ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2004) 3 ΑΑΔ 43

26 Ιανουαρίου, 2004

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

LAMBRICO COMMUNICATIONS LTD,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

Εφεσιβλήτου-Καθ' ου η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3222)

 

Διοικητική πράξη ― Βεβαιωτική ― Στην απουσία πρόνοιας για δυνατότητα ιεραρχικής προσφυγής, εκτελεστή απόφαση παραμένει αυτή που εκδίδεται από το αρμόδιο όργανο και όχι η μεταγενέστερη βεβαίωση αυτής από ανώτερο όργανο που δεν ασκεί ιεραρχικό έλεγχο.

Μηχανοκίνητα οχήματα ― Έφορος μηχανοκινήτων οχημάτων ο Υπουργός ― Δύναται να διορίζει Αναπληρωτές Εφόρους.

Η απόφαση η οποία προσβλήθηκε με προσφυγή, κρίθηκε πρωτόδικα πως ήταν βεβαιωτική προηγούμενης εκτελεστής.  Με την έφεση επιδιώχθηκε ανατροπή της εκκαλούμενης απόφασης.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Ο περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμος (Ν.86/72, όπως τροποποιήθηκε - ο Νόμος) δεν παρέχει δυνατότητα ιεραρχικού ελέγχου από τον Υπουργό. Το Άρθρο 3 του Νόμου ορίζει τον Υπουργό ως Έφορο Μηχανοκινήτων Οχημάτων ο οποίος, με τη σειρά του, με βάση το Άρθρο 4, μπορεί να ορίζει Αναπληρωτές Εφόρους. Ο Διευθυντής ορίστηκε από τον Υπουργό ως Αναπληρωτής Έφορος. Επομένως, την εκτελεστή διοικητική απόφαση πήρε ο Διευθυντής, ως Αναπληρωτής Έφορος, την 21.10.1999 και 10.11.1999, απόφαση η οποία δεν υπόκειται κατά το Νόμο σε ιεραρχικό έλεγχο. Δεν μπορεί, επομένως, να λεχθεί ότι υπήρξε επανεξέταση του αιτήματος από ιεραρχικά ανώτερο διοικητικό όργανο. Το μόνο το οποίο έπραξε ο Υπουργός ήταν, αφού ενημερώθηκε για την υπόθεση, να δώσει εντολή να κοινοποιηθούν στην εφεσείουσα οι λόγοι απόρριψης του αιτήματός της από το Διευθυντή, επιβεβαιώνοντας, με αυτό τον τρόπο, την απόφαση του Διευθυντή ως Αναπληρωτή Εφόρου.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από την αιτήτρια εταιρεία εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Προσφυγή Αρ. 503/2000) ημερομηνίας 19/3/2001, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή την οποία άσκησε κατά του περιεχομένου επιστολών του Διευθυντή του Τμήματος Οδικών Μεταφορών ημερομηνίας 28/1/2000 και 9/3/2000 με τις οποίες επληροφορείτο τους λόγους για την απόρριψη του αιτήματός της για την εγγραφή  ειδικού τύπου μηχανοκίνητου οχήματος αριστερού συστήματος οδήγησης, ως προσφυγής μη στρεφόμενης κατά εκτελεστής απόφασης αλλά και κατ' ουσίαν.

Α.Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα.

Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γαβριηλίδης, Δ.

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με αίτημά της προς το Διευθυντή του Τμήματος Οδικών Μεταφορών (ο Διευθυντής), ημερομηνίας 27.7.1999 και 8.10.1999, η εφεσείουσα ζήτησε την εγγραφή ειδικού τύπου μηχανοκινήτου οχήματος αριστερού συστήματος οδήγησης Renault Microlift-Hydraulic Lifting Platform. Ο Διευθυντής, αφού εξέτασε το αίτημα, με επιστολές του ημερομηνίας 21.10.1999 και 10.11.1999, πληροφόρησε την εφεσείουσα ότι απέρριψε το αίτημα για το λόγο ότι το όχημα, ως αριστερού συστήματος οδήγησης, δεν μπορούσε να εγγραφεί ως εκ του Κανονισμού 54(1) των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών του 1984 (Κ.Δ.Π. 66/84).

Με επιστολή της προς τον Υπουργό Συγκοινωνιών και Έργων (ο Υπουργός), ημερομηνίας 17.11.1999, η εφεσείουσα, αφού ενημέρωσε τον Υπουργό για την απόφαση του Διευθυντή, ζήτησε την προσωπική του παρέμβαση ώστε το όχημα να εγγραφεί κατ' εξαίρεση δυνάμει του Κανονισμού 54(1)(δ). Ακολούθως, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων (ο Γενικός Διευθυντής), υπόψη του οποίου τέθηκε η επιστολή, αφού πληροφόρησε την εφεσείουσα ότι το αίτημά της εξετάζεται, ταυτόχρονα ζήτησε ενημέρωση από το Διευθυντή. Ο Διευθυντής απάντησε στο Γενικό Διευθυντή ως εξής:

"Αναφέρομαι στην επιστολή σας προς τον κ. Λαυρέντη Λάμπρου, Διευθυντή Lambrico Communication Ltd, με αρ. Φακ. Υ.Σ.Ε. 239/84/(21)3 και ημερ. 6.12.1999, σχετικά με το πιο πάνω θέμα, η οποία μου κοινοποιήθηκε για ενημέρωση και σας πληροφορώ πως το υπό αναφορά όχημα κατασκευάσθηκε για να χρησιμοποιείται αποκλειστικά σε κλειστούς χώρους, όπως το χώρο του αεροδρομίου, όχι για κυκλοφορία σε δρόμους δημόσιας χρήσης.

2. Αρχικά το όχημα κατασκευάστηκε για να μεταφέρει ανάπηρους από τις αίθουσες αναχώρησης του αεροδρομίου προς τα αεροπλάνα. Το φορτίο το οποίο μπορεί να μεταφέρει όσο και η ταχύτητα με την οποία το όχημα δύναται με τεχνικά κριτήρια να κινείται, περιορίζονται από τους κανονισμούς διακίνησης μέσα στο χώρο του αεροδρομίου και όχι από τους κανονισμούς που διέπουν την οδική κυκλοφορία.

3. Ως εκ τούτου το όχημα δεν θεωρείται ασφαλές για οδική κυκλοφορία πέραν του γεγονότος ότι είναι αριστεροτίμονο. Γι' αυτούς τους λόγους δεν συστήνεται η εγγραφή του εν λόγω οχήματος."

Στη συνέχεια, απάντησε στο αίτημα ο Γενικός Διευθυντής, με επιστολή ημερομηνίας 28.1.2000, πληροφορώντας την εφεσείουσα ότι αυτό απορρίφθηκε.

Μετά ένα περίπου μήνα, με νέα επιστολή της προς τον Υπουργό, ημερομηνίας 29.2.2000, η εφεσείουσα επανήλθε ζητώντας την "προσωπική εμπλοκή" του στο αίτημα. Υπό το φως της επιστολής, ο Υπουργός, στις 2.3.2000, έδωσε οδηγίες να πληροφορηθεί η εφεσείουσα τους λόγους της απόρριψης του αιτήματός της. Έτσι, ο Γενικός Διευθυντής, με επιστολή του ημερομηνίας 9.3.2000, πληροφόρησε την εφεσείουσα ότι οι λόγοι για την απόρριψη του αιτήματος ήσαν ότι:

"(α)      Το υπό αναφορά όχημα έχει κατασκευαστεί για να χρησιμοποιείται αποκλειστικά σε κλειστούς χώρους, όπως το χώρο του αεροδρομίου, όχι για κυκλοφορία σε δρόμους δημόσιας χρήσης.

(β)   Αρχικά το όχημα έχει κατασκευασθεί για να μεταφέρει ανάπηρους από τις αίθουσες αναχώρησης του αεροδρομίου προς τα αεροπλάνα. Το φορτίο με το οποίο μπορεί να μεταφέρει όσο και η ταχύτητα με την οποία το όχημα μπορεί με τεχνικά κριτήρια να κινείται, περιορίζονται από τους κανονισμούς διακίνησης μέσα στο χώρο του αεροδρομίου και όχι από τους κανονισμούς που διέπουν την οδική κυκλοφορία.

(γ)   Εν όψει των πιο πάνω το όχημα δεν θεωρείται ασφαλές για την οδική κυκλοφορία γι' αυτό και δεν συστήνεται η εγγραφή του."

Το περιεχόμενο των επιστολών του Γενικού Διευθυντή προς την εφεσείουσα, ημερομηνίας 28.1.2000 και 9.3.2000, προσβλήθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο με την υπ' αριθμό 503/2000 προσφυγή. Ο συνάδελφός μας Δικαστής ο οποίος επιλήφθηκε της προσφυγής, αν και έκρινε ότι η προσφυγή δεν στρεφόταν εναντίον εκτελεστής απόφασης, αλλά βεβαιωτικής προγενέστερης απόφασης άλλου οργάνου, εν τούτοις προχώρησε με την εξέταση των λόγων ακυρώσεως τους οποίους και δεν αποδέχθηκε με αποτέλεσμα να απορρίψει την προσφυγή.

Με την ενώπιόν μας έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης για δύο λόγους.

Ο πρώτος λόγος έφεσης είναι ότι η κρίση του συναδέλφου μας Δικαστή ότι η επίδικη απόφαση δεν είναι εκτελεστή, αλλά βεβαιωτική, είναι εσφαλμένη. Σύμφωνα με το δικηγόρο της εφεσείουσας, εφόσον η επίδικη απόφαση δεν προερχόταν από το ίδιο όργανο αλλά ήταν αποτέλεσμα αφενός ενδικοφανούς προσφυγής με νέα στοιχεία και αφετέρου νέας εξέτασης από ιεραρχικά ανώτερο διοικητικό όργανο, αυτή ήταν εκτελεστή.

Η εισήγηση δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Με την ενέργειά της να απευθυνθεί προς τον Υπουργό, αμέσως μετά την απόρριψη του αιτήματός της από το Διευθυντή, η εφεσείουσα επιδίωξε τη δημιουργία ιεραρχικά ανώτερου διοικητικού οργάνου το οποίο να εξέταζε, σε δεύτερο βαθμό, το αίτημά της. Όμως, ο περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμος (Ν.86/72, όπως τροποποιήθηκε - ο Νόμος) δεν παρέχει τέτοια δυνατότητα. Το άρθρο 3 του Νόμου ορίζει τον Υπουργό ως Έφορο Μηχανοκινήτων Οχημάτων ο οποίος, με τη σειρά του, με βάση το άρθρο 4, μπορεί να ορίζει Αναπληρωτές Εφόρους. Ο Διευθυντής ορίστηκε από τον Υπουργό ως Αναπληρωτής Έφορος. Επομένως, την εκτελεστή διοικητική απόφαση πήρε ο Διευθυντής, ως Αναπληρωτής Έφορος, την 21.10.1999 και 10.11.1999, απόφαση η οποία δεν υπόκειται κατά το Νόμο σε ιεραρχικό έλεγχο. Δεν μπορεί, επομένως, να λεχθεί ότι υπήρξε επανεξέταση του αιτήματος από ιεραρχικά ανώτερο διοικητικό όργανο. Το μόνο το οποίο έπραξε ο Υπουργός ήταν, αφού ενημερώθηκε για την υπόθεση, να δώσει εντολή να κοινοποιηθούν στην εφεσείουσα οι λόγοι απόρριψης του αιτήματός της από το Διευθυντή, επιβεβαιώνοντας, με αυτό τον τρόπο, την απόφαση του Διευθυντή ως Αναπληρωτή Εφόρου.

Ενόψει της κατάληξής μας ότι ο πρώτος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί καθότι η επίδικη απόφαση ορθά κρίθηκε πρωτόδικα ως μη εκτελεστή, δε θα προχωρήσουμε στην εξέταση του δεύτερου λόγου έφεσης αφού αυτός αφορά λόγο ακυρώσεως ο οποίος προϋποθέτει εκτελεστή διοικητική απόφαση.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο