ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2009) 1 ΑΑΔ 1292

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                Πολιτική Έφεση Αρ. 66/2007

 

21 Oκτωβρίου, 2009

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΉΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]

 

Μεταξύ:

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΙΔΗ,

                                                                   Εφεσείοντα-Εναγόμενου 3,

και

ΑΝΤΩΝΗ ΣΑΒΒΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ,

Εφεσίβλητου-Ενάγοντα.

 

Και ως ετροποποιήθη δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου ημερομηνίας 26.01.2009

Μεταξύ:

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΙΔΗ,

                   Εφεσείοντα-εναγόμενου 3,

και

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΤΣΙΤΣΙΟΥ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΑΝΤΩΝΗ ΣΑΒΒΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ ΤΕΩΣ ΑΠΌ ΤΗ ΣΩΤΗΡΑ,

Εφεσίβλητου-ενάγοντα.

― ― ― ―

Κ. Παπαλοϊζου,  για εφεσείοντα

Σ. Χριστοδούλου (κα), για εφεσίβλητο

 

 

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον

Π. Αρτέμη, Π.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Εναντίον του εφεσείοντα-εναγόμενου 3 εξεδόθη απόφαση για ποσό £15.000 με τόκο 8% ετησίως από 31.12.99 μέχρις εξοφλήσεως, ως εγγυητού σε έγγραφο που στην Έκθεση Απαίτησης περιγράφεται ως «συναλλαγματική και/ή υποσχετικό έγγραφο και/ή γραμμάτιο και/ή χρεωστικό ομόλογο».

 

Με την υπεράσπιση, ο εφεσείων-εναγόμενος 3 αρνήθηκε την παράγραφο αυτή της Έκθεσης Απαίτησης και ισχυρίστηκε ότι η συναλλαγματική «είναι παράνομη και αντίθετη με το Νόμο»

 

Κατά την πρωτόδικη διαδικασία αμφισβητήθηκε το κατά πόσο ο εναγόμενος 1, ως πρωτοφειλέτης, έλαβε το πιο πάνω ποσό και επίσης υποβλήθηκε ότι αυτός είχε κηρύξει πτώχευση.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν δέχθηκε τις θέσεις αυτές του εναγόμενου 1.

 

Ο συνήγορος του εφεσείοντα-εναγομένου 3 υπέβαλε, στην τελική του γραπτή αγόρευση, ότι δεν υπήρχε έγκυρη συναλλαγματική, καθόσον δεν είχε αυτή την υπογραφή του εκδότη της, όπως απαιτεί ο Νόμος.  Ο αποθανών και αρχικός εφεσίβλητος Αντώνης Σάββα Κωνσταντινίδης, που κατά την εισήγησή του συνηγόρου ήταν ο εκδότης της συναλλαγματικής, δεν την είχε υπογράψει. 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη θέση αυτή, θεωρώντας ότι το πιο πάνω πρόσωπο δεν ήταν το πρόσωπο που την εξέδωσε, αλλά ότι εκδότης ήταν ο εναγόμενος 1, Κυριάκος Φελλάς, προς τον οποίο απευθυνόταν η συναλλαγματική και ο οποίος την είχε υπογράψει.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε το θέμα αυτό, παρόλο ότι έκρινε ότι η εισήγηση πως το έγγραφο δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως συναλλαγματική, δεν καλυπτόταν από την Έκθεση Υπεράσπισης.

 

Κατά την κρίση μας, η τελευταία αυτή θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, δεν είναι ορθή.  Όπως προκύπτει από τα όσα αναφέραμε προηγουμένως, στην Έκθεση Υπεράσπισης αμφισβητείται η νομιμότητα της κατ΄ ισχυρισμό συναλλαγματικής και παρόλο ότι δεν δίδονται λεπτομέρειες, εντούτοις θα μπορούσαν οι ενάγοντες να τις είχαν ζητήσει.

 

Παραθέτουμε πιο κάτω το περιεχόμενο του επίδικου εγγράφου:

 

«                                                                                                        £15.000,00

Εν Λευκωσία τη 18η Φεβρουαρίου 1999.

