ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2004) 1 ΑΑΔ 1351

19 Ιουλίου, 2004

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

ΣΤΑΥΡΟΥΛΛΑ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ - ΣΠΕΤΣΙΩΤΗ

ΜΕ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΣΑΒΒΑ-ΣΠΕΤΣΙΩΤΗ ΑΡ. ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΕΩΣ 35/98,

Εφεσείουσα-Ενάγουσα,

v.

ΣΤΕΛΙΟΥ ΣΠΕΤΣΙΩΤΗ,

Εφεσιβλήτου-Εναγόμενου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11556)

 

Μαρτυρία ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Έφεση κατά των διαπιστώσεων του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε αγωγή για ακύρωση εγγραφής ακινήτου με τη χρήση πληρεξουσίου εγγράφου και διακήρυξη πως η κυριότητα σ' αυτό ανήκε στη διαχείριση της περιουσίας αποβιώσαντος ― Δεν διαπιστώθηκε σφάλμα στην αξιολόγηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

Εφετείο ― Παρατηρήσεις Εφετείου ― Αναφορικά με τον ενδεδειγμένο τρόπο διεξαγωγής της δικαστικής διαδικασίας ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και την αναγκαιότητα συμμόρφωσης των δικαστών και όλων των εμπλεκομένων στη δίκη με τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναφορικά με τον εύλογο χρόνο περάτωσής της.

Η εφεσείουσα, σύζυγος και κληρονόμος της περιουσίας του αποβιώσαντος Ε. Σπετσιώτη, εγείρει την παρούσα αγωγή ως διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντος συζύγου της.  Η αγωγή στρέφεται εναντίον του γιού της, του εφεσίβλητου, που μαζί με την ίδια και τα άλλα τρία της παιδιά είναι οι κληρονόμοι της περιουσίας του ως άνω αποβιώσαντος, στο όνομα του οποίου ο αποβιώσας ενέγραψε ένα σπίτι που του ανήκε.  Η εγγραφή έγινε στο Κτηματολόγιο με πληρεξούσιο του αποβιώσαντος προς τον εφεσίβλητο, σύμφωνα με το οποίο τον πληρεξουσιοδοτούσε να εγγράψει το επίδικο σπίτι στο όνομά του, ως δώρο.  Το εν λόγω πληρεξούσιο έφερε δακτυλικό αποτύπωμα του αποβιώσαντος. Πιστοποιήθηκε από τον κοινοτάρχη και τον αντιπρόεδρο της κοινότητας. Πριν από την πιστοποίηση ο αντιπρόεδρος της κοινότητας ρώτησε τον αποβιώσαντα αν έθεσε στο πληρεξούσιο το αποτύπωμά του και αυτός απάντησε καταφατικά.

Οι εκδοχές των διαδίκων ως προς τον καταρτισμό του επίμαχου πληρεξουσίου διΐσταντο.

Ο εφεσίβλητος υποστήριξε ότι πήρε το πληρεξούσιο στον πατέρα του, στην παρουσία μάλιστα της μητέρας του - διαχειρίστριας και εφεσείουσας - του το διάβασε και στη συνέχεια ο πατέρας του έθεσε σ' αυτό το δακτυλικό του αποτύπωμα, πραγματοποιώντας έτσι την εκφρασμένη επιθυμία του να πάρει αυτός το σπίτι για να διατηρηθεί το όνομα της οικογένειας «Σπετσιώτη».

Η εφεσείουσα υποστήριξε ότι ο αποβιώσας δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί το περιεχόμενο του εγγράφου.  Συμφώνησε πως ήταν παρούσα όταν ο εφεσίβλητος έδωσε το πληρεξούσιο στον αποβιώσαντα για να θέσει σ' αυτό το αποτύπωμά του, αλλά ισχυρίστηκε πως είχε την εντύπωση, και έτσι την διαβεβαίωσε ο ίδιος ο εφεσίβλητος, πως με το πληρεξούσιο εξουσιοδοτείτο να εγγράψει στην ίδια το σπίτι.  Αυτή, συνεχίζει ο ισχυρισμός της, ήταν και η επιθυμία του μακαρίτη για να την εξασφαλίσει επειδή ήταν 10 χρόνια νεότερη του.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέκτηκε την εκδοχή του εφεσίβλητου.  Έκρινε πως ο αποβιώσας είχε αντίληψη των πράξεων του και πως το πληρεξούσιο ήταν η γνήσια έκφραση της επιθυμίας του.  Ως αποτέλεσμα η αγωγή της εφεσείουσας για ακύρωση της εγγραφής του σπιτιού στο όνομα του εφεσίβλητου και διακήρυξη πως κυριότητα σ' αυτο ανήκει στη διαχείριση, απορρίφθηκε.

Η εφεσείουσα αμφισβήτησε κατ' έφεση τις διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου, που βασίζονται κατά κύριο λόγο στην αξιολόγηση της μαρτυρίας.

Αποφασίστηκε ότι:

Η βάση της αγωγής είναι πως ο αποβιώσας δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί λόγω της κατάστασης της υγείας του, το περιεχόμενο και τις συνέπειες του πληρεξουσίου.  Τον ίδιο στόχο είχε και η μαρτυρία της εφεσείουσας.  Όμως η ίδια δέχθηκε πως ήταν παρούσα κατά την τοποθέτηση του δακτυλικού αποτυπώματος από τον αποβιώσαντα στο πληρεξούσιο και μάλιστα, σύμφωνα με τον ισχυρισμό της, νόμιζε πως η εξουσιοδότηση προς τον εφεσίβλητο γιό της ήταν για να μεταβιβάσει στην ίδια το σπίτι.  Δηλαδή, αν συνέβαινε αυτό το πληρεξούσιο θα ήταν έγκυρο.  Επειδή όμως το πληρεξούσιο δεν είχε αυτό το περιεχόμενο προσπάθησε να αποδείξει στο Δικαστήριο πως δεν ήταν έγκυρο, με πρόφαση την υγεία του αποβιώσαντος.  Η υπόθεση της εφεσείουσας καταρρέει γι' αυτό και μόνο το λόγο.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Παρατηρήσεις Εφετείου:

Η ακρόαση της υπόθεσης έγινε με κατατεμαχισμένη διαδικασία, επειδή οι δικηγόροι των διαδίκων δεν είχαν φροντίσει να έχουν παρόντες τους μάρτυρες τους. Αυτό ήταν απαράδεκτο και δεν θα έπρεπε να γίνει ανεκτό από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Επιπλέον, σπαταλήθηκε πολύτιμος χρόνος του Δικαστηρίου πριν η υπόθεση ορισθεί για ακρόαση σε διαδικασίες χωρίς περιεχόμενο που δεν προβλέπονται από τη Δικονομία και που αποδείχθηκαν ατελέσφορες.  Οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ιδιαίτερα οι αποφάσεις που αφορούν τη χώρα μας, αναφορικά με τον εύλογο χρόνο περάτωσης της δίκης, πρέπει να τηρούνται τόσο από τους δικαστές όσο και από όλους τους ενδιαφερόμενους στη διαδικασία.

Έφεση.

Έφεση από την ενάγουσα, σύζυγο, κληρονόμο και διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντος κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 14/11/02 (Αρ. Αγωγής 15448/98) με την οποία έκρινε ότι ο αποβιώσας είχε αντίληψη των πράξεών του ότι το πληρεξούσιο με βάση το οποίο ο εναγόμενος κληρονόμος υιός του ενέγραψε στο όνομά του ένα σπίτι του αποβιώσαντα πατέρα του ήταν γνήσια έκφραση της επιθυμίας του και ως αποτέλεσμα η αγωγή της εφεσείουσας για ακύρωση της εγγραφής του σπιτιού στο όνομα του εφεσίβλητου και διακήρυξη πως η κυριότητα σ' αυτό ανήκει στη διαχείριση, απορρίφθηκε.

Μ. Βορκάς, για την Εφεσείουσα.

Γ. Γιάλλουρος, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Ο Ευστάθιος Σπετσιώτης απεβίωσε στις 4.10.96. Διαχειρίστρια της περιουσίας του διορίστηκε με διάταγμα του Δικαστηρίου (380/98) η σύζυγος του, που είναι και μία από τους κληρονόμους του. Οι άλλοι κληρονόμοι είναι οι δυο του θυγατέρες Παρασκευή και Μυριάνθη, και οι γιοί του Μιχάλης και Στέλιος. Διάδικοι είναι η διαχειρίστρια της περιουσίας, εφεσείουσα, και ο γιος της, ένας από τους κληρονόμους, εφεσίβλητος. Η επίδικη διαφορά προέκυψε από το γεγονός ότι ο εφεσίβλητος ενέγραψε στο όνομα του ένα σπίτι που ανήκε στον αποβιώσαντα πατέρα του. Η εγγραφή έγινε αφού παρουσίασε στο κτηματολόγιο πληρεξούσιο του πατέρα του, σύμφωνα με το οποίο τον εξουσιοδοτούσε να εγγράψει το επίδικο σπίτι στο όνομα του, ως δώρο. Το πληρεξούσιο αυτό δόθηκε στον εφεσίβλητο στις 14.7.96 και έφερε το δακτυλικό αποτύπωμα του μακαρίτη.  Πιστοποιήθηκε  από τον κοινοτάρχη και τον αντιπρόεδρο της κοινότητας στις 17.7.96.  Προτού το πιστοποιήσει, καθώς είπε ο αντιπρόεδρος της κοινότητας, επισκέφθηκε το μακαρίτη στις 16.7.96, του έδειξε το πληρεξούσιο και τον ρώτησε αν έθεσε σ' αυτό το αποτύπωμα του. Ο μακαρίτης του έγνεψε καταφατικά.

Οι συνθήκες καταρτισμού του επίμαχου πληρεξουσίου και η πνευματική ικανότητα του μακαρίτη να γνωρίζει το περιεχόμενο του, αν ήταν δηλαδή αποτέλεσμα της πραγματικής του βούλησης, ήταν το αντικείμενο της δίκης.

Δεν αμφισβητείται πως πριν από την υπογραφή του επίμαχου πληρεξουσίου ο μακαρίτης είχε υποστεί, στις 10.7.95, εγκεφαλικό επεισόδιο και παρέμεινε ένα μήνα στο νοσοκομείο. Έκτοτε απώλεσε την ικανότητα ομιλίας και κίνησης. Η μαρτυρία από γιατρό που τον επισκέφθηκε 2, 3 φορές δεν ήταν επιστημονικά πολύ βοηθητική για να διαπιστωθεί η ικανότητα του μακαρίτη να αντιλαμβάνεται και να επικοινωνεί. Η δική του όμως εκτίμηση, σε συνδυασμό με την υπόλοιπη μαρτυρία, απέδειξε πως ο μακαρίτης αντιλαμβανόταν τι του έλεγαν, αναγνώριζε και πρόσωπα αλλά ο ίδιος ανταποκρινόταν με νεύματα.

Ο εφεσίβλητος υποστήριξε στη μαρτυρία του πως ήταν πάντοτε η εκφρασμένη επιθυμία του πατέρα του να πάρει αυτός το σπίτι, για να διατηρηθεί το όνομα της οικογένειας «Σπετσιώτη». Ο ίδιος πήρε το πληρεξούσιο στον πατέρα του στην παρουσία μάλιστα της μητέρας του - διαχειρίστριας και εφεσείουσας, του το διάβασε και στη συνέχεια ο πατέρας του έθεσε σ' αυτό το δακτυλικό του αποτύπωμα.

Διαφορετική ήταν η μαρτυρία της εφεσείουσας. Υποστήριξε πως ο μακαρίτης, τον οποίο περιποιόταν η ίδια, δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί το περιεχόμενο του εγγράφου μήτε και να εκτιμήσει το αποτέλεσμα της πράξης του.  Δέχθηκε, πως ο μακαρίτης είχε κάποια αντίληψη των γύρω του, εξέφραζε π.χ. συγκίνηση και έκλαιγε ή αναγνώριζε άτομα, αλλά δεν μπορούσε να επικοινωνήσει κανονικά με τους ανθρώπους. Συμφώνησε πως ήταν παρούσα όταν ο εφεσίβλητος έδωσε το πληρεξούσιο στον μακαρίτη για να θέσει σ' αυτό το αποτύπωμα του, αλλά ισχυρίστηκε πως είχε την εντύπωση, και έτσι την διαβεβαίωσε ο ίδιος ο εφεσίβλητος, πως με το πληρεξούσιο εξουσιοδοτείτο να εγγράψει στην ίδια το σπίτι. Αυτή, συνεχίζει ο ισχυρισμός της, ήταν και η επιθυμία του μακαρίτη για να την εξασφαλίσει επειδή ήταν 10 χρόνια νεότερη του.

Ο πρωτόδικος δικαστής δέκτηκε ως αληθή τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, ενώ απέρριψε ως αναξιόπιστη αυτή της εφεσείουσας. Έκρινε πως ο μακαρίτης είχε αντίληψη των πράξεων του και πως το πληρεξούσιο ήταν η γνήσια έκφραση της επιθυμίας του. Ως αποτέλεσμα η αγωγή της εφεσείουσας για ακύρωση της εγγραφής του σπιτιού στο όνομα του ε4φεσίβλητου και διακήρυξη πως η κυριότητα σ' αυτό ανήκει στη διαχείριση, απορρίφθηκε.

Στην υπό συζήτηση έφεση έγινε προσπάθεια να αμφισβητηθούν οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου που, όπως είπαμε πιο πάνω, βασίζονται κατά κύριο λόγο στην αξιολόγηση της μαρτυρίας. Συμφωνούμε με την κρίση του Δικαστηρίου. Για να δείξουμε δε την ορθότητα της, θα σταθούμε μόνο σε ένα σημείο της μαρτυρίας, το οποίο δεν απασχόλησε ειδικά το πρωτόδικο Δικαστήριο, και το οποίο είναι, κατά τη γνώμη μας, καταλυτικό για την ορθότητα του αποτελέσματος στην υπόθεση. Η βάση της αγωγής είναι πως ο μακαρίτης δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί, λόγω της κατάστασης της υγείας του, το περιεχόμενο και τις συνέπειες του πληρεξουσίου, το οποίο έδωσε στον εφεσίβλητο. Αυτό στόχευε να αποδείξει η μαρτυρία της εφεσείουσας.  Η ίδια όμως δέχθηκε πως ήταν παρούσα όταν ο μακαρίτης σύζυγος της έθεσε το δακτυλικό του αποτύπωμα στο πληρεξούσιο και μάλιστα, καθώς υποστήριξε, νόμιζε πως η εξουσιοδότηση προς τον εφεσίβλητο γιο της ήταν για να μεταβιβάσει στην ίδια το σπίτι. Δηλαδή, αν συνέβαινε αυτό, το πληρεξούσιο θα ήταν έγκυρο. Επειδή όμως το πληρεξούσιο δεν είχε το περιεχόμενο, που καθώς ισχυρίζεται θα έπρεπε να έχει, προσπάθησε να αποδείξει στο Δικαστήριο πως δεν ήταν έγκυρο, με πρόφαση την υγεία του μακαρίτη συζύγου της. Ολόκληρη η υπόθεση της εφεσείουσας καταρρέει γι' αυτό και μόνο το λόγο.

Η επίκληση από την εφεσείουσα των προνοιών του άρθρου 82 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, Κεφ.224, όπως τροποποιήθηκε, και που αφορούν στις διατυπώσεις που χρειάζονται, για να δεχθεί ο διευθυντής του κτηματολογίου πληρεξούσιο και να προχωρήσει σε εγγραφή ακίνητης περιουσίας, είναι άσχετες με την υπόθεση που μας απασχολεί. Οι πρόνοιες του Νόμου σκοπό έχουν τη ρύθμιση και διασφάλιση της ορθής εκτέλεσης των εξουσιών που έχει ο διευθυντής του κτηματολογίου ως προς την εγγραφή στα κτηματολογικά βιβλία ακίνητης ιδιοκτησίας. Δεν άπτονται θεμάτων κυριότητας σ' αυτή.  Εξάλλου, στην αγωγή δεν ήταν διάδικος ο διευθυντής, ο οποίος να εγκαλείται επειδή εσφαλμένα ενέγραψε το σπίτι στον εφεσίβλητο.  Ο διευθυντής έκρινε πως το πληρεξούσιο που του παρουσίασαν καταρτίστηκε νομότυπα.  Η κυριότητα στο ακίνητο, που ήταν και το αντικείμενο της δίκης, αποφασίστηκε από το Δικαστήριο.  Και η όποια απόφαση του Δικαστηρίου δεσμεύει ασφαλώς το διευθυντή του κτηματολογίου.

Προτού τελειώσουμε να σημειώσουμε για μια ακόμη φορά τη θλίψη μας για την πορεία της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου που ακολούθησε αυτή η υπόθεση. Η αγωγή καταχωρίστηκε το τέλος του 1998 και η απόφαση εκδόθηκε το τέλος του 2002. Η ακρόαση έγινε με κατατεμαχισμένη διαδικασία. Δηλαδή, εξετάζονταν 1 ή 2 μάρτυρες και η υπόθεση αναβαλλόταν. Τα πρακτικά της διαδικασίας ενώ καλύπτουν μόνο 142 σελίδες χρειάστηκαν 16 δικάσιμες για να ακουστεί η μαρτυρία. Και τούτο γιατί οι δικηγόροι των διαδίκων δεν είχαν φροντίσει να έχουν παρόντες τους μάρτυρες τους. Αυτό ήταν απαράδεκτο και δεν θα έπρεπε να γίνει ανεκτό από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Επιπλέον, σπαταλήθηκε πολύτιμος χρόνος του Δικαστηρίου προτού η υπόθεση ορισθεί για ακρόαση σε διαδικασίες που καθώς καθιερώθηκαν, ως ο προγραμματισμός κ.λπ., διαδικασίες χωρίς περιεχόμενο που δεν προβλέπονται από τη Δικονομία. Αρκεί να αναφερθεί ότι η υπόθεση ορίστηκε 4 φορές για προγραμματισμό. Ωστόσο, όπως έχει διαφανεί, ο προγραμματισμός ήταν ατελέσφορος. κάθε άλλο παρά οδήγησε στην ταχεία και απρόσκοπτη εκδίκαση της υπόθεσης. Οι Κανονισμοί της Πολιτικής Δικονομίας είναι εκεί για να διευκολύνουν τη διαδικασία, με τον ορθό βεβαίως χειρισμό από το Δικαστήριο και τους εμπλεκόμενους στη δίκη, όχι για να οδηγούν σε κατάχρηση της διαδικασίας και αργοπορίες. Όλοι μας, οι δικαστές, καθώς και οι υπόλοιποι ενδιαφερόμενοι στη διαδικασία, έχουμε καθήκον να συμμορφωθούμε με τη σκέψη και το αποτέλεσμα των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αναφορικά με τον εύλογο  χρόνο περάτωσης της δίκης, και ιδιαίτερα με τις αποφάσεις που αφορούν τη χώρα μας.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο