ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 3 ΑΑΔ 296
28 Μαΐου, 1999
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΦΙΛΟΘΕΗ Μ. ΜΟΥΡΤΖΗ,
Εφεσείουσα,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσιβλήτων.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2302)
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Συμβουλευτική Επιτροπή — Υποβολή έκθεσης προς την Ε.Δ.Υ. σύμφωνα με το Άρθρο 34(6) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου — Παράλειψη της Ε.Δ.Υ. να ζητήσει νέα έκθεση της Συμβουλευτικής, κατά την επανεξέταση λόγω ανάκλησης, (για λόγο που αφορούσε στην κακή σύνθεσή της), αποτελεί παράβαση των προνοιών του Άρθρου 34(6) του Ν. 1/90.
Ένας από τους λόγους έφεσης, που πρόβαλε η εφεσείουσα στην έφεσή της, αφορούσε στην παράβαση του Άρθρου 34(6) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90), αναφορικά με την υποβολή στην Ε.Δ.Υ. έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Η Ε.Δ.Υ. κατά την επανεξέταση ανακληθείσας απόφασής της για προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών, δεν έλαβε υπόψη της την αξιολόγηση των υποψηφίων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, κατά την ενώπιόν της προσωπική συνέντευξη, ενόψει διαφορετικής σύνθεσης της Συμβουλευτικής σε μία από τις δύο συνεδριάσεις της.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Το θέμα έχει λυθεί πρόσφατα με την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Τζιακούρη - Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 223. Με παρόμοια με την παρούσα υπόθεση γεγονότα, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι η Επιτροπή είχε καθήκον να παραπέμψει το θέμα στη Συμβουλευτική Επιτροπή, γιατί ο Νόμος 1/90 καθιστά τούτο υποχρεωτικό. Η Συμβουλευτική Επιτροπή μπορούσε να επανασυσταθεί με διαφορετική σύνθεση, με σκοπό τη διερεύνηση των προσόντων των υποψηφίων και την ετοιμασία του καταλόγου που προβλέπεται από το Άρθρο 34(6), χωρίς βέβαια να λάβει υπόψη τα αποτελέσματα της συνέντευξης των υποψηφίων. Όμως η διαδικασία της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν μπορούσε να παρακαμφθεί.
Ενόψει των πιο πάνω, το Δικαστήριο καταλήγει ότι και στην παρούσα υπόθεση η Επιτροπή ενήργησε κατά παράβαση του Άρθρου 34(6) του Νόμου 1/90 και συνεπώς η προσβαλλόμενη πράξη πάσχει.
H έφεση επιτρέπεται με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Τζιακούρη - Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 223.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Χατζητσαγγάρης, Δ.) που δόθηκε στις 21/6/96 (Προσφυγή Αρ. 387/94 & 530/94) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή της εφεσείουσας εναντίον της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Ανώτερης Επισκέπτριας Αδελφής, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, αναδρομικ;α από 1/10/91.
Χρ. Χριστοφίδης για Λ. Παπαφιλίππου και Σία, για την Εφεσείουσα.
Γ. Ερωτοκρίτου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.
Γ. Τριανταφυλλίδης, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Tην απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Στις 8.11.1991 δημοσιεύτηκε η προαγωγή στη μόνιμη θέση Ανώτερης Επισκέπτριας Αδελφής (Τακτικός Προϋπολογισμός), Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, των ενδιαφερομένων μερών, που αποφασίστηκε στις 25.9.1991. Η εφεσείουσα, που είναι Ανώτερη Επισκέπτρια Υγείας, καταχώρησε εναντίον της πιο πάνω προαγωγής την υπ' αρ. 1123/91 προσφυγή. Ενώ η εκδίκαση της προσφυγής και δύο άλλων συναφών προσφυγών εκκρεμούσε, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής "η Επιτροπή"), ύστερα από σχετική γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας, αποφάσισε στη συνεδρία της ημερ. 9.11.1993 να ανακαλέσει την απόφασή της γιατί δεν είχε προβεί σε έρευνα όσον αφορά την κατοχή του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής από τους υποψήφιους, ενώ αφ' ετέρου η Συμβουλευτική Επιτροπή κατά την προφορική εξέταση της εφεσείουσας είχε διαφορετική σύνθεση από αυτή κατά την προφορική εξέταση των άλλων υποψήφιων.
Η Επιτροπή συνήλθε ξανά στις 14.1.1994, οπότε και αποφάσισε να αγνοήσει την αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων κατά τις ενώπιόν της προφορικές εξετάσεις, λόγω της ελαττωματικής σύνθεσής της, αλλά και τις δικές της εντυπώσεις από την προφορική εξέταση, λόγω της επελθούσας στο μεταξύ αλλαγής στη σύνθεσή της.
Η Επιτροπή προχώρησε και αφού έλαβε τις συστάσεις του Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, προχώρησε στην προαγωγή των τριών συστηθεισών υποψήφιων, ανάμεσα στις οποίες και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η εφεσείουσα καταχώρησε προσφυγή την οποία το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφασή του ημερ. 21.6.1996, απέρριψε.
Η έφεση που η εφεσείουσα άσκησε εναντίον της πρωτόδικης απόφασης βασίζεται σε αριθμό λόγων. Ένας από αυτούς είναι ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε ότι η Επιτροπή δεν παραβίασε το καθεστώς του ουσιώδους χρόνου με το να αγνοήσει τις αξιολογήσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Είναι η θέση της εφεσείουσας ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή θα έπρεπε να επανασυγκληθεί και να υποβάλει την έκθεσή της κανονικά, αφού η έκθεση αυτή απαιτείται ρητά από το άρθρο 34(6) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90.
Η θέση των εφεσίβλητων είναι ότι η εφεσείουσα δεν νομιμοποιείται να εγείρει οιονδήποτε θέμα αντικανονικότητας αναφορικά με την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αφού η απόφαση της Συμβουλευτικής, όχι μόνο δεν θίγει οιονδήποτε έννομο συμφέρον της, αλλά αντίθετα την ευνοεί.
Τα ενδιαφερόμενα μέρη στη δική τους αγόρευση ισχυρίζονται ότι η έκθεση της Συμβουλευτικής δεν επηρέασε καθ' οιονδήποτε τρόπο την τελική απόφαση της Επιτροπής. Προβάλλουν επίσης το επιχείρημα ότι η Επιτροπή ορθά αποφάσισε να αγνοήσει τις αξιολογήσεις της Συμβουλευτικής που δεν ήταν νόμιμα συγκροτημένη κατά τη διάρκεια των προσωπικών συνεντεύξεων των υποψήφιων.
Το θέμα έχει λυθεί πρόσφατα με την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Τζιακούρη-Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 223. Με παρόμοια με την παρούσα υπόθεση γεγονότα, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι η Επιτροπή είχε καθήκον να παραπέμψει το θέμα στη Συμβουλευτική Επιτροπή, γιατί ο Νόμος 1/90 καθιστά τούτο υποχρεωτικό. Η Συμβουλευτική Επιτροπή μπορούσε να επανασυσταθεί με διαφορετική σύνθεση, με σκοπό τη διερεύνηση των προσόντων των υποψηφίων και την ετοιμασία του κατάλογου που προβλέπεται από το άρθρο 34(6), χωρίς βέβαια να λάβει υπ' όψιν τα αποτελέσματα της συνέντευξης των υποψήφιων. Όμως η διαδικασία της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν μπορούσε να παρακαμφθεί.
Εν όψει των πιο πάνω καταλήγουμε ότι και στην παρούσα υπόθεση η Επιτροπή ενήργησε κατά παράβαση του άρθρου 34(6) του Νόμου 1/90 και συνεπώς η προσβαλλόμενη πράξη πάσχει.
Η έφεση επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται, με έξοδα εναντίον των καθ' ων η αίτηση, τόσο κατ' έφεση όσο και πρωτόδικα, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.