 

Την 31ης Δεκεμβρίου 1999 πληρώσατε αντί της μόνης ταύτης Συναλλαγματικής εις διαταγήν του Αντώνη Σάββα Κωνσταντίνου, Καραϊσκάκη 16, Σωτήρα, Αμμοχώστου το ποσόν Λιρών Κύπρου Δεκαπέντε Χιλιάδες μόνο δι΄αξίαν ληφθείσαν εις μετρητά.

 

Παρελθούσης της διορίας μου υποχρεούμαι εις την πληρωμήν ετησίου τόκου προς 8% (οκτώ) και εν περιπτώσει αγωγής όλων των δικαστικών εξόδων.

 

 

 

 

Προς τον κύριον ΚΥΡΙΑΚΟΝ ΦΕΛΛΑΝ                      ΜΑΡΤΥΡΕΣ

(υπογραφή)  ΣΩΤΗΡΑ-ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ         1. Χ.Θ. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΙΔΗΣ

ΚΥΠΡΟΣ                                           Νίκις 8, 2ος ορόφος

ΛΕΥΚΩΣΙΑ (υπογραφή)

 

ΕΓΓΥΤΕΣ

1.  ΙΑΚΩΒΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ

(υπογραφή) i.c. 442877

 

2.  ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΙΔΗΣ

(υπογραφή ) i.c. 155824».

 

Ο ορισμός της συναλλαγματικής, σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Συναλλαγματικών Νόμου, Κεφ. 262, είναι ο ακόλουθος:

 

«3(1) Συναλλαγματική είναι η χωρίς όρους έγγραφη εντολή που απευθύνεται από ένα πρόσωπο σε άλλο, υπογραμμένη από το πρόσωπο που τη δίδει και η οποία απαιτεί από το πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται να πληρώσει επί τη εμφανίσει ή σε ορισμένο ή καθορισμένο μελλοντικό χρόνο ορισμένο ποσό χρημάτων σε καθορισμένο πρόσωπο ή σε διαταγή καθορισμένου προσώπου ή στον κομιστή.

 

(2) Έγγραφο το οποίο δεν πληρεί τους όρους αυτούς, ή το οποίο διατάζει όπως γίνει οποιαδήποτε πράξη επιπρόσθετα προς την πληρωμή χρημάτων, δεν αποτελεί συναλλαγματική.»

 

Περαιτέρω, το άρθρο 5(1) προνοεί τα ακόλουθα:

 

«5(1) Συναλλαγματική δύναται να εκδοθεί πληρωτέα στον εκδότη ή σε διαταγή αυτού, ή δύναται να εκδοθεί πληρωτέα στον αποδέκτη, ή σε διαταγή αυτού.»

 

(Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας).

 

Προκύπτει σαφώς από τα πιο πάνω, ότι, για να είναι έγκυρη η συναλλαγματική, πρέπει απαραίτητα να υπογράφεται από το πρόσωπο που την εκδίδει. Στην παρούσα περίπτωση, είναι φανερό από τα όσα έχουν τεθεί ενώπιόν μας, πως δεν υπάρχει υπογραφή εκδότη στο έγγραφο.  Παρόλο ότι δεν υπάρχει σαφής μαρτυρία για το ποιος την εξέδωσε, εντούτοις προκύπτει από την όλη μαρτυρία που δόθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και από το ίδιο το έγγραφο, ότι εκδότης ήταν το ίδιο πρόσωπο προς το οποίο θα επληρώνετο το ποσό των £15,000, δηλαδή ο αποβιώσας και πρώην εφεσίβλητος-ενάγων, Αντώνης Σάββα Κωνσταντινίδης. 

 

Εν όψει των πιο πάνω προνοιών του Νόμου και των γεγονότων αυτών, καθίσταται σαφές πως η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι εκδότης ήταν ο πρώην εναγόμενος 1 Φελλάς, είναι λανθασμένη, αφού σαφώς,  όπως προκύπτει από το έγγραφο,  ο Φελλάς ήταν το πρόσωπο προς το οποίο απευθυνόταν η εντολή να πληρώσει.  Προφανώς ο εκδότης,  ο εφεσίβλητος Κωνσταντινίδης, δεν είχε υπογράψει το έγγραφο.  Ορθά η πρωτόδικος Δικαστής παρατηρεί στην απόφαση της ότι «σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Συναλλαγματικών Νόμου, Κεφ. 262, δεν αποτελεί προϋπόθεση όπως η συναλλαγματική υπογραφεί από το άτομο προς όφελος του οποίου εκδίδεται, εκείνο που αποτελεί προϋπόθεση είναι όπως η συναλλαγματική υπογράφεται από το ΄το πρόσωπο που τη δίδει΄».  Παραγνωρίζει όμως ότι στην παρούσα περίπτωση εκδότης και άτομο προς όφελος του οποίου εκδόθηκε η «συναλλαγματική», ήταν το ίδιο πρόσωπο και δεν είναι με την ιδιότητά του ως το άτομο προς όφελος του οποίου εκδόθηκε που θα έπρεπε να την υπογράψει, αλλά υπό την ιδιότητά του ως πρόσωπο που τη δίδει.

 

Σε όλες τις αυθεντίες που έχουν αναφερθεί ενώπιόν μας, συμπεριλαμβανομένης και εκείνης στην οποία μας παρέπεμψε η συνήγορος του εφεσίβλητου, δηλαδή την Samoa Clothing Industry Ltd κ.α. ν. Ταμείο Προνοίας Εργατοϋπαλλήλων Βιομηχανίας Ειδών Ένδυσης και Υπόδησης Κύπρου (2004) 1 Α.Α.Δ. 2072 τονίζεται πως απαραίτητη είναι η υπογραφή του εκδότη/εντολέα.

 

Ενώπιον μας, το μόνο θέμα που εγειρόταν ήταν κατά πόσο το επίδικο έγγραφο συνιστούσε έγκυρη συναλλαγματική.  Εντούτοις, αφού αυτό περιγραφόταν και ως υποσχετικό έγγραφο και/ή γραμμάτιο και/ή χρεωστικό ομόλογο, παραπέμπουμε και στις πρόνοιες του άρθρου 83(1)  του περί Συναλλαγματικών Νόμου, Κεφ. 262,  Μέρος IV - Γραμμάτια σε Διαταγή. (Promissory Notes, στο Αγγλικό κείμενο).

 

«83(1)  Γραμμάτιο σε διαταγή είναι η χωρίς όρους γραπτή υπόσχεση που παρέχεται από έναν πρόσωπο σε άλλο υπογεγραμμένη από τον εκδότη ο οποίος υπόσχεται να πληρώσει, εν όψει ή σε ορισμένο ή προσδιορίσιμο μέλλοντα χρόνο, ορισμένο ποσό χρημάτων σε ορισμένο πρόσωπο ή σε διαταγή ορισμένου προσώπου ή στον κομιστή.»

 

Επίσης, παραπέμπουμε στο σύγγραμμα Byles on Bills of Exchange, 24η Έκδοση, στη σελ. 4, όπου, μεταξύ άλλων, αναφέρονται και τα ακόλουθα:

 

«Τhe essential feature in a bill of exchange is the signature of the drawer on the face of the bill; in its absence an acceptance is inoperative and the instrument cannot be treated as a promissory note of the acceptor."

 

Σε μετάφραση:

 

«Το απαραίτητο στοιχείο της συναλλαγματικής είναι η υπογραφή του εκδότη˙ στην απουσία της, αποδοχή είναι αναποτελεσματική και το έγγραφο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως υποσχετικό έγγραφο του αποδέκτη.»

 

Κατά συνέπεια των πιο πάνω, ούτε γραμμάτιο σε διαταγή του εκδότη (υποσχετικό έγγραφο) μπορεί να θεωρηθεί το επίδικο έγγραφο. 

 

Εν όψει των λεχθέντων και αφού, με βάση τους λόγους έφεσης και της μη ύπαρξης αντέφεσης, το μόνο που έχουμε να αποφασίσουμε είναι κατά πόσο το επίδικο έγγραφο ήταν συναλλαγματική μέσα στην έννοια του Νόμου, καταλήγουμε πως η απάντησή μας πρέπει να είναι αρνητική.

 

Ως εκ τούτου, η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται, με έξοδα υπέρ του εφεσείοντα, τόσο κατ΄έφεση όσο και πρωτόδικα.  Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

 

Π.                                       Δ.                                            Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/Χ.Π.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο