ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1995) 4 ΑΑΔ 421
24 Φεβρουαρίου, 1995
[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 46/93)
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου — Υπάλληλοι — Προαγωγές — Λήψη υπόψη των ευρημάτων των συμβουλευτικών οργάνων από το Διοικητικό Συμβούλιο δεν σημαίνει δέσμευση από αυτά και παράλειψη άσκησης της δικής του διακριτικής ευχέρειας.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου Υπάλληλοι — Προαγωγές — Δέουσα έρευνα και αιτιολογία — Ισχυρισμοί για έλλειψη τους κρίνονται ως αβάσιμοι.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Συστάσεις — Δεν απαιτείται αιτιολογία τους όταν αυτό δεν απαιτείται από τον νόμο — Εφόσον βέβαια δεν είναι αντίθετες με τα στοιχεία των φακέλων.
Ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή του την απόφαση της Αρχής με την οποία προάχθηκε στη θέση Οδηγού Εργάτη / Οδηγού Γερανού το ενδιαφερόμενο μέρος αντί του ιδίου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Έχοντας υπόψη όλα τα κριτήρια προαγωγής, καθώς και το περιεχόμενο των φακέλων των υποψηφίων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν εκ μέρους του αιτητή είναι αβάσιμοι. Έχοντας υπόψη όλα τα στοιχεία των φακέλων, η σύσταση του Διευθυντή δεν στερείται αλήθειας όπως αναφέρει ο δικηγόρος του αιτητή.
Όπως αναφέρει στα πρακτικά της επίδικης συνεδρίας, η Αρχή έλαβε υπόψη όλα τα κριτήρια που προνοεί ο Καν. 23(2), των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) (Κ.Δ.Π. 291/86) όπως επίσης και τις συστάσεις της Επιτροπής Επιλογής, της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και τη σύσταση του Διευθυντή.
Το γεγονός ότι το Διοικητικό Συμβούλιο έλαβε υπόψη όλα τα προαναφερόμενα, δεν σημαίνει ότι η Αρχή δεσμεύθηκε από τα ευρήματα των συμβουλευτικών οργάνων και δεν άσκησε η ίδια τη διακριτική της εξουσία. Παρανομία και αυθερεσία θα υφίστατο αν η Αρχή δε λάμβανε υπόψη τις απόψεις των πιο πάνω, γιατί αυτό θα σήμαινε μη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του Καν. 23(4).
Θεωρείται επίσης ανυπόστατο τον ισχυρισμό ότι καταστρατηγήθηκαν οι πρόνοιες του Καν. 19(4), επειδή ο Διευθυντής επανέλαβε τη σύσταση του και ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου. Ο Διευθυντής είχε ήδη εκφράσει τις απόψεις του στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και με το να τις επαναλάβει ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου, δεν δεσμεύεται από την απόφαση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής.
2. Οι ισχυρισμοί που σχετίζονται με την έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, είναι επίσης αβάσιμοι. Όπως φαίνεται από το απόσπασμα των πρακτικών, όλα τα σχετικά με την υπόθεση στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων και των προσωπικών φακέλων ήταν ενώπιον της Αρχής, λήφθησαν υπόψη και αξιολογήθηκαν ανάλογα. Έχοντας δε υπόψη όλα τα στοιχεία της υπόθεσης, κρίνεται ότι η αιτιολογία της επίδικης απόφασης ήταν επαρκής και μπορούσε οπωσδήποτε να συμπληρωθεί από το περιεχόμενο των φακέλων.
3. Οι συστάσεις δεν είναι απαραίτητο να είναι αιτιολογημένες όταν τούτο δεν απαιτείται από το νόμο, νοουμένου φυσικά ότι αυτές δεν είναι αντίθετες με τα στοιχεία των φακέλων.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Δημοκρατία ν. Κωνσταντινίδη (1993) 3 Α.Α.Δ. 234.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση, με την οποία προήχθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Οδηγού/Εργάτη Γερανού, αντί του αιτητή.
Ε. Ευσταθίου, για τον Αιτητή.
Γ. Κακογιάννης, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Ο αιτητής με την προσφυγή του αυτή ζητά την ακύρωση της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (η Αρχή) ημερ. 17.11.92, με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος Ηλίας Χρυσοχός προάχθηκε στη θέση Οδηγού Εργάτη/Οδηγού Γερανού.
Με βάση τη Γνωστοποίηση Κενών Θέσεων Αρ. 8/92, υποβλήθηκαν 5 αιτήσεις για την επίδικη θέση. Αιτήσεις υπέβαλαν και ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Η Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής για Προαγωγές Γραφειακού και Τεχνικού Προσωπικού (Επιτροπή Επιλογής), επιλήφθηκε των αιτήσεων και επέλεξε τρεις υποψηφίους για τη θέση. Στην Έκθεση της Επιτροπής Επιλογής ημερ. 22.10.92, που στάληκε στο Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, συστήνονταν ως επικρατέστεροι για προαγωγή με αλφαβητική σειρά, ο αιτητής, ακόμα ένας υποψήφιος και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Στη συνέχεια συνήλθε στις 3.11.92 η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή της Αρχής για Θέματα Προσωπικού, για να μελετήσει την Έκθεση/Εισήγηση της Επιτροπής Επιλογής ημερ. 22.10.92. Η Συμβουλετική Υπεπιτροπή αφού έλαβε υπόψη το περιεχόμενο της πιο πάνω Έκθεσης, τις Εμπιστευτικές Εκθέσεις των υποψηφίων και αφού άκουσε τις απόψεις του Διευθυντή, αποφάσισε να συστήσει στην Αρχή την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους. Ο Διευθυντής δήλωσε στη σύσταση του ότι ο Ηλίας Χρυσοχός υπερτερεί των υπολοίπων επικρατέστερων αιτητών σε αξία και επίδοση στην υπηρεσία και τον σύστησε για προαγωγή.
Στις 17.11.92 συνήλθε το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής για να επιληφθεί της πλήρωσης της θέσης. Το ακόλουθο είναι απόσπασμα από τα πρακτικά της επίδικης συνεδρίας (Τεκμήριο 6 στην ένσταση):
"Μελετήθηκε η Εισήγηση της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής διά Προαγωγές του Γραφειακού και Τεχνικού Προσωπικού ημερομηνίας 22 Οκτωβρίου, 1992, για την πλήρωση της πιο πάνω κενής θέσεως (Γνωστοποίηση κενών Θέσεων 8/92).
Η Αρχή ενεργούσα σύμφωνα με τον Κανονισμό 23 των Περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, επιλήφθηκε των αιτήσεων για προαγωγή όπως αναφέρονται στον κατάλογο χρώματος λευκού, και αφού μελέτησε και αξιολόγησε όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιον της δηλαδή τα υπηρεσιακά στοιχεία του κάθε αιτητή, τον προσωπικό φάκελο του κάθε αιτητή (που είχε τεθεί ενώπιον της Αρχής), την πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα στην Αρχή, προσόντα σε συσχετισμό προς το ισχύον για τη θέση Σχέδιο Υπηρεσίας και επίδοση στην υπηρεσία όπως αυτά αναφέρονται εκτενέστερα στην παράγραφο 23(2) των Κανονισμών και αφού έλαβε υπόψη τις συστάσεις και απόψεις της Επιτροπής Επιλογής Γραφειακού και Τεχνικού Προσωπικού που περιέχονται στην Εισήγηση και τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για Θέματα Προσωπικού, τη σύσταση του Διευθυντή ο οποίος προτείνει για προαγωγή στην πιο πάνω θέση τον 9526 Ηλία Χρυσοχό, επιβεβαιώνοντας τη σύσταση του που είχε δώσει στη συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και για τους ίδιους λόγους που αναφέρονται στα πρακτικά της συνεδρίας αυτής και τα οποία πρακτικά έχουν τεθεί ενώπιον της Αρχής καθώς επίσης και τις εμπιστευτικές εκθέσεις για τους υποψηφίους, και αφού ακολούθησαν διαβουλεύσεις των μελών της Αρχής μετά την αποχώρηση από τη συνεδρία του Διευθυντή (ο οποίος αποχώρησε μετά που εξέφρασε τις απόψεις του)
ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ
με οκτώ ψήφους υπέρ και μια αποχή την προαγωγή του 9526 Ηλία Χρυσοχού, στη θέση Οδηγού Εργάτη/Οδηγού Γερανού, Γραφείο Περιφέρειας Λ-Π, από 1.12.1992."
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Οι λόγοι ακυρότητας που προβλήθηκαν περιστρέφονται γύρω από την έλλειψη δέουσας έρευνας και το αναιτιολόγητο της επίδικης απόφασης.
Συγκεκριμένα, ο δικηγόρος του αιτητή ισχυρίστηκε ότι η άποψη του Διευθυντή ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερεί των υπολοίπων αιτητών σε αξία και επίδοση στην υπηρεσία, δεν ευσταθεί, και κατά συνέπεια, δεν διεξήχθηκε οποιαδήποτε έρευνα για διαπίστωση των ορθών γεγονότων.
Ισχυρίστηκε επίσης ότι η Αρχή πάλι χωρίς να έχει προβεί σε καμιά έρευνα, στηρίχθηκε μόνο στην εισήγηση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, παραβιάζοντας, όπως είπε, ουσιώδη τύπο της διαδικασίας που θέλει την Αρχή να μη δεσμεύεται από τη σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, αλλά να έχει αποκλειστική αρμοδιότητα και εξουσία να λαμβάνει τελικές αποφάσεις. Ο δικηγόρος του αιτητή παρέπεμψε επίσης στο απόσπασμα από τα πρακτικά της επίδικης συνεδρίας, όπου ο Διευθυντής πρότεινε για προαγωγή το ενδιαφερόμενο μέρος, επιβεβαιώνοντας, όπως είπε, τη σύσταση που είχε δώσει στη συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και για τους λόγους που ανέφερε στη συνεδρία εκείνη. Είναι η θέση του κ. Ευσταθίου ότι η Αρχή ενήργησε αυθαίρετα, αφού σύμφωνα με τον Καν. 19(4) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86), τα μέλη της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής όταν παρακάθονται στην Ολομέλεια, δε δεσμεύονται από οποιαδήποτε απόφαση της Συμβουλευτικής, έστω και αν αυτά συμμετείχαν στη λήψη της απόφασης αυτής.
Τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη κατά τις προαγωγές στην Αρχή εκτίθενται στον Καν. 23(2), ο οποίος προνοεί ότι:
"(2) Προαγωγαί αποφασίζονται βάσει της πείρας, της αξίας, της ικανότητος, της αρχαιότητος παρά τη Αρχή, των προσόντων εν συσχετισμώ προς το εκάστοτε ισχύον διά την θέσιν σχέδιον υπηρεσίας, και της εν τη υπηρεσία επιδόσεως εκάστου υποψηφίου. Νοείται ότι η σειρά εν τη οποία τα κριτήρια ταύτα (τα οποία εν τοις παρούσι κανονισμοίς αναφέρονται ως "τα παραδεδεγμένα κριτήρια") αναφέρονται ανωτέρω, ουδόλως καθορίζει ή υποδηλοί ιεράρχησιν, αξιολόγησιν ή υπερτέραν βαρύτητα οιουδήποτε των ως άνω κριτηρίων έναντι ετέρου."
Επίσης σύμφωνα με τον Καν. 23(4), κατά την προαγωγή σε θέση όπως η παρούσα, η Αρχή λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, και τις συστάσεις και απόψεις της αρμόδιας Επιτροπής Επιλογης, της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και του Διευθυντή, όπως επίσης και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων.
Έχοντας υπόψη όλα τα κριτήρια προαγωγής, καθώς και το περιεχόμενο των φακέλων των υποψηφίων που τέθηκαν ενώπιον μου, κρίνω ότι οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν εκ μέρους του αιτητή είναι αβάσιμοι. Αναφέρω ενδεικτικά ότι όπως προκύπτει από τα στοιχεία των φακέλων, στον παράγοντα αξία με βάση τις πιο πρόσφατες εμπιστευτικές εκθέσεις υπερέχει το ενδιαφερόμενο μέρος. Ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος έχουν την ίδια αρχαιότητα στην προηγούμενη της επίδικης θέσης, εφόσον προάχθηκαν και οι δύο την 1.7.69. Ο αιτητής υπερέχει με βάση την ημερομηνία πρόσληψης τους στην Αρχή, που για τον αιτητή είναι η 1.1.64 και για το ενδιαφερόμενο μέρος η 7.11.66. Κατά συνέπεια και έχοντας υπόψη όλα τα στοιχεία των φακέλων, δεν βλέπω πως η σύσταση του Διευθυντή στερείται αλήθειας όπως αναφέρει ο δικηγόρος του αιτητή.
Όπως αναφέρεται στα πρακτικά της επίδικης συνεδρίας, η Αρχή έλαβε υπόψη όλα τα κριτήρια που προνοεί ο Καν. 23(2), όπως επίσης και τις συστάσεις της Επιτροπής Επιλογής, της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και τη σύσταση του Διευθυντή.
Το γεγονός ότι το Διοικητικό Συμβούλιο έλαβε υπόψη όλα τα προαναφερόμενα, δεν σημαίνει ότι η Αρχή δεσμεύθηκε από τα ευρήματα των συμβουλευτικών οργάνων και δεν άσκησε η ίδια τη διακριτική της εξουσία. Παρανομία και αυθαιρεσία θα υφίστατο αν η Αρχή δε λάμβανε υπόψη τις απόψεις των πιο πάνω, γιατί αυτό θα σήμαινε μη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του Καν. 23(4).
Θεωρώ επίσης ανυπόστατο τον ισχυρισμό ότι καταστρατηγήθηκαν οι πρόνοιες του Καν. 19(4), επειδή ο Διευθυντής επανέλαβε τη σύσταση του και ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου. Ο Διευθυντής είχε ήδη εκφράσει τις απόψεις του στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και με το να τις επαναλάβει ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου, δεν βλέπω πως δεσμεύεται από την απόφαση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής.
Οι ισχυρισμοί που σχετίζονται με την έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, είναι επίσης αβάσιμοι. Όπως φαίνεται από το απόσπασμα των πρακτικών που παράθεσα πιο πάνω, όλα τα σχετικά με την υπόθεση στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων και των προσωπικών φακέλων ήταν ενώπιον της Αρχής, λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν ανάλογα. Έχοντας δε υπόψη όλα τα στοιχεία της υπόθεσης, κρίνω ότι η αιτιολογία της επίδικης απόφασης ήταν επαρκής και μπορούσε οπωσδήποτε να συμπληρωθεί από το περιεχόμενο των φακέλων.
Τέλος, σε σχέση με τις δικαστικές αποφάσεις που τέθηκαν ενώπιον μου από τους δικηγόρους των δύο μερών στο στάδιο των διευκρινίσεων, παρατηρώ ότι αυτές ασχολούνται με το θέμα της αιτιολογημένης σύστασης του Διευθυντή στις περιπτώσεις προαγωγών δημοσίων υπαλλήλων, όπου η ανάγκη για αιτιολογία της σύστασης επιβάλλεται από το Ν. 1/90.
Στην παρούσα υπόθεση δεν έχουν εφαρμογή τα πιο πάνω. Εν πάση περιπτώσει, οι επίδικοι Κανονισμοί αναφέρονται απλώς σε συστάσεις και σύμφωνα με την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Κυπριακής Δημοκρατίας ν. Ιωάννη Κωνσταντινίδη (1993) 3 Α.Α.Δ. 234, οι συστάσεις δεν είναι απαραίτητο να είναι αιτιολογημένες όταν τούτο δεν απαιτείται από το νόμο, νοουμένου φυσικά ότι αυτές δεν είναι αντίθετες με τα στοιχεία των φακέλων.
Καταλήγοντας κρίνω ότι ο αιτητής όχι μόνο απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή, αλλά δεν έχει θέσει ενώπιον μου οποιοδήποτε επιχείρημα που να πείθει ότι η επίδικη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
Δεν επιδικάζονται έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.