ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Yesh Shem Distr. Ltd. ν. Χαβιάρα κ.ά. (1993) 1 ΑΑΔ 292
Jive Maritime Ltd ν. Sea Power Marine S.A. (2001) 1 ΑΑΔ 1951
Αγγλική νομολογία που περιλαμβάνεται στο bailii.org στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D190
(2014) 1 ΑΑΔ 609
14 Mαρτίου, 2014
[ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στής]
BUNKERNET LTD,
Ενάγοντες,
v.
1. PNO SHIPMANAGEMENT LTD,
2. KINGFISHER MARITIME CORPORATION LTD,
3. EVERGLADES SHIPPING CORPORATION LTD,
4. ΠΑΝΙΚΟΣ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ,
Εναγομένων.
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 9/2013)
Ναυτοδικείο ― Επίδοση εκτός δικαιοδοσίας ― Αίτηση για παραμερισμό επίδοσης η οποία έγινε σε συνεναγόμενο τον οποίο οι ενάγοντες θεωρούσαν εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο ― Κρίθηκε κακή, επί τω ότι, οι ενάγοντες δεν είχαν εξασφαλίσει άδεια για την επίδοση του κλητηρίου ή της ειδοποίησης του εκτός δικαιοδοσίας, συμφώνως των προνοιών 23 και 24 του περί Δικαιοδοσίας Ναυτοδικείου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1893.
Ναυτοδικείο ― Επίδοση εκτός δικαιοδοσίας ― Διέπεται από τους Κανονισμούς 23 και 24 του περί Δικαιοδοσίας Ναυτοδικείου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1893.
Oι ενάγοντες διεκδίκησαν με αγωγή ενώπιον του Ναυτοδικείου, ποσό $867,484.93 για καύσιμα που ισχυρίζονταν ότι προμήθευσαν σε πλοίο υπό σημαία του Παναμά, ύστερα από παράκληση των εναγομένων ιδιοκτητών του και/ή των αντιπροσώπων του, με την εγγύηση του εναγομένου 4.
Οι εναγόμενοι 2 και 3 καταχώρησαν αίτηση παραμερισμού επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος στην αγωγή, ισχυριζόμενοι ότι αυτή έγινε αντινομικά και αντικανονικά.
Οι ενάγοντες ισχυρίστηκαν ότι ορθά επέδωσαν το κλητήριο ένταλμα προς τους εναγομένους 2 και 3 στον τόπο εργασίας του εναγόμενου 4 ως εξουσιοδοτημένο προς αυτόν τον σκοπό, εκπρόσωπο των εναγομένων 2 και 3.
Από τα γεγονότα τα οποία αναφέρονταν στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση, η επίδοση του κλητηρίου έγινε αφήνοντας το έναντι της υπογραφής της ενόρκως δηλούσας, εργαζομένης στο δικηγορικό γραφείο του εναγομένου 4, στη Λεμεσό. Όπως υποστήριξε, παρέλαβε τα επίδικα έγγραφα θεωρώντας ότι επρόκειτο για νομικά έγγραφα που σχετίζονταν με το δικηγορικό γραφείο στο οποίο εργάζεται και για εταιρεία που εκπροσωπείται από το εν λόγω γραφείο ως γραμματέας ή εγγεγραμμένο γραφείο.
Στην πραγματικότητα όμως καμία σχέση δεν έχει η ίδια με τους εναγόμενους 2 και 3, επαγγελματική ή/και οποιασδήποτε άλλης φύσης. Περαιτέρω, το δικηγορικό γραφείο στο οποίο εργάζεται, δεν είναι το εγγεγραμμένο γραφείο των εν λόγω εναγομένων, ούτε ενεργεί ως γραμματέας ή διευθυντής αυτών, σημειώνοντας ότι οι εναγόμενοι 2 και 3 είναι εταιρείες εγγεγραμμένες στο εξωτερικό, όπου έχουν και την έδρα τους.
Ο συνήγορος των εναγόντων εισηγήθηκε ότι η υπόθεση Abela v. Baadarani [2013] UKSC 44, παρείχε έρεισμα για τη θέση της πλευράς του, ότι η επίδοση στον τόπο εργασίας του εναγομένου 4, ως εξουσιοδοτημένου εκπροσώπου των εναγομένων 2 και 3, ήταν ορθή, έγκυρη και νομότυπη.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Οι πρόνοιες των Κανονισμών 23 και 24 του περί Δικαιοδοσίας Ναυτοδικείου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1893, είναι επιτακτικές.
2. Σύμφωνα με τον Κ.23, όταν πρόσωπο στο οποίο θα γίνει επίδοση βρίσκεται εκτός Κύπρου, πρέπει να καταχωρηθεί αίτηση στο Δικαστήριο για διάταγμα που θα παρέχει άδεια για επίδοση του κλητηρίου εντάλματος ή της ειδοποίησης κλητηρίου εντάλματος. Οι προϋποθέσεις που θα πρέπει να πληροί μια τέτοια αίτηση τίθενται στον Κ.24. Σύμφωνα δε με τις ερμηνευτικές διατάξεις του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ.1, η λέξη «πρόσωπο» (person) περιλαμβάνει και εταιρεία (company).
3. Οι ενάγοντες στην προκείμενη περίπτωση δεν είχαν εξασφαλίσει άδεια για την επίδοση του κλητηρίου ή της ειδοποίησης του στους εναγόμενους 2 και 3 εκτός δικαιοδοσίας.
4. Με βάση τον Κ.237 των αναφερόμενων Κανονισμών, η αγγλική δικονομική πρακτική εφαρμόζεται στην Κύπρο μόνο όπου δεν υπάρχει ρύθμιση από τον ισχύοντα Διαδικαστικό κανονισμό.
5. Και εδώ, το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει την επίδοση σε πρόσωπα που ευρίσκονται εκτός Κύπρου συνθέτουν, οι Κανονισμοί 23 και 24 και δεν επαφίεται στην υποκειμενική κρίση του ενάγοντα πού, πώς και σε ποίο θα επιδώσει, επιλεκτικά, δικαστικό έγγραφο.
6. Με βάση τη νομολογία υπάρχουν αυτοπεριορισμοί στη διεθνή δικαιοδοσία των κυπριακών Δικαστηρίων.
7. Υπό το φως των πιο πάνω, η επίδοση ήταν κακή. Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και αν προσφερόταν η δικονομική δυνατότητα που επικαλέστηκαν οι ενάγοντες στην υπόθεση Baadarani (ανωτέρω), τα δεδομένα της παρούσας, ήταν διαφορετικά.
8. Ούτε είχε καταδειχθεί με θετική προς τούτο μαρτυρία ότι ο εναγόμενος 4 ήταν εξουσιοδοτημένος να δεχθεί την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος για λογαριασμό των εναγομένων 2 και 3.
9. Για τους πιο πάνω λόγους, η επίδοση παραμερίστηκε.
Η αίτηση επιτράπηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Abela v. Baadarani [2013] UKSC 44,
Jive Maritime Ltd v Sea Power Marine S.A.A. (2001)1(Γ) Α.Α.Δ.1951,
Yesh Shem Distribution Ltd κ.ά ν. Χαβιαρά κ.ά (1993) 1 Α.Α.Δ. 292,
JSC VTB Bank v. Skurikhin [2013] EWHC 3863.
Αγωγή Ναυτοδικείου - Αίτηση.
Ν. Ζερβού (κα) για Λ. Γεωργίου, για τους Αιτητές-Εναγόμενους 2 & 3.
Χ. Σαββίδης με Έ. Πεύκου (κα), για τους Καθ' ων η αίτηση-Ενάγοντες.
Cur. adv. vult.
ΠΑΝΑΓΗ, Δ.: Με την αγωγή οι ενάγοντες διεκδικούν το ποσό των $867,484.93 για καύσιμα που ισχυρίζονται ότι προμήθευσαν στο πλοίο ΑLFA K, υπό σημαία του Παναμά, κατά παράκληση των εναγομένων ιδιοκτητών του και/ή των αντιπροσώπων του με την εγγύηση του εναγομένου 4.
Οι εναγόμενοι 2 και 3 με την παρούσα αίτηση επιδιώκουν τον παραμερισμό της επίδοσης σ' αυτούς του κλητηρίου εντάλματος στην αγωγή για τον λόγο ότι αυτή έγινε αντινομικά και αντικανονικά.
Αποτελεί κοινό τόπο ότι η επίδοση του κλητηρίου έγινε αφήνοντας το έναντι της υπογραφής της Ελευθερίας Καραγιάννη, στο δικηγορικό γραφείο Π. Ν. Ονουφρίου ΔΕΠΕ, στη Λεμεσό, όπου η κα Καραγιάννη εργάζεται. Όπως υποστηρίζει η κα Καραγιάννη με ένορκη δήλωση της, η οποία συνοδεύει την αίτηση, παρέλαβε τα επίδικα έγγραφα θεωρώντας ότι επρόκειτο για νομικά έγγραφα που σχετίζονται με το δικηγορικό γραφείο στο οποίο εργάζεται και για εταιρεία που εκπροσωπείται από το εν λόγω γραφείο ως γραμματέας ή εγγεγραμμένο γραφείο. Στην πραγματικότητα όμως καμία σχέση δεν έχει η ίδια με τους εναγόμενους 2 και 3, επαγγελματική ή/και οποιασδήποτε άλλης φύσης. Περαιτέρω, το δικηγορικό γραφείο στο οποίο εργάζεται δεν είναι το εγγεγραμμένο γραφείο των εν λόγω εναγομένων, ούτε ενεργεί ως γραμματέας ή διευθυντής αυτών, σημειώνοντας ότι οι εναγόμενοι 2 και 3 είναι εταιρείες εγγεγραμμένες στο εξωτερικό, όπου έχουν και την έδρα τους. Η ομνύουσα υποστηρίζει περαιτέρω, ότι η επίδοση του κλητηρίου εντάλματος έγινε σε μικρότερο χρονικό διάστημα από αυτό που προβλέπεται από τους Κανονισμούς για την εμφάνιση των εναγομένων, ήτοι μικρότερη των 10 ημερών.
Ενιστάμενοι στην αίτηση οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι η αίτηση είναι αδικαιολόγητη και/ή καταχρηστική και σκοπό έχει να παρακωλύσει ή να καθυστερήσει τη διαδικασία στην παρούσα αγωγή, ενώ κανένας λόγος ακύρωσης ή παραμερισμού της επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος δεν αποκαλύπτεται. Υποστηρίζουν πως ορθά επέδωσαν το κλητήριο ένταλμα στον τόπο εργασίας του εναγόμενου 4 ως εξουσιοδοτημένο προς αυτόν τον σκοπό εκπρόσωπο των εναγομένων 2 και 3. Η ένσταση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση δικηγορικής υπαλλήλου, στο γραφείο των δικηγόρων των αιτητών, στην οποία επισημαίνονται περαιτέρω τα ακόλουθα: Μεταξύ των εναγόντων και των εναγομένων καταρτίσθηκε έγγραφη συμφωνία αναγνώρισης χρέους και παροχής εγγύησης χρέους, η παραβίαση της οποίας εκ μέρους των εναγομένων αποτελεί τον λόγο έγερσης της παρούσας αγωγής. Οι ενάγοντες προέβησαν και σε ενεργοποίηση όρου διαιτησίας στην εν λόγω συμφωνία καταχωρώντας ενώπιον του International Court of Arbitration σχετικό αίτημα. Λόγω αδυναμίας επίδοσης του φακέλου διαιτησίας στους εναγόμενους 2 και 3 στον Παναμά, αυτός επεδόθη στη διεύθυνση του εναγομένου 4, ο οποίος και τον παρέλαβε χωρίς την υποβολή οποιασδήποτε ένστασης σε σχέση με την επίδοση, με αποτέλεσμα να αρχίσει η διαιτητική διαδικασία. Η άνευ ένστασης παραλαβή από τον εναγόμενο 4 του εν λόγω φακέλου εκ μέρους των εναγομένων 2 και 3 έγινε, εξ όσων κάλλιον γνωρίζει και πιστεύει η ομνύουσα, στη βάση εξουσιοδότησης τους όχι μόνο να υπογράφει εκ μέρους τους συμφωνίες ο εναγόμενος 4, αλλά και να παραλαμβάνει εκ μέρους τους δικαστικές και διαιτητικές αγωγές και αιτήσεις. Η δε αναφορά της Ελευθερίας Καραγιάννη ότι ουδεμία σχέση έχει με τους εναγόμενους 2 και 3, εργασιακή ή και άλλως πως, συνιστά παραπλάνηση, για τον λόγο ότι για χρονικό διάστημα σχεδόν δύο ετών το δικηγορικό γραφείο στο οποίο η ίδια εργάζεται τους εκπροσωπούσε νομικά ενώπιον του International Court of Arbitration.
Το ζήτημα της επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος σε πρόσωπα που βρίσκονται εκτός της Κύπρου διέπεται από τους Κανονισμούς 23 και 24 του περί Δικαιοδοσίας Ναυτοδικείου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1893. Σύμφωνα με τον Κ.23, όταν πρόσωπο στο οποίο θα γίνει επίδοση βρίσκεται εκτός Κύπρου, πρέπει να καταχωρηθεί αίτηση στο Δικαστήριο για διάταγμα που θα παρέχει άδεια για επίδοση του κλητηρίου εντάλματος ή της ειδοποίησης κλητηρίου εντάλματος, οι προϋποθέσεις που θα πρέπει να πληροί μια τέτοια αίτηση τίθενται στον Κ.24. Σύμφωνα δε με τις ερμηνευτικές διατάξεις του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ.1, η λέξη «πρόσωπο» (person) περιλαμβάνει και εταιρεία (company). Οι πρόνοιες των Κανονισμών 23 και 24 είναι επιτακτικές.
Οι ενάγοντες στην προκείμενη περίπτωση δεν έχουν εξασφαλίσει άδεια για την επίδοση του κλητηρίου ή της ειδοποίησης του στους εναγόμενους 2 και 3 εκτός δικαιοδοσίας. Ωστόσο, ο ευπαίδευτος συνήγορος των εναγόντων εισηγείται ότι η υπόθεση Abela v. Baadarani [2013] UKSC 44 παρέχει έρεισμα για τη θέση των εναγόντων ότι η επίδοση στον τόπο εργασίας του εναγομένου 4, ως εξουσιοδοτημένου εκπροσώπου των εναγομένων 2 και 3, είναι ορθή, έγκυρη και νομότυπη.
Στην υπόθεση εκείνη, το Ανώτατο Δικαστήριο της Αγγλίας παρείχε σημαντική καθοδήγηση στο ζήτημα της ερμηνείας και εφαρμογής της Αγγλικής δικονομικής πρόνοιας Civil Procedure Rules [CPR] 6.15(1) & (2)*. Οι εκεί ενάγοντες είχαν εξασφαλίσει άδεια για επίδοση του κλητηρίου εντάλματος στον εναγόμενο (1) σε συγκεκριμένη διεύθυνση στη Βηρυτό, Λίβανο και, στο βαθμό που αυτό απαιτείτο, με υπαλλακτική μέθοδο (alternative method), δηλαδή την προσωπική επίδοση αμετάφραστων εγγράφων στην εν λόγω διεύθυνση. Μετά που έγιναν ανεπιτυχείς προσπάθειες να εντοπιστεί ο εναγόμενος στην εν λόγω διεύθυνση, οι ενάγοντες παρέδωσαν τα έγγραφα στον Λιβανέζο δικηγόρο που είχε εκπροσωπήσει τον εναγόμενο σε άλλη δικαστική διαδικασία που οι ενάγοντες είχαν καταχωρήσει στον Λίβανο. Άλλες προσπάθειες επίδοσης μέσω της διπλωματικής οδού απέβησαν άκαρπες. Ακολούθως οι ενάγοντες επεδίωξαν να εξασφαλίσουν διάταγμα δυνάμει των προνοιών του CPR 6.15(2), ότι η επίδοση που είχε γίνει στον Λιβανέζο δικηγόρο του εναγομένου συνιστούσε καλή επίδοση. Ο Λίβανος δεν ήταν μέρος διμερούς σύμβασης για την επίδοση στο εξωτερικό δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις και δεν είχε προσχωρήσει στη Σύμβαση της Χάγης για Επίδοση στην Αλλοδαπή Δικαστικών και Ετέρων Εγγράφων σε Αστικές και Εμπορικές Υποθέσεις του 1965 (στο εξής «η Σύμβαση της Χάγης»). Ο πρωτόδικος δικαστής έκρινε ότι τα διαβήματα που οι ενάγοντες είχαν πάρει για να τεθεί υπόψη του εναγόμενου το κλητήριο ένταλμα συνιστούσαν καλή επίδοση. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίστηκε από το αγγλικό Εφετείο αλλά κατ' έφεση, την επανέφερε το Ανώτατο Δικαστήριο της Αγγλίας. Οι ενάγοντες στηρίζονται ιδιαιτέρως στην ακόλουθη περικοπή από την απόφαση του δικαστή Λόρδου Clarke:
«37 Service has a number of purposes but the most important is to my mind to ensure that the contents of the document served, here the claim form, is communicated to the defendant. In Olafsson v. Gissurarson (No. 2) [2008] EWCA Civ 152; [2008] 1 W.L.R. 2016, at [55] I said, in a not dissimilar context, that:
". the whole purpose of service is to inform the defendant of the contents of the claim form and the nature of the claimant' s case:
See e.g. Barclays Bank of Swaziland Ltd v. Hagn [1989] 1 W.L.R. 506, 509 per Lord Brightman, and the definition of 'service' in the glossary to the CPR, which describes it as 'steps required to bring documents used in court proceedings to a person' s attention ..."
I adhere to that view.
38 It is plain from [73] of his judgment quoted above that the judge took account of a series of factors. He said that, most importantly, it was clear that the respondent, through his advisers was fully apprised of the nature of the claim being brought. That was because, as the judge had made clear at [60], the respondent must have been fully aware of the contents of the claim form as a result of it and the other documents having been delivered to this lawyers on 22 October in Beirut and communicated to his London solicitors and to him. As Lewison J, said at [4] of his judgment (quoted above)
"The purpose of service of proceedings, quite obviously, is to bring proceedings to the notice of a defendant. It is not about playing technical *714 games. There is no doubt on the evidence that the defendant is fully aware of the proceedings which are sought to be brought against him, of the nature of the claims made against him and of the seriousness of the allegations.
I agree."
Υπενθυμίζεται ότι με βάση τον Κ.237 των παραπάνω Κανονισμών, η αγγλική δικονομική πρακτική εφαρμόζεται στην Κύπρο μόνο όπου δεν υπάρχει ρύθμιση από τον ισχύοντα διαδικαστικό κανονισμό. Και εδώ, το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει την επίδοση σε πρόσωπα που ευρίσκονται εκτός Κύπρου συνθέτουν, όπως έχει ήδη επισημανθεί πιο πάνω, οι Κανονισμοί 23 και 24 και δεν επαφίεται στην υποκειμενική κρίση του ενάγοντα πού, πώς και σε ποίο θα επιδώσει, επιλεκτικά, δικαστικό έγγραφο. Όπως τονίζεται στην υπόθεση Jive Maritime Ltd v Sea Power Marine S.A.A. (2001)1(Γ) Α.Α.Δ.1951 από τον Νικήτα, Δ, υπάρχουν αυτοπεριορισμοί στη διεθνή δικαιοδοσία των κυπριακών δικαστηρίων, που πηγάζουν από την αβρότητα από την οποία πρέπει να διαπνέονται οι διεθνείς σχέσεις, αλλά κυρίως το σεβασμό της κυριαρχίας των ξένων κρατών. Kρίθηκε δε στην υπόθεση Yesh Shem Distribution Ltd κ.ά ν. Χαβιαρά κ.ά (1993) 1 Α.Α.Δ. 292 ότι :
«.εφόσον η έδρα της αιτήτριας, όπως αναγραφόταν στο κλητήριο ένταλμα ήταν οι Ονδούρες, δεν μπορούσε να γίνει επίδοση σε άλλη διεύθυνση, και κατά συνέπεια η επίδοση που είχε γίνει ήταν κακή και έπρεπε να παραμερισθεί»
Υπό το φως των πιο πάνω, καταλήγω ότι η επίδοση είναι κακή.
Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και αν προσφερόταν η δικονομική δυνατότητα που επικαλέστηκαν οι ενάγοντες στην Baadarani, τα δεδομένα της παρούσας είναι διαφορετικά. Κατ' αρχάς, τόσο η Κύπρος όσο και ο Παναμάς έχουν προσχωρήσει στη Σύμβαση της Χάγης. Ως εκ τούτου, η Baadarani δεν μπορεί να έχει εφαρμογή στα δεδομένα της παρούσας αφού, όπως κατέστησε σαφές ο Λόρδος Clarke στις παραγράφους 33 και 34 της απόφασης του, τα αποφασισθέντα στην Baadarani δεν εφαρμόζονται όπου εφαρμόζεται η Σύμβαση της Χάγης ή κάποια άλλη διμερής σύμβαση που διέπει το ζήτημα της επιδοσης (βλ. επίσης JSC VTB Bank v. Mr Pavel Valerjevich Skurikhin [2013] EWHC 3863). Ούτε έχει καταδειχθεί με θετική προς τούτο μαρτυρία ότι ο εναγόμενος 4 είναι εξουσιοδοτημένος να δεχθεί την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος για λογαριασμό των εναγομένων 2 και 3. Θα πρέπει συναφώς να παρατηρήσω, τουλάχιστον σε ό, τι αφορά τους εναγόμενους 2, ότι η επίδοση του κλητηρίου εντάλματος δεν έγινε στον εναγόμενο 4 για λογαριασμό τους, όπως υποστηρίζουν οι ενάγοντες, αλλά, όπως φαίνεται από τη σχετική ένορκη δήλωση επίδοσης, στην κα Καραγιάννη ως «γραμματέας στη διεύθυνση του εγγεγραμμένου γραφείου της εταιρείας», γεγονός που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αφού αποτελεί κοινό τόπο πως οι εναγόμενοι 2 και 3 έχουν την έδρα τους εκτός της Κύπρου και συγκεκριμένα στον Παναμά.
Για τους πιο πάνω λόγους η επίδοση παραμερίζεται. Τα έξοδα της αίτησης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή, επιδικάζονται υπέρ των εναγομένων 2 και 3 και εναντίον των εναγόντων.
Η αίτηση επιτρέπεται με έξοδα.