ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1157/98
ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.
ΜΕΤΑΞΥ:
Εμμανουήλ Σόβολος: Δάσκαλος
Αντρέα Κάρυου 6, Δασούπολη,
2024 Στρόβολος,
Αιτητή
και
Πανεπιστημίου Κύπρου,
Καθ'ου η αίτηση
---------------------
19 Ιανουαρίου 1999
Αίτηση ημερομηνίας 10/12/98 για έκδοση προσωρινού διατάγματος
Ο αιτητής παρουσιάζεται προσωπικά.
Για τον Καθ'ου η αίτηση: κα Θεοδοσίου για κ. Γ. Τριανταφυλλίδη.
--------------------------
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την προσφυγή που καταχωρήθηκε στις 10/12/98 ο αιτητής ζητά την ακύρωση της απόφασης των καθ'ων η αίτηση με την οποία διαγράφηκε ως μεταπτυχιακός φοιτητής. Με άλλη αίτηση που καταχωρήθηκε την ίδια ημερομηνία ο αιτητής ζητά την έκδοση προσωρινού διατάγματος αναστολής της απόφασης διαγραφής, μέχρι τελικής εκδίκασης της προσφυγής.
Η σχετική αίτηση όπως αναφέρεται από τον ίδιο τον αιτητή "στηρίζεται στα άρθρα 24, 29 και 146 του Συντάγματος και στη διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων". Είναι πασιφανές ότι από την αίτηση ελλείπει η αναφορά στο άρθρο 13 των Κανονισμών του 1962 το οποίο παρέχει στο Δικαστήριο τη διακριτική ευχέρεια να εκδώσει ένα προσωρινό διάταγμα. Εχοντας υπόψη τις πρόνοιες του άρθρου 7(α) του πιο πάνω Κανονισμού, το Δικαστήριο είχε παρατηρήσει πριν από την έκδοση της σχετικής απόφασης ότι η αίτηση έπρεπε να είχε τροποποιηθεί ούτως ώστε να συμπεριλαμβάνει το άρθρο 13 των Κανονισμών. Η σχετική τροποποίηση έγινε εκ συμφώνου.
(α) Τα γεγονότα
Ο αιτητής ενεγράφη σαν μεταπτυχιακός φοιτητής στο Τμήμα Επιστημών για το ακαδημαϊκό έτος 1997-1998. Στις 3/9/98 ο αιτητής πληροφόρησε εγγράφως τους καθ'ων η αίτηση ότι μετά τις εξελίξεις που είχαν λάβει χώρα στο θέμα των διδάκτρων οι οικονομικές του δυνατότητες δεν του επέτρεπαν να συνεχίσει τις σπουδές του. Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω επιστολής οι καθ'ων η αίτηση στις 7/10/98 προχώρησαν στη λήψη απόφασης για τη διαγραφή του αιτητή από το Μητρώο Μεταπτυχιακών Φοιτητών και του κοινοποίησαν την πιο πάνω απόφαση. Σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Πανεπιστημίου Κύπρου (Μεταπτυχιακές Σπουδές) Κανονισμού του 1994 το ύψος των διδάκτρων για τα μεταπτυχιακά προγράμματα, τόσο για την πλήρη όσο και για τη μερική φοίτηση, καθορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο. Με σχετική απόφαση του ημερομηνίας 23/10/96 το Υπουργικό Συμβούλιο καθόρισε το ποσό των £3.000 κατά φοιτητή για κάθε ακαδημαϊκό έτος σαν δίδακτρα για τα μεταπτυχιακά προγράμματα του Πανεπιστημίου Κύπρου. Το πιο πάνω ποσό μειώθηκε στις 3/10/97 από το Υπουργικό Συμβούλιο σε £2.000 ετησίως.
Είναι η θέση του αιτητή ότι οι οικονομικές του δυνατότητες δεν του επέτρεπαν να συνεχίσει τις σπουδές του και ότι έχει υποστεί μεγάλη ζημιά αφού έχει ήδη χάσει το πρώτο εξάμηνο σπουδών. Είναι η θέση των καθ'ων η αίτηση ότι ο αιτητής αποφάσισε να διακόψει τις σπουδές του διότι οι οικονομικές του δυνατότητες δεν του επέτρεπαν να συνεχίσει σαν μεταπτυχιακός φοιτητής, ενώ γνώριζε όταν ενεγράφη ότι είχε την υποχρέωση να καταβάλει τα σχετικά δίδακτρα. Επιπρόσθετα οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η αίτηση δεν ικανοποιεί τις προϋποθέσεις για την έκδοση προσωρινού διατάγματος και ότι η αίτηση πρέπει να απορριφθεί.
(β) Η νομική πλευρά
Οι αρχές που καθορίζουν την έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος στο Διοικητικό Δίκαιο έχουν καθοριστεί σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Απώτερος σκοπός της έκδοσης ενός προσωρινού διατάγματος είναι η διατήρηση της οφειλόμενης κατάστασης πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης και αναστολή της απόφασης μέχρι νεώτερης απόφασης του Δικαστηρίου. Το προσωρινό αυτό μέτρο συνιστά μια δραστική θεραπεία και πρέπει να χρησιμοποιείται με φειδώ (ίδε Clerides and others (No.1) v. The Republic [1966] 3 C.L.R. 701). Το προσωρινό διάταγμα στο Διοικητικό Δίκαιο δεν σχετίζεται με το συντηρητικό διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 (ίδε Moyo and another v. The Republic [1988] 3 C.L.R. 976). Προτού εκδοθεί ένα προσωρινό διάταγμα ο αιτητής θα πρέπει να αποδείξει
(α) έκδηλη παρανομία της προσβαλλόμενης πράξης ή
(β) σοβαρή πιθανότητα να υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά αν το διάταγμα δεν εκδοθεί.
Η παρανομία πρέπει να είναι έκδηλη με την έννοια ότι πρέπει να είναι αυταπόδεικτη και οφθαλμοφανής χωρίς να χρειάζεται διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων (ίδε Frangos and others v. The Republic [1982] 3 C.L.R. 837 και Moyo and another v. The Republic (πιο πάνω)). Οπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Frangos and others v. The Republic (πιο πάνω),
"Although what amounts to flagrant illegality is nowhere exhaustively defined, it appears to me to involve a clear violation of the procedure envisaged by the law or unquestionable disregard of the fundamental precepts of administrative law. The notion does not encompass any defective exercise of discretionary powers vested in an organ of public administration."
Ο άλλος λόγος που επιτρέπει την έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος είναι η σοβαρή πιθανότητα πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς στον αιτητή αν δεν εκδοθεί το διάταγμα. Προς τούτο ο αιτητής πρέπει να παρουσιάσει μαρτυρία για την απόδειξη ανεπανόρθωτης ζημιάς που δεν μπορεί να αποκατασταθεί με οποιαδήποτε από τις θεραπείες που μπορούν να παραχωρηθούν με την ακύρωση της συγκεκριμένης διοικητικής πράξης.
Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω το Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να αρνηθεί την έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος αν η έκδοση του μπορεί να δημιουργήσει ανυπέρβλητα εμπόδια στο έργο της Διοίκησης (ίδε Miltiadous v. The Republic [1972] 3 C.L.R. 341, Monica Rodat v. The Republic [1983] 3 C.L.R. 937). Οπως έχει αναφερθεί στην υπόθεση Λοϊζίδη ν. Υπουργού Εσωτερικών ([1995] 3 Α.Α.Δ. 233, η έκδηλη παρανομία καθορίζεται ως,"εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα, ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό εφόσον βέβαια ό,τι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης."
Εχω εξετάσει προσεκτικά τα στοιχεία τα οποία έχουν τεθεί ενώπιον μου και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η αίτηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Ο αιτητής δεν έχει αποδείξει ότι οι καθ'ων η αίτηση έχουν ενεργήσει κατά έκδηλα παράνομο τρόπο στην εφαρμογή των σχετικών νομοθετικών προνοιών. Αντίθετα φαίνεται από τα έγγραφα τα οποία έχουν παρουσιαστεί ότι οι ενέργειες των καθ'ων η αίτηση συνήδαν με τις σχετικές νομοθετικές διατάξεις και τους Κανονισμούς που έχουν εγκριθεί.
Επιπρόσθετα ο αιτητής δεν έχει αποδείξει ότι θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά από τη μη έκδοση του διατάγματος. Ο αιτητής ήταν γνώστης των οικονομικών υποχρεώσεων που επιφέρει η εγγραφή και η παρακολούθηση σπουδών σε μεταπτυχιακό κύκλο και όπως φαίνεται και από τις παραστάσεις που είχε προβεί ο ίδιος προς τους καθ'ων η αίτηση, η αδυναμία του να συνεχίσει τις σπουδές του οφειλόταν στις οικονομικές του δυνατότητες που δεν του επέτρεπαν να συνεχίσει ως μεταπτυχιακός φοιτητής. Τα όσα ο ίδιος έχει επικαλεσθεί ως δυσμενείς γι' αυτόν επιπτώσεις απέχουν κατά πολύ από την έννοια της ανεπανόρθωτης ζημιάς που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την έκδοση προσωρινού διατάγματος.
Η αίτηση απορρίπτεται. Εχοντας υπόψη τα ιδιάζοντα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης δεν εκδίδεται οποιοδήποτε διάταγμα για έξοδα.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.