ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2014:B471

(2014) 2 ΑΑΔ 531

7 Ιουλίου, 2014

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στές]

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 199/2012)

 

ΔΙΑΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΛΤΔ,

 

Εφεσείοντες,

 

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 200/2012)

 

ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΠΑΕΥΑΓΟΡΟΥ,

 

Εφεσείων,

 

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινικές Εφέσεις Αρ. 199/2012 και 200/2012)

 

 

Πνευματική ιδιοκτησία ― Δημόσια εκτέλεση μουσικού έργου, η οποία ενέχει προσβολή συγγενικού δικαιώματος, κατά παράβαση των Άρθρων 2, 11, 13 και 14(3) του περί Δικαιώματος Πνευματικής Ιδιοκτησίας Νόμου  59/76.

 

Κατάχρηση διαδικασίας ― Επικύρωση πρωτόδικης κρίσης ότι η Πολιτεία είχε θεμιτό δικαίωμα να διώξει τους εφεσείοντες ποινικά με σκοπό την καταδίκη και την τιμωρία τους αναφορικά με θέματα  πνευματικής ιδιοκτησίας, ανεξάρτητα από τα αστικά δικαιώματα των καλλιτεχνών.

 

Με τις ως άνω εφέσεις η εφεσείουσα εταιρεία και ο Διευθυντής της, αμφισβήτησαν ως εσφαλμένη την καταδίκη τους από Επαρχιακό Δικαστήριο στην κατηγορία της δημόσιας εκτέλεσης μουσικού έργου, η οποία ενέχει προσβολή συγγενικού δικαιώματος, κατά παράβαση των Άρθρων 2, 11, 13 και 14(3) του περί Δικαιώματος Πνευματικής Ιδιοκτησίας Νόμου του 1976 (Ν 59/76).

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία όλων των μαρτύρων κατηγορίας, ενώ απέρριψε ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία του μοναδικού μάρτυρα υπεράσπισης που ήταν ο δεύτερος κατηγορούμενος, Διευθυντής της πρώτης κατηγορούμενης εταιρείας.

 

Με βάση τα σχετικά πρωτόδικα ευρήματα, η εφεσείουσα εταιρεία κατέχει άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης και δημιουργίας ραδιοφωνικού σταθμού με την ονομασία «Κανάλι 6», παγκύπριας εμβέλειας και εδρεύει στη Λεμεσό. Το 2007 υπογράφηκε συμφωνία μεταξύ δύο οργανισμών που εκπροσωπούν Έλληνες δημιουργούς και ερμηνευτές και οι οποίοι εκχώρησαν τα δικαιώματα τους στην εταιρεία «Αστέρας».

 

Στις 15.7.2008 η εταιρεία «Αστέρας» απέστειλε επιστολή, μέσω φαξ, προς τον δεύτερο κατηγορούμενο-Διευθυντή με την οποία επέστησε την προσοχή του στα δικαιώματα των δημιουργών και τα συγγενικά δικαιώματα. Μεταξύ των ημερομηνιών 19.11.2008 και 28.1.2009 το «Κανάλι 6» μετέδωσε τα τραγούδια που περιέχονταν σε ψηφιακό δίσκο ο οποίος και κατατέθηκε ως Τεκμήριο στο Δικαστήριο. 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε μεταξύ άλλων αναφορικά με το αδίκημα για το οποίο κατηγορήθηκαν οι εφεσείοντες, ότι το Άρθρο 14(3) του Νόμου δημιουργεί ποινικό αδίκημα για οποιονδήποτε, εν γνώσει του, προβαίνει ή επιτρέπει τη δημόσια εκτέλεση, παρουσίαση ή προβολή μουσικού έργου, η οποία ενέχει προσβολή του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας που υπάρχει σ' αυτό, ή, εν γνώσει του, προβαίνει ή επιτρέπει τη δημόσια εκτέλεση ερμηνείας ή εκτέλεσης, η οποία ενέχει προσβολή συγγενικού δικαιώματος που προστατεύεται από το Νόμο.

 

Με βάση τα πρωτόδικα ευρήματα, η γνώση του δεύτερου κατηγορούμενου- εφεσείοντα, για την ύπαρξη του εν λόγω συγγενικού δικαιώματος και κατ' επέκταση η γνώση και της πρώτης κατηγορούμενης εταιρείας, προέκυπταν ξεκάθαρα από τη λήψη και γνώση του περιεχομένου της επιστολής που στάλθηκε από την εταιρεία «Αστέρας» με φαξ σε ημερομηνία προγενέστερη της μετάδοσης των επίδικων τραγουδιών από το σταθμό.

 

Η έφεση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

α)     Ήταν εσφαλμένη η ερμηνεία του Άρθρου 10Γ του Νόμου ότι η αναμετάδοση τραγουδιών απαγορεύεται έστω και αν αυτά έχουν ενσωματωθεί σε υλικό φορέα. 

 

β)  Ήταν λανθασμένη η εκτίμηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι δεν υποβλήθηκε, εκ μέρους των εφεσειόντων, η θέση ότι ο σταθμός των εφεσειόντων «μεταδίδει τραγούδια από ψηφιακούς δίσκους που αγοράζει ή που του παραχωρούνται από δισκογραφικές εταιρείες».

 

γ)  Ομοίως και το πρωτόδικο εύρημα ότι οι επηρεαζόμενοι καλλιτέχνες/ερμηνευτές εκχώρησαν τα δικαιώματα τους στους σχετικούς οργανισμούς ως επίσης και ότι οι εφεσείοντες διέπραξαν το προαναφερόμενο αδίκημα εν γνώσει τους και ότι δεν υπήρξε κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας. 

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Όλοι οι λόγοι έφεσης αναφορικά με τους δύο κατηγορούμενους ήταν αβάσιμοι.

 

2.  Το ζήτημα της αναμετάδοσης των συγκεκριμένων τραγουδιών από ενσωμάτωση τους σε υλικό φορέα (CD) δεν τέθηκε καθόλου κατά την αντεξέταση των μαρτύρων κατηγορίας παρόλο που ενώπιον του Δικαστηρίου έδωσαν μαρτυρία οι Διευθυντές της εταιρείας «Αστέρας» αλλά και εμπειρογνώμονας που ήλθε από την Ελλάδα.

 

3.  Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι από την ίδια τη μαρτυρία των Μ.Κ. 1 και 2 προκύπτει ότι η αναμετάδοση των τραγουδιών έγινε από ενσωμάτωση τους σε υλικό φορέα. Από τη μαρτυρία δεν προέκυπτε ότι οι μάρτυρες αυτοί ή οποιοιδήποτε άλλοι μάρτυρες κατηγορίας ανέφεραν κάτι τέτοιο.

 

4.  Αναφορά σε αναμετάδοση των τραγουδιών, από ενσωμάτωση τους σε υλικό φορέα, έκανε ο εφεσείων Διευθυντής χωρίς όμως να συγκεκριμενοποιήσει καθ' οιονδήποτε τρόπο τον ισχυρισμό του.  Η μαρτυρία του, όμως, απορρίφθηκε ως αναξιόπιστη, γενική και αόριστη και δεν υπήρχε οποιοσδήποτε λόγος έφεσης με τον οποίο να αμφισβητείται το πρωτόδικο εύρημα για αναξιοπιστία της μαρτυρίας του Διευθυντή.

 

5.  Ο σχετικός ισχυρισμός, περί μετάδοσης τραγουδιών από ψηφιακούς δίσκους στερείτο πραγματικού υποβάθρου, εφόσον ο σχετικός ισχυρισμός του Διευθυντή ήταν γενικός και αόριστος, τέθηκε σε πολύ προχωρημένο στάδιο της μαρτυρίας του και ορθά απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.

 

6.  Αναφορικά με το λόγο έφεσης σχετικά με την εκχώρηση των συγγενικών δικαιωμάτων, στην προκείμενη περίπτωση τα απαραίτητα συστατικά στοιχεία του αδικήματος αποδείχθηκαν εναντίον και των δύο εφεσειόντων.

 

7.  Σχετικά με την υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος το οποίο προϋποθέτει γνώση εκ μέρους των κατηγορουμένων, στην προκείμενη περίπτωση το πρωτόδικο Δικαστήριο, για καλούς λόγους,  κατέληξε σε εύρημα ότι ο Διευθυντής είχε επαρκή γνώση αναφορικά με τους δικαιούχους των συγγενικών δικαιωμάτων και κατ' επέκταση και η εταιρεία. Αναφέρθηκε δε σε αξιόπιστη μαρτυρία σύμφωνα με την οποία ο δεύτερος κατηγορούμενος-Διευθυντής παραδέχθηκε την παραλαβή του σχετικού φαξ.

 

8.  Ήταν ορθή η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Πολιτεία είχε θεμιτό δικαίωμα να διώξει τους εφεσείοντες ποινικά με σκοπό την καταδίκη και την τιμωρία τους, ανεξάρτητα από τα αστικά δικαιώματα των καλλιτεχνών και ότι δεν υπήρξε κατάχρηση της διαδικασίας

 

Οι εφέσεις απορρίφθηκαν.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Βασιλείου ν. Μακρίδη (2000) 2 Α.Α.Δ. 133,

 

Castanho v. Brown [1981] 1 All E.R. 143.

 

Eφέσεις εναντίον Καταδίκης και Ποινής.

 

�Εφέσεις από τους Κατηγορούμενους εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Εφραίμ, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 26225/09), ημερομηνίας 24/9/2012 .

 

Θ. Χριστοδούλου, για τους Εφεσείοντες στην 199/2012 και για τον Εφεσείοντα στην 200/2012.

 

Γ. Αργυρού, για την Εφεσίβλητη.

 

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με τις δύο υπό εξέταση εφέσεις τόσο η εταιρεία Δίαυλος Επιχειρήσεις Πληροφόρησης Λτδ (η εταιρεία), όσο και ο Διευθυντής της Μιχάλης Παπαευαγόρου (ο Διευθυντής), εφεσιβάλλουν ως εσφαλμένη την καταδίκη τους στην κατηγορία της δημόσιας εκτέλεσης μουσικού έργου, η οποία ενέχει προσβολή συγγενικού δικαιώματος, κατά παράβαση των Άρθρων 2, 11, 13 και 14(3) του  περί Δικαιώματος Πνευματικής Ιδιοκτησίας Νόμου του 1976 (Ν 59/76) (ο Νόμος).

 

Οι λόγοι έφεσης είναι οι ίδιοι και στις δύο εφέσεις.

 

Ο πρώτος λόγος αφορά στην κατ' ισχυρισμό λανθασμένη ερμηνεία του Άρθρου 10Γ του Νόμου και στην εσφαλμένη κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η αναμετάδοση τραγουδιών απαγορεύεται έστω και αν αυτά έχουν ενσωματωθεί σε υλικό φορέα. 

 

Ο δεύτερος λόγος έφεσης αφορά σε κατ' ισχυρισμό λανθασμένη εκτίμηση του πρωτόδικου δικαστηρίου, ότι δεν υποβλήθηκε, εκ μέρους των εφεσειόντων, η θέση ότι ο σταθμός των εφεσειόντων «μεταδίδει τραγούδια από ψηφιακούς δίσκους που αγοράζει ή που του παραχωρούνται από δισκογραφικές εταιρείες».

 

Ο τρίτος λόγος έφεσης αφορά στο κατ' ισχυρισμό εσφαλμένο πρωτόδικο εύρημα ότι οι επηρεαζόμενοι καλλιτέχνες/ερμηνευτές εκχώρησαν στους οργανισμούς «Ερατώ» και «Απόλλων» τα συγγενικά τους δικαιώματα και ότι οι προαναφερόμενοι οργανισμοί στη συνέχεια εκχώρησαν τα δικαιώματα τους στην εταιρεία «Αστέρας».

 

Με τον τέταρτο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως εσφαλμένο το πρωτόδικο εύρημα ότι οι εφεσείοντες διέπραξαν το προαναφερόμενο αδίκημα «εν γνώσει τους».

 

Ο πέμπτος λόγος έφεσης αφορά στο κατ' ισχυρισμό λανθασμένο πρωτόδικο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξε κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας με τις ποινικές διώξεις που καταχωρήθηκαν εναντίον των δύο εφεσειόντων.

 

Ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού οι κατηγορούμενοι-εφεσείοντες αντιμετώπισαν την προαναφερόμενη κατηγορία και μετά από ακροαματική διαδικασία βρέθηκαν ένοχοι στην κατηγορία που αντιμετώπισαν. Το πρωτόδικο δικαστήριο έκαμε εκτενή αναφορά στη μαρτυρία, προχώρησε σε αξιολόγησή της και σε ευρήματα ως προς τα γεγονότα και τελικά, αφού ερμήνευσε τις σχετικές πρόνοιες του Νόμου, εφάρμοσε το Νόμο επί των γεγονότων της υπόθεσης. Δέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία όλων των μαρτύρων κατηγορίας (έξι συνολικά), ενώ απέρριψε ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία του μοναδικού  μάρτυρα υπεράσπισης που ήταν ο δεύτερος κατηγορούμενος, Διευθυντής της πρώτης κατηγορούμενης εταιρείας. 

 

Με βάση τα προαναφερόμενα ευρήματα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εφεσείουσα εταιρεία κατέχει άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης και δημιουργίας ραδιοφωνικού σταθμού με την ονομασία «Κανάλι 6», παγκύπριας κάλυψης και εδρεύει στη Λεμεσό. Στις 26.10.2007 υπογράφηκε συμφωνία  μεταξύ του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Ελλήνων Μουσικών «Απόλλων» και του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Τραγουδιστών και Ερμηνευτών «Ερατώ», από τη μια και της εταιρείας Αστέρας Συλλογική Διαχείριση Δικαιωμάτων Λτδ, από την άλλη, με την οποία οι δύο πρώτοι οργανισμοί εκχώρησαν τα δικαιώματα τους στην εταιρεία «Αστέρας». Οι οργανισμοί «Απόλλων» και «Ερατώ» είναι δεόντως και νομίμως συσταθέντες στην Ελλάδα οργανισμοί που εκπροσωπούν τους δικαιούχους συγγενικών, πνευματικών, δικαιωμάτων μουσικών και τραγουδιστών/ερμηνευτών, αντίστοιχα.

 

Στις 15.7.2008 η εταιρεία «Αστέρας» απέστειλε επιστολή, μέσω φαξ, προς τον δεύτερο κατηγορούμενο-Διευθυντή με την οποία επέστησε την προσοχή του στα δικαιώματα των δημιουργών και τα συγγενικά δικαιώματα. Μεταξύ των ημερομηνιών 19.11.2008 και 28.1.2009 το «Κανάλι 6» μετέδωσε τα τραγούδια που περιέχονται στο ψηφιακό δίσκο που κατατέθηκε στο δικαστήριο ως τεκμήριο 10. 

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο έκαμε αναφορά στο Άρθρο 7 του Νόμου στο οποίο καθορίζεται το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και στο Άρθρο 9 στο οποίο καθορίζεται το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας επί ηχογραφήσεων. Το Άρθρο 10Γ (1) του Νόμου προσδιορίζει τα δικαιώματα των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών επί της εκτέλεσης ή ερμηνείας τους και προνοεί, μεταξύ άλλων, ότι οι καλλιτέχνες/ερμηνευτές ή εκτελεστές έχουν το αποκλειστικό δικαίωμα υλικής ενσωμάτωσης, αναπαραγωγής και διανομής των ερμηνειών και εκτελέσεων τους καθώς και ραδιοτηλεοπτικής εκπομπής και παρουσίασης στο κοινό των ερμηνειών και εκτελέσεων τους, «μόνο αν η εκτέλεση ή ερμηνεία δεν αποτελεί μέρος εκπομπής ή δεν γίνεται από υλική ενσωμάτωση».

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος υπεράσπισης στην αγόρευση του ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου εισηγήθηκε ότι η μετάδοση από το σταθμό «Κανάλι 6» έγινε από πρωτότυπα CD που κατείχε η κατηγορούμενη εταιρεία, είτε κατόπιν αγοράς τους, είτε κατόπιν παροχής από τις δισκογραφικές εταιρείες και επομένως, υπέβαλε, ότι η μετάδοση των τραγουδιών έγινε από φορέα υλικής ενσωμάτωσης και ως εκ τούτου ήταν καθόλα νόμιμη και επιτρεπτή.  Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την προαναφερόμενη εισήγηση για δύο λόγους:

 

(α) Διότι η εισήγηση δεν βασιζόταν σε πραγματικό υπόβαθρο γεγονότων, και

 

(β) Διότι η εισήγηση δεν υποστηριζόταν από τη νομική ανάλυση και ερμηνεία του προαναφερόμενου άρθρου.

 

Η ευπαίδευτη πρωτόδικος Δικαστής υπογράμμισε ότι το δικαστήριο δεν αποδέχθηκε τους ισχυρισμούς του δεύτερου κατηγορούμενου-Διευθυντή, για την πηγή προέλευσης και μετάδοσης των τραγουδιών από το σταθμό και επομένως οι ισχυρισμοί του Διευθυντή, εφόσον απορρίφθηκαν ως αναξιόπιστοι, δεν είχαν οποιαδήποτε βαρύτητα. Επιπρόσθετα, ερμηνεύοντας το σχετικό άρθρο το πρωτόδικο δικαστήριο, είπε ότι αποκλειστικό δικαίωμα της μετάδοσης των τραγουδιών τους έχουν οι καλλιτέχνες/ερμηνευτές και εκτελεστές αυτών, μόνο αν η εκτέλεση ή ερμηνεία δεν αποτελεί μέρος εκπομπής ή δεν γίνεται από υλική ενσωμάτωση.    Σε αντίθετη περίπτωση, είπε το δικαστήριο, οι καλλιτέχνες/ερμηνευτές και εκτελεστές δεν χάνουν το δικαίωμα τους σε εύλογη αμοιβή, αλλά δεν έχουν  πλέον την αποκλειστικότητα του δικαιώματος. Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι ο σταθμός «Κανάλι 6» δεν είχε δικαίωμα μετάδοσης των επίδικων τραγουδιών και η επίδικη μετάδοση συνιστούσε προσβολή του συγγενικού δικαιώματος που αναγνωρίζεται και προστατεύεται από το Νόμο.

 

Όσον αφορά το αδίκημα για το οποίο κατηγορήθηκαν οι εφεσείοντες, το πρωτόδικο δικαστήριο παρατήρησε ότι το Άρθρο 14(3) του Νόμου δημιουργεί ποινικό αδίκημα για οποιονδήποτε, εν γνώσει του, προβαίνει ή επιτρέπει τη δημόσια εκτέλεση, παρουσίαση ή προβολή μουσικού έργου, η οποία ενέχει προσβολή του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας που υπάρχει σ' αυτό, ή, εν γνώσει του, προβαίνει ή επιτρέπει τη δημόσια εκτέλεση ερμηνείας ή εκτέλεσης, η οποία ενέχει προσβολή συγγενικού δικαιώματος που προστατεύεται από το Νόμο. Με βάση τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου, η γνώση του δεύτερου κατηγορούμενου- Διευθυντή, για την ύπαρξη του εν λόγω συγγενικού δικαιώματος και κατ' επέκταση η γνώση και της πρώτης κατηγορούμενης εταιρείας, προέκυπταν ξεκάθαρα από τη λήψη και γνώση του περιεχομένου της επιστολής που στάληκε από την εταιρεία «Αστέρας» με φαξ στις 15.7.2008, δηλαδή σε ημερομηνία προγενέστερη της μετάδοσης των επίδικων τραγουδιών από το σταθμό.

 

Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι με την ποινική δίωξη επιδιώκετο η καταβολή εύλογης αμοιβής από τους εφεσείοντες στους δικαιούχους και ότι γι' αυτό το σκοπό είχε κινηθεί και αστική αγωγή, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι ήταν θεμιτό για την Πολιτεία να διώξει ποινικά τους εφεσείοντες-κατηγορούμενους για την αξιόποινη πράξη τους, εφόσον ο σκοπός της δίωξης τους ήταν η απόδοση ποινικής ευθύνης και η επιβολή τιμωρίας σ' αυτούς, ενώ ο σκοπός της αστικής αγωγής ήταν η επιδίωξη αποζημιώσεων.

 

Μελετήσαμε με πολλή προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι όλοι οι λόγοι έφεσης, αναφορικά και με τους δύο κατηγορούμενους, είναι αβάσιμοι. Το ζήτημα της αναμετάδοσης των συγκεκριμένων τραγουδιών από ενσωμάτωση τους σε υλικό φορέα (CD) δεν τέθηκε καθόλου κατά την αντεξέταση των  μαρτύρων κατηγορίας παρόλο που ενώπιον του δικαστηρίου έδωσαν μαρτυρία οι Διευθυντές της προαναφερόμενης εταιρείας «Αστέρας» αλλά και εμπειρογνώμονας που ήλθε από την Ελλάδα για να δώσει μαρτυρία ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου. Οι Διευθυντές ήταν οι Μ.Κ. 1 και 2 , κ.κ. Αντώνης Αχιλλέως και Ανδρέας Αχιλλέως. Ο εμπειρογνώμονας ήταν ο Μ.Κ. 3 κ. Κωνσταντίνος Γεωργούντζος, ο οποίος είναι επαγγελματίας ενορχηστρωτής με γνώσεις και πείρα, ο οποίος άκουσε τα συγκεκριμένα τραγούδια και έδωσε μαρτυρία αναφορικά με τους καλλιτέχνες/ερμηνευτές αλλά και αναφορικά με την αυθεντικότητα και γνησιότητα του ηχογραφήματος. 

 

Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι από την ίδια τη μαρτυρία των Μ.Κ. 1 και 2 προκύπτει ότι η αναμετάδοση των τραγουδιών έγινε από ενσωμάτωση τους σε υλικό φορέα. Ανατρέξαμε στη μαρτυρία τους και δεν βρήκαμε ότι οι μάρτυρες αυτοί ή οποιοιδήποτε άλλοι μάρτυρες κατηγορίας ανέφεραν κάτι τέτοιο. Αναφορά σε αναμετάδοση των τραγουδιών, από ενσωμάτωση τους σε υλικό φορέα, έκανε ο εφεσείων Διευθυντής χωρίς όμως να συγκεκριμενοποιήσει καθ' οιονδήποτε τρόπο τον ισχυρισμό του. Η μαρτυρία του, όμως, απορρίφθηκε ως αναξιόπιστη, γενική και αόριστη και δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος έφεσης με τον οποίο να αμφισβητείται το πρωτόδικο εύρημα για αναξιοπιστία της μαρτυρίας του Διευθυντή. Επομένως δεν υπάρχει πραγματικό υπόβαθρο επί του οποίου να στηρίζεται ο πρώτος λόγος έφεσης.

 

Ο δεύτερος λόγος έφεσης αφορά και πάλι στο ζήτημα της, κατ' ισχυρισμό, μετάδοσης τραγουδιών από ψηφιακούς δίσκους. Και αυτός ο λόγος στερείται πραγματικού υποβάθρου, για τους προαναφερόμενους λόγους, εφόσον ο σχετικός ισχυρισμός του Διευθυντή ήταν γενικός και αόριστος, τέθηκε σε πολύ προχωρημένο στάδιο της μαρτυρίας του και ορθά απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος. Ο ισχυρισμός αυτός, όπως σημείωσε το πρωτόδικο δικαστήριο, δεν τέθηκε καν στους Μ.Κ. 1 και 2 για να εκφράσουν τη θέση τους επί τούτου.

 

Ο τρίτος λόγος έφεσης αφορά στην εκχώρηση των συγγενικών δικαιωμάτων. Είναι η θέση των εφεσειόντων ότι το μόνο που εκχώρησαν οι καλλιτέχνες στους οργανισμούς «Απόλλων» και «Ερατώ» και στη συνέχεια στην εταιρεία «Αστέρας» ήταν τα δικαιώματα τους σε είσπραξη εύλογης αμοιβής. Τα συγγενικά δικαιώματα, όπως καθορίζονται στο Άρθρο 2 του Νόμου, είναι τα προβλεπόμενα από το Νόμο συγγενικά προς την πνευματική ιδιοκτησία δικαιώματα και αυτά εκχωρήθηκαν στην εταιρεία «Αστέρας».

 

Εν πάση περιπτώσει, το Άρθρο 14(3) του Νόμου καθιστά αδίκημα την προσβολή δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας ή συγγενικού δικαιώματος, αν υπάρχει και η απαραίτητη γνώση. Στην προκείμενη περίπτωση τα απαραίτητα συστατικά στοιχεία του αδικήματος αποδείχθηκαν εναντίον και των δύο εφεσειόντων.

  

Ο τέταρτος λόγος έφεσης αφορά στην υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος. Το αδίκημα για το οποίο καταδικάστηκαν οι εφεσείοντες προϋποθέτει γνώση εκ μέρους των κατηγορουμένων. Στην προκείμενη περίπτωση το πρωτόδικο δικαστήριο, για καλούς λόγους, κατέληξε σε εύρημα ότι ο Διευθυντής είχε επαρκή γνώση αναφορικά με τους δικαιούχους των συγγενικών δικαιωμάτων και κατ' επέκταση και η εταιρεία είχε επαρκή γνώση. Σημειώνουμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε σε αξιόπιστη μαρτυρία σύμφωνα  με την οποία ο δεύτερος κατηγορούμενος-Διευθυντής παραδέχθηκε την παραλαβή του σχετικού «φαξ».

 

Όσον αφορά την κατ' ισχυρισμό κατάχρηση της διαδικασίας και πάλι θεωρούμε ορθή την πρωτόδικη θέση ότι η Πολιτεία είχε θεμιτό δικαίωμα να διώξει τους εφεσείοντες ποινικά με σκοπό την καταδίκη και την τιμωρία τους, ανεξάρτητα από τα αστικά δικαιώματα των καλλιτεχνών σε εύλογη αμοιβή, τα οποία διεκδικήθηκαν με αγωγή (Δέστε: Βασιλείου ν. Μακρίδη (2000) 2 Α.Α.Δ. 133 και Castanho v. Brown [1981] 1 All E.R. 143). Δεν διαπιστώνεται οποιαδήποτε κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.

 

Για τους προαναφερόμενους λόγους οι εφέσεις απορρίπτονται.

 

Οι εφέσεις απορρίπτονται.

 

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο