ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2004) 1 ΑΑΔ 2024

15 Δεκεμβρίου, 2004

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]

ILLVA SARONNO S.P.A.,

Εφεσείουσα-Εναγόμενη,

ν.

1. ΟΤΗΟΝ GHALANOS LTD,

2. ΟΤΗΟΝ GHALANOS & SΟΝ LTD,

Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11683)

 

Συμβάσεις ― Ερμηνεία σύμβασης ― Εσφαλμένη ερμηνεία όρου αναφορικά με το χρόνο προειδοποίησης που θα έπρεπε να δοθεί για τερματισμό σύμβασης.

Από το Δεκέμβριο του 1979 η εφεσείουσα διόρισε με σύμβαση τις εφεσίβλητες ως αποκλειστικούς αντιπροσώπους της για την εισαγωγή και πώληση στην Κύπρο του λικέρ Αμαρέτο.

Στις 28.4.1997 η εφεσείουσα, δίδοντας προειδοποίηση ενός μηνός, μέχρι τον Μάιο 1997, τερμάτισε τη σύμβαση.

Οι εφεσίβλητες αξίωσαν με αγωγή τους αποζημιώσεις για ισχυριζόμενο παράνομο τερματισμό της σύμβασης, μεταξύ των οποίων και £28.000 απώλεια κέρδους για περίοδο 18 μηνών και £5.774 για μη εκτελεσθείσες εργασίες.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως για τον τερματισμό της σύμβασης θα έπρεπε να δοθεί εύλογη ειδοποίηση, που καθόρισε σε 12 μήνες.  Στη βάση δε της μαρτυρίας που δόθηκε υπολόγισε τη ζημιά που υπέστησαν οι εφεσίβλητες για διαφυγόν κέρδος για την περίοδο των 12 μηνών σε £18.668,51.  Το Δικαστήριο αποδέχθηκε επίσης την απαίτηση των εφεσιβλήτων για £2.465,60, διαφυγόν κέρδος επειδή δεν εκτελέστηκε μια παραγγελία τους, που έβαλαν στις 16.12.96.

Η εφεσείουσα αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης υποστηρίζοντας ότι μετά τη λήξη της χρονικής διάρκειας της σύμβασης, όπως αυτή προβλεπόταν στη σχετική συμφωνία, η συνεργασία συνεχίστηκε από μήνα σε μήνα.  Επομένως ορθά έδωσε προειδοποίηση ενός μηνός για τον τερματισμό της.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου τα οποία αφορούν στο ύψος του ποσού για την απώλεια των κερδών από τις εφεσίβλητες είναι αποτέλεσμα ορθής αξιολόγησης της μαρτυρίας και δεν μπορούν να ανατραπούν.

2.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο όμως δεν ερμήνευσε ορθά τον όρο της σύμβασης αναφορικά με το χρόνο της προειδοποίησης που θα έπρεπε να δοθεί, προτού τερματιστεί η επίμαχη σύμβαση.  Η σύμβαση ήταν διάρκειας ενός έτους, μέχρι 31.12.1980 και μετά ανανεώνετο από έτος σε έτος εκτός εάν εδίδετο γραπτή προειδοποίηση από οποιονδήποτε των μερών, πως δεν επιθυμεί να συνεχιστεί η σύμβαση για το επόμενο έτος, 120 ημέρες προηγουμένως.

3.  Η προειδοποίηση του ενός μηνός που δόθηκε, θα είχε ισχύ για το επόμενο έτος δηλαδή από 1.1.1998.  Έτσι η σύμβαση συνέχισε μέχρι το τέλος του 1997.  Ενόψει των ανωτέρω η ζημιά που υπέστησαν οι εφεσίβλητες είναι για 7 μήνες από Μάιο μέχρι τέλος Δεκεμβρίου του 1997.  Οι επιδικασθείσες αποζημιώσεις για διαφυγόν κέρδος 12 μηνών θα μειωθούν κατ' αναλογία, έτσι που να αντιπροσωπεύουν διαφυγόν κέρδος 7 μηνών.  Το υπόλοιπο ποσό της πρωτόδικης απόφασης, διαφυγόν κέρδος για τη μη εκτέλεση της παραγγελίας, μένει αναλλοίωτο.

Η έφεση επιτράπηκε μερικώς με το ήμισυ των εξόδων της έφεσης υπέρ της εφεσείουσας.

Έφεση.

Έφεση από την εναγόμενη εταιρεία κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 27/3/03 (Αρ. Αγωγής 591/98) με την οποία κρίθηκε ότι για τον τερματισμό εκ μέρους της εναγόμενης της σύμβασης αποκλειστικής αντιπροσωπείας στην Κύπρο του προϊόντος της θα έπρεπε να είχε δοθεί εύλογη ειδοποίηση δώδεκα μηνών και επιδίκασε υπέρ των εναγόντων και εναντίον της εναγόμενης ζημιά διαφυγόντος κέρδους για την περίοδο αυτή £18.668,51 και £2.465,60 για διαφυγόν κέρδος από τη μη εκτέλεση μιας παραγγελίας.

Χρ. Μελίδης, για την Εφεσείουσα.

Μ. Παπαπέτρου, για τις Εφεσίβλητες.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Οι δύο εφεσίβλητες-ενάγουσες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, ασχολούνται, μεταξύ άλλων, με την εισαγωγή και διανομή οινοπνευματωδών ποτών.  Η εφεσείουσα-εναγόμενη εταιρεία, που προφανώς εδρεύει στην Ιταλία, κατασκευάζει το λικέρ Αμαρέττο.  Από το Δεκέμβριο 1979, η εφεσείουσα διόρισε τις εφεσίβλητες ως αποκλειστικούς αντιπροσώπους της στην Κύπρο για την εισαγωγή και πώληση στην εγχώρια αγορά του πιο πάνω λικέρ.  Τον Μάρτιο 1992 η εφεσείουσα εξεδήλωσε την επιθυμία της να τερματίσει τη σύμβαση, γιατί δεν ήταν ικανοποιημένη από τον όγκο των πωλήσεων που γινόντουσαν στην Κύπρο. Η εφεσείουσα όμως δεν υλοποίησε την πρόθεση της για τερματισμό της σύμβασης, κάτι που έγινε με επιστολή πολύ αργότερα, στις 28.4.1997.  Με την επιστολή αυτή διδόταν στις εφεσίβλητες ειδοποίηση ενός μηνός, μέχρι τον Μάιο 1997, για τον τερματισμό της σύμβασης.

Οι εφεσίβλητες αμφισβήτησαν τη νομιμότητα του τερματισμού και καταχώρισαν αγωγή για αποζημιώσεις, στην οποία αξίωναν:

(α)   £28.000 απώλεια κέρδους για περίοδο 18 μηνών,

(β)   £5.774 για μη εκτελεσθείσες παραγγελίες,

(γ)   709$ΗΠΑ προμήθειες,

(δ)   £33,549 έξοδα διαφημίσεων, και

(ε) γενικές αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της συμφωνίας.

Η ανώτερη επαρχιακή δικαστής, ενώπιον της οποίας συζητήθηκε η υπόθεση, αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία που παρουσιάστηκε ενώπιον της έκρινε, με αναφορά στην πρόνοια της σύμβασης σχετικά με τη διάρκεια της, πως αυτή ήταν μόνο για δύο συνολικά έτη και ότι μετά τη λήξη της πιο πάνω περιόδου κατέστη σύμβαση ακαθόριστου χρονικού διαστήματος. Ενόψει δε της διάρκειας, που συνεχίστηκε η λειτουργία της σύμβασης μέχρι τον τερματισμό της, έκρινε πως για τον τερματισμό αυτό θα έπρεπε να δοθεί εύλογη ειδοποίηση, που καθόρισε σε 12 μήνες.  Στη βάση δε της μαρτυρίας που δόθηκε υπολόγισε τη ζημιά που υπέστησαν οι εφεσίβλητες για διαφυγόν κέρδος για την περίοδο των 12 μηνών σε £18.668.51.  Επίσης, θεώρησε ορθή την απαίτηση των εφεσιβλήτων για £2.465.60, διαφυγόν κέρδος, επειδή δεν εκτελέστηκε μια παραγγελία τους, που έβαλαν στις 16.12.96.  Απορρίφθηκαν τα υπόλοιπα κονδύλια της έκθεσης απαίτησης, στα οποία αναφερθήκαμε πιο πάνω, μετά που εγκαταλείφθηκαν από τις εφεσίβλητες με δήλωση του δικηγόρου τους. 

Η εφεσείουσα διαφωνεί με την πρωτόδικη απόφαση.  Οι λόγοι έφεσης μπορεί να συνοψιστούν στα εξής:  μετά τη λήξη της χρονικής διάρκειας της σύμβασης, όπως αυτή προβλεπόταν στη γραπτή συμφωνία, η συνεργασία συνεχίστηκε από μήνα σε μήνα.  Ορθά επομένως η εφεσείουσα έδωσε προειδοποίηση ενός μηνός για τον τερματισμό της.  Προσβάλλονται επίσης οι διαπιστώσεις της δικαστού, που έγιναν στη βάση της μαρτυρίας που προσκομίστηκε, και αναφέρονται στα ποσά που αντιπροσωπεύουν το ύψος των αποζημιώσεων. 

Έχουμε μελετήσει με προσοχή την υπόθεση.  Κρίνουμε πως τα ευρήματα στην πρωτόδικη απόφαση, αποτέλεσμα της αξιολόγησης της μαρτυρίας και τα οποία αφορούν στο ύψος του ποσού για την απώλεια κερδών από τις εφεσίβλητες, δεν μπορεί να ανατραπούν.  Η δικαστής με επιμέλεια ασχολήθηκε με το σχετικό αποδεικτικό υλικό και οι λόγοι που έδωσε για τα ευρήματα της είναι βάσιμοι.  

Δεν συμφωνούμε όμως με την κατάληξη στην πρωτόδικη απόφαση πως θα έπρεπε να δοθεί προειδοποίηση 12 μηνών, προτού τερματιστεί η επίμαχη σύμβαση.  Ούτε όμως και συμμεριζόμαστε την άποψη της εφεσείουσας πως μετά τη λήξη της γραπτής συμφωνίας, αυτή συνεχιζόταν από μήνα σε μήνα, και επομένως η προειδοποίηση που δόθηκε για ένα μήνα ήταν εύλογη. Έχουμε τη γνώμη πως και οι δύο πλευρές δεν ερμηνεύουν ορθά τον επίδικο όρο της σύμβασης, που αφορά στη χρονική διάρκεια της.  Τον ενθέτουμε παρακάτω:

"It is mutually covenanted and agreed that this contract is for approximately ONE (1) year, from now to December 31, 1980, with renewal for a same period of time, unless one of the parties notifies the other in writing its decision 120 days in advance on the termination of each period."

Έχουμε τη γνώμη πως η σύμβαση προβλέπει για τη διάρκεια της περίοδο ενός έτους, μέχρι 31.12.1980, και μετά ανανέωση της από έτος σε έτος,  εκτός εάν δοθεί γραπτή προειδοποίηση από οποιονδήποτε των μερών, πως δεν επιθυμεί να συνεχιστεί η σύμβαση για το επόμενο έτος, 120 ημέρες προηγουμένως.  Η καταληκτική φράση «unless one of the parties notifies the other in writing its decision 120 days in advance on the termination of each period", καταδεικνύει την ορθότητα της προσέγγισης μας. 

Σύμφωνα με τη μαρτυρία που δόθηκε, η εφεσείουσα τερμάτισε τη σύμβαση τον Απρίλιο 1997, δίδοντας 1 μήνα προειδοποίηση, δηλαδή μέχρι τον Μάιο 1997.  Αυτή όμως η ειδοποίηση,   σύμφωνα με την ορθή ερμηνεία της σύμβασης που δώσαμε πιο πάνω, θα είχε ισχύ για το επόμενο έτος δηλαδή από την 1.1.1998. Έτσι η σύμβαση συνέχισε, κατά την άποψη μας, μέχρι το τέλος του 1997.  Ενόψει των ανωτέρω η ζημιά που υπέστησαν οι εφεσίβλητες είναι για 7 μήνες, από Μάιο μέχρι τέλος Δεκεμβρίου του 1997. Οι αποζημιώσεις, επομένως, που δόθηκαν για διαφυγόν κέρδος 12 μηνών, θα μειωθούν κατά αναλογία, έτσι που να αντιπροσωπεύουν διαφυγόν κέρδος 7 μηνών, δηλαδή ποσό £10.885.  Το υπόλοιπο ποσό της πρωτόδικης απόφασης, δηλαδή £2,465.60, διαφυγόν κέρδος για την μη εκτέλεση της παραγγελίας ημερ. 16.12.96 μένει αναλλοίωτο. 

Κατά συνέπεια, η έφεση επιτυγχάνει μερικώς. Η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ώστε να είναι για συνολικό ποσό £13.350, με νόμιμο τόκο από την ημερομηνία έκδοσης της πρωτόδικης απόφασης.  Η εφεσείουσα δικαιούται στο ήμισυ των εξόδων της στην κατ΄έφεση διαδικασία. Για την πρωτόδικη διαδικασία δεν αλλοιώνεται η διαταγή για έξοδα, γιατί δεν μεταβάλλεται η κλίμακα της αγωγής.

Η έφεση επιτρέπεται μερικώς με το ήμισυ των εξόδων της έφεσης υπέρ της εφεσείουσας.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο