ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2015:B667

(2015) 2 ΑΑΔ 664

9 Oκτωβρίου, 2015

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στές]

 

HOSSAIN RADYAN,

 

Εφεσείων,

 

v.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 115/2013)

 

 

Ποινικός Κώδικας ― Ανθρωποκτονία ― Εφεσείων επέφερε το θάνατο του θύματος με μαχαίρι όταν αυτός αρνήθηκε να ξυπνήσει για να τον αντικαταστήσει σε βάρδια και άρχισε να του φωνάζει και να τον κτυπά ― Επιβλήθηκε πρωτοδίκως ποινής φυλάκισης εικοσιδύο χρόνων η οποία μειώθηκε κατ' έφεση σε είκοσι ― Το Κακουργιοδικείο απέδωσε μειωμένη σημασία στην παραδοχή, θεωρώντας την όψιμη ενέργεια, ενώ στην πραγματικότητα ο εφεσείων παραδέχθηκε τη διάπραξη ανθρωποκτονίας, αμέσως μετά που η κατηγορούσα αρχή προσέθεσε την κατηγορία της ανθρωποκτονίας και η αρχική κατηγορία περί φόνου ανεστάλη ― Δεν τεκμηριώθηκε το στοιχείο της προπαρασκευής ή της παρέλευσης χρόνου που θα δικαιολογούσε την κατάταξη της περίπτωσης στο μεταίχμιο του φόνου, ως ήταν η διαπίστωση του Κακουργιοδικείου.

 

Ποινή ― Ανθρωποκτονία ― Πρόκληση ― Εν προκειμένω, ενόψει της σοβαρότητας του εγκλήματος και του βάναυσου τρόπου με τον οποίο εκτελέστηκε, η λεκτική πρόκληση που δέχθηκε ο εφεσείοντας θα μπορούσε μεν να ληφθεί υπόψη, όχι όμως σε ουσιαστικό βαθμό.

 

Ποινικό Δίκαιο ― Πρόκληση ― Η νομολογία αναγνωρίζει τη σημασία μιας ουσιαστικής πρόκλησης ως μετριαστικού παράγοντα ― Εξίσου, όμως, αναγνωρίζεται ότι η πρόκληση πρέπει να είναι ανάλογη και να δικαιολογείται ο συσχετισμός της προς τη σοβαρότητα του αδικήματος, έτσι ώστε όσο πιο σοβαρό είναι ένα έγκλημα, τόσο πιο σοβαρή απαιτείται να είναι η πρόκληση για να λειτουργήσει ως ουσιαστικός μετριαστικός παράγοντας.

 

[Πέραν των ως άνω αναφερομένων τίτλων, η απόφαση διαβάζεται στο σύνολο της.]

 

Η έφεση επέτυχε.

 

Παρατήρηση Εφετείου:

 

«Η συγκεκριμένη αναφορά του Κακουργιοδικείου ότι εύλογα μπορούσε η περίπτωση να τεθεί στο μεταίχμιο του φόνου εκ προμελέτης, θα έπρεπε να περιοριστεί σε τούτη τη βάναυση εκδήλωση της εγκληματικής συμπεριφοράς, η οποία, ενώ προσδίδει έτι περισσότερη σοβαρότητα σε ένα ήδη σοβαρό έγκλημα, δεν μπορεί να θεωρηθεί στοιχείο που να κατατάσσει την περίπτωση στο μεταίχμιο του φόνου. Η αναφορά του Κακουργιοδικείου ήταν ατυχής και θα έπρεπε να αποφευχθεί. Τέτοιες αχρείαστες παρατηρήσεις δίδουν εύκολα την εντύπωση ότι το Κακουργιοδικείο ενήργησε πιο αυστηρά έχοντας υπόψη μια διαφορετική εκτίμηση των δεδομένων, έξω από την κατηγορία που τελικώς απευθύνθηκε και την οποία ο εφεσείων παραδέχθηκε».

 

Αναφερόμενη Υπόθεση:

 

Selim ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 199.

 

Έφεση εναντίον Καταδίκης και Ποινής.

 

Έφεση από τον Καταδικασθέντα εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας (Δημητριάδου, Π.Ε.Δ., Παναγιώτου, Α.Ε.Δ., Σταύρου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 544/2013), ημερομηνίας 4/7/2013.

 

Θ. Καραμανής, για τον Εφεσείοντα.

 

Μ. Κουτσόφτας, Δημόσιος Κατήγορος Α΄, για την Εφεσίβλητη.

 

Εφεσείων παρών.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Τ.Θ. Οικονόμου, Δ..

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων βρέθηκε ένοχος, κατόπιν παραδοχής, για ανθρωποκτονία. Αρχικά αντιμετώπιζε κατηγορία φόνου εκ προμελέτης η οποία ανεστάλη μετά που προσετέθη η κατηγορία για ανθρωποκτονία. Το Κακουργιοδικείο επέβαλε ποινή φυλάκισης 22 ετών, ποινή που προσβάλλεται δια της παρούσης ως έκδηλα υπερβολική.

 

Ο εφεσείων και το θύμα, αμφότεροι από το Μπαγκλαντές, ήταν συγκάτοικοι και εργάζονταν στο χώρο υποδοχής του ξενοδοχείου Rimi στη Λαϊκή Γειτονιά στη Λευκωσία. Τα ξημερώματα της 25.1.2013 ο εφεσείων μετέβη στο διαμέρισμα όπου διέμεναν για να ξυπνήσει το θύμα, ο οποίος θα τον αντικαθιστούσε στο χώρο υποδοχής του ξενοδοχείου. Όταν όμως προσπάθησε να τον ξυπνήσει το θύμα άρχισε να φωνάζει και να σπρώχνει τον εφεσείοντα ο οποίος εκνευρίστηκε, πήρε ένα μαχαίρι το οποίο βρισκόταν κοντά στο κρεβάτι του θύματος και τον μαχαίρωσε στο λαιμό. Το θύμα έπεσε αιμόφυρτο στο κρεβάτι και ο εφεσείων του κατάφερε επανειλημμένα κτυπήματα στο λαιμό με αποτέλεσμα το θάνατό του.

 

Ο εφεσείων ακολούθως, αφήνοντας τη σορό του θύματος επιτόπου, μετέβη και αγόρασε μια ταξιδιωτική βαλίτσα στην οποία τοποθέτησε αργότερα τη σορό, αφού προηγουμένως την τύλιξε με νάιλον σακούλι.  Στη συνέχεια, καθάρισε το χώρο του εγκλήματος και οτιδήποτε παρέπεμπε στο έγκλημα και μετέφερε το αυτοκίνητο του θύματος από το χώρο στάθμευσης όπου βρισκόταν σε χώρο στάθμευσης πλησίον του διαμερίσματος και την επομένη, με τη βοήθεια συμπατριώτη του, μετέφερε και τοποθέτησε τη βαλίτσα με τη σορό στο αυτοκίνητο.

 

Στις 28.1.2013 και αφού μια φίλη του θύματος τον αναζητούσε προς εκνευρισμό του εφεσείοντα, ο τελευταίος ανέφερε στον ιδιοκτήτη του εν λόγω ξενοδοχείου ότι την προηγουμένη βρήκε το θύμα νεκρό στο δωμάτιό τους πάνω στο κρεβάτι με κομμένο το λαιμό και επειδή φοβήθηκε δεν ειδοποίησε την αστυνομία αλλά αγόρασε μια ταξιδιωτική βαλίτσα όπου τοποθέτησε το πτώμα και με τη βοήθεια φίλου του το μετέφερε σε καπό αυτοκινήτου. Ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου ενημέρωσε την αστυνομία και ακολούθησαν εξετάσεις με αποτέλεσμα τη σύλληψη και αργότερα τη θεληματική κατάθεση και ομολογία του εφεσείοντα.

 

Ιατροδικαστική εξέταση κατέδειξε ότι ο θάνατος του θύματος προκλήθηκε από αιμορραγία συνεπεία τριών τραυμάτων που έφερε στο λαιμό. Το θύμα έφερε επίσης αμυντικά τραύματα στα δάκτυλα του δεξιού χεριού, καθώς και μικρά πολλαπλά τραύματα στη δεξιά υποκλείδια χώρα.

 

Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη τόσο τη σοβαρότητα του αδικήματος και τις περιστάσεις διάπραξής του, όσο και τις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα. Δέχθηκε ότι δεν υπήρχε προσχεδιασμός και ότι ο εφεσείων είχε αντιδράσει μετά που το θύμα φώναζε και τον έσπρωχνε. Θεώρησε ότι οι ενέργειες του θύματος συνιστούσαν κάποια μορφή πρόκλησης. Όμως, κατέληξε ότι η αντίδραση του εφεσείοντα ήταν απείρως δυσανάλογη, με αποτέλεσμα η ψυχολογική φόρτιση και η ένταση της στιγμής, που αποτελούν αναγνωρισμένο μετριαστικό παράγοντα, να μην μπορούν εν προκειμένω να ληφθούν υπόψη παρά οριακά.

 

Προχώρησε μάλιστα το Κακουργιοδικείο, με αναφορά στο γεγονός ότι ο εφεσείων συνέχισε να μαχαιρώνει βάναυσα το θύμα και παρά το ότι δεν υπήρχαν ενδείξεις προσχεδιασμού, να θεωρήσει ότι εύλογα μπορούσε η περίπτωση να τεθεί στο μεταίχμιο του φόνου εκ προμελέτης.

 

Σε ότι δε αφορά την παραδοχή, το Κακουργιοδικείο σημείωσε ότι αρχικά ο εφεσείοντας δεν είχε παραδεχθεί, κάτι που έπραξε αφού προηγήθηκε η διεξαγωγή δίκης εντός δίκης και απόφαση του Κακουργιοδικείου περί του ότι η ομολογία του στην Αστυνομία ήταν προϊόν της ελεύθερής του βούλησης.

 

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσείοντα, άλλος από το συνήγορό του πρωτοδίκως, επικέντρωσε με σαφήνεια την αγόρευσή του σε συγκεκριμένα ζητήματα. Αρχίζοντας από το ζήτημα της παραδοχής, εισηγήθηκε πως η θεώρηση του Κακουργιοδικείου περί ύστερης παραδοχής παραβλέπει το γεγονός πως η παραδοχή επήλθε, όχι απλώς μετά την αποδοχή της ομολογίας του ως εκούσιας, αλλά, μετά που η κατηγορούσα αρχή προσέθεσε δεύτερη κατηγορία, αυτή της ανθρωποκτονίας, την οποία ο εφεσείων τότε παραδέχθηκε και η αρχική κατηγορία περί φόνου ανεστάλη.

 

Η εισήγηση του ευπαιδεύτου δικηγόρου του εφεσείοντα είναι βάσιμη. Όντως, προκύπτει φανερά ότι το Κακουργιοδικείο απέδωσε μειωμένη σημασία στην παραδοχή, θεωρώντας την όψιμη ενέργεια ενόψει της πορείας που προδιέγραφε η αποδοχή της ομολογίας του, ενώ στην πραγματικότητα ο εφεσείων παραδέχθηκε τη διάπραξη ανθρωποκτονίας με την πρώτη ευκαιρία που αντιμετώπισε τη συγκεκριμένη αυτή κατηγορία.

 

Περαιτέρω εισήγηση προς υποστήριξη της έφεσης ήταν ότι δεν υπήρχε το έρεισμα ώστε η περίπτωση να θεωρηθεί ως ευρισκόμενη στο μεταίχμιο του φόνου, όπως ήταν η διαπίστωση του Κακουργιοδικείου. Το Κακουργιοδικείο, ενώ δέχθηκε πως δεν υπήρχαν ενδείξεις προσχεδιασμού, προέβη σε τέτοια θεώρηση επειδή ο εφεσείων «συνέχισε να μαχαιρώνει βάναυσα το θύμα».  Όμως, όπως βάσιμα υπέδειξε ο ευπαίδευτος δικηγόρος του, δεν τεκμηριώθηκε το στοιχείο της προπαρασκευής ή της παρέλευσης χρόνου που θα δικαιολογούσε την κατάταξη της περίπτωσης σε ό,τι θα μπορούσε να θεωρηθεί ως το μεταίχμιο του φόνου. Η συγκεκριμένη δε αναφορά του Κακουργιοδικείου  θα έπρεπε να περιοριστεί σε τούτη τη βάναυση εκδήλωση της εγκληματικής συμπεριφοράς, η οποία, ενώ προσδίδει έτι περισσότερη σοβαρότητα σε ένα ήδη σοβαρό έγκλημα, δεν μπορεί να θεωρηθεί στοιχείο που να κατατάσσει την περίπτωση στο μεταίχμιο του φόνου. Η αναφορά του Κακουργιοδικείου ήταν ατυχής και θα έπρεπε να αποφευχθεί. Τέτοιες αχρείαστες παρατηρήσεις δίδουν εύκολα την εντύπωση ότι το Κακουργιοδικείο ενήργησε πιο αυστηρά έχοντας υπόψη μια διαφορετική εκτίμηση των δεδομένων, έξω από την κατηγορία που τελικώς απευθύνθηκε και την οποία ο εφεσείων παραδέχθηκε.

 

Τέλος, ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσείοντα εισηγήθηκε ότι το Κακουργιοδικείο εσφαλμένα θεώρησε ότι η πρόκληση που δέχθηκε ο εφεσείων ήταν «ανεπαίσθητη» και «ασήμαντη αφορμή», τη στιγμή που ο συνήγορός του είχε αναφέρει ότι το θύμα εκστόμισε εναντίον του «βαρετές εκφράσεις». Η νομολογία αναγνωρίζει τη σημασία μιας ουσιαστικής πρόκλησης ως μετριαστικού παράγοντα. Εξίσου, όμως, αναγνωρίζεται ότι η πρόκληση πρέπει να είναι ανάλογη και να δικαιολογείται ο συσχετισμός της προς τη σοβαρότητα του αδικήματος, έτσι ώστε όσο πιο σοβαρό είναι ένα έγκλημα, τόσο πιο σοβαρή απαιτείται να είναι η πρόκληση για να λειτουργήσει ως ουσιαστικός μετριαστικός παράγοντας. (Selim ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 199). Εν προκειμένω, είναι φανερό από το σύνολο της αιτιολογίας που έδωσε το Κακουργιοδικείο, το οποίο είχε υπόψη του την υπόθεση Selim και αναφέρθηκε σε αυτή, ότι τα όσα ανέφερε είχαν ακριβώς την έννοια που αναγνωρίζει η νομολογία, ότι δηλαδή, ενόψει της σοβαρότητας του εγκλήματος και του βάναυσου τρόπου με τον οποίο εκτελέστηκε, η λεκτική πρόκληση που δέχθηκε ο εφεσείοντας θα μπορούσε μεν να ληφθεί υπόψη, όχι όμως σε ουσιαστικό βαθμό.

 

Για τους παράγοντες, όμως, που έχουν προηγουμένως επεξηγηθεί, χωρεί παρέμβαση του Εφετείου. Η διαπίστωση βεβαίως αυτή δεν παραβλέπει τη σοβαρότητα του αδικήματος και τη βάναυση, επαναλαμβάνουμε, συμπεριφορά του εφεσείοντα. Γι'αυτό και η παρέμβασή μας δεν θα επηρεάσει το απαραίτητο, για σκοπούς τιμωρίας και αποτροπής, πολύχρονο της ποινής. Η ποινή μειώνεται σε ποινή φυλάκισης 20 ετών.

 

Η έφεση επιτυγχάνει.

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο