ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1995) 4 ΑΑΔ 2162

16 Οκτωβρίου, 1995

[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 707/94)

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Όροι του παραδεκτού — Έννομο συμφέρον, εκτελεστότητα, προθεσμία — Εκπαιδευτικοί λειτουργοί — Προαγωγές — Αποδοχή προσφοράς προαγωγής με επιφύλαξη ως προς την ημερομηνία ισχύος της — Αίτημα για αναδρομή της προαγωγής — Απόρριψή του με μεταγενέστερη απόφαση — Περιστάσεις — Η προσφυγή καθ' όλα παραδεκτή.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Προσόντα — Χορήγηση μονάδων για προσόν και μεταγενέστερη προαγωγή — Η καθυστέρηση αδιάφορη — Η προαγωγή διενεργείται βάσει του συνόλου των κριτηρίων — Η αναγνώριση ενός προσόντος δεν είναι αποφασιστική.

Διοικητικό Δίκαιο — Αναδρομικότητα των διοικητικών πράξεων — Κατ' αρχήν αποκλείεται — Εξαιρέσεις — Δεν χωρούσε εξαίρεση στην κριθείσα περίπτωση μη αναδρομικής προαγωγής εκπαιδευτικού.

Ο αιτητής άσκησε την προσφυγή του επειδή δεν είχε προαχθεί αναδρομικά από τον χρόνο αναγνώρισης προσθέτου προσόντος του, αποτιμώμενου σε πρόσθετες μονάδες, οι οποίες και ενίσχυαν την προς προαγωγή υποψηφιότητά του.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Ο αιτητής με την επιστολή του ημερ. 3.6.94 αποδέχθηκε μεν την προσφορά που του έγινε για προαγωγή, αλλά όχι και την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της προαγωγής. Ο αιτητής αν και δεν επεφύλαξε ρητά τα δικαιώματα του αναφορικά με το θέμα, εντούτοις από το περιεχόμενο της επιστολής προκύπτει ότι δεν συναίνεσε στην ημερομηνία έναρξης της ισχύος της προαγωγής του και ζήτησε όπως η ΕΕΥ επανεξετάσει το θέμα και τον προάξει αναδρομικά. Κατά συνέπεια, δεν έχει απωλέσει το έννομο συμφέρον του για προσβολή της επίδικης απόφασης.

Αναφορικά με την εκτελεστότητα, κρίνεται πως η άρνηση της ΕΕΥ να αποδεχθεί το αίτημα για αναδρομική προαγωγή του αιτητή που κοινοποιήθηκε στις 27.6.94 είναι εκτελεστή διοικητική πράξη εφόσον επηρεάζει άμεσα και αρνητικά τα συμφέροντα του και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επιβεβαιωτική της απόφασης για προαγωγή του αιτητή.

Ενόψει του ότι η απόφαση που κοινοποιήθηκε στις 27.6.94 αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη, η προσφυγή που καταχωρήθηκε στις 9.8.94 είναι εμπρόθεσμη.

2. Ο ισχυρισμός του αιτητή πως αν αξιολογούνταν νωρίτερα τα προσόντα του, η προαγωγή του στη θέση Βοηθού Διευθυντή θα ήταν σίγουρη μεταξύ των ετών 1985-1989, αποτελεί πιθανολόγηση. Ο αιτητής όχι μόνο δεν έχει αποδείξει το βάσιμο της πιο πάνω εισήγησης, αλλά ούτε έχει αναφερθεί σε οποιαδήποτε προγενέστερη διαδικασία πώλησης θέσης κατά την οποία αυτός υπέβαλε υποψηφιότητα και κατά την οποία η αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή αρνήθηκε να αξιολογήσει τα προσόντα του.

Εν πάση περιπτώσει, ακόμα κι αν υπήρχε σε εξέλιξη διαδικασία θέσης για την οποία ο αιτητής υπέβαλλε αίτηση, δεν σημαίνει ότι ο αι-τητής θα προαγόταν μόνο με βάση το γεγονός της παραχώρησης μιας πρόσθετης μονάδας. Η προαγωγή υποψηφίου διενεργείται με βάση όλα τα νομοθετημένα κριτήρια επιλογής και ενέχει τη σύγκριση με άλλους υποψηφίους για τη θέση. Επίσης εφόσον η παραχώρηση πρόσθετων μονάδων ανήκει στη διακριτική ευχέρεια της Συμβουλευτικής Επιτροπής που συγκροτείται ειδικά για την πλήρωση συγκεκριμένης θέσης, υπήρχε πιθανότητα άλλη Συμβουλευτική Επιτροπή να μην παραχωρούσε καθόλου μονάδες στον αιτητή.

Το γεγονός ότι ο αιτητής έχει σε κάποιο χρόνο μεταγενέστερο της απόκτησης πρόσθετων προσόντων προαχθεί επειδή συν τοις άλλοις του δόθηκε μια πρόσθετη μονάδα για προσόντα, δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αν αξιολογούνταν νωρίτερα τα προσόντα του θα προαγόταν και νωρίτερα.

3. Το Δικαστήριο δεν έχει διαπιστώσει οποιαδήποτε παρανομία ή αδικία σε βάρος του αιτητή, όπως ισχυρίστηκε ο δικηγόρος του, που να δικαιολογεί απόκλιση από τη βασική νομολογιακή αρχή για τη μη αναδρομικότητα των διοικητικών πράξεων. Εφόσον η περίπτωση του αιτητή δεν εμπίπτει στις πρόνοιες του Άρθρου 35(3) των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων 1969-1990 με βάση τις οποίες θα επιτρέπετο η αναδρομική προαγωγή του και ούτε αποτελεί προαγωγή μετά από επενεξέταση λόγω ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η ΕΕΥ δεν θα μπορούσε με κανένα τρόπο να ικανοποιήσει το αίτημά του. Παρανομία θα συνιστούσε η αποδοχή του αιτήματος του αιτητή, γιατί θα αντίκειτο στην προαναφερθείσα νομολογιακή αρχή, της μη αναδρομικότητας των διοικητικών πράξεων.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία αποφασίστηκε η μη προαγωγή του αιτητή αναδρομικά στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης λόγω μη χορήγησης στα προσόντα του των μονάδων που εδικαιούτο.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον αιτητή.

Γ. Στυλιανίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Ο αιτητής με την προσφυγή αυτή ζητά από το Δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία:

"1. Να κριθεί παράνομη και άκυρη η απόφαση της καθ' ης η αίτηση ημερομηνίας 27.6.94 με την οποίαν αποφάσισαν να μην άρουν τις σε βάρος του αιτητή συνέπειες και βλάβη που του επέφεραν, αναφορικά με το χρόνο έναρξης της προαγωγής του στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης με τη μη χορήγηση στα προσόντα του, έγκαιρα, των μονάδων που εδικαιούτο και πως ό,τι παραλείφθηκε θα πρέπει να διενεργηθεί."

Ο αιτητής με επιστολή του ημερ. 3.7.90 προς τον Πρόεδρο και μέλη της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ), ζήτησε να πληροφορηθεί κατά πόσο τα προσόντα του που αναφέροντο στην εν λόγω επιστολή πιστώνονται με οποιεσδήποτε μονάδες και πόσες.

Στον αιτητή στάληκε στις 17.7.90 από τον Πρόεδρο της ΕΕΥ η ακόλουθη επιστολή:

"Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερ. 3/7/90 και σας πληροφορώ ότι σύμφωνα με το άρθρο 35Β(4)(β) των περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων 1969 έως 1990 οι μονάδες για πρόσθετα προσόντα 'δίνονται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή με αιτιολογημένη απόφαση της'. Ο νόμος προβλέπει επίσης ότι οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να υποβάλουν ένσταση για την απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής προς την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας μέσα σε προθεσμία 10 ημερών από την ημερομηνία ανάρτησης του καταλόγου των υποψηφίων που συστήνει η Συμβουλευτική Επιτροπή."

Ο αιτητής στη συνέχεια με την επιστολή του ημερ. 18.9.90 απευθύνθηκε στον "Πρόεδρο και Μέλη Συμβουλευτικής Επιτροπής, Υπουργείο Παιδείας", ζητώντας να πληροφορηθεί κατά πόσο τα συγκεκριμένα προσόντα στα οποία αναφέρθηκε, πιστώνονταν με οποιεσδήποτε μονάδες.

Ο τότε Γενικός Επιθεωρητής Δημοτικής Εκπαίδευσης με επιστολή ημερ. 3.10.90, πληροφόρησε τον αιτητή ως ακολούθως:

"Αναφέρομαι στην επιστολή σας, ημερομηνίας 18.9.90 και σας πληροφορώ τα εξής:

1. Επαφίεται στην εκάστοτε Συμβουλευτική Επιτροπή να δώσει 1 ως 5 μονάδες για πρόσθετα προσόντα όπως προβλέπεται στο άρθρο 35Β(4)(β) των Νόμων περί Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας 1969 ως 1990.

2. Κάθε Συμβουλευτική Επιτροπή λειτουργεί αυτόνομα.

3. Οι διάφορες Συμβουλευτικές Επιτροπές, στις οποίες ήμουν Πρόεδρος ως τώρα, δεν έχουν δώσει μονάδες για τα προσόντα που αναφέρετε στην επιστολή σας. Ανεξάρτητα όμως από τις μέχρι τώρα αποφάσεις των Συμβουλευτικών Επιτροπών τα προσόντα σας θα εξεταστούν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή που θα συσταθεί όταν θα είστε υποψήφιος για προαγωγή."

Στο σημείο αυτό αναφέρεται σχετικά πως κατά το χρόνο που διεξήχθη η πιο πάνω αλληλογραφία, δεν βρισκόταν σε εξέλιξη οποιαδήποτε διαδικασία πλήρωσης κενής θέσης.

Το θέμα της αξιολόγησης των πτυχίων του αιτητή παρέμεινε (όπως προκύπτει από τον προσωπικό του φάκελο αρ. Π. 4042/2) στάσιμο μέχρι το Μάϊο 1994, οπόταν προσφέρθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερ. 27.5.94, προαγωγή στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης από 1.9.94 (βλ. κυανό 96). Κατά τη διαδικασία πλήρωσης της εν λόγω θέσης παραχωρήθηκε 1 μονάδα στον αιτητή για πρόσθετα προσόντα. Ο αιτητής δεν υπέβαλε ένσταση για την απόφαση αυτή.

Στις 3.6.94 ο αιτητής απέστειλε στην ΕΕΥ την ακόλουθη επιστολή:

"Αξιότιμοι κύριοι,

Αναφορικά με επιστολή σας με ημερομηνία 27 Μαΐου 1994, που μου προσφέρετε προαγωγή στη θέση Βοηθού Διευθυντή, Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης, από την 1.9.1994, σας πληροφορώ ότι αποδέχομαι με ικανοποίηση την εν λόγω προσφορά και σας ευχαριστώ θερμά.

Πέραν όμως τούτου, επιθυμώ να σας παρακαλέσω, όπως μελετήσετε την περίπτωση μου με τη δέουσα προσοχή και φροντίδα, ώστε η εν λόγω προαγωγή μου, να τοποθετηθεί με αναδρομική ισχύ, μεταξύ των ετών 1985 και 1989, χρονολογίες κατά τις οποίες υπέβαλα στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, τα πρόσθετα προσόντα μου και για τα οποία ζητούσα επανειλημμένα με επιστολές να μου αναγνωρισθούν - για σκοπούς αξιολόγησης και προαγωγής - χωρίς όμως τούτο δυστυχώς να γίνει κατορθωτό, μέχρι το έτος 1993. Εννέα δηλαδή ολόκληρα χρόνια μετά την απόκτηση τους, δε λαμβάνονταν καθόλου υπόψη, όπως φαίνεται και από τις επιστολές που επισυνάπτονται.

Πιστεύω απόλυτα ότι, αν αυτά αξιολογούντο το 1985 που υποβλήθηκαν στο Υπουργείο Παιδείας, η προαγωγή μου στη θέση του Β. Δ/ντή, θα ήταν σίγουρη μεταξύ των ετών 1985 και 1989 και δε θα καθυστερούσε μέχρι την 1η του Σεπτέμβρη του 1994.

Για πλήρη ενημέρωση και διευκόλυνση της τελικής απόφασης σας, σας αποστέλλω αντίγραφα των τελευταίων επιστολών.

Ευελπιστώ ότι η αίτηση μου θα εξετασθεί το συντομότερο δυνατό και ότι θα έχω μια σχετική απάντηση που θα επανορθώνει την αδικία που γινόταν σε βάρος μου τόσα χρόνια."

Η ΕΕΥ στη συνεδρίαση της με ημερ. 21.6.94, εξέτασε το αίτημα για αναδρομική ισχύ της από 1.9.94 προαγωγής του αιτητή και αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να το αποδεκτεί.

Στις 27.6.94 στάληκε στον αιτητή η εξής επιστολή, το περιεχόμενο της οποίας αποτελεί και το αντικείμενο της προσφυγής:

"Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερ. 3/6/94, με την οποία ζητάτε αναδρομική ισχύ της από 1/9/94 προαγωγής σας στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης και σας πληροφορώ ότι η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας αποφάσισε ότι δεν είναι δυνατό το αίτημά σας να γίνει αποδεκτό γιατί αναδρομική προαγωγή μπορεί να γίνει μόνον κάτω από τις προϋποθέσεις που καθορίζει το άρθρο 35(3) των περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων 1969 έως (αρ. 2) του 1994 και στην περίπτωση επανεξέτασης πλήρωσης θέσεων που ακυρώθηκαν με δικαστική απόφαση."

Η βασική θέση του δικηγόρου του αιτητή είναι πως ο αιτητής αδικείτο για χρόνια και συνεπώς η ΕΕΥ είχε υποχρέωση να άρει την παρανομία και να πιστώσει τον αιτητή με πρόσθετες μονάδες από τον συγκεκριμένο χρόνο που αυτός απέκτησε το πρόσθετο προσόν. Ο κ. Αγγελίδης ισχυρίστηκε πως η περίπτωση του αιτητή αποτελεί εξαίρεση στην αρχή της μη αναδρομικότητας των διοικητικών πράξεων εφόσον η αναδρομικότητα απαιτείται όπως είπε, στη συγκεκριμένη περίπτωση για να εξαλειφθεί η παρανομία και η άνιση μεταχείριση που υπέστη ο αιτητής.

Βασικό επιχείρημα του δικηγόρου του αιτητή για υποστήριξη της θέσης του ότι ο αιτητής αδικήθηκε, ήταν όπως ισχυρίστηκε, το γεγονός ότι προάχθηκε ο αιτητής μόλις του αναγνωρίστηκε το πρόσθετο προσόν. Πρόσθεσε επίσης πως η άρνηση των καθ' ων η αίτηση να μεταθέσουν πιο νωρίς την ημερομηνία ισχύος της προαγωγής του, είναι αντιφατική ως προς την προηγηθείσα απόφαση τους για παραχώρηση 1 μονάδας για το πρόσθετο προσόν του αιτητή.

Προτού εξετάσω την ουσία της υπόθεσης, θα αναφερθώ στις προδικαστικές ενστάσεις που υποβλήθηκαν εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση.

Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας ισχυρίστηκε πως:

α) Η προσφυγή είναι εκπρόσθεσμη.

β) Ο αιτητής δεν έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει την επίδικη απόφαση.

γ) Με την αίτηση του δεν προσβάλλει εκτελεστή διοικητική πράξη.

Συγκεκριμένα ισχυρίστηκε πως ο αιτητής με την επιστολή του ημερ. 3.6.94 αποδέκτηκε ανεπιφύλακτα, με πλήρη γνώση και ελεύθερη βούληση την προσφορά για προαγωγή του και κατά συνέπεια στερείται έννομου συμφέροντος να την προσβάλει.

Είπε επίσης πως η απόφαση της ΕΕΥ που κοινοποιήθηκε με την επιστολή ημερ. 27.6.94 είναι βεβαιωτική της απόφασης με την οποία τον προήγαγε στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης από 1.9.94.

Οι πιο πάνω θέσεις του δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση δεν με βρίσκουν σύμφωνο.

Ο αιτητής με την επιστολή του ημερ. 3.6.94 αποδέχθηκε μεν την προσφορά που του έγινε για προαγωγή, αλλά όχι και την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της προαγωγής. Ο αιτητής αν και δεν επεφύλαξε ρητά τα δικαιώματα του αναφορικά με το θέμα, εντούτοις από το περιεχόμενο της επιστολής προκύπτει ότι δεν συναίνεσε στην ημερομηνία έναρξης της ισχύος της προαγωγής του και ζήτησε όπως η ΕΕΥ επανεξετάσει το θέμα και τον προάξει αναδρομικά. Κατά συνέπεια, δεν έχει απωλέσει το έννομο συμφέρον του για προσβολή της επίδικης απόφασης.

Αναφορικά με την εκτελεστότητα, κρίνω πως η άρνηση της ΕΕΥ να αποδεχθεί το αίτημα για αναδρομική προαγωγή του αιτητή που κοινοποιήθηκε στις 27.6.94 είναι εκτελεστή διοικητική πράξη εφόσον επηρεάζει άμεσα και αρνητικά τα συμφέροντα του και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επιβεβαιωτική της απόφασης για προαγωγή του αιτητή.

Ενόψει του ότι η απόφαση που κοινοποιήθηκε στις 27.6.94 αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη, η προσφυγή που καταχωρήθηκε στις 9.8.94 είναι εμπρόθεσμη.

Όσον αφορά την ουσία της υπόθεσης, βρίσκω πως οι ισχυρισμοί του αιτητή είναι αβάσιμοι και η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί.

Σύμφωνα με το άρθρο 35Β(4)(β) των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969 έχως 1994 (ο Νόμος), η Συμβουλευτική Επιτροπή που συνίσταται ειδικά για την πλήρωση συγκεκριμένης θέσης, παραχωρεί με αιτιολογημένη απόφαση της 1 έως 5 μονάδες για πρόσθετο προσόν το οποίο είναι συναφές με την εκπαίδευση ή την ειδικότητα του υποψηφίου ή τα καθήκοντα της θέσης. Στην προκειμένη περίπτωση η Συμβουλευτική Επιτροπή που συστάθηκε ειδικά για την πλήρωση της θέσης Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης, έδωσε στον αιτητή μια μονάδα για τα προσόντα του για την οποία ο αιτητής δεν υπέβαλε ένσταση. Κατά το 1990 όταν ο αιτητής απέστειλε την επιστολή του ημερ. 3.7.90, δεν βρισκόταν σε εξέλιξη διαδικασία πλήρωσης θέσεων Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης και κατά συνέπεια ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατη η αξιολόγηση των προσόντων του και η παραχώρηση πρόσθετων μονάδων, εφόσον δεν είχε συσταθεί αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή.

Πέραν των πιο πάνω αναφερθέντων, ο ισχυρισμός του αιτητή πως αν αξιολογούνταν νωρίτερα τα προσόντα του, η προαγωγή του στη θέση Βοηθού Διευθυντή θα ήταν σίγουρη μεταξύ των ετών 1985-1989, αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, πιθανολόγηση. Ο αιτητής όχι μόνο δεν έχει αποδείξει το βάσιμο της πιο πάνω εισήγησης, αλλά ούτε έχει αναφερθεί σε οποιαδήποτε προγενέστερη διαδικασία πλήρωσης θέσης κατά την οποία αυτός υπέβαλε υποψηφιότητα και κατά την οποία η αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή αρνήθηκε να αξιολογήσει τα προσόντα του.

Εν πάση περιπτώσει, ακόμα κι αν υπήρχε σε εξέλιξη διαδικασία πλήρωσης θέσης για την οποία ο αιτητής υπέβαλλε αίτηση, δεν σημαίνει ότι ο αιτητής θα προαγόταν μόνο με βάση το γεγονός της παραχώρησης μιας πρόσθετης μονάδας. Η προαγωγή υποψηφίου διενεργείται με βάση όλα τα νομοθετημένα κριτήρια επιλογής και ενέχει τη σύγκριση με άλλους υποψηφίους για τη θέση. Επίσης εφόσον η παραχώρηση πρόσθετων μονάδων ανήκει στη διακριτική ευχέρεια της Συμβουλευτικής Επιτροπής που συγκροτείται ειδικά για την πλήρωση συγκεκριμένης θέσης, υπήρχε πιθανότητα άλλη Συμβουλευτική Επιτροπή να μην παραχωρούσε καθόλου μονάδες στον αιτητή.

Το γεγονός ότι ο αιτητής έχει σε κάποιο χρόνο μεταγενέστερο της απόκτησης πρόσθετων προσόντων προαχθεί επειδή συν τοις άλλοις του δόθηκε μια πρόσθετη μονάδα για προσόντα, δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αν αξιολογούνταν νωρίτερα τα προσόντα του θα προαγόταν και νωρίτερα.

Ούτε ο ισχυρισμός για άνιση μεταχείριση έχει αποδειχθεί και συνεπώς απορρίπτεται. Το Δικαστήριο δεν έχει διαπιστώσει οποιαδήποτε παρανομία ή αδικία σε βάρος του αιτητή, όπως ισχυρίστηκε ο δικηγόρος του, που να δικαιολογεί απόκλιση από τη βασική νομολογιακή αρχή για τη μη αναδρομικότητα των διοικητικών πράξεων. Εφόσον η περίπτωση του αιτητή δεν εμπίπτει στις πρόνοιες του άρθρου 35(3) του Νόμου με βάση τις οποίες θα επιτρέπετο η αναδρομική προαγωγή του και ούτε αποτελεί προαγωγή μετά από επανεξέταση λόγω ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η ΕΕΥ δεν θα μπορούσε με κανένα τρόπο να ικανοποιήσει το αίτημα του. Παρανομία θα συνιστούσε κατά την άποψη μου, η αποδοχή του αιτήματος του αιτητή, γιατί θα αντίκειτο στην προαναφερθείσα νομολογιακή αρχή, της μη αναδρομικότητας των διοικητικών πράξεων.

Η απόφαση της ΕΕΥ ήταν στην προκειμένη περίπτωση καθόλα ορθή και νόμιμη και επικυρώνεται.

Η προσφυγή κρίνεται αβάσιμη και απορρίπτεται. Δεν επιδικάζονται έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο