ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Αγγλική νομολογία που περιλαμβάνεται στο bailii.org στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2004) 2 ΑΑΔ 472

23 Σεπτεμβρίου, 2004

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

ROCKY SAFIULLAH,

Εφεσείων,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Αρ. 7700)

 

Ποινικός κώδικας ― Συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος (δεκασμό δημόσιου λειτουργού) και δεκασμός δημόσιου λειτουργού κατά παράβαση των Άρθρων 371, 100(β) και 29 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154, όπως τροποποιήθηκε (Ν. 38(1)/99) ― Αλλοδαπός φοιτητής νεαρής ηλικίας, πρόσφερε χρήματα σε δημόσιο λειτουργό για απόκτηση πολιτικού ασύλου ― Κρίθηκε ένοχος στις πιο πάνω κατηγορίες ― Επικύρωση καταδίκης κατ' έφεση.

Ποινή ― Δεκασμός δημόσιου λειτουργού ― Εφεσείων αλλοδαπός φοιτητής, νεαρής ηλικίας, έδρασε με ερασιτεχνικό τρόπο ― Επιβολή ποινής φυλάκισης ενός έτους ― Κρίθηκε έκδηλα υπερβολική και μειώθηκε σε ποινή εξάμηνης φυλάκισης.

Εθελοτυφλία κατηγορουμένου ― Είναι ποινικά κολάσιμη.

Ο εφεσείων αμφισβητεί με την παρούσα έφεση: (α) την ορθότητα της καταδίκης του στις κατηγορίες της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος (δεκασμό δημόσιου λειτουργού) και του δεκασμού δημόσιου λειτουργού κατά παράβαση των Άρθρων 371, 100(β) και 29 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154, όπως τροποποιήθηκε και (β) την επιβληθείσα ποινή φυλάκισης ενός έτους. Οι λόγοι έφεσης εναντίον της καταδίκης αφορούν την αξιολόγηση της μαρτυρίας και την, κατ' ισχυρισμό, λανθασμένη εφαρμογή του νόμου στα γεγονότα. Η ποινή εφεσιβάλλεται ως έκδηλα υπερβολική.

Ο εφεσείων ήλθε από την Μπαγκλαντές για να φοιτήσει σε ιδιωτικό κολέγιο. Επισκέφθηκε δύο φορές τον αστυνομικό σταθμό Πύλης Πάφου όπου συνάντησε τον αστυφύλακα Ιωάννου (ΜΚ3) του κλιμακίου διερεύνησης πολιτικού ασύλου ο οποίος του εξήγησε τη διαδικασία υποβολής αιτήσεων για πολιτικό άσυλο και του είπε ότι ήταν παράνομο να δώσει λεφτά για τους σκοπούς της εν λόγω διαδικασίας.

Ο εφεσείων ο οποίος επιθυμούσε να αναγνωριστεί ως πολιτικός πρόσφυγας μαζί με άλλους συμπατριώτες του που δεν κατονόμασε, πρότεινε στον αστυφύλακα Τιμολέοντος (Μ.Κ.7) δύο εκατονταδόλαρα για να «τους κάμει» όπως του είπε, «με τον εύκολο τρόπο».  Είπε επίσης ότι θα του έδιδε 100 δολάρια για κάθε άλλο συμπατριώτη του που θα έφερνε. Ο εφεσείων συνελήφθη κατηγορήθηκε γραπτώς με τη βοήθεια διερμηνέα και έδωσε κατάθεση την οποία κατέγραψε ο διερμηνέας στη γλώσσα Bangoli. Η γραπτή αυτή κατάθεση γραμμένη στη μητρική γλώσσα του εφεσείοντος και μεταφρασμένη στα αγγλικά και ελληνικά κατατέθηκε ως τεκμήριο, χωρίς ένσταση. Στο κείμενο της ελληνικής μετάφρασης, πάνω από τη λέξη «δωροδοκήσω» είναι γραμμένη η λέξη «πληρώσω».

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως η πληρωμή των 200 δολαρίων έγινε κατά τρόπο που να υποδηλώνει δεκασμό του αστυνομικού, γεγονός που κατ' ουσία παραδέχθηκε ο εφεσείων στην κατάθεσή του, είναι προϊόν σωστής εκτίμησης και αξιολόγησης της μαρτυρίας. Η καταδίκη του εφεσείοντος ερείδεται στην ορθή υπαγωγή των γεγονότων στο νόμο και δεν υπάρχουν περιθώρια παρέμβασης προς ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης που αφορά την καταδίκη.

