ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:A468
(2015) 1 ΑΑΔ 1436
29 Ιουνίου, 2015
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]
LOUNIC CONFECTIONERY LTD,
Εφεσείοντες,
ν.
ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ (ΑΡ. 1),
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 78/2010)
Έφεση ― Τροποποίηση λόγων έφεσης ― Αίτηση τροποποίησης λόγων έφεσης η οποία καταχωρήθηκε εκπρόθεσμα, δηλαδή, μετά το χρόνο ο οποίος είχε οριστεί προς τούτο από το Δικαστήριο, χωρίς να έχει εξασφαλιστεί στο μεταξύ, παράταση του χρόνου για νομιμοποίησή της ― Απορριπτική κατάληξη ― Υπόμνηση Εφετείου ότι δεν πρέπει να λησμονείται πως οι τασσόμενες προθεσμίες αποτελούν βασικό υποστήριγμα του νομικού μας συστήματος για την πιο αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης.
[Πέραν των ως άνω αναφερομένων τίτλων, η απόφαση διαβάζεται στο σύνολο της.]
Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Μιχαηλίδης ν. Χρίστου (1996) 1 Α.Α.Δ. 1190.
Έφεση - Αίτηση.
Αίτηση για τροποποίηση των λόγων έφεσης στα πλαίσια της Έφεσης εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών Λευκωσίας (Κωνσταντίνου, Δ/στής), (Αίτηση Αρ. 478/2006), ημερομ. 25/1/2010.
Λ. Σιακαλλή (κα), για Τάσσο Παπαδόπουλο & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τους Αιτητές - Εφεσείοντες.
Χ. Ιωάννου, για Χ. Π. Ιωάννου Δ.Ε.Π.Ε., για τον Καθ' ου η Αίτηση - Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Ν. Γιασεμής.
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση αφορά σε απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών. Σύμφωνα δε με το Άρθρο 12(11Α) του περί Ετησίων Αδειών μετ' Απολαβών Νόμου του 1967, (Ν. 8/1967), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί, απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου «υπόκειται σε έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο βάσει οποιουδήποτε λόγου που συνεπάγεται νομικό σημείο μόνο, ...».
Στις 25.6.2014, όταν η έφεση ήταν ορισμένη για ακρόαση, υποδείχθηκε, από το Δικαστήριο, ότι στην Ειδοποίηση Έφεσης περιλαμβάνονταν λόγοι, οι οποίοι δεν αφορούσαν σε αμιγώς νομικά θέματα, όπως προβλέπεται στο πιο πάνω άρθρο. Επομένως, η έφεση δε θα μπορούσε να προχωρήσει σε ακρόαση για εκείνους τους λόγους, χωρίς τη διενέργεια της αναγκαίας προς τούτο τροποποίησης. Υποδείχθηκε, επίσης, ότι, υπό τις περιστάσεις, θα μπορούσε να δοθεί αναβολή της ακρόασης. Αυτό έγινε, συμφωνούντων των συνηγόρων και των δύο πλευρών, του συνηγόρου του εφεσίβλητου, μάλιστα, εισηγούμενου όπως τα έξοδα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα στην έφεση, αλλά, εν πάση περιπτώσει, να μην είναι εναντίον της πλευράς που αυτός εκπροσωπεί.
Τελικώς, η ακρόαση της έφεσης αναβλήθηκε, προκειμένου η συνήγορος των εφεσειόντων να μελετήσει το ενδεχόμενο υποβολής αίτησης για τροποποίηση της Ειδοποίησης Έφεσης. Η υπόθεση θα οριζόταν για οδηγίες το Σεπτέμβριο και οι συνήγοροι θα ειδοποιούνταν, σχετικά, από τον Πρωτοκολλητή. Έτσι, η υπόθεση ορίστηκε για οδηγίες στις 24.9.2014. Εκείνην την ημέρα, διαπιστώθηκε πως δεν είχε καταχωριστεί αίτηση για τροποποίηση της Ειδοποίησης Έφεσης και ότι, σύμφωνα με την ενημέρωση από τη συνήγορο, το θέμα βρισκόταν, ακόμα, υπό μελέτη. Για το λόγο αυτό, ζητήθηκε περαιτέρω χρόνος, ώστε να καταχωρείτο η αίτηση για τροποποίηση. Στις 24.10.2014, που ήταν, ξανά, ορισμένη η υπόθεση για οδηγίες, διαπιστώθηκε, και πάλιν, πως δεν είχε καταχωριστεί η αναμενόμενη αίτηση. Η υπόθεση αναβλήθηκε και ορίστηκε στις 25.11.2014, για τον ίδιο πιο πάνω σκοπό, με τη συγκατάθεση, όπως και πριν, του συνηγόρου του εφεσίβλητου. Σύμφωνα δε με τις δοθείσες οδηγίες, έπρεπε να καταχωριστούν: η αίτηση για τροποποίηση σε δέκα ημέρες και η ένσταση, αν υπήρχε, μέχρι την επόμενη ημερομηνία που είχε οριστεί η υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου.
Οι επόμενες δύο αναβολές της υπόθεσης δόθηκαν, λόγω κωλυμάτων που αντιμετώπιζε το Δικαστήριο, οπότε η υπόθεση κατέληξε να είναι ορισμένη για οδηγίες στις 19.2.2015. Την ημέρα εκείνη, διαπιστώθηκε ότι είχε, στο μεταξύ, στις 26.1.2015, καταχωριστεί η αίτηση για τροποποίηση της Ειδοποίησης Έφεσης, ακολουθούμενη από ειδοποίηση ένστασης, η οποία καταχωρίστηκε στις 11.2.2015. Εδώ, θα πρέπει να σημειωθεί πως η συγκατάθεση, κάθε φορά, της πλευράς του εφεσίβλητου στις αναβολές που είχαν προηγουμένως ζητηθεί εκ μέρους των εφεσειόντων, δε σήμαινε πως αυτή θα συγκατατίθετο και στην έγκριση της αίτησης για τροποποίηση, η οποία βρισκόταν, πλέον, ενώπιον του Δικαστηρίου.
Η υπό αναφορά αίτηση ορίστηκε, τελικώς, για ακρόαση στις 25.5.2015, σχεδόν ένα χρόνο μετά που είχε εντοπιστεί η ανάγκη για τροποποίηση της Ειδοποίησης Έφεσης, και ακούστηκε, αφού η κάθε πλευρά είχε καταθέσει εκ των προτέρων το περίγραμμα αγόρευσής της. Ένας από τους δύο λόγους που εγείρονται με την ένσταση έχει στο επίκεντρό του την καθυστέρηση, η οποία έχει σημειωθεί στην καταχώριση της αίτησης για τροποποίηση. Κατά το συνήγορο του εφεσίβλητου, η καθυστέρηση αυτή συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας. Με τον άλλο λόγο ένστασης, προβάλλεται η θέση ότι, εν πάση περιπτώσει, η αίτηση για τροποποίηση καταχωρίστηκε εκπρόθεσμα, δηλαδή, μετά το χρόνο ο οποίος είχε οριστεί προς τούτο από το Δικαστήριο, χωρίς να έχει εξασφαλιστεί, στο μεταξύ, παράταση του χρόνου για νομιμοποίησή της. Η συνήγορος των εφεσειόντων δεν τοποθετήθηκε σε σχέση με την ένσταση αυτή.
Όπως διαπιστώνεται από τα πιο πάνω γεγονότα, υπήρξε, πράγματι, καθυστέρηση στην καταχώριση της υπό εξέταση αίτησης. Σε καμιά, όμως, περίπτωση, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η προώθησή της συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας· ιδιαίτερα, με δεδομένο ότι ο χρόνος που είχε, σε κάθε περίπτωση, δοθεί ήταν με τη συγκατάθεση του ιδίου του συνηγόρου του εφεσίβλητου, καθώς, επίσης, με την έγκριση του Δικαστηρίου. Δε συνέβηκε, όμως, το ίδιο και με την καταχώριση της αίτησης για τροποποίηση. Αυτή, όταν καταχωρίστηκε, στις 26.1.2015, ήταν εκπρόθεσμη και η κατάσταση παραμένει ως είχε τότε, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει, στην ουσία, νόμιμο ένδικο διάβημα ενώπιον του Δικαστηρίου. Συναφής προς το θέμα αυτό είναι και η παρατήρηση στην υπόθεση Μιχαηλίδης ν. Χρίστου (1996) 1 Α.Α.Δ. 1190, σελίδα 1192, ότι:-
«Δεν πρέπει να λησμονείται ότι οι τασσόμενες προθεσμίες αποτελούν βασικό υποστήριγμα του νομικού μας συστήματος για την πιο αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης.»
Επομένως, η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων. Αυτά να καταβληθούν με το πέρας της έφεσης, αφού υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.