ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2015:A122

(2015) 1 ΑΑΔ 346

20 Φεβρουαρίου, 2015

 

[ΠΑΝΑΓΗ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]

 

ΜΑΡΙΑ ΚΩΣΤΑ ΦΙΛΙΠΠΟΥ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΧΑΤΖΗΑΝΔΡΕΑ ΣΥΖΥΓΟΥ ΚΩΣΤΗ ΛΟΪΖΟΥ (ΜΕΝΟΥ),

 

Εφεσείουσα - Ενάγουσα,

 

ν.

 

1. ΜΙΧΑΗΛ ΣΑΒΒΑ ΣΑΟΥΡΟΥ,

2. ΚΩΣΤΑ ΣΑΒΒΑ ΣΑΟΥΡΟΥ,

 

Εφεσιβλήτων - Eναγομένων,

 

Και ως ετροποποιήθη δυνάμει Διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 2/11/2010

 

ΜΑΡΙΑ ΚΩΣΤΑ ΦΙΛΙΠΠΟΥ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΧΑΤΖΗΑΝΔΡΕΑ ΣΥΖΥΓΟΥ ΚΩΣΤΗ ΛΟΪΖΟΥ (ΜΕΝΟΥ),

 

Εφεσείουσα - Ενάγουσα,

 

ν.

 

1. ΜΙΧΑΗΛ ΣΑΒΒΑ ΣΑΟΥΡΟΥ,

2. ΚΩΣΤΑ ΣΑΒΒΑ ΣΑΟΥΡΟΥ,

3. ΜΙΧΑΗΛ ΣΑΒΒΑ ΣΑΟΥΡΟΥ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΟΥ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΑΝΔΡΙΑΝΑΣ (αλλωσ Ανδριανησ) ΚΩΣΤΗ ΛΟΪΖΟΥ,

 

Εφεσιβλήτων - Eναγομένων.

 

(Πoλιτική Έφεση Αρ. 89/2013)

 

 

Πολιτική Δικονομία ― Αίτηση τροποποίησης ― Έφεση εναντίον πρωτόδικης απορριπτικής απόφασης σε αίτηση τροποποίησης έκθεσης απαίτησης ― Επιτρεπτική κατάληξη ― Ο Εναγόμενος 3 προσετέθη ως διάδικος με απόφαση που δεν εφεσιβλήθηκε και δια της επίδικης αίτησης, επιδιωκόταν ακριβώς η τροποποίηση που επεξηγούσε και τον τοποθετούσε δικογραφικά ως προς την ευθύνη αποθανούσας, την περιουσία της οποίας αντιπροσώπευε.

 

Πολιτική Δικονομία ― Αίτηση προσθήκης διαδίκου ― Εκείνο που πρωτοδίκως εξετάζεται διά της αίτησης είναι κατά πόσο ο προτεινόμενος εναγόμενος είναι αναγκαίος διάδικος.

 

Η Εφεσείουσα-Ενάγουσα ήγειρε αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ως διαχειρίστρια της περιουσίας της αποβιωσάσης Μαρίας Χ"Ανδρέου, συζύγου Κωστή Λοΐζου, με την οποία επεδίωκε την ακύρωση της μεταβίβασης εγγραφής συγκεκριμένου ακινήτου που έγινε στο όνομα των εφεσιβλήτων.

 

Η Ενάγουσα-Εφεσείουσα παρουσιάζεται στην αγωγή ως Διαχειρίστρια της περιουσίας της αποβιωσάσης.

 

Στο ίδιο δικόγραφο καταγράφεται μακρύς κατάλογος συγγενών-κληρονόμων της αποβιωσάσης. Στη συνέχεια γίνεται αναφορά σε συνθήκες μεταβίβασης του ακινήτου το οποίο ήταν αρχικά εγγεγραμμένο στο όνομα της αποβιωσάσης, και τελικά μεταβιβάστηκε «δυνάμει κατ' ισχυρισμόν δόλου επ' ονόματι της θυγατέρας και μίας των κληρονόμων της αποβιωσάσης Ανδριανής Κώστα Λοΐζου».

 

Η εν λόγω Ανδριανή ομοίως απεβίωσε και ενώ το αρχικό κλητήριο δεν την περιλάμβανε ως διάδικο (ούτε τον διαχειριστή της περιουσίας αυτής), ωστόσο περιείχε λεπτομέρειες δόλου και/ή ψευδών παραστάσεων εκ μέρους της.

 

Οι Εναγόμενοι 1 και 2, οι οποίοι αρχικά ήσαν οι μόνοι που ενάγονταν, είναι τα άτομα στα οποία μεταβιβάστηκε, δυνάμει δωρεάς από την Ανδριανή, το εν λόγω ακίνητο. (Οι εναγόμενοι 1 και 2 ήσαν τα τέκνα της Ανδριανής). Ακολουθεί στη δικογραφία η έκθεση λεπτομερειών δόλου και/ή απάτης των Εναγομένων 1 και 2 και το παρακλητικό με το οποίο επιδιώκεται η ακύρωση της μεταβίβασης.

 

Πριν από την καταχώρηση της παρούσας έφεσης που αφορά έφεση της εφεσείουσας-ενάγουσας εναντίον ενδιάμεσης απόφασης του Δικαστηρίου, με την οποία απερρίφθη αίτηση αυτής, για τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης, μεσολάβησαν διάφορα άλλα δικονομικά διαβήματα.

 

Στις 5/1/2010, Εφεσίβλητοι 1 και 2 (Εναγόμενοι 1 και 2) με άλλη Αίτηση τους στο Επαρχιακό Δικαστήριο, ζήτησαν «όπως η εν τίτλω αγωγή στην έκταση που στρέφεται εναντίον της συγκεκριμένης κληρονόμου χωρίς αυτή να ενάγεται για ψευδείς παραστάσεις και δόλο, να διαγραφεί».

 

Η εν λόγω αίτηση απορρίφθηκε μεν από το Επαρχιακό Δικαστήριο στις 23/2/2010, όμως το Εφετείο στην Π.Ε.62/2010, ημερ. Αποφ. 3/10/2012, αποφάσισε τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης με αποτέλεσμα να εκδοθεί διάταγμα διαγραφής των παραγράφων 4-7 της Έκθεσης Απαίτησης που αφορούσε ακριβώς την παράθεση του δόλου και των λεπτομερειών δόλου της εν λόγω Ανδριανής.

 

Στο μεσοδιάστημα, οι δικηγόροι της Ενάγουσας αιτήθηκαν την τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης και την προσθήκη ως Εναγόμενου 3, του Διαχειριστή της περιουσίας της εν λόγω Ανδριανής.   Το Επαρχιακό Δικαστήριο, κατόπιν ακρόασης της αίτησης, διέταξε την προσθήκη του Εναγομένου 3. Η απόφαση αυτή δεν εφεσιβλήθηκε και κατά τον Νοέμβριο του 2010 καταχωρήθηκαν σχετικά τροποποιημένα δικόγραφα.

 

Η υπό κρίση αίτηση  για τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης όπως υποστήριξε, η πλευρά της Εφεσείουσας, ήταν αναγκαία «γιατί τώρα ο Διαχειριστής της περιουσίας της Ανδριανής Κωστή Λοΐζου ήταν ήδη διάδικος εις την αγωγή και οι παράγραφοι 4Α, 5Α, 6Α και 7Α ήσαν αναγκαίες δια να συνδέουν τα γεγονότα και επίδικα θέματα με όλους τους Εναγόμενους και ειδικότερα με την Εναγομένη 3 διά την οποίαν ως διάδικον πλέον μπορούσαν να της αποδίδονται και δόλος και/ή ψευδείς παραστάσεις και εν πάση περιπτώσει ενέργειες δια των οποίων επέτυχε την εγγραφή του επίδικο ακινήτου από το όνομα της αποβιωσάσης μητέρας της εις το όνομα της και την εν συνεχεία μεταβίβαση αυτού εις το όνομα των Εναγομένων 1 και 2».

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η εν λόγω αίτηση δεν στοιχειοθετείτο και την απέρριψε. Το σκεπτικό της απόφασης του αναφέρεται πιο κάτω, στα εκ του Εφετείου αποφασισθέντα.

 

Η έφεση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

α)  Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα και αυθαίρετα απεφάσισε να απορρίψει την εν λόγω Αίτηση.

 

β)  Ένας από τους λόγους για τους οποίους δεν είχε συμπεριληφθεί από την αρχή ως Διάδικος Διαχειριστής της περιουσίας και/ή προσωπικός αντιπρόσωπος της Ανδριανής Κωστή Λοΐζου ήταν το γεγονός ότι δεν είχε γίνει Διαχείριση της περιουσίας της και δεν υπήρχε Διαχειριστής.

γ)     Το πρωτόδικο Δικαστήριο παραγνώρισε ότι ο Εναγόμενος 3 ήταν ήδη διάδικος με απόφαση ημ. 2/11/2010, η οποία εξεδόθη κατόπιν ακρόασης και δεν εφεσιβλήθηκε.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Με την αίτηση ζητείτο ουσιαστικά «επαναφορά» των διαγραφέντων παραγράφων έχοντας πια ως δεδομένο την ύπαρξη ως διάδικου του Εναγομένου 3 ως Διαχειριστή της περιουσίας της Ανδριανής.

 

2.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο διέπραξε ουσιώδη λάθη. Θεώρησε ουσιαστικά ότι το Εφετείο στην πιο πάνω απόφαση του, διέγραψε την απαίτηση της εν λόγω Ανδριανής, ως μη έχουσα δυνατότητα να πάρει την μορφή απαίτησης επειδή δεν προηγήθηκε η παραχώρηση εγγράφων διαχειρίσεων της περιουσίας της.

 

3.  Συγκεκριμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρει ότι το Εφετείο με την απόφαση του «εθεώρησε δυνάμει της Δ.27 θ.2 και 3 ότι δεν αποκαλύπτεται εύλογη αιτία αγωγής εναντίον της Ανδριανής ...».  Αυτή η θεώρηση του ήταν εμφανώς λανθασμένη.

 

4.  Το Εφετείο, ακριβώς, θεώρησε ότι οι σχετικές παράγραφοι ήταν επιβλαβείς για τους Εναγόμενους 1 και 2 διότι η Ανδριανή (ή ο Διαχειριστής της περιουσίας της) δεν εμφαίνετο στη δικογραφία που ήταν αντικείμενο της έφεσης τότε ως διάδικος.

 

5.  Προκύπτει  σαφώς από την εν λόγω απόφαση του Εφετείου, ότι το Εφετείο δεν θα μπορούσε να απορρίψει απαίτηση εναντίον ατόμου που, ενώπιον του, δεν ήταν καν διάδικος, ούτε βέβαια ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο που εξεδόθη η εκκαλούμενη, με την έφεση 62/2010, απόφαση.

 

6.  Εξάλλου μόνον η ύπαρξη κάποιου ως διαδίκου, αποτελεί προϋπόθεση για την όποια διεκδίκηση και συνεπώς με την απόρριψη της διεκδίκησης του.

 

7.  Είναι γεγονός ότι η διαταγή για διαγραφή όπως προκύπτει από την εφετειακή απόφαση (3/10/12) ήταν μεταγενέστερη της απόφασης για τροποποίηση της αγωγής δια της προσθήκης ως Εναγομένου 3 του Διαχειριστή της περιουσίας της αποβιωσάσης Ανδριανής.

 

8.  Η παράλληλη αυτή πορεία στο Eφετείο με ένα δικόγραφο και στο Επαρχιακό με άλλο μεταγενέστερα, δεν φαίνεται να απασχόλησε τους διάδικους. Ήταν όντως μια επιπλοκή που οι διάδικοι δεν ξεκαθάρισαν ως όφειλαν.

 

9.  Παρέμενε ωστόσο ακλόνητο δεδομένο ότι ο Εναγόμενος 3, προσετέθη ως διάδικος με απόφαση που δεν εφεσιβλήθηκε και διά της επίδικης αίτησης επιδιωκόταν ακριβώς η τροποποίηση που «επεξηγεί» και τον τοποθετεί δικογραφικά ως προς την ευθύνη της Ανδριανής, την περιουσία της οποίας αντιπροσωπεύει.

 

10. Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε και ως προς την ερμηνεία των συγγραμμάτων και αυθεντιών που παρέθεσε ως προς την υπαγωγή των περιστατικών στις ορθές αρχές δικαίου.

 

11. Κατά το χρόνο που έγινε διάδικος ο εναγόμενος 3 με την απόφαση του Δικαστηρίου (που δεν εφεσιβλήθη), υπήρχαν τα έγγραφα διαχείρισης που νομιμοποιούσαν την ενάγουσα να τον καταστήσει διάδικο, οπότε δεν υπεισέρχεται θέμα ακυρότητας της διαδικασίας εναντίον του εναγομένου 3.

 

12. Η πρωτόδικη προσέγγιση διά της εκκαλούμενης απόφασης είχε ως παράδοξο αποτέλεσμα την ίδια τη διαγραφή κατ' ουσίαν του εναγόμενου 3 «ως διάδικου», ενώ υπάρχει αντίθετη απόφαση του Δικαστηρίου που τον καθιστά διάδικο.

 

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα. Δόθηκε άδεια για τροποποίηση.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Σάββα κ.ά. ν. Φιλίππου (2012) 1 Α.Α.Δ. 2141,

 

KNG Autoparts v. Ιωάννου (1996) 1 Α.Α.Δ. 689,

 

Mepa Underwriting Management Ltd κ.ά. ν. Αγροτικής Ανώνυμης Ελληνικής Εταιρείας Γενικών Ασφαλίσεων (1997) 1 Α.Α.Δ. 772.

 

Έφεση.

 

Έφεση από την Ενάγουσα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, (Παπαμιχαήλ, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 6081/2004), ημερομηνίας 14/2/2013.

 

Α. Πετουφάς, με Μ. Πετουφά, (κα), για την Εφεσείουσα/Ενάγουσα.

Αντ. Γεωργιάδης, για τους Εφεσίβλητους/Εναγόμενους.

 

Cur. adv. vult.

 

ΠΑΝΑΓΗ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τη T. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ..

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Η Εφεσείουσα-Ενάγουσα έχει εγείρει την αγωγή 6081/2004 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ως διαχειρίστρια της περιουσίας της αποβιωσάσης Μαρίας Χ"Ανδρέου, συζύγου Κωστή Λοΐζου, με την οποία επιδιώκει την ακύρωση της μεταβίβασης εγγραφής συγκεκριμένου ακινήτου (το ακίνητο) που έγινε στο όνομα των εφεσιβλήτων.

 

Πριν την καταχώρηση της παρούσας έφεσης που αφορά έφεση της εφεσείουσας-ενάγουσας εναντίον ενδιάμεσης απόφασης του Δικαστηρίου, ημερ. 14/2/2013 με την οποία απερρίφθη αίτηση αυτής, ημερ. 12/10/2012 για τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης, μεσολάβησαν διάφορα άλλα δικονομικά διαβήματα που απασχόλησαν εν μέρει και το Εφετείο.

 

Είναι σχετικά με την όλη εξέλιξη της διαδικασίας, γι' αυτό και θα επιχειρήσουμε μια σύντομη χρονολογική παράθεση.

 

Στις 25/6/2004 καταχωρείται η παρούσα αγωγή με έντυπο 02.r.6 περιλαμβάνουσα δηλαδή την Έκθεση Απαίτησης. Η Ενάγουσα-Εφεσείουσα παρουσιάζεται ως Διαχειρίστρια της περιουσίας της αποβιωσάσης.

 

Στο ίδιο δικόγραφο καταγράφεται μακρύς κατάλογος συγγενών-κληρονόμων της αποβιωσάσης. Στη συνέχεια γίνεται αναφορά σε συνθήκες μεταβίβασης του ακινήτου το οποίο ήταν αρχικά εγγεγραμμένο στο όνομα της αποβιωσάσης, και τελικά μεταβιβάστηκε «δυνάμει κατ' ισχυρισμόν δόλου επ' ονόματι της θυγατέρας και μίας των κληρονόμων της αποβιωσάσης Ανδριανής Κώστα Λοΐζου».

 

Η εν λόγω Ανδριανή ομοίως απεβίωσε και ενώ το αρχικό κλητήριο δεν την περιλάμβανε ως διάδικο (ούτε τον διαχειριστή της περιουσίας αυτής), ωστόσο περιείχε λεπτομέρειες δόλου και/ή ψευδών παραστάσεων εκ μέρους της.

 

Οι Εναγόμενοι 1 και 2, οι οποίοι αρχικά ήσαν οι μόνοι που ενάγονταν, είναι τα άτομα στα οποία μεταβιβάστηκε, δυνάμει δωρεάς από την Ανδριανή, το εν λόγω ακίνητο. (Οι εναγόμενοι 1 και 2 ήσαν τα τέκνα της Ανδριανής). Ακολουθεί στη δικογραφία η έκθεση λεπτομερειών δόλου και/ή απάτης των Εναγομένων 1 και 2 και το παρακλητικό με το οποίο επιδιώκεται η ακύρωση της μεταβίβασης.

 

Στις 5/1/2010, οι Εφεσίβλητοι 1 και 2 (Εναγόμενοι 1 και 2) με άλλη Αίτηση τους στο Επαρχιακό Δικαστήριο ζήτησαν «όπως η εν τίτλω αγωγή στην έκταση που στρέφεται εναντίον της εν λόγω Ανδριανής, χωρίς αυτή να ενάγεται για ψευδείς παραστάσεις και δόλο, να διαγραφεί».

 

Η εν λόγω αίτηση απορρίφθηκε μεν από το Επαρχιακό Δικαστήριο στις 23/2/2010, όμως το Εφετείο στην Π.Ε.62/2010, ημερ. Αποφ. 3/10/2012, αποφάσισε τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης με αποτέλεσμα να εκδοθεί διάταγμα διαγραφής των παραγράφων 4-7 της Έκθεσης Απαίτησης που αφορούσε ακριβώς την παράθεση του δόλου και των λεπτομερειών δόλου της εν λόγω Ανδριανής.

 

Στο μεσοδιάστημα, οι δικηγόροι της Ενάγουσας αιτήθηκαν την τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης και την προσθήκη ως Εναγόμενου 3 τον Διαχειριστή της περιουσίας της εν λόγω Ανδριανής. Αυτό έγινε με αίτηση της πλευράς της Ενάγουσας ημερ. 28/5/2010. Το Επαρχιακό Δικαστήριο, κατόπιν ακρόασης της αίτησης, στις 2/11/2010, διέταξε την προσθήκη του Εναγομένου 3. Η απόφαση αυτή δεν έχει εφεσιβληθεί και κατά τον Νοέμβριο του 2010 καταχωρήθηκαν σχετικά τροποποιημένα δικόγραφα.

 

Η υπό κρίση αίτηση ημερ. 12/10/2012, για τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης λέει, η πλευρά της Εφεσείουσας, ήταν αναγκαία «γιατί τώρα ο Διαχειριστής της περιουσίας της Ανδριανής Κωστή Λοΐζου ήταν ήδη διάδικος εις την αγωγή και οι παράγραφοι 4Α, 5Α, 6Α και 7Α ήσαν αναγκαίες δια να συνδέουν τα γεγονότα και επίδικα θέματα με όλους τους Εναγόμενους και ειδικότερα με την Εναγομένη 3 διά την οποίαν ως διάδικον πλέον μπορούσαν να της αποδίδονται και δόλος και/ή ψευδείς παραστάσεις και εν πάση περιπτώσει ενέργειες δια των οποίων επέτυχε την εγγραφή του επίδικο ακινήτου από το όνομα της αποβιωσάσης μητέρας της εις το όνομα της και την εν συνεχεία μεταβίβαση αυτού εις το όνομα των Εναγομένων 1 και 2».

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η εν λόγω αίτηση δεν στοιχειοθετείτο και την απέρριψε.

Οι κυριότεροι λόγοι έφεσης μπορούν να αποδοθούν ως εξής: 

 

«Το Πρωτόδικο Δικαστήριον εσφαλμένα και αυθαίρετα διαγράφοντας και/ή λαμβάνοντας υπ' όψιν την ως άνω τροποποίηση του τίτλου της Αγωγής και της προσθήκης ως Εναγομένου 3 του Διαχειριστού της περιουσίας της αποβιωσάσης Ανδριανής Κωστή Λοΐζου απεφάσισε να απορρίψει την εν λόγω Αίτηση δια της οποίας επιδιώκετο η προσθήκη και/ή επαναφορά παραγράφων εις την Έκθεση Απαίτησης οι οποίες θα συνέδεαν τον Εναγόμενον 3 με τα επίδικα θέματα και την απαίτηση εναντίον των υπολοίπων διαδίκων σημερινών ιδιοκτητών του επίδικου ακινήτου.

..........................

 

Ένας από τους λόγους για τους οποίους δεν είχε συμπεριληφθεί από την αρχή ως Διάδικος Διαχειριστής της περιουσίας και/ή προσωπικός αντιπρόσωπος της Ανδριανής Κωστή Λοΐζου ήταν το γεγονός ότι δεν είχε γίνει Διαχείριση της περιουσίας της και δεν υπήρχε Διαχειριστής. Τώρα που υπάρχει διαχειριστής της περιουσίας της και αυτή προσετέθη ως αναγκαίος Διάδικος εις την παρούσαν αγωγή είναι αναγκαίον να τροποποιηθούν και οι αιτούμενες σχετικές παράγραφοι της Εκθέσεως Απαιτήσεως για να καταστεί δυνατή και αποτελεσματική η εκδίκαση όλων των μεταξύ των διαδίκων επιδίκων θεμάτων.»

 

Περαιτέρω τίθεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παραγνώρισε ότι ο Εναγόμενος 3 ήταν ήδη διάδικος με απόφαση ημ. 2/11/2010, η οποία εξεδόθη κατόπιν ακρόασης και δεν εφεσιβλήθηκε.

 

Η πλευρά του εφεσίβλητου αντιτείνει ουσιαστικά ότι η αιτούμενη τροποποίηση δεν μπορούσε να αναχθεί στο χρόνο έγερσης της αγωγής λόγω της παραχώρησης εγγράφων διαχείρισης της περιουσίας της Ανδριανής, μετά την έγερση της αγωγής. Η δε διαγραφή των επίμαχων παραγράφων από το Ανώτατο Δικαστήριο, προσθέτουν οι εφεσίβλητοι, συνεπάγεται και τη διαγραφή της αγωγής ενάντια στην περιουσία της αποβιωσάσης Ανδριανής, καθώς επίσης και την ήδη γενόμενη τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης στη βάση των διαγραφεισών παραγράφων.

 

Με την αίτηση ημερ. 12/10/2012 ζητείται ουσιαστικά «επαναφορά» των διαγραφέντων παραγράφων έχοντας πια ως δεδομένο την ύπαρξη ως διάδικου του Εναγομένου 3 ως Διαχειριστή της περιουσίας της Ανδριανής. 

Είναι χρήσιμο σ' αυτό το στάδιο, να παραθέσουμε μέρος του ratio της απόφασης του Εφετείου ημερ. 3/10/2012:

 

«Μας έχει προβληματίσει ιδιαιτέρως το θέμα που εγείρεται, και καταλήγουμε ότι η προσέγγιση του πρωτόδικου δικαστηρίου, ότι οι επίμαχες παράγραφοι της Εκθέσεως Απαιτήσεως, αποτελούν μέρος του ιστορικού της υπόθεσης, μόνο κατ' αρχήν, θα μπορούσε να λεχθεί ότι είναι ορθή. Μια πιο βαθειά ανάλυση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπόθεση, οδηγεί σε συμπέρασμα διαπίστωσης λάθους από το πρωτόδικο δικαστήριο. Δεν περιορίζεται η εφεσίβλητη-ενάγουσα, σε παράθεση γεγονότων αλλά εμπλέκει την Ανδριανή σε σειρά άλλων ενεργειών που οδήγησαν στην αμφισβητούμενη εγγραφή του κτήματος στο όνομα της. Θεωρούμε ότι είναι όντως ενοχλητική η συμπερίληψη των πιο πάνω αναφερομένων παραγράφων 4, 5, 6 και 7, που η διατήρηση τους θα θέσει τους εφεσίβλητους σε δυσμενή θέση να έχουν να αντικρίσουν γεγονότα που αφορούν άτομο, που βρίσκεται ως μη διάδικος, εκτός του πλαισίου της αγωγής.

 

Συνακόλουθα η έφεση πρέπει να επιτύχει, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Εκδίδεται διάταγμα διαγραφής των παραγράφων 4, 5, 6 και 7 της Εκθέσεως Απαιτήσεως.»

 

Γίνεται επίσης αναφορά στην εν λόγω απόφαση, στο Άρθρο 34 του περί Διαχειρίσεων Κληρονομιών Νόμου, Κεφ.189, στο οποίο αναφέρεται ότι το αγώγιμο δικαίωμα εναντίον αποβιώσαντος διατηρείται ανέπαφο μετά το θάνατο του με τις προϋποθέσεις που εκτίθενται. 

 

Όπως επίσης και στο Άρθρο 36 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου από το οποίο καταδεικνύεται ότι έπρεπε να εναχθεί και η περιουσία της Ανδριανής.

 

Αυτά και άλλα ήταν μέρος των διαπιστώσεων του Εφετείου στην Πολιτική Έφεση 62/2010.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απορρίπτοντας την αίτηση για τροποποίηση έκρινε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

 

Η επιτευχθείσα τροποποίηση του τίτλου της αγωγής διά της προσθήκης του διαχειριστού της περιουσίας της αποβιωσάσης και της έκθεσης απαίτησης (16.11.2010), η οποία βασίστηκε στην απόφαση ότι οι παραγράφοι 4, 5, 6 και 7 αποτελούν το ιστορικό της υπόθεσης, ανατράπηκε με την απόφαση του Εφετείου (Π.Ε. 62/10 ημερομηνίας 3.10.2012). Ουσιαστικά, έπαυσε να υφίσταται το υπόβαθρο της τροποποίησης. Αυτή κατά συνέπεια η τροποποίηση του τίτλου η οποία βασίστηκε σε ανύπαρκτο υπόβαθρο, εξέλειπε εξ ολοκλήρου, συμπεριλαμβανομένης και της τροποποίησης του τίτλου (δηλαδή της προσθήκης του διαχειριστού της περιουσίας της Ανδριανής Κωστή Λοΐζου εναντίον της οποίας δεν θα μπορούσε να καταχωρηθεί αγωγή κατά τον ουσιώδη χρόνο χωρίς έγγραφα διαχείρισης ούτε βεβαίως και να συμπεριληφθούν ισχυρισμοί ψευδών παραστάσεων και δόλου εναντίον της).

 

Έγινε αναφορά στο Annual Practice 1958, vol.1, σελ.305 όπου αναφέρεται: «Action commenced before grant of letters of Administration is a nullity and does not prevent running of a statute". (Βλ. Hilton v. Sutton Steam Laundry [1946] 1 K.B. 65 C.A). Ακόμη έγινε αναφορά στο κλασσικό σύγγραμμα Bullen and Leake and Jacob´s Precedents of Pleadings (έκδ.1975) στη σελ.135 όπου αναφέρεται:

 

«An amendment of the writ or pleadings duly made, with or without leave, takes effect, not from the date when the amendment is made, but from the date of the original document which it amended. Thus, an amendment made to the writ dates back to the date of its original issue and the action continues as though the amendment had been inserted from the beginning."

 

Αφού εξετάσαμε τις επιμέρους εισηγήσεις των δύο πλευρών σε συνάρτηση με την εκκαλούμενη απόφαση παρατηρούμε ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο διέπραξε τα εξής ουσιώδη λάθη: 

 

Θεώρησε ουσιαστικά ότι το Εφετείο στην πιο πάνω απόφαση του διέγραψε την απαίτηση της εν λόγω Ανδριανής ως μη έχουσα δυνατότητα να πάρει την μορφή απαίτησης επειδή δεν προηγήθηκε η παραχώρηση εγγράφων διαχειρίσεων της περιουσίας της.

 

Συγκεκριμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο στη σελ.2 της απόφασης του αναφέρει ότι το Εφετείο με την απόφαση του «εθεώρησε δυνάμει της Δ.27 θ.2 και 3 ότι δεν αποκαλύπτεται εύλογη αιτία αγωγής εναντίον της Ανδριανής ...». 

 

Αυτή η θεώρηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι εμφανώς λανθασμένη.

 

Το Εφετείο, ακριβώς, θεώρησε ότι οι σχετικές παράγραφοι ήταν επιβλαβείς για τους Εναγόμενους 1 και 2 διότι η Ανδριανή (ή ο Διαχειριστής της περιουσίας της) δεν εμφαίνετο στη δικογραφία που ήταν αντικείμενο της έφεσης τότε ως διάδικος. Αναφέρει το Εφετείο στη σελ.6:

 

«Η παρούσα υπόθεση παρουσιάζει μια ιδιαιτερότητα. Συναντούμε ένα δικόγραφο, την Έκθεση Απαίτησης, δομημένο ως εάν η Ανδριανή να ήταν διάδικος. Τούτο καταφαίνεται από την παράθεση των γεγονότων. Το 1984 η Ανδριανή υποβάλλει αίτηση για εγγραφή του κτήματος στο όνομα της (παραγρ.4). Στην ενέργεια της αυτή χρησιμοποίησε δόλο και ή ψευδείς παραστάσεις, που στόχο είχαν την εξασφάλιση του αναγκαίου πιστοποιητικού της Χωριτικής Αρχής Λυμπιών (παραγρ.5). Το κτήμα τελικώς εγγράφεται στο όνομα της Ανδριανής, κατόπιν παραπλάνησης του κτηματολογικού Λειτουργού Λευκωσίας, (παραγρ.6). Στη συνέχεια, βλέπουμε αναλυτική αναφορά στις «λεπτομέρειες δόλου και ή ψευδών παραστάσεων της Ανδριανής», με την παράγραφο 7.»

 

Επίσης στη σελ.8 το Εφετείο καταλήγει:

 

«Θεωρούμε ότι είναι όντως ενοχλητική η συμπερίληψη των πιο πάνω αναφερομένων παραγράφων 4, 5, 6 και 7, που η διατήρηση τους θα θέσει τους εφεσίβλητους σε δυσμενή θέση να έχουν να αντικρίσουν γεγονότα που αφορούν άτομο, που βρίσκεται ως μη διάδικος, εκτός του πλαισίου της αγωγής.»

 

(ο τονισμός είναι δικός μας)

 

Προκύπτει λοιπόν σαφώς ότι το Εφετείο δεν θα μπορούσε να απορρίψει απαίτηση εναντίον ατόμου που, ενώπιον του, δεν ήταν καν διάδικος, ούτε βέβαια ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο που εξεδόθη η εκκαλούμενη, με την έφεση 62/2010, απόφαση.

 

Εξάλλου μόνον η ύπαρξη κάποιου ως διαδίκου αποτελεί προϋπόθεση για την όποια διεκδίκηση και συνεπώς με την απόρριψη της διεκδίκησης του. (βλ. KNG Autoparts v. Ιωάννου (1996) 1 Α.Α.Δ. 689).

 

Είναι γεγονός ότι η διαταγή για διαγραφή όπως προκύπτει από την εφετειακή απόφαση (3/10/12) ήταν μεταγενέστερη της απόφασης για τροποποίηση της αγωγής δια της προσθήκης ως Εναγομένου 3 του Διαχειριστή της περιουσίας της αποβιωσάσης Ανδριανής.

 

Η παράλληλη αυτή πορεία στο Eφετείο με ένα δικόγραφο και στο Επαρχιακό με άλλο μεταγενέστερα, δεν φαίνεται να απασχόλησε τους διάδικους. Ήταν όντως μια επιπλοκή που οι διάδικοι δεν ξεκαθάρισαν ως όφειλαν.

 

Παραμένει ωστόσο ακλόνητο δεδομένο ότι ο Εναγόμενος 3 προσετέθη ως διάδικος με απόφαση που δεν εφεσιβλήθηκε και δια της επίδικης αίτησης επιδιώκεται ακριβώς η τροποποίηση που «επεξηγεί» και τον τοποθετεί δικογραφικά ως προς την ευθύνη της Ανδριανής, την περιουσία της οποίας αντιπροσωπεύει.

 

Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε και ως προς την ερμηνεία των συγγραμμάτων και αυθεντιών που παρέθεσε ως προς την υπαγωγή των περιστατικών στις ορθές αρχές δικαίου.  Δεν προκύπτει από τα πιο πάνω συγγράμματα ότι η αγωγή είναι άκυρη (nullity) διότι κατά το χρόνο έγερσης της αρχικής αγωγής δεν είχαν χορηγηθεί έγγραφα διαχείρισης της περιουσίας της Ανδριανής. Θέση που υιοθέτησε και ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσιβλήτων.

 

Αυτή η θέση παραγνωρίζει ότι η αγωγή εναντίον του εναγομένου 3 υφίσταται, βέβαια, για τον εναγόμενο αυτόν από την ημέρα που καθίσταται διάδικος. Ακριβώς παρατηρούμε ότι κατά το χρόνο που έγινε διάδικος με την απόφαση του Δικαστηρίου (που δεν εφεσιβλήθη), υπήρχαν τα έγγραφα διαχείρισης που νομιμοποιούσαν την ενάγουσα να τον καταστήσει διάδικο, οπότε δεν υπεισέρχεται θέμα ακυρότητας της διαδικασίας εναντίον του εναγομένου 3.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο με κάπως απλουστευμένο τρόπο αναφέρει στη σελ.8:

 

«Όπως έχω ήδη αποφασίσει η διαγραφή των παραγράφων 4, 5, 6 και 7 της έκθεσης απαίτησης της αγωγής από το Εφετείο έχει ως συνέπεια την έλλειψη υπόβαθρου πάνω στο οποίο στηρίχτηκε η μεταγενέστερη τροποποίηση το 2010. Ο διαχειριστής της περιουσίας της αποβιωσάσης Ανδριανής Κωστή Λοΐζου θα έπρεπε να συμπεριληφθεί από την αρχή, δηλαδή από το 2004 ως διάδικος στην αγωγή αφού παραχωρούντο σ' αυτόν έγγραφα διαχείρισης πριν την έγερση της αγωγής. Η óόποια τροποποίηση ανάγεται στο χρόνο έγερσης της αγωγής. Έγγραφα διαχείρισης χορηγήθηκαν το 2010. Κατά συνέπεια ο διορισθείς το 2010  διαχειριστής της περιουσίας της Ανδριανής  Κωστή Λοΐζου δεν μπορεί να εναχθεί με την παρούσα αγωγή ούτε και η όποια τροποποίηση διά της προσθήκης του μπορεί να διασώσει την εγερθείσα το 2004 αγωγή εναντίον του.»

Τίθεται εύλογα το ερώτημα τι νόημα είχε η απόφαση προσθήκης διάδικου και τι συνέπειες έχει η μη υποβολή έφεσης εναντίον της απόφασης αυτής.

 

Η πρωτόδικη προσέγγιση δια της εκκαλούμενης απόφασης είχε ως παράδοξο αποτέλεσμα την ίδια τη διαγραφή κατ' ουσίαν του εναγόμενου 3 «ως διάδικου», ενώ υπάρχει αντίθετη απόφαση του Δικαστηρίου που τον καθιστά διάδικο.

 

Δεν μας βρίσκει σύμφωνους η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το υπόβαθρο της ήδη επιτευχθείσας τροποποίησης ημερ. 16711/2010 «εξέλιπε με την απόφαση του Εφετείου».

 

Επρόκειτο για μια εντελώς ξεχωριστή απόφαση, συναρτώμενη με την προσθήκη διαδίκου που ουδέποτε προβλήθηκε και το Εφετείο δεν το απασχόλησε αυτή η πτυχή.

 

Θα ήταν άδικο αλλά και αντινομικό με την απόφαση προσθήκης διαδίκου ημερ. 5/11/2010 να μη δοθεί άδεια στην εφεσείουσα/ενάγουσα να διεκδικήσει και να εξηγήσει περαιτέρω το αγώγιμο δικαίωμα της εναντίον του εναγομένου 3, ενώ εδόθη άδεια να προστεθεί ως διάδικος.

 

Άλλωστε, ακριβώς δια της αίτησης προσθήκης διαδίκου, εκείνο που πρωτοδίκως εξετάζεται είναι κατά πόσο ο προτεινόμενος εναγόμενος είναι αναγκαίος διάδικος (Mepa Underwriting Management Ltd κ.ά. ν. Αγροτική Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Γενικών Ασφαλίσεων (1997) 1 Α.Α.Δ. 772).

 

Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει, η έφεση επιτυγχάνει με τον παραμερισμό της εκκαλούμενης απόφασης και δίδεται άδεια στην εφεσείουσα να τροποποιήσει, ως η αίτηση της, ημερ. 12/10/2012. Οι θεσμοί να ακολουθηθούν.

 

Τα έξοδα τόσο της πρωτόδικης όσο και της διαδικασίας ενώπιον του Εφετείου επιδικάζονται υπέρ της εφεσείουσας ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Τα έξοδα όμως που απορρέουν από την τροποποίηση θα βαρύνουν την πλευρά της εφεσείουσας ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο στο τέλος της εκδίκασης της αγωγής στο Επαρχιακό Δικαστήριο.

 

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα. Δίνεται άδεια για τροποποίηση.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο