ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1995) 4 ΑΑΔ 94
17 Ιανουαρίου, 1995
[ΠΙΚΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
TSAPACO CATERING LTD,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΚΑΙ/ ' Η ΑΛΛΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1025/93)
Κοινωνικές Ασφαλίσεις — Όρος "Μισθωτός" — Χαρακτηριστικά — Ύπαρξη σχέσης εργοδότη-εργοδοτούμενου ανάγεται στις γενικές αρχές του δικαίου — Καθοριστικός ο έλεγχος εργοδότη στην εργασία του εργοδοτουμένου — Εύλογη απόφαση κατάταξης των μουσικών και χορευτών ως μισθωτών εφόσον υπήρχε σύμβαση εργασίας που ρύθμιζε λεπτομερώς την παροχή των υπηρεσιών τους.
Οι αιτητές προσέβαλαν με την προσφυγή τους την απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοιν. Ασφαλίσεων με την οποία αποφάσισε ότι οι μουσικοί και χορευτές που εργοδοτούνταν από τους αιτητές ήταν μισθωτοί και επομένως οι αιτητές όφειλαν να καταβάλουν νενομισμένες εισφορές στο ταμείο κοινωνικών ασφαλίσεων.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Ο όρος "μισθωτός" προσδιορίζεται στο Άρθρο 1 του Πρώτου Πίνακα του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου του 1980 (Ν. 41/80). Η κατηγορία των μισθωτών περιλαμβάνει πρόσωπα των οποίων η απασχόληση διέπεται από σύμβαση εργασίας και η εργασία παρέχεται κάτω από συνθήκες που επιμαρτυρούν τη σχέση εργοδότη και εργοδοτουμένου. Πότε υφίσταται αυτή η σχέση δεν καθορίζεται στο νόμο. Ανάγεται στις γενικές αρχές του δικαίου. Η προκαθορισμένη ανταμοιβή του προσωπικού με μισθό συνιστά στοιχείο το οποίο συνάδει με την ύπαρξη σχέσης εργοδότη-εργοδοτουμένου. Δεν είναι όμως αφεαυτού παράγοντας καθοριστικός για την ύπαρξη της σχέση αυτής. Η σχέση εργοδότη-εργοδοτουμένου συναρτάται κατά κύριο λόγο με τον έλεγχο τον οποίο ασκεί ο εργοδότης στην εργασία του εργοδοτουμένου.
Αναπόφευκτα ο έλεγχος που μπορεί να ασκηθεί στην εργασία του προσωπικού που εργοδοτείται εξαρτάται από τη φύση της εργασίας. Σ' αυτή την περίπτωση η παροχή των υπηρεσιών του προσωπικού ρυθμιζόταν λεπτομερώς από την ίδια τη σύμβαση εργασίας, γεγονός που παρείχε ανάλογη ευχέρεια στους εργοδότες για την άσκηση ελέγχου στην εργασία τους. Η σχέση μεταξύ των αιτητών και του προσωπικού εύλογα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως σχέση εργοδότη-εργοδοτουμένου και η υπόσταση του κάθε μέλους του προσωπικού στην εργασία των αιτητών να ταξινομηθεί ως εκείνη του "μισθωτού".
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Prousi v. Redundant Employees Fund (1988) 1 C.L.R. 363.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον απόφασης των καθ' ων η αίτηση σε ιεραρχική προσφυγή με την οποία κρίθηκε ότι οι μουσικοί και χορευτές που προσλήφθηκαν από τους αιτητές για ψυχαγωγία των πελατών τους, ήταν μισθωτοί και επομένως οι αιτητές ήταν υπόχρεοι να καταβάλουν τις νενομισμένες εισφορές στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Χ. Πογιατζής, για τους Αιτητές.
Α. Χριστόφορου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Δ.: Οι αιτητές είναι ιδιοκτήτες κέντρων αναψυχής. Για την ψυχαγωγία των πελατών τους προσέλαβαν αριθμό μουσικών και χορευτών. Ο Διευθυντής Κοινωνικών Ασφαλίσεων και μεταγενέστερα, μετά την άσκηση ιεραρχικής προσφυγής, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων αποφάσισαν ότι οι όροι εργοδότησης τους καθιστούσαν μισθωτούς. Και εφόσον η εργασία τους ήταν ασφαλιστέα οι αιτητές ήταν υπόχρεοι να καταβάλουν τις νενομισμένες εισφορές στο ταμείο κοινωνικών ασφαλίσεων.
Με την προσφυγή καλούμεθα να αναθεωρήσουμε την απόφαση του Υπουργού και να την κηρύξουμε άκυρη λόγω απουσίας της δέουσας έρευνας και για πλημμελή αιτιολογία. Η θέση των αιτητών είναι ότι το προσωπικό που απασχολούσαν ήταν αυτοεργοδοτούμενοι και ότι η απόφαση του Υπουργού περί του αντιθέτου είναι εσφαλμένη.
Οι όροι κάτω από τους οποίους οι χορευτές και μουσικοί προσέφεραν τις υπηρεσίες τους είναι παραδεκτοί. Αυτοί καθορίστηκαν στις συμβάσεις που οι αιτητές είχαν συνομολογήσει με κάθε ένα απ' αυτούς. Η συμφωνία καθόριζε την αμοιβή του κάθε απασχολούμενου, τις μέρες και ώρες εργασίας, το διάλειμμα και τα ευεργετήματα τους το χρόνο εκείνο καθώς και το ρεπερτόριο που έπρεπε να παρουσιάσουν.
Αναμφισβήτητα η εργασία την οποία προσέφεραν ήταν ασφαλιστέα. Ό,τι πρέπει να αποφασιστεί είναι αν η μεταξύ των μερών σχέση ήταν εκείνη του εργοδότη και εργοδοτουμένου. Ο όρος "μισθωτός" προσδιορίζεται στο Άρθρο 1 του Πρώτου Πίνακα του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου του 1980 (Ν.41/80). Η κατηγορία των μισθωτών περιλαμβάνει πρόσωπα των οποίων η απασχόληση διέπεται από σύμβαση εργασίας και η εργασία παρέχεται κάτω από συνθήκες που επιμαρτυρούν τη σχέση εργοδότη και εργοδοτουμένου. Πότε υφίσταται αυτή η σχέση δεν καθορίζεται στο νόμο· ανάγεται στις γενικές αρχές του δικαίου. Η προκαθορισμένη ανταμοιβή του προσωπικού με μισθό συνιστά στοιχείο το οποίο συνάδει με την ύπαρξη σχέσης εργοδότη-εργοδοτουμένου. Δεν είναι όμως αφεαυτού παράγοντας καθοριστικός για την ύπαρξη της σχέσης αυτής. Η σχέση εργοδότη-εργοδοτούμενου συναρτάται κατά κύριο λόγο με τον έλεγχο τον οποίο ασκεί ο εργοδότης στην εργασία του εργοδοτουμένου (Βλ. μεταξύ άλλων Prousi v. Redundant Employees Fund (1988) 1 C.L.R. 363).
Αναπόφευκτα ο έλεγχος που μπορεί να ασκηθεί στην εργασία του προσωπικού που εργοδοτείται εξαρτάται από τη φύση της εργασίας. Σ' αυτή την περίπτωση η παροχή των υπηρεσιών του προσωπικού ρυθμιζόταν λεπτομερώς από την ίδια τη σύμβαση εργασίας, γεγονός που παρείχε ανάλογη ευχέρεια στους εργοδότες για την άσκηση ελέγχου στην εργασία τους. Η σχέση μεταξύ των αιτητών και του προσωπικού εύλογα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως σχέση εργοδότη-εργοδοτουμένου και η υπόσταση του κάθε μέλους του προσωπικού στην εργασία των αιτητών να ταξινομηθεί ως εκείνη του "μισθωτού".
Δε διαπιστώνεται λόγος που να δικαιολογεί την ακύρωση της απόφασης του Υπουργού.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση βεβαιώνεται στην ολότητα της βάσει του Άρθρου 146.4 (α) του Συντάγματος.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.