμενων όρων διότι δεν εξειδικεύει ούτε λεκτικά ούτε σε χάρτη το αντικείμενο της παραχώρησης στην οποία οι όροι αναφέρονται, ώστε να μεταβάλει, με τη δημοσίευση του, δικαιώματα και υποχρεώσεις σε ό,τι αφορούσε την ιδιοκτησία. Κατά τις αιτήτριες, η παράγραφος 3.1 του Παραρτήματος Β, Γενικές Πρόνοιες Πολιτικής, θα δικαιολογούσε την όποια παραχώρηση γης μόνο εφόσον υπήρχε
ως υπόβαθρο μια τέτοια εξειδίκευση. Η Πολεοδομική Αρχή αντέτεινε ότι η γενική πρόβλεψη επαρκούσε για να της παράσχει τη δυνατότητα να αντικρύσει τις ανάγκες που προέκυπταν σε σχέση με την κάθε συγκεκριμένη περίπτωση και να επιβάλει τους, κατά την κρίση της, κατάλληλους όρους.Το Δικαστήριο ακύρωσε τους προσβαλλόμενους όρους γιατί είχαν τεθεί χωρίς νόμιμη εξουσιοδότηση. Τονίσθηκε πως σε κάθε περίπτωση όπου επιχειρείται περιορισμός δικαιώματος σε ακίνητη ιδιοκτησία αυτό δεν μπορεί να γίνει στη βάση γενικής διάταξης χωρίς επί μέρους προσδιορισμό μέσω μηχανισμού που να παρέχει στον ιδιοκτήτη πληροφόρηση συγκεκριμένη και σαφή ώστε να μπορεί έγκαιρα να αντιταχθεί και να διεκδικήσει.
Στην Δανού κ.α. (πιο πάνω), ο Νικολάου, Δ. συμφώνησε με την πιο κάτω προσέγγιση του Νικήτα, Δ. στην Αυγουστή (πιο πάνω), με την οποία είχε συμφωνήσει και ο Αρτέμης, Δ. στην Λάμπρου κ.α. (πιο πάνω):
"Η γνώμη μου είναι πως επιβάλλεται η εκπόνηση και στη συνέχεια η δημοσίευση ρυμοτομικής μελέτης που φανερώνει τις λεπτομέρειες αλλά προπάντων αποκαλύπτει τη ρυμοτομική γραμμή, στοιχεία που είναι απαραίτητα και για ενημέρωση των ενδιαφερομένων ιδιοκτητών, τα οποία απουσιάζουν ολότελα από το σχέδιο αρ. 6. Χωρίς τη δημοσίευση δεν είναι δυνατή η ενεργοποίηση του άρθρ. 18, το οποίον προβλέπει για την υποβολή ενστάσεων κατά τοπικών σχεδίων ή τροποποιήσεων τους που εξετάζονται προτού ένα τέτοιο συγκεκριμένο σχέδιο εγκριθεί οριστικά. Η δημοσιοποίηση σε αυτή την περίπτωση είναι εντελώς ανεξάρτητη από όσα σχετικά διαλαμβάνουν τα άρθρ. 9, 12 και 13 του Κεφ. 96."
Συμφωνώ με την προσέγγιση που έχει υιοθετηθεί στις υποθέσεις Αυγουστή
, Λάμπρου και Δανού (πιο πάνω). Κρίνω πως η Δήλωση Πολιτικής πρέπει να περιέχει εξειδίκευση η οποία να προσδιορίζει λεκτικά και με χάρτη το αντικείμενο της παραχώρησης. Στην απουσία τέτοιας εξειδίκευσης, η κρινόμενη Δήλωση Πολιτικής, η οποία περιέχει αρχές γενικής εφαρμογής, δεν παρέχει νόμιμο έρεισμα για την επιβολή των επίδικων όρων. ΄Εχω, περαιτέρω, την άποψη πως η ανάγκη για εξειδίκευση επιβάλλεται από αυτές τούτες τις διατάξεις του άρθρου 34Α του Νόμου 90/72 - παρατίθενται στη σελ. 5.Το άρθρο 34Α (9) προβλέπει για την υποβολή ενστάσεων. Στην απουσία λεπτομερούς εξειδίκευσης ένας ιδιοκτήτης δεν είναι σε θέση να γνωρίζει κατά πόσο η Δήλωση Πολιτικής επηρεάζει με οποιοδήποτε τρόπο την ιδιοκτησία του. Σε τέτοια περίπτωση δεν αναμένεται να υποβάλει ένσταση. Ωστόσο η διοίκηση διατείνεται (βλ. αγόρευση του συνήγορου της στη σελ. 5) πως η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε δυνάμει της Δήλωσης Πολιτικής η οποία "ουδέποτε αμφισβητήθηκε από τον αιτητή και δεν είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί πλέον ποτέ και τεκμαίρεται αμάχητα νόμιμη". Με άλλα λόγια η διοίκηση ισχυρίζεται πως εφόσον ο αιτητής δεν έχει αμφισβητήσει με σχετική ένσταση του τη Δήλωση Πολιτικής δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη νομιμότητα απόφασης που έχει ληφθεί κατ΄ εφαρμογή της. ΄Οπως υποδεικνύεται πιο πάνω δεν νοείται υποβολή ένστασης στην απουσία εξειδίκευσης η οποία να καθιστά ένα ιδιοκτήτη γνώστη του επηρεασμού της ιδιοκτησίας του. Η χωρίς εξειδίκευση Δήλωση Πολιτικής δεν ενεργοποιεί την πρόνοια του άρθρου 34Α του Νόμου η οποία κάμνει πρόβλεψη για την υποβολή ένστασης. Η δε απουσία ένστασης ή η μη αμφισβήτηση της Δήλωσης Πολιτικής δεν προσδίδει στην τελευταία νομιμοποιητικό έρεισμα για την επιβολή των επίδικων όρων. Πρόκειται για επέμβαση πάνω στο δικαίωμα ιδιοκτησίας του αιτητή το οποίο διασφαλίζεται από το άρθρο 23 του Συντάγματος. Οποιαδήποτε τέτοια επέμβαση πρέπει να επιδιώκεται με τρόπο και διαδικασίες που θα δίνουν την ευκαιρία σε κάθε ενδιαφερόμενο να υποβάλει τις ενστάσεις και παραστάσεις του. Στην κρινόμενη περίπτωση έπρεπε να επιδιωχθεί με τον τρόπο που υποδεικνύεται στην υπόθεση Αυγουστή (πιο πάνω).
Υπό το φως όλων των ανωτέρω κρίνω πως οι επίδικοι όροι τέθηκαν χωρίς νόμιμο έρεισμα και πρέπει να ακυρωθούν (Βλ. 'Επαρχος Λευκωσίας κ.α. ν. Μοδέστου κ.α., Α.Ε. 1451/19.6.96 στην οποία λέχθηκε πως παρέχεται η δυνατότητα να απαληφθούν οι όροι χωρίς να εκθεμελιώνεται η άδεια).
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα £300. Οι επίδικοι όροι ακυρώνονται.
Π. ΚΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.