ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 1 ΑΑΔ 2047
20 Δεκεμβρίου, 2004
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11428)
(Σχετ. με την 11429)
ΛΑΝΙΤΗΣ ΦΑΡΜ ΛΤΔ,
Εφεσείουσα-Εναγόμενη,
ν.
ΜΑΡΙΑΣ Θ. ΣΑΒΒΑ,
Εφεσίβλητης-Ενάγουσας.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11429)
(Σχετ. με την 11428)
ΛΑΝΙΤΗΣ ΦΑΡΜ ΛΤΔ,
Εφεσείουσα-Εναγόμενη,
ν.
ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΣΑΒΒΑ,
Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα.
(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 11428, 11429)
Αμέλεια ― Res ipsa loquitur ― Προϋποθέσεις εφαρμογής της αρχής res ipsa loquitur ― Άρθρο 55 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148.
Απόδειξη ― Έγγραφα ― Εξ ακοής μαρτυρία ― Κατά πόσο το Δικαστήριο εφάρμοσε ορθά τον κανόνα κατά της εξ ακοής μαρτυρίας και/ή τις πρόνοιες των Άρθρων 4(1)(α)(ii) και 18 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9.
Ευρήματα Δικαστηρίου ― Αξιοπιστία μαρτύρων ― Η εκτίμηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων ανήκει στο πρωτόδικο Δικαστήριο ― Προϋποθέσεις επέμβασης Εφετείου.
Το βράδυ της 18.3.1997 ο εφεσίβλητος Θ. Σάββα οδηγούσε το αυτοκίνητό του στο δρόμο Τραχωνίου με κατεύθυνση την Επισκοπή, έχοντας ως συνεπιβάτιδα τη σύζυγό του, εφεσίβλητη Μ. Σάββα. Σε κάποιο σημείο της διαδρομής ένα κυπαρίσσι από τη δεντροστοιχία στην αριστερή πλευρά του δρόμου, σε ακίνητο της εφεσείουσας, αποκόπηκε και εισχώρησε μέσα στο αυτοκίνητο από τον μπροστινό ανεμοθώρακα, τραυματίζοντας και τους δύο εφεσίβλητους. Οι εφεσίβλητοι αξίωσαν από την εφεσείουσα γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για τις σωματικές βλάβες που υπέστησαν. Η εφεσείουσα αρνήθηκε το ατύχημα και τις λεπτομέρειες αμέλειας που προβλήθηκαν εναντίον της. Διαζευκτικά, πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι το ατύχημα προκλήθηκε από ανώτερη βία και/ή θεομηνία και/ή εξαιρετικό συμβάν της φύσης και/ή συνθήκες που το καθιστούσαν αναπόφευκτο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι είχαν ικανοποιηθεί όλες οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της αρχής res ipsa loquitur στα γεγονότα της υπόθεσης, με αποτέλεσμα να στοιχειοθετείται εκ πρώτης όψεως αμέλεια εις βάρος της εφεσείουσας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ικανοποιήθηκε ότι οι εφεσίβλητοι απέδειξαν την υπόθεσή τους στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων και εξέδωσε υπέρ τους απόφαση για τα ποσά των αποζημιώσεων που είχαν συμφωνηθεί μεταξύ των διαδίκων, πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την πρωτόδικη απόφαση προβάλλοντας ως λόγους έφεσης ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο:
1) έκρινε ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, επληρούντο όλες οι προϋποθέσεις της αρχής res ipsa loquitur,
2) δεν επέτρεψε την προσκόμιση της μαρτυρίας του ΜΥ2 (Ανώτερου Επιθεωρητή της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας) για τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν κατά την ημέρα του ατυχήματος εφαρμόζοντας εσφαλμένα τον κατά της εξ ακοής μαρτυρίας κανόνα και/ή τις πρόνοιες των Άρθρων 4(1)(α)(ii) και 18 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9, και
3) δεν έκαμε δεκτή την υπεράσπιση της εφεσείουσας απορρίπτοντας συναφώς τη μαρτυρία κυρίως του ΜΥ4 "ότι το ατύχημα οφειλόταν σε ανώτερη βία και/ή θεομηνία και/ή εξαιρετικά φαινόμενα της φύσεως και/ή υπό συνθήκες που το καθιστούσαν αναπόφευκτο", και, επίσης, "για την επιμέλεια που επέδειξαν οι εναγόμενοι και/ή για τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν κατά την ημέρα του ατυχήματος".
Αποφασίστηκε ότι:
1. Οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι επληρούντο και οι δύο προϋποθέσεις για την εφαρμογή της αρχής του res ipsa loquitur υποστηρίζονται από τη μαρτυρία που είχε προσαχθεί ενώπιον του Δικαστηρίου.
2. Ο Μ.Υ. 2 δεν ήταν ο αρμόδιος λειτουργός της συμπλήρωσης των ειδικών εντύπων καταγραφής των ανέμων. Ορθά, επομένως, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν του επέτρεψε να προχωρήσει και δώσει σχετική μαρτυρία, εφόσον οποιαδήποτε απάντησή του, με την κατάθεση των εντύπων, θα παραβίαζε τον κανόνα κατά της εξ ακοής μαρτυρίας.
3. Το ζήτημα της αξιοπιστίας των μαρτύρων ανήκει στο πρωτόδικο Δικαστήριο. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο αν τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή από τα ίδια τα ευρήματά του. Στην παρούσα υπόθεση δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε που να δικαιολογεί την επέμβαση του Εφετείου προς ανατροπή του ευρήματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου με το οποίο η μαρτυρία του Μ.Υ. 4 κρίθηκε αναξιόπιστη και απορρίφθηκε.
Οι εφέσεις απορρίφθηκαν με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.
Εφέσεις.
Εφέσεις από την εναγόμενη εταιρεία κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 28/5/02 (Αρ. Αγωγής 1749/98) με την οποία έκρινε ότι επληρούντο όλες οι προϋποθέσεις της αρχής res ipsa loquitur και ότι η εναγόμενη ήταν ένοχη αμέλειας όταν ένα κυπαρίσσι, ιδιοκτησίας της, απεκόπη και εισχώρησε στο αυτοκίνητο με επιβάτες τους ενάγοντες με αποτέλεσμα τον τραυματισμό τους και επιδίκασε υπέρ αυτών τα συμφωνηθέντα ποσά των γενικών και ειδικών αποζημιώσεων πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα.
Π. Αναστασιάδης, για την Εφεσείουσα και στις δύο Εφέσεις.
Κ. Χατζηπιέρας, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γαβριηλίδης Δ..
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με τις συνενωμένες αγωγές 1749/98 και 1750/98 Ε.Δ. Λεμεσού, οι εφεσίβλητοι, που είναι ανδρόγυνο, αξίωσαν από την εφεσείουσα γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες και ζημιές που υπέστησαν συνεπεία τροχαίου ατυχήματος.
Σύμφωνα με την έκθεση απαιτήσεως, στις 18.3.1997, ενώ οι εφεσίβλητοι επέβαιναν του αυτοκινήτου ΕΗΒ167, με οδηγό τον εφεσίβλητο Θ. Σάββα και συνεπιβάτιδα την εφεσίβλητη Μ. Σάββα, στο δρόμο Τραχωνίου-Λεμεσού, δύο κυπαρίσσια, από δεντροστοιχία κυπαρισσιών που υπήρχε παραπλεύρως του δρόμου, σε ακίνητο της εφεσείουσας, αποκόπηκαν, το δε ένα κατέπεσε πάνω στο αυτοκίνητο, με αποτέλεσμα οι εφεσίβλητοι να υποστούν σωματικές βλάβες και άλλες ζημιές.
Με την υπεράσπιση η εφεσείουσα αρνήθηκε το ατύχημα, καθώς και όλες τις λεπτομέρειες αμέλειας που τις προσήφθησαν. Διαζευκτικά, πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι το ατύχημα προκλήθηκε από ανώτερη βία και/ή θεομηνία και/ή εξαιρετικό συμβάν της φύσης και/ή υπό συνθήκες που το καθιστούσαν αναπόφευκτο.
Πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, οι διάδικοι συμφώνησαν ότι οι γενικές και ειδικές αποζημιώσεις, στη βάση πλήρους ευθύνης της εφεσείουσας, θα ήταν για μεν την εφεσίβλητη Μ. Σάββα £1.500 γενικές και £140 ειδικές αποζημιώσεις, για δε τον εφεσίβλητο Θ. Σάββα £100 γενικές και £145 ειδικές αποζημιώσεις. Συμφωνήθηκε, επίσης, ότι το ποσό των γενικών αποζημιώσεων θα έφερε νόμιμο τόκο.
Προς υποστήριξη της απαίτησής τους οι εφεσίβλητοι κάλεσαν έξι μάρτυρες ενώ, προς υποστήριξη της υπεράσπισης, η εφεσείουσα κάλεσε τέσσερις μάρτυρες.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία από πλευράς των εφεσίβλητων, αποδέχθηκε ότι, στις 18.3.1997, περί ώρα 8.20 το βράδυ, ο εφεσίβλητος Θ. Σάββα οδηγούσε το υπ΄ αρ. ΕΗΒ167 αυτοκίνητο στο δρόμο Τραχωνίου με κατεύθυνση την Επισκοπή. Είχε ως συνεπιβάτιδα τη σύζυγό του, εφεσίβλητη Μ. Σάββα. Ενώ οδηγούσε το αυτοκίνητο, ένα κυπαρίσσι, από τη δεντροστοιχία που βρισκόταν παραπλεύρως του δρόμου, στ΄ αριστερά σε σχέση με την πορεία του, απεκόπη και εισχώρησε μέσα στο αυτοκίνητο από τον μπροστινό ανεμοθώρακα. Το κυπαρίσσι είχε αποκοπεί από τον κορμό λίγο πιο πάνω από τη μέση. Από το ατύχημα τραυματίστηκαν και οι δύο εφεσίβλητοι. Την ώρα του ατυχήματος φυσούσε στην περιοχή δυνατός άνεμος. Η εφεσείουσα είχε υπό τον πλήρη έλεγχο της το αποκοπέν κυπαρίσσι, όπως και ολόκληρη τη συστάδα κυπαρισσιών στην οποία ανήκε. Η συστάδα χρησιμοποιείτο από την εφεσείουσα ως ανεμοθραύστης για τις φυτείες της.
Ακολούθως, το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού εξήγησε την αρχή res ipsa loquitur, κατέληξε ότι, με τη μαρτυρία από πλευράς των εφεσίβλητων και τα συνακόλουθα ευρήματά του, είχαν ικανοποιηθεί όλες οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της αρχής στα γεγονότα της υπόθεσης, με αποτέλεσμα να στοιχειοθετείται εκ πρώτης όψεως αμέλεια εις βάρος της εφεσείουσας. Στη συνέχεια, αφού ανέλυσε και αξιολόγησε τη μαρτυρία από πλευράς της εφεσείουσας, πάντοτε σε συνάρτηση με τις έγγραφες προτάσεις της, κατέληξε ότι αυτή απέτυχε να αποδείξει (α) ότι δε βαρυνόταν με οποιαδήποτε αμέλεια και (β) τους ισχυρισμούς της αναφορικά με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν την ώρα του ατυχήματος και, ως εκ τούτου, απέτυχε να αποσείσει το βάρος απόδειξης με το οποίο ήταν επιφορτισμένη.
Ως αποτέλεσμα, το πρωτόδικο Δικαστήριο ικανοποιήθηκε ότι οι εφεσίβλητοι απέδειξαν την υπόθεσή τους στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων και εξέδωσε υπέρ τους απόφαση για τα συμφωνηθέντα ποσά των αποζημιώσεων, πλέον νόμιμο τόκο. Τους επεδίκασε, επίσης, τα έξοδα.
Προβάλλεται ως λόγος έφεσης ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, επληρούντο όλες οι προϋποθέσεις της αρχής res ipsa loquitur.
Η αρχή res ipsa loquitur ενσωματώνεται στο άρθρο 55 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, το οποίο έχει ως εξής:
"Σε αγωγή που εγείρεται σε σχέση με ζημιά, κατά την οποία αποδεικνύεται-
(α) Ότι ο ενάγοντας στερείται γνώσης ή μέσων γνώσης των πραγματικών περιστατικών, τα οποία προκάλεσαν το συμβάν το οποίο οδήγησε στην ζημιά, και
(β) Ότι η ζημιά προκλήθηκε από ιδιοκτησία, επί της οποίας ο εναγόμενος είχε πλήρη έλεγχο.
και κρίνεται από το Δικαστήριο ότι η επέλευση του συμβάντος που προκάλεσε τη ζημιά συνδέεται περισσότερο με το γεγονός ότι ο εναγόμενος παρέλειψε να καταβάλει εύλογη επιμέλεια παρά προς την καταβολή τέτοιας επιμέλειας, ο εναγόμενος φέρει το βάρος της απόδειξης του ότι δεν υφίστατο αμέλεια για την οποία αυτό ευθύνεται σε σχέση με το συμβάν το οποίο οδήγησε στη ζημιά."
Σύμφωνα με το δικηγόρο της εφεσείουσας, οι εφεσίβλητοι δεν πέτυχαν, ως έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο, να αποδείξουν ούτε (α) ότι εστερούντο γνώσης ή μέσων γνώσης των πραγματικών περιστατικών, τα οποία προκάλεσαν το συμβάν, το οποίο οδήγησε στη ζημιά, ούτε (β) ότι η ζημιά προκλήθηκε από ιδιοκτησία επί της οποίας η εφεσείουσα είχε πλήρη έλεγχο.
Ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί. Ειδικότερα:
Όσον αφορά κατά πόσο συνέτρεχε η υπό (α) προϋπόθεση εφαρμογής της αρχής, ο δικηγόρος της εφεσείουσας υποστήριξε ότι "όπως προκύπτει από τις σελίδες 81 και 82 των Πρακτικών ο Δικηγόρος της Εφεσίβλητης, έγραψε στην Μετεωρολογική Υπηρεσία επιστολή για τις κλιματολογικές συνθήκες την ημέρα εκείνη. Η επιστολή αυτή απαντήθηκε από την Υπηρεσία και η Εφεσίβλητη εγνώριζε μαρτυρία την οποία όμως επέλεξε να μην προσκομίσει. Δεν έπρεπε να υπάρχει αμφιβολία ότι η επιστολή μιλούσε για κάκιστες κλιματολογικές συνθήκες αφού ο Δικηγόρος της ενάγουσας «λυσσαλέα» ενέστη στην περί αυτών μαρτυρία που θα έδινε ο ΜΥ2 Ανώτερος Επιθεωρητής της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας.".. "Ο πρωτόδικος Δικαστής από αυτό και μόνο δε θάπρεπε να βγάλει το συμπέρασμα ότι ο εφεσίβλητος/ενάγων δεν είχε γνώση ή τα μέσα γνώσης των πραγματικών συνθηκών".
Η προσέγγιση του δικηγόρου της εφεσείουσας δεν οδηγεί πουθενά. Ούτε η επιστολή του δικηγόρου των εφεσιβλήτων προς τη Μετεωρολογική Υπηρεσία, ούτε και η εκ μέρους της προς αυτόν απαντητική επιστολή του ΜΥ2 Κλείτου Πηγιώτη (Ανώτερου Επιθεωρητή της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας) τέθηκαν, από πλευράς της εφεσείουσας, ως τεκμήρια ενώπιον του Δικαστηρίου. Στην απουσία των επιστολών αυτών, δεν μπορεί να ευσταθήσει η εισήγηση ότι η πλευρά των εφεσίβλητων γνώριζε τα πραγματικά περιστατικά που προκάλεσαν το συμβάν, ήτοι "κάκιστες κλιματολογικές συνθήκες", απλά και μόνο επειδή ο δικηγόρος τους ενέστη στη μαρτυρία που θα έδινε ο ΜΥ2.
Όσον αφορά το κατά πόσο συνέτρεχε η υπό (β) προϋπόθεση εφαρμογής της αρχής, ήτοι κατά πόσο οι εφεσίβλητοι απέδειξαν ότι η ζημιά προκλήθηκε από ιδιοκτησία επί της οποίας η εφεσείουσα είχε πλήρη έλεγχο, το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου έχει ως εξής:
"Παραμένει να εξεταστεί κατά πόσο το αποκοπέν κυπαρίσσι βρισκόταν στην απόλυτο έλεγχο των Εναγομένων. Αυτό το οποίο συνάγεται αβίαστα μέσα από τη μαρτυρία των εναγομένων ιδωμένη στο σύνολο της αλλά και ειδικά μέσα από τη μαρτυρία του ΜΥ4 είναι ότι οι Εναγόμενοι είχαν υπό τον έλεγχο τους το αποκοπέν κυπαρίσσι καθώς και ολόκληρη την συστάδα στην οποία αυτό ανήκε, γεγονός το οποίο ουδόλως αμφισβητήθηκε από τους Εναγομένους. Χαρακτηριστικά ο ΜΥ4 ανέφερε στη μαρτυρία του ότι η συστάδα των κυπαρισσιών, μεταξύ των οποίων και το αποκοπέν, χρησιμοποιείται από τους Εναγόμενους ως ανεμοθραύστης για τις φυτείες τους."
Η μαρτυρία του ΜΥ4 Κώστα Αλεξάνδρου υποστηρίζει πλήρως τα πιο πάνω ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Παραθέτουμε τα σχετικά αποσπάσματα από την αντεξέταση:
"Ε. Είπατε ότι είστε γεωπόνος και υπεύθυνος της παραγωγής του αγροκτήματος Λανίτη.
Α. Μάλιστα.
Ε. Απ' ότι βλέπουμε και στις φωτογραφίες απ΄ ότι ξέρουμε επίσης, κατά μήκος του δρόμου που είναι η σειρά των κυπαρισσιών, υπάρχει τέλι αγκαθωτό.
Α. Μάλιστα.
Ε. Είναι περίκλειστος ο χώρος δηλαδή;
Α. Ναι.
.............................................................................................................
Ε. Είπατε ότι έχει μία απόσταση από την τελευταία συστάδα των οπωροφόρων μέχρι τα κυπαρίσσια, απόσταση 20 ποδιών.
Α. Τουλάχιστον.
Ε. Αυτή η απόσταση των 20 ποδιών μέχρι και τα κυπαρίσσια ποιος την ελέγχει, ποιος την χρησιμοποιεί.
Α. Εμείς.
............................................................................................................
Ε. Είναι ή δεν είναι αυτός ο χώρος υπό την κατοχή σας;
Α. Σίγουρα είναι υπό την κατοχή μας.
.............................................................................................................
Ε. Ανεμοθραύστες δεν είναι για την παραγωγή του αγροκτήματος Λανίτη;
Α. Μάλιστα, στη δική μας παραγωγή χρησιμοποιείται το κυπαρίσσι ως ανεμοθραύστης για την προστασία της παραγωγής μας."
Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος έφεσης ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο, με ενδιάμεσες αποφάσεις του, δεν επέτρεψε την προσκόμιση μαρτυρίας για τις καιρικές συνθήκες κατά την ημέρα του ατυχήματος από το ΜΥ2, και τούτο διότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένα τον κατά της εξ ακοής μαρτυρίας κανόνα και ή τις πρόνοιες των άρθρων 4(1)(α)(ii) και 18 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9.
Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί.
Ο ΜΥ2 δεν ήταν υπεύθυνος του Κλάδου Κλιματολογίας της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας, Κλάδος στον οποίο υπάγεται, σύμφωνα με τη μαρτυρία του, η καταγραφή των ανέμων. Υπεύθυνος ήταν κάποιος Στυλιανός Πασιαρδής. Οι άνεμοι καταγράφονται στους διάφορους Σταθμούς, σε ταινίες, από ανεμογράφους. Η ανάλυση των ενδείξεων γίνεται από το προσωπικό του Κλάδου το οποίο και συμπληρώνει ειδικά έντυπα. Ο ΜΥ2 δεν είχε οποιαδήποτε ανάμειξη στη διαδικασία αυτή. Ορθά, επομένως, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν του επέτρεψε να προχωρήσει και δώσει σχετική μαρτυρία, εφόσον οποιαδήποτε απάντησή του, με την κατάθεση των εντύπων, θα παραβίαζε τον κατά της εξ ακοής μαρτυρίας κανόνα.
Όσον αφορά τη βροχόπτωση, ο ΜΥ2 ήταν υπεύθυνος του σχετικού Κλάδου. Για την καταμέτρηση της βροχόπτωσης υπάρχουν όργανα, τα λεγόμενα βροχόμετρα, που μαζεύουν ανά την Κύπρο το νερό της βροχής. Η καταμέτρηση γίνεται από παρατηρητές οι οποίοι αποστέλλουν τις μετρήσεις τους στη Λευκωσία. Εάν, επομένως, επιτρέπετο στο μάρτυρα να δώσει σχετική μαρτυρία, με την κατάθεση των εγγράφων των μετρήσεων, θα παραβιάζετο και πάλι ο κατά της εξ ακοής μαρτυρίας κανόνας. Και τούτο, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η όποια μαρτυρία για τη βροχόπτωση κατά τη μέρα του ατυχήματος θα ήταν άσχετη, εφόσον η εφεσείουσα δεν παρουσίασε οποιαδήποτε μαρτυρία ότι η βροχόπτωση ήταν η αιτία ή δυνατό να ήταν η αιτία ή έστω να επηρέασε ή δυνατό να επηρέασε την αποκοπή και πτώση του κυπαρισσιού στο αυτοκίνητο των εφεσίβλητων.
Η ίδια έγγραφος μαρτυρία δε μπορούσε να επιτραπεί ούτε δυνάμει του άρθρου 4(1)(α)(ii), ούτε δυνάμει του άρθρου 18 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9.
Όσον αφορά το άρθρο 4(1)(α)(ii) παρατηρούμε ότι ο ΜΥ2 δεν είχε προσωπική γνώση του θέματος ούτε, βέβαια, ήταν "το πρόσωπο που έκαμε τη δήλωση", δεν ηγέρθη καν θέμα ότι τα σχετικά έγγραφα αποτελούσαν "μέρος υπομνήματος φερομένου ως συνεχούς τοιούτου", ούτε υπήρξε μαρτυρία ως προς το ποιος συνέταξε τα έγγραφα. Όσο δε αφορά το άρθρο 18, πέραν του ότι δε συνέτρεχαν τα στοιχεία που μόλις αναφέραμε σε σχέση με το άρθρο 4(1)(α)(ii), η εφεσείουσα δεν προσκόμισε μαρτυρία ότι τα έγγραφα ήταν "μητρώο" ή "αντίγραφο μητρώου", ότι ήταν δημόσια (ετηρούντο δηλαδή δυνάμει πρόνοιας Νόμου και μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από το κοινό), ότι ήταν πρωτότυπα ή αντίγραφα υπογεγραμμένα και κεκυρωμένα ως γνήσια αντίγραφα από το πρόσωπο που είχε εξουσία να τηρεί το "μητρώο" και, τέλος, ότι τούτο φυλάσσεται σε μόνιμη βάση.
Με τους τελευταίους δύο λόγους έφεσης προβάλλεται η θέση ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έκαμε δεκτή την υπεράσπιση της εφεσείουσας, απορρίπτοντας συναφώς τη μαρτυρία κυρίως του ΜΥ4 "ότι το ατύχημα οφειλόταν σε ανώτερη βία και ή θεομηνία και ή εξαιρετικά φαινόμενα της φύσεως και ή υπό συνθήκες που το καθιστούσαν αναπόφευκτο" και, επίσης, "για την επιμέλεια που επέδειξαν οι εναγόμενοι και ή για τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν κατά την ημέρα του ατυχήματος".
Σύμφωνα με το δικηγόρο της εφεσείουσας, η μαρτυρία του ΜΥ4 έπρεπε να γίνει αποδεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο για το λόγο ότι "ήταν πειστική, σταθερή, αταλάντευτη, χωρίς καμιά αντίφαση και πλήρως τεκμηριωμένη".
Και αυτός ο λόγος είναι αβάσιμος.
Οι αρχές με βάση τις οποίες το Εφετείο επεμβαίνει για να ανατρέψει ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων είναι γνωστές. Το ζήτημα της αξιοπιστίας των μαρτύρων ανήκει στο πρωτόδικο Δικαστήριο. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο αν τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή από τα ίδια τα ευρήματά του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξήγησε, σε έκταση, τους λόγους για τους οποίους, στο συγκεκριμένο ζήτημα, έκρινε τη μαρτυρία του ΜΥ4 ως αναξιόπιστη και την απέρριψε. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα:
"Στρέφομαι τώρα να εξετάσω τη μαρτυρία του Μ.Υ.4 που ήταν και ο βασικός μάρτυρας των Εναγομένων. Ο μάρτυρας αυτός δεν άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις στο Δικαστήριο. Σε αρκετά σημεία υπερέβαλλε σε βαθμό που η μαρτυρία του στερείτο πειστικότητας. Για παράδειγμα κατά την περιγραφή των καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν κατά τη μέρα του δυστυχήματος ήταν εμφανής η προσπάθεια του να παρουσιάσει τις πλέον ακραίες καιρικές συνθήκες, βοηθώντας με αυτό τον τρόπο την υπόθεση των Εναγομένων. Δεν μου διαφεύγει επίσης το γεγονός ότι κατά την ώρα του δυστυχήματος βρισκόταν αρκετά χιλιόμετρα μακριά από το αγρόκτημα των Εναγομένων από το οποίο είχε φύγει η ώρα 4.00 το απόγευμα. Συνεπώς πως μπορούσε να γνωρίζει τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στη σκηνή του δυστυχήματος κατά την ώρα που έλαβε χώρα αφού δεν βρισκόταν τουλάχιστον κοντά στο χώρο που αυτό έλαβε χώρα. Περαιτέρω ενώ αναφέρθηκε σε καταγραφή στοιχείων με βάση τα μετεωρολογικά όργανα που βρίσκονται στο αγρόκτημα των Εναγομένων, εντούτοις καμιά τέτοια καταγραφή δεν παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο, ούτε καν έγινε προσπάθεια παρουσίασης τους, αφήνοντας ουσιαστικά τους ισχυρισμούς του μετέωρους. Το ίδιο μετέωρη έχει μείνει και η θέση του σε σχέση με τους κόμβους αέρα που επικρατούσαν κατά τη μέρα του δυστυχήματος. Επίσης ανυποστήριχτη έχει μείνει και η θέση του ότι οι άνεμοι που έπνεαν τη μέρα του δυστυχήματος ήταν τόσο θυελλώδεις που μπορούσαν να δημιουργήσουν αποκοπή και εκρίζωση καθ' όλα υγιών δέντρων χωρίς ορατή ένδειξη φθοράς. Υπό το φως της ανάλυσης την οποία προσπάθησα να κάμω πιο πάνω η μαρτυρία του δεν μπορεί να γίνει αποδεχτή."
Τα πρακτικά της διαδικασίας υποστηρίζουν πλήρως τις πιο πάνω διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Δε βλέπουμε γιατί θάπρεπε να επέμβουμε.
Οι εφέσεις απορρίπτονται, με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.
Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.