ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1995) 4 ΑΑΔ 2244
24 Οκτωβρίου, 1995
[ΠΙΚΗΣ, Πρόεδρος]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΩΣΤΑΣ ΒΥΡΩΝΑΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ (ΑΡ. 2),
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 63/95)
Στρατός της Δημοκρατίας — Αξιωματικοί — Αξιολόγηση, κρίσεις — Κρίση αξιωματικού ως προακτέου κατ' αρχαιότητα λόγω αστάθειας χαρακτήρος — Αιτιολογία το αίτημα για αφυπηρέτηση και το εν συνεχεία αίτημα για ανάκληση της αφυπηρέτησης — Υιοθέτηση της απόφασης επί προηγούμενης ομοειδούς προσφυγής του αιτητή — Η κρίση ακυρώθηκε.
Διοικητικό Δίκαιο — Αρχές — Κράτος δικαίου — Η εξαγωγή δυσμενών συμπερασμάτων από την άσκηση δικαιώματος κατατείνει στην άρνηση του δικαιώματος κατά παραβίαση της αρχής του κράτους δικαίου.
[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Βύρωνα ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2019.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση, βάσει της οποίας ο αιτητής κρίθηκε προακτέος κατ' αρχαιότητα και όχι κατ' εκλογή.
Αλ. Αλεξάνδρου για Τ. Παπαδόπουλο, για τον Αιτητή.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο αιτητής, Συνταγματάρχης στην Εθνική Φρουρά, προσβάλλει την απόφαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών για το έτος 1994, βάσει της οποίας κρίθηκε προακτέος κατ' αρχαιότητα και όχι κατ' εκλογή που δικαιολογούσε η βαθμολογία του. Η αξιολόγηση του ως προακτέου κατ' αρχαιότητα είχε άμεσες επιπτώσεις στις διεκδικήσεις του για προαγωγή και προοιώνιζε αρνητικές συνέπειες για την ανέλιξή του στην Εθνική Φρουρά.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι ο αιτητής έτυχε υποδεέστερης αξιολόγησης από εκείνη την οποία δικαιολογούσε η βαθμολογία του, βάσει των κριτηρίων αξιολόγησης που προβλέπει ο νόμος και οι σχετικοί Κανονισμοί (Κ.Δ.Π. 90/90, Καν. 29, Καν. 30(5), Καν. 41(3)), για ένα και μοναδικό λόγο, λόγω αστάθειας χαρακτήρα.
Το εύρημα για αστάθεια χαρακτήρα βασίζεται αποκλειστικά στα ακόλουθα γεγονότα:-
Το 1992 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για εθελοντική αφυπηρέτηση, την οποία αργότερα ανακάλεσε. Και τα δύο αιτήματά του υποβλήθηκαν στο πλαίσιο των ισχυουσών κανονιστικών διατάξεων και εγκρίθηκαν υπό το φως των δικαιολογητικών τα οποία τα υποστήριζαν. Η κρίση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών για αστάθεια χαρακτήρα λήφθηκε χωρίς αναφορά στους λόγους που οδήγησαν, σε πρώτο στάδιο, στην υποβολή του αιτήματος για εθελοντική αφυπηρέτηση και, σε δεύτερο στάδιο, στο αίτημα για ανάκληση της απόφασης για την πρόωρη αφυπηρέτησή του.
Η αξιολόγηση του αιτητή από το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς για το 1993, όμοια σε ουσιαστικό περιεχόμενο με την αξιολόγησή του για το 1994 η οποία αποτελεί το αντικείμενο της αναθεώρησης σ' αυτή την προσφυγή, ακυρώθηκε από τον Αρτέμη, Δ., στη Βύρωνα ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2019. Το Δικαστήριο έκρινε ότι το αίτημα για εθελοντική αφυπηρέτηση και η μεταγενέστερη ανάκλησή του συνιστούσαν εξωγενείς παράγοντες για την αξιολόγηση του αιτητή και εσφαλμένα λήφθηκαν υπόψη. Το Δικαστήριο υπέδειξε ότι η έγκριση των δύο αιτημάτων από την αρμόδια αρχή, το Υπουργικό Συμβούλιο, αφενός, και η δυσμενής κρίση του αιτητή εξαιτίας των διαβημάτων του, αφετέρου, αποτελεί αντινομία.
Συμφωνώ με την απόφαση του Αρτέμη, Δ., στην Βύρωνα ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2019 και την υιοθετώ ως έκφραση και της δικής μου κρίσης για το έγκυρο της απόφασης η οποία προσβάλλεται. Θέλω, όμως, να επισημάνω και τα ακόλουθα. Το διάβημα του αιτητή για εθελοντική αφυπηρέτηση, καθώς και το μεταγενέστερο διάβημά του για ανάκληση της αφυπηρέτησής του, έγιναν στο πλαίσιο άσκησης δικαιωμάτων που του παρέχονται από το νόμο. Μάλιστα, και στις δυο περιπτώσεις, τα αιτήματα κρίθηκαν δικαιολογημένα από την αρμόδια αρχή, υπό το φως των γεγονότων τα οποία στοιχειοθετούσαν τα αντίστοιχα αιτήματα. Η εξαγωγή δυσμενών συμπερασμάτων από την άσκηση δικαιώματος κατατείνει σε άρνηση του δικαιώματος, πράξη αντινομική προς την αρχή του κράτους δικαίου και για το λόγο αυτό απαράδεκτη.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της, βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.