ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 2 ΑΑΔ 459
2 Αυγούστου, 2004
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]
LIOUDVIKA BRITSIEVA,
Εφεσείουσα,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης,
(Ποινική Έφεση Αρ. 7748)
Έφεση ― Δικαίωμα έφεσης βάσει του Άρθρου 137Α του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155, όπως τροποποιήθηκε από το Ν. 14(I)/2001 ― Κατά πόσο παρέχεται δικαίωμα έφεσης και εναντίον απόφασης του Δικαστηρίου με την οποία ο κατηγορούμενος παραπέμπεται σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου.
Η εφεσείουσα, η οποία αντιμετωπίζει 12 συνολικά κατηγορίες, μία κατηγορία για ανθρωποκτονία, (πρώτη κατηγορία) και τις υπόλοιπες για κατοχή, προμήθεια και χρήση ηρωίνης, με τον 1ο λόγο έφεσης, προσβάλλει την απόφαση του Δικαστηρίου να την παραπέμψει σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου αναφορικά με την πρώτη κατηγορία, με τον ισχυρισμό πως δεν υπήρχε ενώπιον του καμία απολύτως μαρτυρία για το τι προκάλεσε το θάνατο του θύματος. Στους υπόλοιπους δύο λόγους έφεσης προβάλλεται η εισήγηση πως το παραπέμπον Δικαστήριο, ενόψει της σοβαρότητας της πρώτης κατηγορίας δεν έδωσε τη δέουσα προσοχή και δεν αξιολόγησε ορθά τις προσωπικές της περιστάσεις, όταν αποφάσιζε να διατάξει την κράτησή της μέχρι τη δίκη.
Το θέμα που εξετάστηκε στην έφεση αφορά το κατά πόσο το Άρθρο 137Α του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155 όπως τροποποιήθηκε από το Ν. 14(I)/2001 καλύπτει και την απόφαση του Δικαστηρίου να παραπέμψει ή όχι τον κατηγορούμενο σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου καθώς επίσης και την απόφαση να διατάξει τη φυλάκιση μέχρι τη δίκη ή την απόλυση του κατηγορουμένου.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Οι διατάξεις του επίμαχου άρθρου είναι ρητές. Άπτονται μόνο του μέρους που αφορά την κρίση του Δικαστηρίου, που εκφράζεται μετά την απόφαση για παραπομπή του κατηγορουμένου σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου, κατά πόσο δηλαδή θα παραμείνει υπό κράτηση ή θα απολυθεί.
2. Ενόψει της απόφασης σχετικά με τον πρώτο λόγο έφεσης, αποτυγχάνουν και οι υπόλοιποι δύο.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Έφεση εναντίον Απόφασης Παραπομπής σε Δίκη.
Έφεση από την κατηγορούμενη, η οποία αντιμετωπίζει μαζί με άλλο συγκατηγορούμενο, 12 συνολικά κατηγορίες, η 1η για ανθρωποκτονία, κατά παράβαση των Άρθρων 205 και 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, και οι υπόλοιπες για κατοχή, προμήθεια και χρήση ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, ηρωίνης εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, (Υπόθεση Αρ. 10746/2004), ημερομηνίας 28/6/2004, με την οποία αποφασίστηκε η παραπομπή της σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου στις 15/10/2004, για την 1η κατηγορία, έφεση στηριζόμενη στον περί Ποινικής Δικονομίας (Τροποποιητικό) Νόμο του 2001, Ν. 14(Ι)/2001, ο οποίος τροποποίησε το Άρθρο 137 του βασικού νόμου με την προσθήκη του Άρθρου 137Α.
Γ. Μυλωνάς, για την Eφεσείουσα.
Α. Κανναουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Η εφεσείουσα παραπέμφθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο σε δίκη ενώπιον του κακουργιοδικείου, που θα συνεδριάσει στη Λευκωσία στις 15.10.2004. Η εφεσείουσα αντιμετωπίζει, μαζί με άλλο συγκατηγορούμενο, 12 συνολικά κατηγορίες. Στην 1η κατηγορείται για ανθρωποκτονία, κατά παράβαση των άρθρων 205 και 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154, και στις υπόλοιπες για κατοχή, προμήθεια και χρήση ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, ηρωίνης.
Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας έδωσε την έγγραφη συγκατάθεση του ώστε να μη διεξαχθεί προανάκριση, σύμφωνα με τον περί Ποινικής Δικονομίας (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμο του 1974 Ν.42/74. Στο εφετήριο διατυπώνονται τρεις λόγοι έφεσης. Με τον 1ο λόγο προσβάλλεται η απόφαση του Δικαστηρίου να παραπέμψει την εφεσείουσα σε δίκη ενώπιον του κακουργιοδικείου αναφορικά με την πρώτη κατηγορία, με τον ισχυρισμό πως δεν υπήρχε ενώπιον του καμία απολύτως μαρτυρία για το τι προκάλεσε το θάνατο του θύματος. Στους υπόλοιπους δύο λόγους έφεσης προβάλλεται η εισήγηση πως το παραπέμπον Δικαστήριο, ενόψει της σοβαρότητας της πρώτης κατηγορίας, δεν έδωσε τη δέουσα προσοχή και δεν αξιολόγησε ορθά τις προσωπικές περιστάσεις της εφεσείουσας, όταν αποφάσιζε να παραμείνει υπό κράτηση μέχρι την ημερομηνία της δίκης. Η εφεσείουσα, καθώς αναφέρθηκε στο Δικαστήριο, είναι από χρόνια χρήστης ναρκωτικών και έχει ένα μικρό παιδί. Ο σύζυγος της εκτίει ποινή φυλάκισης στις κεντρικές φυλακές. Αν η εφεσείουσα παραμείνει υπό κράτηση, τότε το μικρό παιδί θα είναι απροστάτευτο, γιατί δεν υπάρχει συγγενικό πρόσωπο που μπορεί να το αναλάβει.
Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας υπέβαλε προδικαστική ένσταση, με την εισήγηση πως ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος δεν παρέχει δικαίωμα έφεσης από απόφαση Δικαστηρίου, είτε αυτή είναι θετική ή αρνητική, για παραπομπή σε δίκη ενώπιον κακουργιοδικείου. Το ζήτημα ηγέρθη ουσιαστικά από το ίδιο το Δικαστήριο στην προηγούμενη συνεδρία του, στις 19.7.2004, όταν ξεκίνησε τη διαδικασία για την εξέταση αιτήματος της εφεσείουσας για νομική αρωγή, η οποία και παραχωρήθηκε από εμάς σήμερα.
Ο δικηγόρος της εφεσείουσας υποστηρίζει πως υπάρχει δικαίωμα έφεσης, το οποίο δόθηκε για πρώτη φορά από τον περί Ποινικής Δικονομίας (Τροποποιητικό) Νόμο του 2001, Ν.14(I)/2001, ο οποίος τροποποίησε το άρθρο 137 του βασικού νόμου με την προσθήκη του άρθρου 137Α, που έχει ως εξής:
«137Α. Κάθε απόφαση δικαστηρίου που εκδίδεται δυνάμει των άρθρων 17, 48 ή 93(θ) η οποία είτε διατάσσει τη φυλάκιση του κατηγορουμένου ή διατάσσει την απόλυσή του, υπόκειται σε έφεση και εφαρμόζονται, ρητουμένων των αναλογιών, οι διατάξεις των εδαφίων (2) και (4) του άρθρου 132 και των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 137, αναλόγως της περιπτώσεως.»
Η θέση του δικηγόρου της εφεσείουσας είναι πως το άρθρο αυτό καλύπτει και την ουσία της απόφασης του παραπέμποντος Δικαστηρίου, την κρίση του δηλαδή να παραπέμψει ή όχι τον κατηγορούμενο σε δίκη ενώπιον του κακουργιοδικείου, καθώς επίσης και την απόφαση να διατάξει τη φυλάκιση μέχρι τη δίκη ή την απόλυση του κατηγορουμένου.
Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση του δικηγόρου της εφεσείουσας. Ορθή, κατά την άποψη μας, είναι η θέση του δικηγόρου της Δημοκρατίας. Οι διατάξεις του επίμαχου άρθρου είναι ρητές. Άπτονται μόνο του μέρους που αφορά στην κρίση του Δικαστηρίου, που εκφράζεται μετά την απόφαση για παραπομπή του κατηγορούμενου σε δίκη ενώπιον του κακουργιοδικείου, κατά πόσο δηλαδή θα παραμείνει υπό κράτηση ή θα απολυθεί. Έτσι, παρέχεται τώρα το δικαίωμα στον κατηγορούμενο και στην εισαγγελία να αμφισβητήσουν αυτό το μέρος της απόφασης του Δικαστηρίου, που αφορά στο θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας.
Ενόψει της απόφασής μας, σχετικά με τον πρώτο λόγο έφεσης, οι υπόλοιποι δύο αποτυγχάνουν ως συνέπεια της κρίσης μας αυτής, κάτι που δέχθηκε και ο δικηγόρος της εφεσείουσας κατά την αγόρευσή του. Το παιδί της εφεσείουσας βρίσκεται σε καλά χέρια. Το ανέλαβαν οι υπηρεσίες του Γραφείου Ευημερίας.
Η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.