2.  Η επιβληθείσα ποινή είναι έκδηλα υπερβολική ενόψει του γεγονότος ότι το αδίκημα διαπράχθηκε από αλλοδαπό φοιτητή, νεαρής ηλικίας. Ο παράγων της μη συχνής διάπραξης των αδικημάτων που διέπραξε ο εφεσείων, συνεκτιμούμενος με το νεαρό της ηλικίας του, την ιδιότητα του ως φοιτητή καθώς και τον ερασιτεχνικό τρόπο με τον οποίο έδρασε, θα μπορούσε να προσμετρήσει ως παράγων μετριαστικός υπέρ της επιβολής επιεικέστερης ποινής. Η επιβληθείσα ποινή είναι υπό τις περιστάσεις υπερβολική και μειώνεται στους έξι μήνες.

Η έφεση που αφορά την καταδίκη απορρίφθηκε. Η έφεση που αφορά την ποινή επιτράπηκε. Η ποινή μειώθηκε ως ανωτέρω.

Έφεση εναντίον Kαταδίκης και Ποινής.

Έφεση από τον Eφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Yπόθεση Aρ. 161182/2003), ημερομηνίας 3/5/2004, με την οποία κρίθηκε ένοχος στις κατηγορίες της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος (δεκασμό δημόσιου λειτουργού) και του δεκασμού δημόσιου λειτουργού κατά παράβαση των Άρθρων 371, 100(β) και 29 του Ποινικού Kώδικα, Kεφ. 154, όπως τροποποιήθηκε (N. 38(I)/99) και του επιβλήθηκε στις 4/5/2004, ποινή φυλάκισης ενός έτους στην κατηγορία του δεκασμού, ενώ δεν επέβαλε καμιά ποινή στην κατηγορία της συνωμοσίας.

Ε. Βραχίμη,  για τον Εφεσείοντα.

Δ. Παπαμιλτιάδους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος στις κατηγορίες της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος (δεκασμό δημόσιου λειτουργού) και του δεκασμού δημόσιου λειτουργού κατά παράβαση των άρθρων 371, 100(β) και 29 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154, όπως τροποποιήθηκε (Ν. 38(I)/99). Το δικαστήριο επέβαλε στον εφεσείοντα ποινή φυλάκισης ενός έτους στην κατηγορία του δεκασμού ενώ δεν επέβαλε καμιά ποινή στην κατηγορία της συνωμοσίας.

Η έφεση στρέφεται εναντίον της καταδίκης και της επιβληθείσας ποινής. Οι λόγοι έφεσης που αφορούν στην καταδίκη είναι ότι το δικαστήριο,

(α) δεν αξιολόγησε ορθά τη μαρτυρία, περιλαμβανομένης και εκείνης του εφεσείοντα και δεν έλαβε υπόψη ότι η επικοινωνία του εφεσείοντα με τη δικηγόρο του ήταν ελλιπής ενόψει του χαμηλού επιπέδου της διερμηνείας,

(β) εφάρμοσε λανθασμένα το νόμο στα γεγονότα της υπόθεσης.

Το παράπονο σχετικά με την ποινή είναι ότι είναι έκδηλα υπερβολική. Γίνεται προς τούτο επίκληση των γεγονότων της υπόθεσης όπως διαπιστώθηκαν από το πρωτόδικο δικαστήριο, του ανώτατου ορίου της προβλεπόμενης από το νόμο ποινής και της υπάρχουσας επί του θέματος νομολογίας, των προσωπικών περιστάσεων του εφεσείοντα καθώς και της μη συχνής διάπραξης του αδικήματος του δεκασμού.

Ο εφεσείων ήλθε από την Μπαγκλαντές για να φοιτήσει σε ιδιωτικό κολέγιο. Ενώ βρισκόταν νόμιμα στην Κύπρο ως φοιτητής του Global International College, επισκέφθηκε δύο φορές (24.10.03 και 27.10.03) τον αστυνομικό σταθμό της Πύλης Πάφου όπου συνάντησε τον αστυφύλακα  Ιωάννου (ΜΚ3) του κλιμακίου διερεύνησης πολιτικού ασύλου προς τον οποίο υπέβαλε ερωτήσεις και ζήτησε πληροφορίες αναφορικά με τη διαδικασία υποβολής αιτήσεων για τη χορήγηση πολιτικού ασύλου. Ο μάρτυρας, εξήγησε στον εφεσείοντα τη διαδικασία και απαντώντας σε σχετική ερώτηση, του είπε πως δεν χρειαζόταν να δώσει χρήματα σε οποιοδήποτε για τους σκοπούς της συγκεκριμένης διαδικασίας και τον προειδοποίησε ότι κάτι τέτοιο είναι παράνομο. Αξιοσημείωτη επί του προκειμένου είναι η μαρτυρία του εφεσείοντα ο οποίος, στο στάδιο της αντεξέτασης, επιβεβαίωσε τη μαρτυρία του Ιωάννου (ΜΚ3) ότι δηλαδή, ο εν λόγω μάρτυρας τον είχε  πληροφορήσει πως δεν χρειαζόταν να δώσει χρήματα σε οποιοδήποτε. Το πρωτόδικο δικαστήριο, επισημαίνει  αυτή τη πτυχή της μαρτυρίας και όπως θα δούμε την αξιολογεί δεόντως.

Ο εφεσείων, μετά που πήρε τις πιο πάνω απαντήσεις, ξαναπήγε στο σταθμό της Πύλης Πάφου την 31.10.03 όπου για πρώτη φορά, συνάντησε στο γραφείο του τον αστυφύλακα Τιμολέοντος (ΜΚ7). Ο εφεσείων ισχυρίστηκε ότι ο αστυφύλακας Ιωάννου (Μ.Κ.3) ήταν απασχολημένος και του είπε να περιμένει. Πρόσεξε όμως ότι άλλοι ενδιαφερόμενοι ετύγχαναν γρήγορης εξυπηρέτησης από τον αστυφύλακα Τιμολέοντος και γι' αυτό αποτάθηκε  στον εν λόγω αστυνομικό για να εξυπηρετηθεί. Στο γραφείο δεν υπήρχαν άλλα πρόσωπα και ο εφεσείων υπέβαλε στον Τιμολέοντος ερωτήσεις στα αγγλικά για το πώς μπορεί κάποιος να αναγνωριστεί ως πολιτικός πρόσφυγας. Σε κάποια στιγμή, ο εφεσείων μίλησε για συμπατριώτες του που δεν κατονόμασε και στη συνέχεια πρόσφερε στον Τιμολέοντος δύο εκατονταδόλαρα για να «τους κάμει» όπως του είπε, «με τον εύκολο τρόπο». Είπε επίσης ότι θα του έδιδε 100 δολάρια για κάθε άλλο συμπατριώτη του που θα έφερνε. Ο Τιμολέοντος πήρε τα δύο χαρτονομίσματα (τεκμ. 1) και αφού πληροφόρησε τον εφεσείοντα ότι η πράξη του συνιστούσε αδίκημα τον συνέλαβε. Ο εφεσείων απάντησε «Sorry sir. Sorry sir. I don't know that.» Ο εφεσείων παραδόθηκε στο ΤΑΕ όπου ο αναπληρωτής υπαστυνόμος Στ. Τερζόπουλος με τη βοήθεια διερμηνέα τον κατηγόρησε γραπτώς. Ο εφεσείων ζήτησε να δώσει κατάθεση την οποία κατέγραψε ο διερμηνέας H.M. Tarek (ΜΚ6) στη γλώσσα Bangοli. Ο Tarek είναι από την Μπαγκλαντές, μόνιμος κάτοικος Κύπρου τα τελευταία δεκατρία χρόνια. Η μητρική του γλώσσα είναι η Bangοli και γνωρίζει ελληνικά και αγγλικά.

Χωρίς ένσταση, κατατέθηκαν και έγιναν τεκμήρια η γραπτή κατάθεση του εφεσείοντα, γραμμένη στη μητρική του γλώσσα και μεταφρασμένη στα αγγλικά και ελληνικά. Στο κείμενο της ελληνικής μετάφρασης, πάνω από τη λέξη «δωροδοκήσω» είναι γραμμένη η λέξη «πληρώσω». Αυτή η διγλωσσία, αποτέλεσε αντικείμενο συζήτησης τόσο πρωτόδικα όσο και κατά την έφεση. Ηταν η θέση της υπεράσπισης ότι το νόημα της κατάθεσης ήταν ότι ο εφεσείων πίστευε πως έπρεπε να πληρώσει στα πλαίσια νόμιμης διαδικασίας 100 δολάρια για κάθε αίτηση. Αντίθετη ήταν η άποψη του διερμηνέα κ. Tarek (MK6) ο οποίος ανέφερε ότι κατέγραψε την κατάθεση του εφεσείοντα στη μητρική του γλώσσα με ακρίβεια  και ότι το νόημα του κειμένου, ως σύνολο, ήταν ότι ο εφεσείων ήθελε να πληρώσει την αστυνομία για να βοηθήσει, πράγμα που στη γλώσσα του κειμένου, σημαίνει δωροδοκία.

Ο ισχυρισμός του εφεσείοντα ότι πλήρωσε 200 δολάρια στον αστυφύλακα Τιμολέοντος (ΜΚ7) με την αντίληψη ότι το εν λόγω ποσό αποτελούσε καθορισμένα τέλη και ότι η πληρωμή ήταν απαραίτητη για την εξασφάλιση δυο εντύπων αίτησης για πολιτικό άσυλο δεν έγινε αποδεκτός. Το δικαστήριο, στάθηκε στη μαρτυρία του αστυφύλακα Ιωάννου, σύμφωνα με την οποία ο εν λόγω μάρτυρας είχε εξηγήσει  λίγες μέρες νωρίτερα στον εφεσείοντα πως δεν χρειαζόταν να πληρώσει οποιοδήποτε ποσό για να πάρει  έντυπα  αιτήσεων για τους φίλους του.  Το δικαστήριο επισημαίνει επί του προκειμένου, ότι το μέρος αυτό της μαρτυρίας του αστυφύλακα Ιωάννου έχει επιβεβαιωθεί από τη μαρτυρία του εφεσείοντα, γεγονός δηλωτικό της γνώσης του τελευταίου ότι δεν χρειαζόταν η πληρωμή χρημάτων και ότι κάτι τέτοιο είναι παράνομο. Αναφορικά με το ζήτημα που προέκυψε σχετικά με τη μετάφραση της κατάθεσης από τη μητρική γλώσσα του εφεσείοντα στα ελληνικά και  αγγλικά και συγκεκριμένα στο κατά πόσο η λέξη που χρησιμοποίησε ο εφεσείων σε μετάφραση στα ελληνικά ήταν «δωροδοκήσω» ή «πληρώσω» το δικαστήριο, υιοθετώντας την επιεικέστερη για τον εφεσείοντα προσέγγιση, δέχθηκε ότι η λέξη στο κείμενο ήταν «πληρώσω», όπως ήταν και η εισήγηση της υπεράσπισης και όχι «δωροδοκήσω» όπως υπέβαλε η Κατηγορούσα Αρχή. Κάτω από αυτό το πρίσμα, το δικαστήριο προχώρησε στην εξέταση του ελληνικού κειμένου της κατάθεσης με σκοπό να διαπιστώσει το νόημα του,  και σε συνάρτηση προς την υπόλοιπη μαρτυρία να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα. Ενόψει των πιο πάνω, η κατάθεση όπως τη διάβασε το πρωτόδικο δικαστήριο, έχει ως εξής:

«Κάποιοι φίλοι μου από την Μπαγκλατές με ρώτησαν εάν θέλω να κάμω αίτηση για πολιτικός πρόσφυγας εύκολα και γρήγορα αυτό θα συμβεί μόνο εάν πληρώσω έναν αστυνομικό. Ετσι συμφώνησα μαζί τους να πληρώσω και εγώ διότι νόμιζα ότι αυτή είναι η διαδικασία. Τα δύο πρόσωπα που μου είπαν να πληρώσω αστυνομικό ήταν ο Abdulha και ο άλλος ο Abdulhag. Ετσι σήμερα πλήρωσα ένα αστυνομικό για να προχωρήσει την αίτηση μου γρήγορα. Μετά από αυτό ο αστυνομικός με έχει συλλάβει. Συγγνώμη ήταν λάθος μου ο Abdulha και ο Abdulhag μου είπαν να κάνω αυτή την απάτη. Απολογούμαι και πάλι. Επίσης υπάρχει κάποιος άλλος από την Μπαγκλατές ονόματι Ripon ο οποίος μου είπε να κάμω τα ίδια πράγματα με τους δυο πιο πάνω.»

Υστερα από σωστή εκτίμηση της μαρτυρίας, διαπιστώθηκε ότι ο ισχυρισμός που ο εφεσείων πρόβαλε στην κατάθεσή του ότι «νόμιζε πως αυτή είναι η διαδικασία» είναι ολωσδιόλου αντιφατικός προς τη μαρτυρία του σύμφωνα με την οποία ο αστυφύλακας Ιωάννου (ΜΚ3) τον πληροφόρησε πως δεν χρειαζόταν να πληρώσει ο,τιδήποτε. Επιπλέον, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ιωάννου που κρίθηκε αξιόπιστη, ο εν λόγω μάρτυρας πληροφόρησε τον εφεσείοντα πως ήταν παράνομο να δώσει χρήματα. Ο εφεσείων ομολογεί στην κατάθεση του ότι η πληρωμή στον αστυνομικό αποσκοπούσε στο να προχωρήσει η αίτηση γρήγορα. Ωστόσο, όπως ορθά επισημαίνεται στην εκκαλούμενη απόφαση, ο εφεσείων ισχυρίστηκε στην κατάθεση του ότι προέβη στην πληρωμή των 200 δολαρίων ενεργώντας στη βάση των πληροφοριών που είχε από φίλους του ενώ στη μαρτυρία του, η πληρωμή συνδέεται με ρητή απαίτηση του αστυφύλακα Τιμολέοντος. Το δικαστήριο ορθά και πάλι επισημαίνει πως δεν έγινε οποιαδήποτε εισήγηση προς τον αστυφύλακα Τιμολέοντος σχετικά με αυτή την εκδοχή. Ενόψει των πιο πάνω το δικαστήριο καταλήγει στο ορθό συμπέρασμα πως η πληρωμή των 200 δολαρίων έγινε κατά τρόπο που να υποδηλώνει δεκασμό του αστυνομικού, γεγονός που κατ' ουσία παραδέχθηκε ο εφεσείων στην κατάθεσή του απολογούμενος αφενός για το λάθος του προβάλλοντας όμως ταυτόχρονα την παιδαριώδη, όπως τη χαρακτήρισε το δικαστήριο, θέση πως είχε την αντίληψη ότι ενεργούσε στα πλαίσια της νόμιμης διαδικασίας.

Οι ισχυρισμοί για λανθασμένη μετάφραση της κατάθεσης του εφεσείοντα και αδυναμία του τελευταίου να επικοινωνεί στα αγγλικά δεν έχουν τεκμηριωθεί και συνεπώς κρίνονται αβάσιμοι. Ο εφεσείων άνκαι γνώριζε ότι η πληρωμή χρημάτων σε αστυνομικό για το συγκεκριμένο σκοπό ήταν παράνομη εντούτοις, εθελοτυφλώντας, προσποιούμενος άγνοια και ισχυριζόμενος ότι ενεργούσε καλόπιστα, διέπραξε τα αδικήματα για τα οποία κρίθηκε ένοχος. Ακόμα και η εθελοτυφλία ενός κατηγορουμένου είναι ποινικά κολάσιμη. Στο Criminal Law Review (1989) σελ. 212, αναφέρονται τα εξής:

«Commentary. A requirement of knowledge is sometimes held to be satisfied by proof of "wilful blindness" as where "the defendant had deliberately shut his eyes to the obvious or refrained from inquiry because he suspected the truth but did not want to have his suspicion confirmed:" Westminster City Council v. Croyalgrange [1986] 2 All E.R. 353 at p. 359 (H.L.).»

Το πρωτόδικο δικαστήριο αξιολόγησε με προσοχή τη μαρτυρία και κατέληξε στα ορθά συμπεράσματα και διαπιστώσεις. Η καταδίκη του εφεσείοντα ερείδεται στην ορθή υπαγωγή των γεγονότων στο νόμο και θεωρούμε πως δεν υπάρχουν περιθώρια παρέμβασης προς ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης που αφορά στην καταδίκη.

Αναφορικά με το ζήτημα της ποινής, σημειώνουμε την παρατήρηση του δικάσαντος δικαστηρίου ότι δεν τέθηκαν ενώπιον του μετριαστικοί παράγοντες εφόσον η υπεράσπιση επέλεξε να μην προσθέσει ο,τιδήποτε στα γεγονότα. Ωστόσο το δικαστήριο, έλαβε υπόψη ότι πρόκειται για αλλοδαπό φοιτητή, νεαρής ηλικίας. Οι κατηγορίες στις οποίες ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος αναμφίβολα αφορούν σοβαρά αδικήματα η διάπραξη των οποίων ευτυχώς δεν είναι συχνή. Αυτός ο παράγων, συνεκτιμώμενος με το νεαρό της ηλικίας του εφεσείοντα, την ιδιότητά του ως φοιτητή καθώς και τον ερασιτεχνικό τρόπο με τον οποίο έδρασε θα μπορούσε να προσμετρήσει ως παράγων μετριαστικός για την επιβολή επιεικέστερης ποινής.

Ενόψει των πιο πάνω θεωρούμε ότι η επιβληθείσα ποινή είναι υπό τις περιστάσεις υπερβολική και τη μειώνουμε στους έξι μήνες. Η έφεση που αφορά στην καταδίκη αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

Η έφεση που αφορά την καταδίκη απορρίπτεται. Η έφεση που αφορά την ποινή επιτρέπεται. Η ποινή μειώνεται ως ανωτέρω.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο