ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 2 ΑΑΔ 1
12 Iανουαρίου, 1999
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΣΤΕΛΙΟΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΤΤΟΥΝΙΑΣ,
Eφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Eφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 6606)
Ποινή — Εξασφάλιση αγαθών με ψευδείς παραστάσεις κατά παράβαση των Άρθρων 297 και 298 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 — Μία προηγούμενη καταδίκη — Λήφθηκαν υπόψη οκτώ παρόμοιας φύσεως υποθέσεις — Εφεσείων πατέρας δύο ανήλικων παιδιών, νυμφευμένος με αλλοδαπή η οποία δεν εργάζεται — Επιβολή ποινής φυλάκισης 12 μηνών — Χαρακτηρίσθηκε επιεικής, αλλά επικυρώθηκε κατ' έφεση.
Ποινή — Ποινή έκδηλα υπερβολική — Πρέπει να αποδίδεται η πραγματική έννοια και σημασία στον όρο «έκδηλα υπερβολική», βασικό και απαραίτητο στοιχείο για να έχει ορατή επιτυχία η έφεση κατά της ποινής ως έκδηλα υπερβολικής.
Στις 4.2.94 ο εφεσείων αγόρασε από τα καταστήματα της εταιρείας Κ. Παπαβασιλείου Λτδ., ένα αρμόνιο με μετασχηματιστή, αξίας £190,73 σεντ και πλήρωσε με επιταγή της Ελληνικής Τράπεζας, γνωρίζοντας πως δεν μπορούσε να τιμηθεί η επιταγή του, γιατί δεν είχε χρήματα στο λογαριασμό του. Το πρωτόδικο Δικαστήριο του επέβαλε ποινή φυλάκισης 12 μηνών. Στην επιμέτρηση της ποινής λήφθηκαν υπόψη και οκτώ παρόμοιας φύσεως υποθέσεις καθώς επίσης και οι προσωπικές του περιστάσεις.
Σε έφεση κατά της ποινής ως έκδηλα υπερβολικής, ο συνήγορός του υποστήριξε ότι, επειδή ο εφεσείων παρουσιάστηκε αυτοπροσώπως στο πρωτόδικο Δικαστήριο, οι προσωπικές του περιστάσεις δεν τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου για να ληφθούν υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής.
Το Εφετείο αποφάνθηκε ότι:
1) ο εφεσείων ανέφερε τις προσωπικές του περιστάσεις ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και
2) η επιβληθείσα ποινή όχι μόνο δεν ήταν η αρμόζουσα αλλά ήταν και αρκούντως επιεικής.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Έφεση εναντίον Ποινής.
Έφεση εναντίον της ποινής από το Στέλιο Σωτηρίου Tτουνιά, ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 10 Σεπτεμβρίου 1998, από το Eπαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας (Ποινική Yπόθεση Aρ. 15601/98) στην κατηγορία της εξασφάλισης αγαθών με ψευδείς παραστάσεις, κατά παράβαση των Άρθρων 297 και 298 του Ποινικού Kώδικα, Kεφ. 154 και καταδικάστηκε από Mαλαχτό, E.Δ., σε ποινή φυλάκισης 12 μηνών.
Μεν. Κυπριανού με Ν. Παπανικολάου, για τον Eφεσείοντα.
Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων καταδικάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας σε 12 μήνες φυλάκιση, μετά από παραδοχή του σε κατηγορία για εξασφάλιση αγαθών με ψευδείς παραστάσεις, κατά παράβαση των άρθρων 297 και 298 του Ποινικού Κώδικα Κεφ.154. Τα γεγονότα της υπόθεσης ήταν τα ακόλουθα: στις 4.2.94 επεσκέφθη τα καταστήματα της εταιρείας Κ. Παπαβασιλείου Λτδ., από όπου πήρε ένα αρμόνιο με μετασχηματιστή, αξίας £190.73σεντ, πλήρωσε δε με επιταγή επί της Ελληνικής Τράπεζας. Γνώριζε όμως πως δεν μπορούσε να τιμηθεί η επιταγή, γιατί δεν είχε χρήματα στο λογαριασμό του.
Στην επιμέτρηση της ποινής, και με αίτημα του εφεσείοντα, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη και οκτώ άλλες παρομοίας φύσεως κατηγορίες που εκκρεμούσαν εις βάρος του, για αδικήματα που είχαν διαπραχθεί, οι μεν επτά κατά την περίοδο Οκτωβρίου 1993 - Φεβρουαρίου 1994 και η 8η κατηγορία το Σεπτέμβριο του 1997. Ο εφεσείων βαρύνεται και με μια προηγούμενη καταδίκη, όταν στις 10.4.92 του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 10 μηνών για πανομοιότυπο αδίκημα, στο οποίο είχαν ληφθεί υπόψη και άλλες έξι παρομοίας φύσεως υποθέσεις.
Ο συνήγορος του εισηγήθηκε πως η επιβληθείσα από το πρωτόδικο Δικαστήριο ποινή είναι έκδηλα υπερβολική, με βασικό επιχείρημα πως σε τέτοιες υποθέσεις, σε μερικές έκαμε ειδική αναφορά, η ποινή φυλάκισης που επέβαλαν τα Δικαστήρια δεν υπερέβαινε τους έξι μήνες. Είπε επίσης πως ο εφεσείων, που παρουσιάστηκε αυτοπροσώπως στο πρωτόδικο Δικαστήριο, παρέλειψε να αναφέρει ορισμένα ελαφρυντικά στοιχεία που αφορούσαν στις προσωπικές του περιστάσεις όπως π.χ. ότι είναι νυμφευμένος με αλλοδαπή γυναίκα, η οποία δεν εργάζεται, και είναι πατέρας δυο ανήλικων παιδιών.
Οι υποθέσεις στις οποίες αναφέρθηκε ο συνήγορος, για να συγκρίνει τις επιβληθείσες ποινές, αφορούσαν στο αδίκημα της έκδοσης επιταγών άνευ αντικρίσματος, τα στοιχεία του οποίου είναι ολωσδιόλου διαφορετικά από την επίδικη κατηγορία της απόσπασης αγαθών με ψευδείς παραστάσεις, με σκοπό την καταδολίευση.
Είναι φανερό, από τα γεγονότα της υπόθεσης, πως ο εφεσείων επιδιδόταν συστηματικά σ' αυτού του είδους το αδίκημα, και το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε πως είχαν εξαντληθεί τα περιθώρια σοβαρής επιείκειας, ενόψει και του γεγονότος πως βαρυνόταν με προηγούμενη καταδίκη δεκάμηνης φυλάκισης για πανομοιότυπα αδικήματα. Οι προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα ήσαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Είχε αναφέρει ο ίδιος πως ήταν νυμφευμένος με αλλοδαπή, και μάλιστα πως είχε την ατυχία να χάσει τον πεθερό του.
Κρίνουμε πως η έφεση είναι ολωσδιόλου αβάσιμη. Η επιβληθείσα από το πρωτόδικο δικαστήριο ποινή δεν είναι μόνο η αρμόζουσα, αλλά και αρκούντως επιεικής, τόσο που μας προβλημάτισε το ενδεχόμενο να αυξήσουμε τη χρονική περίοδο της φυλάκισης. Αποφασίσαμε όμως να μην παρέμβουμε στην επιείκεια που επέδειξε το πρωτόδικο Δικαστήριο. Αναμένουμε όμως, σε εφέσεις κατά της ποινής, να αποδίδεται η πραγματική έννοια και σημασία στον χρησιμοποιούμενο όρο «έκδηλα υπερβολική», βασικό και απαραίτητο στοιχείο για να έχει ορατή επιτυχία τέτοια έφεση.
Η έφεση απορρίπτεται.
H έφεση απορρίπτεται.