ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 2 ΑΑΔ 315
21 Ιουνίου, 1999
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΕΥΑΓΟΡΑ ΙΩΑΝΝΟΥ,
Eφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Eφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Aρ. 6558)
Αμελής οδήγηση — Κατά παράβαση των Άρθρων 8 και 19 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου 86/72 — Απόφραξη πορείας μοτοσικλέτας από το προπορευόμενο σκυβαλοφόρο όχημα του εφεσείοντα το οποίο διασταύρωσε διαγωνίως λεωφόρο, με αποτέλεσμα τον θανάσιμο τραυματισμό του μοτοσικλετιστή — Επικύρωση της καταδίκης για αμελή οδήγηση κατ' έφεση.
Ποινική Δικονομία — Κατηγορητήριο — Τροποποίηση κατηγορητηρίου — Προσθήκη νέας κατηγορίας και καταδίκη κατηγορουμένου στην κατηγορία αυτή — Ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος Κεφ. 155, Άρθρο 85(4).
Ο εφεσείων αντιμετώπισε κατηγορία βάσει του Άρθρου 210 του Ποινικού Κώδικα, όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 111/89.
Ο εφεσείων ήταν ο οδηγός του σκυβαλοφόρου οχήματος του Δήμου Λεμεσού ενώ δύο εργάτες μάζευαν τα σκουπίδια από τη Λεωφόρο Φραγκλίνου Ρούσβελτ. Το σκυβαλοφόρο βρισκόταν στη λωρίδα με ανατολική κατεύθυνση και ήταν σταθμευμένο στην αριστερή πλευρά του δρόμου σε εισδοχή για τη στάθμευση Λεωφορείων. Στη συνέχεια ο εφεσείων οδηγώντας διαγώνια διασταύρωσε τη Λεωφόρο για να στρίψει δεξιά προς το εργοστάσιο της ΚΕΟ από σημείο που δεν υπάρχει διαχωριστική νησίδα και επιτρέπεται η στροφή προς τα δεξιά. Με αυτό τον τρόπο οδήγησης έκλεισε την πορεία του θύματος που οδηγούσε τη μοτοσικλέτα του στη μεσαία λωρίδα πίσω από το σκυβαλοφόρο, με αποτέλεσμα τη σύγκρουση της μοτοσικλέτας στο μπροστινό δεξιό μέρος του σκυβαλοφόρου, σε ένα σημείο περίπου στο μέσο της δεξιάς λωρίδας, σε σχέση με την κατεύθυνση και των δύο οχημάτων λίγο πριν τη διαχωριστική νησίδα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως αποδείκτηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του εφεσείοντα και τον κάλεσε σε απολογία. Ο ίδιος όμως επέλεξε να μην πει τίποτα και δεν κάλεσε οποιαδήποτε μαρτυρία. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα πως δεν αποδείκτηκαν τα συστατικά στοιχεία της κατηγορίας που δημιουργεί το Άρθρο 210 του Ποινικού Κώδικα. Εφάρμοσε όμως τις διατάξεις του Άρθρου 85(4) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου προσθέτοντας στο κατηγορητήριο κατηγορία για αμελή οδήγηση, κατά παράβαση των Άρθρων 8 και 19 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου 86/72, στην οποία και καταδίκασε τον εφεσείοντα.
Η έφεση επικεντρώθηκε σε δύο βασικά σημεία:
(α) η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσείων επέδειξε οποιαδήποτε αμέλεια είναι λανθασμένη, και
(β) επηρεάστηκε δυσμενώς η υπεράσπιση από την πρόσθεση της κατηγορίας, κάτι που δεν έλαβε υπόψη το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την έφεση αποφάνθηκε ότι:
1. Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα, όπως τα περιγράψαμε πιο πάνω, αποδεικνύουν πως ο εφεσείων ανεπίτρεπτα διασταύρωσε διαγωνίως τη λεωφόρο ενώ βρισκόταν στην αριστερή της πλευρά, με σκοπό να διασταυρώσει και τις δύο άλλες λωρίδες που χρησιμοποιούνται από την τροχαία κίνηση της αντίθετης κατέυθυνσης, για να μπει στην πάροδο, αποκόπτοντας έτσι την πορεία του θύματος που ερχόταν από πίσω.
2. Ο ίδιος ο εφεσείων επέλεξε, καθώς ήταν δικαίωμα του, να μη προβάλει οποιαδήποτε υπεράσπιση στο Δικαστήριο. Η μαρτυρία της κατηγορούσας αρχής είχε ήδη προσαχθεί, ενώ ο δικηγόρος του ήταν ασφαλώς ενήμερος των διατάξεων του Άρθρου 85(4) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Per Curiam: Η ένοχη συμπεριφορά του εφεσείοντα, όπως αποδείκτηκε με τη μαρτυρία, ήταν τέτοιου βαθμού που να εμπίπτει στα συστατικά στοιχεία του αδικήματος, που δημιουργεί το Άρθρο 210 του Ποινικού Κώδικα.
Έφεση εναντίον Kαταδίκης.
Έφεση εναντίον της καταδίκης από το Xριστάκη Eυαγόρα Iωάννου, ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 7 Iουλίου 1998, από το Eπαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού (Ποινική Yπόθεση Aρ. 4931/96) στην κατηγορία της αμελούς οδήγησης κατά παράβαση των Άρθρων 8 και 19 του περί Mηχανοκινήτων Oχημάτων και Tροχαίας Kινήσεως Nόμου 86/72 και καταδικάστηκε από Δημητριάδου, E.Δ., σε χρηματική ποινή £400 και στέρηση της άδειας οδήγησης για 30 μέρες.
Γ. Λουκαΐδης, για τον Eφεσείοντα.
Στ. Τσιβιτανίδου-Κίζη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
Ex tempore
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων αντιμετώπισε κατηγορία βάσει του άρθρου 210 του Ποινικού Κώδικα, όπως τροποποιήθηκε με το Ν.111/89, για το ότι στις 4.4.95 ενώ οδηγούσε το σκυβαλοφόρο όχημα XU855, στην οδό Φραγκλίνου Ρούσβελτ στη Λεμεσό επέφερε το θάνατο στο Χρ.Θεμιστοκλέους λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης ή συμπεριφοράς κατά την οδήγηση του οχήματος.
Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως παρουσιάστηκαν από τους μάρτυρες της κατηγορούσας αρχής, και που καθαρά διαπιστώνονται από το επί κλίμακος σχέδιο, που ετοίμασε και παρουσίασε στο Δικαστήριο ο εξεταστής του ατυχήματος, είναι τα ακόλουθα: Ο εφεσείων ήταν ο οδηγός του σκυβαλοφόρου οχήματος του Δήμου Λεμεσού ενώ δυο εργάτες μάζευαν τα σκύβαλα από τη λεωφόρο Φραγκλίνου Ρούσβελτ. Η λεωφόρος χωρίζεται στη μέση με νησίδες. Κάθε πλευρά της έχει δυο λωρίδες για την τροχαία κίνηση. Ο εφεσείων πήγαινε με ανατολική διεύθυνση, με σκοπό να στρίψει δεξιά προς το εργοστάσιο της ΚΕΟ. Στο σημείο που βρισκόταν υπήρχε εισδοχή, άνοιγμα του δρόμου για τη στάθμευση λεωφορείων. Απέναντι από αυτό το άνοιγμα δεν υπήρχε διαχωριστική νησίδα, γιατί από εκεί επιτρέπεται η στροφή δεξιά, προς το εργοστάσιο της ΚΕΟ. Οι οδηγοί όμως που οδηγούν με ανατολική διεύθυνση, και προτίθενται να στρίψουν δεξιά, υποχρεώνονται, με τόξο στην άσφαλτο, να πάρουν τη δεξιά λωρίδα του δρόμου. Το σκυβαλοφόρο ήταν σταθμευμένο σ΄αυτή την εισδοχή, και οι εργάτες μάζευαν τα σκύβαλα της περιοχής. Αφού τέλειωσαν σ΄εκείνο το σημείο ο εφεσείων ξεκίνησε το όχημα και οδηγώντας διαγωνίως διασταύρωσε τη λεωφόρο για να μπει στο δρόμο που οδηγεί προς την ΚΕΟ. Μ΄αυτό το τρόπο είχε διασταυρώσει τις δυο λωρίδες της αριστερής πλευράς της λεωφόρου, σε σχέση με την πορεία του, και προχωρούσε να διασταυρώσει και τις δυο λωρίδες που χρησιμοποιούνται από την τροχαία κίνηση της αντίθετης κατεύθυνσης. Την ίδια ώρα το θύμα οδηγούσε τη μοτοσικλέτα του SQ966 στη μεσαία λωρίδα πίσω από το σκυβαλοφόρο. Με τον τρόπο οδήγησης, που περιγράψαμε αμέσως πιο πάνω, ο εφεσείων έκλεισε την πορεία του θύματος, που συγκρούστηκε στο μπροστινό δεξιό μέρος του σκυβαλοφόρου, σε ένα σημείο περίπου στο μέσο της δεξιάς λωρίδας, σε σχέση με την κατεύθυνση και των δύο οχημάτων, λίγο πριν από τη διαχωριστική νησίδα.
Βασικός μάρτυρας για την κατηγορούσα αρχή ήταν ο ένας από τους εργάτες που μάζευαν τα σκύβαλα, οι οποίοι συνηθίζεται να μεταφέρονται από το σκυβαλοφόρο ιστάμενοι στο πίσω μέρος του, πατώντας σε ειδικά πατήδια και κρατώντας από χειρολαβές. Είπε λοιπόν ο μάρτυρας αυτός πως την ώρα που αποφάσισε ο οδηγός του σκυβαλοφόρου να διασταυρώσει το δρόμο διαγωνίως δεν ερχόταν κανένα όχημα από πίσω τους. Όταν όμως είχαν φτάσει στη μεσαία λωρίδα πρόσεξε τον μοτοσικλετιστή που ερχόταν από απόσταση περίπου 100 μέτρων. Φοβήθηκε σύγκρουση και έβγαλε το δεξί του χέρι δείχνοντας πως θα έστριβαν δεξιά, ενώ ταυτόχρονα του έκανε σήμα να προσπεράσει το σκυβαλοφόρο από τα αριστερά. Ακολούθησε όμως η σύγκρουση.
Η πρωτόδικος δικαστής έκρινε, από τη μαρτυρία που είχε προσκομίσει η κατηγορούσα αρχή, πως αποδείκτηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του εφεσείοντα και, σύμφωνα με το άρθρο 74(1)(γ) της Ποινικής Δικονομίας, τον κάλεσε σε απολογία αφού του επεξήγησε τα δικαιώματα του. Ο ίδιος επέλεξε, καθώς ήταν δικαίωμα του, να μην πει τίποτε και δεν κάλεσε οποιαδήποτε μαρτυρία.
Η δικαστής, αφού ανέλυσε με λεπτομέρεια τη μαρτυρία που είχε ενώπιον της, κατέληξε στο συμπέρασμα πως δεν αποδείκτηκαν τα συστατικά στοιχεία της κατηγορίας που δημιουργεί το άρθρο 210 του Ποινικού Κώδικα. Έκρινε πως η συμπεριφορά στην οδήγηση του εφεσείοντα δεν ήταν αλόγιστη, απερίσκεπτη ή επικίνδυνη. Εφάρμοσε όμως τις διατάξεις του άρθρου 85(4) της Ποινικής Δικονομίας προσθέτοντας στο κατηγορητήριο κατηγορία για αμελή οδήγηση, κατά παράβαση του άρθρου 8 και 19 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου 86/72, στην οποία και καταδίκασε τον εφεσείοντα.
Ο δικηγόρος του εφεσείοντα ήγειρε δυο βασικά σημεία. Εισηγήθηκε (α) πως η κρίση της πρωτόδικου δικαστή, ότι ο εφεσείων επέδειξε οποιαδήποτε αμέλεια, είναι εσφαλμένη, και (β) πως επηρεάστηκε δυσμενώς η υπεράσπιση από την πρόσθεση της κατηγορίας, κάτι που δεν έλαβε υπόψη η δικαστής.
Δεν καλέσαμε τη δικηγόρο της Δημοκρατίας να αγορεύσει γιατί κρίναμε την έφεση ολωσδιόλου αβάσιμη. Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα, όπως τα περιγράψαμε πιο πάνω, αποδεικνύουν πως ο εφεσείων ανεπίτρεπτα διασταύρωσε διαγωνίως τη λεωφόρο ενώ βρισκόταν στην αριστερή της πλευρά, με σκοπό να διασταυρώσει και τις άλλες δύο λωρίδες που χρησιμοποιούνται από την τροχαία κίνηση της αντίθετης κατεύθυνσης, για να μπει στην πάροδο, αποκόπτοντας έτσι την πορεία του θύματος που ερχόταν από πίσω. Στο σημείο αυτό να αναφέρουμε πως, σύμφωνα με τη μαρτυρία του αστυνομικού που πήγε στη σκηνή του δυστυχήματος, ο εφεσείων του είπε πως δεν είδε καθόλου το θύμα, που ερχόταν από πίσω.
Το άλλο παράπονο του δικηγόρου του εφεσείοντα είναι πως επηρεάστηκε στην υπεράσπιση του από την απόφαση της δικαστού να προσθέσει στο κατηγορητήριο κατηγορία για αμελή οδήγηση, και να τον καταδικάσει σ' αυτή. Επεξηγώντας τη θέση του είπε πως όταν κλήθηκε ο εφεσείων σε απολογία στην κατηγορία, βάσει του άρθρου 210, δεν ήταν δυνατό να προβλέψει, σ' εκείνο το στάδιο, πως το Δικαστήριο θα πρόσθετε στο τέλος της υπόθεσης κατηγορία για αμελή οδήγηση.
Έχουμε την άποψη πως η πιο πάνω επιχειρηματολογία του δικηγόρου του εφεσείοντα δεν προωθεί τη θέση του για επηρεασμό της υπεράσπισης του. Ο ίδιος επέλεξε, καθώς ήταν δικαίωμα του, να μην προβάλει οποιαδήποτε υπεράσπιση στο Δικαστήριο. Η μαρτυρία της κατηγορούσας αρχής είχε ήδη προσαχθεί, ενώ ο δικηγόρος ήταν ασφαλώς ενήμερος των διατάξεων του άρθρου 85(4).
Ένα μικρό σχόλιο προτού τελειώσουμε. Έχουμε τη γνώμη πως με τη μαρτυρία που προσκομίστηκε αποδείκτηκε πως ο εφεσείων επέδειξε ένοχη συμπεριφορά στην οδήγηση τέτοιου βαθμού που να εμπίπτει στα συστατικά στοιχεία του αδικήματος, που δημιουργεί το άρθρο 210 του Ποινικού Κώδικα.
Η έφεση απορρίπτεται.
H έφεση απορρίπτεται.