ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 3 ΑΑΔ 471
21 Ιουνίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Εφεσείουσα,
v.
ΑΔΕΛΦΟΙ ΚΑΤΣΙΟΥ (ΣΤΥΛΙΩΤΕΣ) ΛΤΔ,
Εφεσίβλητης.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3352)
Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ― Προσφορές ― Παράλειψη μειοδότησης σε είδη εργασιών συνιστά ουσιώδη παράβαση των όρων προσφοράς.
Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ― Προσφορές ― Άκυρη η εκ των υστέρων διαμόρφωση τιμής από την ΑΤΗΚ για εργασίες που δεν μειοδότησε ο προσφοροδότης και κατακύρωση σε αυτόν.
Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ― Προσφορές ― Ουσιώδης όρος προσφοράς ― Τέτοιον αποτελούσε η απαίτηση ρητής δήλωσης «αποδοχής» των όρων της προσφοράς.
Πρωτόδικα η προσφυγή πέτυχε και η επίδικη απόφαση κατακύρωσης της προσφοράς ακυρώθηκε. Ακολούθησε η έφεση με την οποία αμφισβητήθηκε η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Ο ένας από τους τρεις λόγους έφεσης, στον οποίο τίθεται αρκετό βάρος στο περίγραμμα του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την ΑΤΗΚ, εισηγείται πλάνη του πρωτόδικου Δικαστή κατά το ότι θεώρησε ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος παρέλειψε να μειοδοτήσει σε τέσσερα είδη εργασιών ενώ η παράλειψη του ήταν μόνο ως προς δύο είδη. Δεν υπήρξε τέτοια πλάνη. Ήταν πολύ καθαρό στον Δικαστή ποίες ήσαν οι εργασίες για τις οποίες το Ενδιαφερόμενο Μέρος δεν είχε μειοδοτήσει, παρατίθενται μάλιστα δε στην απόφαση όπως εμφαίνοντο στα πρακτικά της σχετικής συνεδρίας του Συμβουλίου Προσφορών. Κυρίως όμως, η ουσία του πράγματος δεν είναι κατά πόσο οι εργασίες ήσαν δύο ή τέσσερις, που θα ήταν εξ άλλου θέμα ευρύτητας ορισμού τους, αλλά το ότι υπήρξε παράλειψη μειοδότησης ως προς αυτές.
2. Οι άλλοι λόγοι έφεσης προσβάλλουν ως εσφαλμένη την κρίση του πρωτόδικου Δικαστή ότι οι παραβάσεις των όρων 3, 10 και 18(δ) συνιστούσαν ουσιώδεις παραβάσεις. Η παράβαση του όρου 3, είναι η εισήγηση, δεν ήταν ουσιώδης καθ' όσον η υποβολή τιμών ως προς αυτά τα είδη εργασιών εζητήθη μετά από την προκύρηξη των προσφορών, επρόκειτο για εργασίες που σπάνια θα εχρειάζετο να γίνουν, το δε κόστος των εν λόγω εργασιών ήταν πολύ μικρό σε σχέση με το συνολικό κόστος της προσφοράς. Η εκ των υστέρων διαμόρφωση τιμών από την ίδια την ΑΤΗΚ, στη βάση της χαμηλότερης προσφοράς άλλου προσφοροδότη, ως προς τα είδη εργασιών για τα οποία το Ενδιαφερόμενο Μέρος παρέλειψε να μειοδοτήσει, και η κατακύρωση της προσφοράς του υπό την προϋπόθεση ότι θα αποδέχετο τις τιμές εκείνες, δεν είναι τακτική που συμβάλλει στην προώθηση υψηλού και άψογου επαγγελματικού φρονήματος, ως προς τη διαδικασία υποβολής και αξιολόγησης προσφορών.
3. Ως προς τους όρους 10 και 18(δ), είναι και πάλι η εισήγηση της ΑΤΗΚ ότι η παράβαση τους δεν ήταν ουσιώδης καθ΄όσον δεν υπήρχε πρόνοια στους όρους των προσφορών ότι μη συμμόρφωση προς τους εν λόγω όρους συνεπάγετο τον αποκλεισμό του προσφοροδότη. Η υποβολή δήλωσης συμμόρφωσης με τους όρους της προκήρυξης συνιστούσε, επιχειρηματολογεί ο ευπαίδευτος συνήγορος για την ΑΤΗΚ, επαρκή συμμόρφωση με το πνεύμα των εν λόγω όρων έστω και αν δεν είχε χρησιμοποιηθεί η προκαθορισμένη ορολογία. Η αποδοχή των όρων της προκήρυξης δεν μπορούσε να ήταν μερική ούτε επαμφοτερίζουσα. Ρητώς απαιτείτο δήλωση αποδοχής "για τον κάθε όρο ή παράγραφο του κάθε μέρους των προδιαγραφών". Και απαιτείτο ρητώς η χρήση της καθαρής και βέβαιας ορολογίας "αποδεκτός" για να μην υπάρχει αμφιβολία ή αμφισβήτηση, με ρητή αναφορά στο ότι δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιείται ορολογία όπως "έλαβα γνώση" ή "σημειώθηκε" που είχε, παρά ταύτα, χρησιμοποιήσει το Ενδιαφερόμενο Μέρος. Πώς θα μπορούσε να καταδειχθεί με μεγαλύτερη σαφήνεια προς τους προσφοροδότες ότι συμμόρφωση με τους εν λόγω όρους ήταν ουσιώδης; Και πώς θα μπορούσε να συνιστά ουσιώδη συμμόρφωση ακόμα και με μόνο το πνεύμα των εν λόγω όρων η χρήση ορολογίας "έλαβα γνώση" ή "σημειώθηκε"; Η ευθύτητα και η διαφάνεια που πρέπει να διέπει τον ιδιαιτέρως ευαίσθητο τομέα των διαγωνισμών προσφορών δεν εξυπηρετείται με ημίμετρα, ούτε μπορεί να παραχωρεί πρώτη θέση στις εύκολες λύσεις.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από την καθ' ης η αίτηση Aρχή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπόθεση Aρ. 524/2000), ημερομηνίας 9/11/2001, με την οποία έγινε δεκτή η προσφυγή της αιτήτριας εταιρείας και ακυρώθηκε απόφαση της ATHK για κατακύρωση στο Eνδιαφερόμενο Mέρος αντί στην αιτήτρια της προσφοράς για εκτέλεση εργασιών προς όφελος της ATHK.
Κ. Χατζηϊωάννου, για την Εφεσείουσα.
Γ. Γιάλλουρος, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (ΑΤΗΚ) εφεσιβάλλει απόφαση αδελφού μας Δικαστή με την οποία έγινε δεκτή η προσφυγή της Εφεσίβλητης εταιρείας και ακυρώθηκε απόφαση της ΑΤΗΚ για κατακύρωση της προσφοράς του Ενδιαφερομένου Μέρους αντί εκείνης της Εφεσίβλητης για εκτέλεση εργασιών προς όφελος της ΑΤΗΚ. Η εφεσιβαλλόμενη απόφαση στηρίχθηκε (1) στο ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος παρέλειψε να μειοδοτήσει σε ορισμένα είδη εργασιών κατά παράβαση του όρου 3 των όρων προκήρυξης, και (2) στο ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος δεν εδήλωσε αποδοχή όλων των όρων της προκήρυξης καθ΄όσον για ορισμένους όρους εδήλωσε "έλαβα γνώση" ή "σημειώθηκε" αντί "αποδεκτός" όπως προβλέπεται στον όρο 10 και κατ΄επέκταση στον όρο 18(δ) των όρων της προκήρυξης.
Η ΑΤΗΚ, αποδεχόμενη εισήγηση του Γενικού Διευθυντή της βασιζόμενη στην έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης και του Συμβουλίου Προσφορών, αποφάσισε την κατακύρωση της προσφοράς του Ενδιαφερόμενου Μέρους, η οποία ήταν η χαμηλότερη, υπό την προϋπόθεση (1) ότι θα αποδέχετο, ως προς τα είδη εργασιών για τα οποία δεν μειοδότησε, τις τιμές που πρότεινε η ΑΤΗΚ ως τις χαμηλότερες προσφερθείσες από άλλους προσφοροδότες τιμές στα είδη αυτά, και (2) ότι θα αποδέχετο δεόντως τους όρους της προκήρυξης για τους οποίους δεν είχε δηλώσει "αποδεκτός". Ο αδελφός μας Δικαστής έκρινε ότι τούτο δεν ήταν νόμιμο. Η παράβαση των εν λόγω όρων των όρων προκήρυξης, έκρινε, συνιστούσε παράβαση ουσιωδών όρων. Όπως το έθεσε ως προς τον όρο 3:
"Θεωρώ ότι η μειοδότηση σε σχέση με όλο το μέρος των εργασιών αποτελεί παράγοντα ο οποίος σχετίζεται άμεσα και καθοριστικά με το συνολικό ύψος της προσφοράς. Το τελευταίο - το συνολικό ύψος - αποτελεί παράγοντα αποφασιστικής σημασίας για την κατακύρωση της προσφοράς (Βλ. Tamassos Supplies, πιο πάνω). Κρίνω επομένως ότι η μη συμμόρφωση με τον όρο 3 αποτελεί ουσιώδη όρο."
Και ως προς τους όρους 10 και 18(δ):
"Θεωρώ ότι σκοπός των όρων 10 και 18(δ) ήταν η ανάληψη δέσμευσης από τους προσφοροδότες για την τήρηση και συμμόρφωση με τους όρους της προσφοράς και κατ' επέκταση με τους όρους του διαγωνισμού (βλ. Tamassos Supplies, σελ. 74). Έχοντας υπόψη τους σκοπούς των όρων 10 και 18(δ) κρίνω ότι πρόκειται σαφώς για ουσιώδεις όρους. Η μη τήρηση τους καθιστά την προσφορά του Ε.Μ. άκυρη και κατ΄επέκταση δεν μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης."
Η παράβαση αυτή, όπως περαιτέρω αποφάσισε, δεν μπορούσε να παραβλεφθεί ή να θεραπευθεί. Όπως είπε:
"Θεωρώ περαιτέρω ότι η μη συμμόρφωση δεν θεραπεύεται με την απόφαση του Συμβουλίου Προσφορών (βλ. σελ. 4, πιο πάνω) όπως ζητηθεί από το Ε.Μ. πριν την κατακύρωση της προσφοράς "η αποδοχή των όρων της προσφοράς". Μια τέτοια πορεία συνιστά εκτροπή από τις αρχές της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης."
Ο ένας από τους τρεις λόγους έφεσης, στον οποίο τίθεται αρκετό βάρος στο περίγραμμα του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την ΑΤΗΚ, εισηγείται πλάνη του αδελφού μας Δικαστή κατά το ότι θεώρησε ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος παρέλειψε να μειοδοτήσει σε τέσσερα είδη εργασιών ενώ η παράλειψη του ήταν μόνο ως προς δύο είδη. Να πούμε πρώτα ότι δεν υπήρξε τέτοια πλάνη. Ήταν πολύ καθαρό στον αδελφό μας Δικαστή ποίες ήσαν οι εργασίες για τις οποίες το Ενδιαφερόμενο Μέρος δεν είχε μειοδοτήσει, παρατίθενται μάλιστα δε στην απόφαση όπως εμφαίνοντο στα πρακτικά της σχετικής συνεδρίας του Συμβουλίου Προσφορών. Κυρίως όμως, η ουσία του πράγματος δεν είναι κατά πόσο οι εργασίες ήσαν δύο ή τέσσερις, που θα ήταν εξ άλλου θέμα ευρύτητας ορισμού τους, αλλά το ότι υπήρξε παράλειψη μειοδότησης ως προς αυτές.
Οι άλλοι λόγοι έφεσης προσβάλλουν ως εσφαλμένη την κρίση του αδελφού μας Δικαστή ότι οι παραβάσεις των όρων 3, 10 και 18(δ) συνιστούσαν ουσιώδεις παραβάσεις. Η παράβαση του όρου 3, είναι η εισήγηση, δεν ήταν ουσιώδης καθ' όσον η υποβολή τιμών ως προς αυτά τα είδη εργασιών εζητήθη μετά από την προκύρηξη των προσφορών, επρόκειτο για εργασίες που σπάνια θα εχρειάζετο να γίνουν, το δε κόστος των εν λόγω εργασιών ήταν πολύ μικρό σε σχέση με το συνολικό κόστος της προσφοράς. Ο αδελφός μας Δικαστής είχε όμως συνείδηση των παραμέτρων αυτών και έκρινε ότι δεν μπορούσαν να επικρατήσουν της σημασίας που είχε η μειοδότηση για όλα τα είδη εργασιών για σκοπούς σωστής διεξαγωγής του διαγωνισμού προσφορών. Συμφωνούμε με τη θεώρηση του και δεν θα είχαμε οτιδήποτε χρήσιμο να προσθέσουμε πέραν του να πούμε ότι η εκ των υστέρων διαμόρφωση τιμών από την ίδια την ΑΤΗΚ, στη βάση της χαμηλότερης προσφοράς άλλου προσφοροδότη, ως προς τα είδη εργασιών για τα οποία το Ενδιαφερόμενο Μέρος παρέλειψε να μειοδοτήσει, και η κατακύρωση της προσφοράς του υπό την προϋπόθεση ότι θα αποδέχετο τις τιμές εκείνες, δεν είναι τακτική που συμβάλλει στην προώθηση υψηλού και άψογου επαγγελματικού φρονήματος ως προς τη διαδικασία υποβολής και αξιολόγησης προσφορών.
Ως προς τους όρους 10 και 18(δ), είναι και πάλι η εισήγηση της ΑΤΗΚ ότι η παράβαση τους δεν ήταν ουσιώδης καθ΄όσον δεν υπήρχε πρόνοια στους όρους των προσφορών ότι μη συμμόρφωση προς τους εν λόγω όρους συνεπάγετο τον αποκλεισμό του προσφοροδότη. Η υποβολή δήλωσης συμμόρφωσης με τους όρους της προκήρυξης συνιστούσε, επιχειρηματολογεί ο ευπαίδευτος συνήγορος για την ΑΤΗΚ, επαρκή συμμόρφωση με το πνεύμα των εν λόγω όρων έστω και αν δεν είχε χρησιμοποιηθεί η προκαθορισμένη ορολογία. Συμμεριζόμαστε και επ' αυτού του θέματος τη βεβαιότητα με την οποία ο αδελφός μας Δικαστής έκρινε ότι υπήρξε ουσιώδης παράβαση. Η αποδοχή των όρων της προκήρυξης δεν μπορούσε να ήταν μερική ούτε επαμφοτερίζουσα. Ρητώς απαιτείτο δήλωση αποδοχής "για τον κάθε όρο ή παράγραφο του κάθε μέρους των προδιαγραφών". Και απαιτείτο ρητώς η χρήση της καθαρής και βέβαιας ορολογίας "αποδεκτός" για να μην υπάρχει αμφιβολία ή αμφισβήτηση, με ρητή αναφορά στο ότι δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιείται ορολογία όπως "έλαβα γνώση" ή "σημειώθηκε" που είχε, παρά ταύτα, χρησιμοποιήσει το Ενδιαφερόμενο Μέρος. Πώς θα μπορούσε να καταδειχθεί με μεγαλύτερη σαφήνεια προς τους προσφοροδότες ότι συμμόρφωση με τους εν λόγω όρους ήταν ουσιώδης; Και πώς θα μπορούσε να συνιστά ουσιώδη συμμόρφωση ακόμα και με μόνο το πνεύμα των εν λόγω όρων η χρήση ορολογίας "έλαβα γνώση" ή "σημειώθηκε"; Η ευθύτητα και η διαφάνεια που πρέπει να διέπει τον ιδιαιτέρως ευαίσθητο τομέα των διαγωνισμών προσφορών δεν εξυπηρετείται με ημίμετρα ούτε μπορεί να παραχωρεί πρώτη θέση στις εύκολες λύσεις.
Δεν θα μας απασχολήσουν οι λόγοι αντέφεσης που αφορούν άλλους λόγους ακύρωσης τους οποίους ούτε ο αδελφός μας Δικαστής έκρινε πρόσφορο να εξετάσει. Η απόφαση μας οδηγεί στην κατάληξη ότι οι παραβάσεις όρων των προσφορών στην προσφορά του Ενδιαφερόμενου Μέρους δεν μπορούσαν να θεραπευθούν εκ των υστέρων.
Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον της ΑΤΗΚ.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.