ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2004) 1 ΑΑΔ 1300

16 Ιουλίου, 2004

 [ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

LORD JEANS LTD.,

Ενάγοντες,

v.

ORBIT-KAZOULIS LTD.,

Εναγομένων.

(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 2/2001)

 

Ναυτοδικείο ― Μεταφορά αγαθών διά θαλάσσης ― Αγωγή για αποζημιώσεις για ζημιές που προκλήθηκαν στην ενάγουσα εταιρεία από την καθυστερημένη παράδοση εμπορευμάτων λόγω φόρτωσης τους σε λανθασμένο πλοίο ― Εκδόθηκε απόφαση υπέρ της ενάγουσας εταιρείας και εναντίον της εναγόμενης εταιρείας, μεταφορέα των εμπορευμάτων, ως η αξίωση της ενάγουσας εταιρείας ― Εναγόμενη εταιρεία εδικαιούτο να απαιτήσει την καταβολή οποιουδήποτε ποσού ήθελε πληρώσει στην ενάγουσα εταιρεία από την τριτοδιάδικη, στην οποία είχε αποδοθεί ευθύνη για τη λανθασμένη φόρτωση των εμπορευμάτων.

Ναυτοδικείο ― Μεταφορά αγαθών διά θαλάσσης ― Φορτωτική ― Αποτελεί ένδειξη για την ύπαρξη μιας συμφωνίας μεταφοράς.

Η ενάγουσα εταιρεία (η ενάγουσα) καταχώρησε αγωγή εναντίον της εναγόμενης εταιρείας (η εναγόμενη) αξιώνοντας ποσό £114.905 που αντιπροσώπευε τη ζημιά που είχε υποστεί λόγω της καθυστερημένης άφιξης ενδυμάτων στην Κύπρο από την Γαλλία τα οποία η ενάγουσα είχε παραγγείλει στις αρχές Μαρτίου του 2000, με σκοπό να τα διαθέσει προς πώληση μέσα στο Πάσχα που ήταν στις 30.4.2000.

Η ενάγουσα υποστήριξε ότι συμφώνησε με την εναγόμενη όπως η τελευταία μεταφέρει είδη ρουχισμού, που είχαν αγοραστεί από την ενάγουσα από τη Γαλλία στο λιμάνι Λεμεσού τα οποία θα έπρεπε να παραδοθούν όχι αργότερα από τις 20.4.2000 και να διατεθούν μέσα στο Πάσχα. Τα εμπορεύματα παραδόθηκαν στην ενάγουσα ένα μήνα μετά το Πάσχα, με αποτέλεσμα η ενάγουσα να υποστεί συνολικές ζημιές ύψους £114.515.

Η εναγόμενη αρνήθηκε ότι συμβλήθηκε με την ενάγουσα για τη μεταφορά των εμπορευμάτων και υποστήριξε ότι ενεργούσε σαν εντολοδόχος και/ή αντιπρόσωπος της ενάγουσας και ότι τη μεταφορά των εμπορευμάτων είχε αναλάβει η τριτοδιάδικη εταιρεία Yang Ming Marine Transport Corporation, που ήταν νομικά υπεύθυνη για την ισχυριζόμενη σχετική καθυστέρηση.

Η τριτοδιάδικη εταιρεία υποστήριξε ότι ουδέποτε συμβλήθηκε με την εναγομένη για τη μεταφορά των επίδικων εμπορευμάτων και ότι ουδέποτε ανέλαβε ούτε και προέβηκε στη φόρτωση των εμπορευμάτων σε πλοίο στη Γαλλία για τη μεταφορά τους στην Κύπρο.  Διαζευκτικά υπέβαλε ότι ως μεταφορέας είχε εκτελέσει τις υποχρεώσεις της.

Το Ναυτοδικείο αποδέχθηκε την εκδοχή της ενάγουσας όπως αυτή προβλήθηκε από τους τρεις μάρτυρες που είχαν καταθέσει εκ μέρους της τονίζοντας ότι οι διαφορές στη μαρτυρία τους ήταν επουσιώδεις, σε βαθμό που δεν μπορεί να κλονίσει την αξιοπιστία τους, η οποία ενισχύεται και με το περιεχόμενο των διαφόρων εγγράφων που έχουν κατατεθεί σαν τεκμήρια. Αντίθετα δεν αποδέχθηκε το μέρος της μαρτυρίας των μαρτύρων της εναγομένης που αναφέρεται στην απαίτηση της ενάγουσας, αλλά αποδέχθηκε το μέρος της μαρτυρίας της εναγομένης που αναφέρεται στην απαίτηση της εναγομένης εναντίον της τριτοδιάδικης, λαμβάνοντας υπόψη ότι η μαρτυρία αυτή της εναγομένης δεν αντικρούσθηκε από οποιαδήποτε μαρτυρία εκ μέρους της τριτοδιάδικης.

Το Ναυτοδικείο κατέληξε στα ακόλουθα συμπεράσματα:

1.  Η εναγόμενη ανέθεσε σε Γαλλική εταιρεία να μεταφέρει τα εμπορεύματα από το λιμάνι της Χάβρης στη Λεμεσό. Η εταιρεία αυτή έδωσε οδηγίες στην τριτοδιάδικη να αναλάβει τη μεταφορά των εμπορευμάτων στην Κύπρο. Ως αποτέλεσμα αμελούς και/ή λανθασμένου χειρισμού εκ μέρους της τριτοδιάδικης το εμπορευματοκιβώτιο φορτώθηκε σε λανθασμένο πλοίο και μεταφέρθηκε στο Μαϊάμι Αμερικής και καθυστέρησε να έλθει στην Κύπρο με αποτέλεσμα η ενάγουσα να υποστεί ζημιές. Η εναγόμενη γνώριζε ότι τα εμπορεύματα θα έπρεπε να έφθαναν στην Κύπρο πριν από το Πάσχα του 2000.

2.  Η εναγόμενη εταιρεία ενεργούσε σαν μεταφορέας των εμπορευμάτων. Αυτό προκύπτει τόσο από τη μαρτυρία της ενάγουσας που έγινε αποδεκτή όσο και από τις πρόνοιες της διαπραγματεύσιμης φορτωτικής (ocean bill of lading) και της μη διαπραγματεύσιμης φορτωτικής (way bill) που εκδόθηκε από την τριτοδιάδικη.

3.  Η πιο πάνω λανθασμένη φόρτωση συνιστά αμέλεια εκ μέρους της τριτοδιάδικης, που καθίσταται υπεύθυνη για την καθυστερημένη παράδοση των εμπορευμάτων.  Η τριτοδιάδικη έχει ήδη αναγνωρίσει την ευθύνη της για το θέμα αυτό.

4.  Η ενάγουσα έχει υποστεί συνολικά ζημιές ύψους £114.905.  Η εισήγηση του συνηγόρου της εναγόμενης ότι σύμφωνα με τους όρους της φορτωτικής το ύψος των αποζημιώσεων που δικαιούται η ενάγουσα σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής της, δεν μπορεί να υπερβαίνει το διπλάσιο του ναύλου που κατέβαλε, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή επειδή η ενάγουσα δεν μπορεί να δεσμεύεται με όρους της φορτωτικής, το περιεχόμενο της οποίας δεν γνώριζε.

Ενόψει των ανωτέρω:

Α) Εκδίδεται απόφαση υπέρ της ενάγουσας και εναντίον της εναγομένης για το ποσό των £114.515 (ως η αναφορά), με έξοδα και νόμιμο τόκο, πλέον 10% ΦΠΑ.

Β) Εκδίδεται δήλωση ότι η εναγόμενη εταιρεία δικαιούται να απαιτήσει την καταβολή οποιουδήποτε ποσού ήθελε πληρώσει στην ενάγουσα από την τριτοδιάδικη, σύμφωνα με την παράγραφο (Α) με έξοδα, νόμιμο τόκο και 10% ΦΠΑ.  Τα έξοδα θα συμπεριλαμβάνουν τα έξοδα τα οποία η εναγομένη θα καταβάλει στην ενάγουσα, όπως επίσης και τα έξοδα της εναγομένης για την απόδειξη της απαίτησης της εναντίον της τριτοδιάδικης.

Η αγωγή έγινε δεκτή. Εκδόθηκε απόφαση ως ανωτέρω.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Crooks v. Allan [1879] 5 QBD 38,

Owners of Cargo ex s.s. Ardennes v. Owners of s.s. Ardennes [1951] 1 KB 55.

Αγωγή Ναυτοδικείου.

Αγωγή με την οποία η ενάγουσα εταιρεία ζητά αποζημιώσεις από την εναγόμενη εταιρεία για καθυστερημένη εκ μέρους της εναγόμενης παράδοση ενός εμπορευματοκιβωτίου ρουχισμού από τη Γαλλία στην ενάγουσα εταιρεία στο λιμάνι της Λεμεσού με αναμενόμενη ημερομηνία άφιξης την 21/4/00 η οποία τελικά πραγματοποιήθηκε στις 31/5/00 για τη μεταφορά του οποίου η εναγόμενη εισέπραξε το ποσό των 450.530-.

Π. Νεοκλέους, για την Ενάγουσα Εταιρεία.

Τ. Κατσικίδης για Κ. Ερωτοκρίτου, για την Εναγόμενη Εταιρεία.

Πρ. Μιχαήλ για Γ. Σαββίδη, για τους Τριτοδιάδικους.

Cur. adv. vult.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αγωγή η LORD JEANS LTD (ενάγουσα), ζητά αποζημιώσεις εναντίον της ORBIT-KAZOULIS LTD (εναγομένης) για καθυστερημένη παράδοση εκ μέρους της εναγομένης ειδών ρουχισμού της ενάγουσας που θα μεταφέρονταν από Γαλλία σε Κύπρο. Επειδή η εναγόμενη εταιρεία είχε πληροφορίες ότι η καθυστέρηση οφειλόταν σε αμέλεια της YANG MING MINE TRANSPORT CORPORATION (τριτοδιάδικη) που είχε αναλάβει τη μεταφορά των εμπορευμάτων, ζήτησε και της δόθηκε άδεια για την έκδοση άδειας ειδοποίησης και επίδοσης εναντίον της πιο πάνω YANG MING MINE TRANSPORT CORPORATION, που κατέστη έτσι τριτοδιάδικη στην παρούσα διαδικασία.

(α) Οι θέσεις των διαδίκων.

Είναι η θέση της ενάγουσας εταιρείας ότι συμφώνησε με την εναγόμενη εταιρεία όπως η τελευταία μεταφέρει είδη ρουχισμού, που είχαν αγοραστεί από την ενάγουσα από τη Γαλλία στο λιμάνι της Λεμεσού, τα οποία έπρεπε να παραδοθούν όχι αργότερα από τις 20/4/2000 για να διατεθούν μέσα στο Πάσχα. Η Κυριακή του Πάσχα ήταν η 30/4/2000. Τα εμπορεύματα παραδόθηκαν στην ενάγουσα εταιρεία ένα μήνα μετά το Πάσχα στις 31/5/2000, με αποτέλεσμα η ενάγουσα να υποστεί συνολικές ζημιές ύψους £114.515.

Η εναγόμενη εταιρεία ισχυρίστηκε ότι δεν συμβλήθηκε με την ενάγουσα για τη μεταφορά των εμπορευμάτων. Αντίθετα η εναγομένη υπέβαλε ότι ενεργούσε σαν εντολοδόχος και/ή αντιπρόσωπος της ενάγουσας και ότι τη μεταφορά των εμπορευμάτων είχε αναλάβει η τριτοδιάδικη εταιρεία Yang Ming Marine Transport Corporation, που ήταν νομικά υπεύθυνη για την ισχυριζόμενη σχετική καθυστέρηση.

Η τριτοδιάδικη εταιρεία αρνήθηκε τους ισχυρισμούς της εναγόμενης εταιρείας, τονίζοντας ότι δεν είχε οποιαδήποτε ανάμειξη στη μεταφορά των εμπορευμάτων. Περιληπτικά ήταν η θέση της ότι ουδέποτε συμβλήθηκε με την εναγομένη για τη μεταφορά των εμπορευμάτων που είχαν αγοραστεί από την ενάγουσα εταιρεία από Γαλλία σε Κύπρο και ότι ουδέποτε ανέλαβε και ούτε προέβηκε στη φόρτωση των εμπορευμάτων σε πλοίο στη Γαλλία για τη μεταφορά τους στην Κύπρο. Διαζευκτικά υπέβαλε ότι ως μεταφορέας είχε εκτελέσει τις υποχρεώσεις της.

Προς απόδειξη των ισχυρισμών της η ενάγουσα κάλεσε τρεις μάρτυρες, η εναγόμενη για να αντικρούσει τους ισχυρισμούς της ενάγουσας και να αποδείξει την απαίτησή της εναντίον της τριτοδιάδικης κάλεσε πέντε μάρτυρες, ενώ η τριτοδιάδικη δεν κάλεσε μάρτυρες.

(β) Η θέση της ενάγουσας.

Προς απόδειξη των ισχυρισμών της η ενάγουσα βασίστηκε στη μαρτυρία του Γενικού Διευθυντή της Σώτου Σωτηρίου, της Υπεύθυνης Αγορών και Εισαγωγών Αρετής Δήμου και της Σταυρούλας Μιχαήλ, που εργαζόταν στο τμήμα παρακολούθησης των μεταφορών. Περιληπτικά η ουσία της μαρτυρίας των πιο πάνω μπορεί να λεχθεί ότι ήταν η ακόλουθη: Ο Γενικός Διευθυντής της εταιρείας, που ασχολείται για αρκετά χρόνια με την εισαγωγή και κατασκευή ενδυμάτων, αφού επισκέφθηκε στις αρχές Μαρτίου του 2000 το εργοστάσιο κατασκευής ενδυμάτων Best Mountain στη Γαλλία, παρήγγειλε 11.788 τεμάχια έτοιμων γυναικείων και ανδρικών ενδυμάτων για όλες τις ηλικίες, με σκοπό να τα διαθέσει προς πώληση μέσα στο Πάσχα στην Κύπρο. Τις λεπτομέρειες της μεταφοράς ανέλαβε η Υπεύθυνη Αγορών και Εισαγωγών της ενάγουσας εταιρείας Τούλα Δήμου, η οποία ήλθε σε επαφή με την εναγόμενη εταιρεία με την οποία συνεργάζονταν για αρκετά χρόνια, για να αναλάβει τη μεταφορά των εμπορευμάτων στην Κύπρο. Η φόρτωση θα γινόταν στις 9/4/2000 από τις αποθήκες της εταιρείας Best Mountain στη Γαλλία και τα εμπορεύματα θα έφθαναν στην Κύπρο στις 21/4/2000. Τα έξοδα μεταφοράς που είχαν συμφωνηθεί στα $530 πληρώθηκαν στην εναγόμενη εταιρεία. Γύρω στις 11-12 Απριλίου, 2-3 μέρες δηλαδή μετά τη φόρτωση των εμπορευμάτων στη Γαλλία, η Άντρη Βασιλείου, που εργαζόταν στο Ναυτιλιακό Τμήμα της εναγόμενης εταιρείας, πληροφόρησε την Τούλα Δήμου ότι τα εμπορεύματα είχαν φορτωθεί κατά λάθος σε άλλο πλοίο και μεταφέρονταν στο Μαϊάμι. Η Τούλα Δήμου διαμαρτυρήθηκε τόσο στην πιο πάνω όσο και στο Διευθυντή της εναγόμενης εταιρείας Ανδρέα Καζούλη, ο οποίος της ανέφερε ότι το λάθος δεν ήταν δικό τους, αλλά της τριτοδιάδικης εταιρείας.

Λόγω της καθυστερημένης άφιξης των ενδυμάτων στην Κύπρο στις 21/5/2000 μετά τις γιορτές του Πάσχα, δηλαδή μετά από μια καθυστέρηση 38 περίπου ημερών και αφού αυτά ήταν πλέον εποχιακά ακατάλληλα για πώληση, η ενάγουσα κατέβαλε προσπάθειες για να τα διαθέσει στην αγορά με αποτέλεσμα να υποστεί ζημιές που συνολικά ανέρχονταν στις £114.905.

(γ) Η θέση της εναγομένης.

Προς απόδειξη των δικών της ισχυρισμών η εναγόμενη εταιρεία κάλεσε σαν μάρτυρες υπεράσπισης τους Thierry Briffaux της Γαλλικής εταιρείας Dek-AMC και την Άντρη Βασιλείου, Ανδρέα Ιωάννου, Ανδρέα Καζούλη και Μαρίνα Ιωάννου, που είχαν χειριστεί εκ μέρους της εναγόμενης εταιρείας τη μεταφορά των εμπορευμάτων από τη Γαλλία στην Κύπρο. Η μαρτυρία των πιο πάνω συνοψίζεται στα πιο κάτω:

Η εναγόμενη εταιρεία συνεργαζόταν με την ενάγουσα εταιρεία για αρκετά χρόνια και ενεργούσε σαν εντολοδόχος της (forwarding agent) για τη μεταφορά εμπορευμάτων στην Κύπρο. Κατόπιν οδηγιών της ενάγουσας εταιρείας για τη μεταφορά ενός εμπορευματοκιβωτίου από Γαλλία στην Κύπρο, η εναγόμενη εταιρεία πληροφόρησε σχετικά τον Thierry Briffaux, υπεύθυνο της Γαλλικής Εταιρείας Dek-AMC, η οποία εξεύρισκε μεταφορείς για τη μεταφορά των εμπορευμάτων της εναγόμενης εταιρείας από Γαλλία προς Κύπρο. Ο πιο πάνω, με τη συγκατάθεση της εναγόμενης εταιρείας, έδωσε οδηγίες στον αντιπρόσωπο της τριτοδιάδικης εταιρείας για τη μεταφορά του εμπορευματοκιβωτίου μέσα στο οποίο θα τοποθετούνταν τα ενδύματα από το λιμάνι της Χάβρης στη Λεμεσό. Το εμπορευματοκιβώτιο μεταφέρθηκε στις 9/4/2000 από το εργοστάσιο κατασκευής των ενδυμάτων στο λιμάνι της Χάβρης, όπου φορτώθηκε από λιμενεργάτες στο πλοίο Normandie Bridge. Στις 11/4/2000 ο Thierry Briffaux πληροφορήθηκε ότι το εμπορευματοκιβώτιο φορτώθηκε σε άλλο πλοίο που κατευθυνόταν ήδη προς Μαϊάμι στην Αμερική. Ο μάρτυς ειδοποιήθηκε στις 13/4/2000 από τον πράκτορά τους στην Κύπρο ότι τα εμπορεύματα θα έπρεπε να έφταναν στην Κύπρο πριν από το Πάσχα. Το εμπορευματοκιβώτιο αφού μεταφέρθηκε αρχικά στο Μαϊάμι, ακολούθως μεταφέρθηκε στο Αγγλικό λιμάνι Felixstone και από το πιο πάνω λιμάνι έφθασε τελικά στην Κύπρο στις 21/5/2000, ένα μήνα δηλαδή μετά από τις 20/4/2000.

Τα προβλήματα που προέκυψαν από την καθυστερημένη παράδοση των ενδυμάτων εξετάστηκαν αρχικά σε συνάντηση στην οποία συμμετέσχαν αντιπρόσωποι της ενάγουσας εταιρείας, της εναγόμενης εταιρείας, όπως επίσης και η αντιπρόσωπος της τριτοδιάδικης στην Κύπρο Μαρίνα Ιωάννου (εκ μέρους του γραφείου Α. Αττεσλής) και ένας αντιπρόσωπος της τριτοδιάδικης εταιρείας από την Αγγλία. Οι πιο πάνω παραδέχθηκαν ότι το λάθος ανήκε στην τριτοδιάδικη και πρόταση εκ μέρους της τριτοδιάδικης, όπως η ενάγουσα εγκαταλείψει τις απαιτήσεις της για αποζημιώσεις με αντάλλαγμα την απαλλαγή της ενάγουσας από την υποχρέωση καταβολής των σχετικών ναύλων, απορρίφθηκε από την ενάγουσα.

(δ) Η θέση της τριτοδιάδικης.

Η τριτοδιάδικη δεν κάλεσε μάρτυρες για να υποστηρίξει τη θέση της, που όπως φαίνεται από τη σχετική δικογραφία, ήταν μια παντελής άρνηση στους ισχυρισμούς της εναγόμενης εταιρείας.

(ε) Η αξιολόγηση της μαρτυρίας.

Είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω τους μάρτυρες της ενάγουσας και της εναγόμενης εταιρείας να καταθέτουν ενόρκως και έχω αποφασίσει να αποδεχθώ την εκδοχή της ενάγουσας εταιρείας όπως αυτή προβλήθηκε από τους τρεις μάρτυρες που έχουν καταθέσει εκ μέρους της. Και οι τρεις μάρτυρες ήταν θετικοί και πειστικοί στην αφήγηση των όσων διαδραματίσθηκαν πριν από τη σύναψη της συμφωνίας, όσων και εκείνων που επακολούθησαν με τη λανθασμένη μεταφορά του εμπορευματοκιβωτίου αρχικά στην Αμερική και ακολούθως στην Κύπρο. Δεν παραγνωρίζω την ύπαρξη μερικών διαφορών στη μαρτυρία τους. Όμως οι διαφορές αυτές ήταν επουσιώδεις, σε βαθμό που δεν μπορεί να κλονίσει την αξιοπιστία τους, η οποία ενισχύεται και με το περιεχόμενο των διαφόρων εγγράφων που έχουν κατατεθεί σαν τεκμήρια. Αντίθετα δεν αποδέχομαι το μέρος εκείνο της μαρτυρίας των μαρτύρων της εναγομένης που αναφέρεται στην απαίτηση της ενάγουσας, αλλά αποδέχομαι το μέρος της μαρτυρίας της εναγομένης που αναφέρεται στην απαίτηση της εναγομένης εναντίον της τριτοδιάδικης, λαμβάνοντας υπόψη ότι η μαρτυρία αυτή της εναγομένης δεν αντικρούστηκε από οποιαδήποτε μαρτυρία εκ μέρους της τριτοδιάδικης.

(στ) Συμπεράσματα.

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω έχω καταλήξει στα πιο κάτω συμπεράσματα:

Η ενάγουσα συμφώνησε με την εναγόμενη όπως έναντι αμοιβής $530, η εναγόμενη θα αναλάμβανε τη μεταφορά ενός εμπορευματοκιβωτίου από το Γαλλικό λιμάνι της Χάβρης στο λιμάνι της Λεμεσού. Η φόρτωση θα γινόταν γύρω στις 9/4/2000 και το πλοίο θα έπρεπε να έφτανε στην Κύπρο μέχρι τις 20/4/2000. Η εναγόμενη εταιρεία ανέθεσε στη Γαλλική εταιρεία Dek-AMC να μεταφέρει το εμπορευματοκιβώτιο δια ξηράς από το εργοστάσιο Best Mountain στο λιμάνι της Χάβρης και ακολούθως ανέθεσε σε μια άλλη Γαλλική εταιρεία την CLB Liner να μεταφέρει τα εμπορεύματα στη Λεμεσό. Η τελευταία έδωσε οδηγίες μέσω του Γάλλου αντιπροσώπου της στην τριτοδιάδικη να αναλάβει τη μεταφορά των εμπορευμάτων στην Κύπρο. Ως αποτέλεσμα αμελούς και/ή λανθασμένου χειρισμού εκ μέρους της τριτοδιάδικης το εμπορευματοκιβώτιο αντί να φορτωθεί στο πλοίο Normandie Bridge που θα ταξίδευε στην Κύπρο, φορτώθηκε στο πλοίο Ming Longevity και μεταφέρθηκε αρχικά στο Μαϊάμι Αμερικής και ακολούθως στο Αγγλικό λιμάνι Felixstone. Από το λιμάνι Felixstone το εμπορευματοκιβώτιο φορτώθηκε στις 16/5/2000 στο πλοίο Zim Hamburg και αφού έφθασε στην Κύπρο στις 28/5/2000 παραδόθηκε τελικά στην ενάγουσα εταιρεία στις 31/5/2000. Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω καθυστερημένης άφιξης η ενάγουσα υπέστη ζημιές από τη μη έγκαιρη διάθεση των ενδυμάτων. Η εναγομένη γνώριζε ότι τα εμπορεύματα θα έπρεπε να έφθαναν στην Κύπρο πριν από το Πάσχα του 2000.

(ζ) Η νομική πλευρά.

(i) Η εναγόμενη εταιρεία ενήργησε σαν μεταφορέας των εμπορευμάτων;

Είναι η θέση της εναγόμενης ότι η ενάγουσα δεν απέδειξε ότι η εναγόμενη εταιρεία ενεργούσε σαν μεταφορέας και/ή σαν αντιπρόσωπος του μεταφορέα των εμπορευμάτων. Η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Από την αποδοχή της μαρτυρίας που έχει δοθεί εκ μέρους της ενάγουσας και από τα συμπεράσματα στα οποία έχει καταλήξει το Δικαστήριο, προκύπτει ότι η ενάγουσα συμβλήθηκε με την εναγομένη για τη μεταφορά του εμπορευματοκιβωτίου από τη Γαλλία και την παράδοσή του στην ενάγουσα εταιρεία στη Λεμεσό και όπως φαίνεται από το Τεκμήριο 2 η αναμενόμενη ημερομηνία άφιξης (expected time of arrival) θα ήταν η 21/4/2000. Για τη μεταφορά αυτή η εναγομένη εισέπραξε το ποσό των $530 (Τεκμήριο 4). Επιπρόσθετα προς τα πιο πάνω πρέπει να σημειωθεί ότι η διαπραγματεύσιμη φορτωτική (ocean bill of lading) προέβλεπε ότι η ενάγουσα εταιρεία θα έπρεπε να ειδοποιηθεί για την παραλαβή των εμπορευμάτων (που υποδηλεί ότι η εναγομένη ενεργούσε σαν μεταφορέας) και ότι η μη διαπραγματεύσιμη φορτωτική (way bill) που εκδόθηκε από την τριτοδιάδικη, αναφέρει ως παραλήπτη των εμπορευμάτων στην Κύπρο την εναγόμενη εταιρεία, γεγονός που επιβεβαιώνει την άποψη ότι η εναγόμενη εταιρεία ενεργούσε σαν μεταφορέας.

Έχει νομολογηθεί ότι η φορτωτική αποτελεί ένδειξη για την ύπαρξη μιας συμφωνίας μεταφοράς. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Crooks v. Allan [1879] 5 QBD 38, 40,

"A bill of lading is not a contract, but only evidence of the contract; and it does not follow that a person who accepts the bill of lading which the shipowner hands him necessarily, and without regard to circumstances, binds himself to abide by all its stipulations."

Η φορτωτική συνιστά μαρτυρία για την ύπαρξη μιας συμφωνίας μεταξύ του πλοιοκτήτη και του μεταφορέα και οι όροι μπορεί να τροποποιηθούν ακόμα και προφορικά. (Βλ. Carver "Carriage by Sea", 13th Edition, Volume 1, p. 60, Chorley and Gilps' "Shipping Law" και Owners of Cargo ex s.s. Ardennes v. Owners of s.s. Ardennes [1951] 1 KB 55).

Στην παρούσα υπόθεση εκτός από το περιεχόμενο των φορτωτικών υπάρχει επιπρόσθετα η προφορική μαρτυρία που έχει παρουσιασθεί από την ενάγουσα που συνηγορεί στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η εναγόμενη εταιρεία ενήργησε ως μεταφορέας, ανεξάρτητα αν προς την υλοποίηση της πιο πάνω υποχρέωσης ανέθεσε την εκτέλεση της σε μια τρίτη εταιρεία.

Η εναγόμενη εταιρεία Orbit-Kazoulis Ltd ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει μεταξύ της και της ενάγουσας εταιρείας οποιαδήποτε συμβατική σχέση (privity of contract) και ότι η αγωγή θα πρέπει να απορριφθεί. Η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Όπως η ίδια η εναγόμενη εταιρεία Orbit-Kazoulis Ltd παραδέχεται στην 4η παράγραφο της Απάντησής της, η Orbit-Kazoulis Ltd είχε αναλάβει "τον κύκλο εργασιών, δικαιώματα και υποχρεώσεις της εταιρείας Kazoulis Intershipping Services Ltd". Εφόσον δεν προαπαιτείτο η προηγούμενη συγκατάθεση της ενάγουσας εταιρείας και εφόσον η μεταβίβαση των υποχρεώσεων ήταν νόμιμη, η εναγόμενη εταιρεία Orbit- Kazoulis κατέστη νομικά υπεύθυνη και για τις πράξεις της Kazoulis Intershipping Services Ltd.

(ii)   Η εναγόμενη εταιρεία γνώριζε ότι τα εμπορεύματα έπρεπε να μεταφερθούν στην Κύπρο πριν από το Πάσχα του 2000;

Για το βασικό ερώτημα αν η εναγόμενη εταιρεία γνώριζε ότι τα εμπορεύματα θα έπρεπε να αφιχθούν στην Κύπρο πριν από το Πάσχα του 2000 δόθηκε αρκετή μαρτυρία και από τις δύο πλευρές, με την ενάγουσα εταιρεία να ισχυρίζεται ότι η εναγόμενη εταιρεία γνώριζε αυτή τη βασική πτυχή, σε αντίθεση με την εναγόμενη εταιρεία που ισχυρίστηκε ότι δεν είχε τέτοια γνώση.

Από τη μαρτυρία που έχει δοθεί αποδέχομαι τους ισχυρισμούς της ενάγουσας, όπως έχουν προβληθεί από τους μάρτυρες που έχει καλέσει και καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η εναγόμενη εταιρεία γνώριζε ότι τα εμπορεύματα έπρεπε να αφιχθούν στην Κύπρο πριν από το Πάσχα. Τα εμπορεύματα φορτώθηκαν στο λιμάνι της Χάβρης στις 6/4/2000 και όπως φαίνεται από το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 2, η αναμενόμενη ημερομηνία άφιξης ήταν η 21/4/2000. Σύμφωνα με το περιεχόμενο του τηλεομοιότυπου (fax) που απέστειλε ο υπάλληλος της εναγόμενης εταιρείας Ανδρέας Ιωάννου (ΜΥ3), ημερομηνίας 13/4/2000, ο πιο πάνω πληροφορούσε τον αντιπρόσωπο της εναγομένης στη Γαλλία Thierry Briffaux ότι το φορτίο αυτό αποτελούσε ειδική παραγγελία και ότι τα εμπορεύματα θα πρέπει να αφιχθούν στην Κύπρο πριν τις 20/4/2000, αφού η ημερομηνία του Πάσχα είναι η 30/4/2000. Επιπρόσθετα τονιζόταν στο ίδιο μήνυμα ότι αν η πιο πάνω παράκληση της ενάγουσας εταιρείας δεν θα εκπληρωνόταν, η ενάγουσα εταιρεία θα ανέθετε την υπόθεση στους δικηγόρους της, αφού αν τα εμπορεύματα θα έρχονταν μετά τις 20/4/2000, θα ήταν άχρηστα.

(iii) Η ευθύνη της τριτοδιάδικης.

Το Δικαστήριο έχει ήδη καταλήξει σε συμπέρασμα ότι η εναγόμενη εταιρεία ενεργούσε σαν μεταφορέας της ενάγουσας εταιρείας. Από την έγγραφη μαρτυρία που έχει παρουσιαστεί και ιδιαίτερα από τη φορτωτική (Τεκμήριο 13) φαίνεται ότι η τριτοδιάδικη είχε συμβληθεί με την Dek-AMC (που ενεργούσε σαν αντιπρόσωπος της εναγόμενης εταιρείας) να μεταφέρει το εμπορευματοκιβώτιο στην Κύπρο. Σύμφωνα με την προφορική και έγγραφη μαρτυρία που έχει παρουσιαστεί, το εμπορευματοκιβώτιο αντί να φορτωθεί στο πλοίο Normandie Bridge (που θα ταξίδευε στην Κύπρο) φορτώθηκε στο πλοίο Ming Longevity και μεταφέρθηκε στο Μαϊάμι Αμερικής. Η πιο πάνω λανθασμένη φόρτωση συνιστά αμέλεια εκ μέρους της τριτοδιάδικης, που καθίσταται υπεύθυνη για την καθυστερημένη παράδοση των εμπορευμάτων. Η τριτοδιάδικη έχει αποδεχθεί την ευθύνη της κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων που επακολούθησαν για την καθυστερημένη άφιξη των εμπορευμάτων στην Κύπρο, όταν μέσω αξιωματούχου της που ήταν ο Υπεύθυνος Ευρώπης και εκπροσώπου του γραφείου Α. Αττεσλής, που ενεργούσαν σαν αντιπρόσωποι της στην Κύπρο, αφού αναγνώρισε την ευθύνη της για την καθυστερημένη άφιξη των εμπορευμάτων στην Κύπρο, προσπάθησε να διευθετήσει ένα εξώδικο συμβιβασμό της απαίτησης της ενάγουσας εταιρείας, προσφέροντας ως αντάλλαγμα για την εγκατάλειψη της απαίτησης της ενάγουσας για αποζημιώσεις, την απαλλαγή της ενάγουσας από την καταβολή των ναύλων, πράγμα που η ενάγουσα απέρριψε. Αυτή η αναγνώριση ευθύνης συνιστά παραδοχή εκ μέρους της τριτοδιάδικης για την καθυστερημένη παράδοση των εμπορευμάτων και η παραδοχή αυτή δια μέσου των εξουσιοδοτημένων αντιπροσώπων της, την εμποδίζει και/ή εξουδετερώνει τις διάφορες εισηγήσεις που έχουν προωθηθεί εκ μέρους της για την απόρριψη της απαίτησης εναντίον της.

(iv) Η απόδειξη των ζημιών.

Το θέμα της απόδειξης των ζημιών που έχει υποστεί η ενάγουσα αποτέλεσε αντικείμενο μακράς και λεπτομερούς αντεξέτασης ιδιαίτερα από την εναγόμενη εταιρεία η οποία αμφισβήτησε σθεναρά την αξίωση της ενάγουσας εταιρείας που βασίστηκε κυρίως στην κατάθεση του Γενικού Διευθυντή της Σώτου Σωτηρίου. Σύμφωνα με τον πιο πάνω μάρτυρα, από τα 11.788 τεμάχια ρουχισμού, 2.000 τεμάχια θα επωλούντο χονδρικώς και 9.788 λιανικώς. Τα ενδύματα που θα επωλούντο χονδρικώς προς £7.41 διατέθηκαν υποχρεωτικά προς £2.47 και εκείνα τα οποία θα διατίθονταν λιανικώς προς £13.20 διατέθηκαν τελικά προς £2.47, με αποτέλεσμα η ενάγουσα εταιρεία να υποστεί συνολικές ζημιές £9.880 από τις χονδρικές πωλήσεις και £105.025 από τις λιανικές πωλήσεις. Αποδεχόμενος τη μαρτυρία του πιο πάνω έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ενάγουσα έχει υποστεί συνολικά ζημιές ύψους £114.905.

Έχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο της εναγόμενης εταιρείας ότι σύμφωνα με τους όρους της φορτωτικής που περιέχονται στα τεκμήρια 5(α)(β) και 13(α)(β) το ύψος των αποζημιώσεων που δικαιούται η ενάγουσα σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής της, δεν μπορεί να υπερβαίνει το διπλάσιο του ναύλου που κατέβαλε, δηλαδή όχι περισσότερο από το ποσό των £1.715,10. Η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Και τούτο γιατί η ενάγουσα δεν μπορεί να δεσμεύεται με τους όρους της φορτωτικής, το περιεχόμενο της οποίας δεν γνώριζε. Στη φορτωτική τεκμήριο 5(α), ως φορτωτής φέρεται η εταιρεία Best Mountain και η εναγομένη ως η εταιρεία που θα παραλάμβανε το εμπορευματοκιβώτιο στη Λεμεσό. Στη φορτωτική Τεκμήριο 13(α), ως φορτωτής φέρεται η εταιρεία Dek-AMC (αντιπρόσωποι-συνεργάτες της εναγομένης στη Γαλλία), ως η εταιρεία που είχε αναλάβει τη φόρτωση και η εναγομένη ως η εταιρεία η οποία θα παραλάμβανε το εμπόρευμα στη Λεμεσό. Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι οι όροι που αφορούσαν τη διαδικασία τόσο της φόρτωσης όσο και της μεταφοράς είχαν συμφωνηθεί μεταξύ της εναγόμενης εταιρείας και τρίτων εταιρειών με τις οποίες συνεργαζόταν, χωρίς η ενάγουσα να έχει οποιαδήποτε επίγνωση τούτων. Δεν έχει δοθεί οποιαδήποτε μαρτυρία ότι η ενάγουσα είχε γνώση των όρων που περιείχαν οι φορτωτικές και κατ' επέκταση, η ενάγουσα δεν μπορεί να δεσμεύεται από τους περιορισμούς που περιείχαν οι φορτωτικές, οι οποίες ουδέποτε της παραδόθηκαν. Συνακόλουθα η εισήγηση για τον περιορισμό του ύψους των αποζημιώσεων σε £1.715,10 απορρίπτεται.

Συμπέρασμα.

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω,

(Α) Εκδίδεται απόφαση υπέρ της ενάγουσας και εναντίον της εναγομένης για το ποσό των £114.515 (ως η αναφορά), με έξοδα και νόμιμο τόκο, πλέον 10% ΦΠΑ.

(Β) Εκδίδεται δήλωση ότι η εναγόμενη εταιρεία δικαιούται να απαιτήσει την καταβολή οποιουδήποτε ποσού ήθελε πληρώσει στην ενάγουσα από την τριτοδιάδικη, σύμφωνα με την παράγραφο (Α) με έξοδα, νόμιμο τόκο και 10% ΦΠΑ. Τα έξοδα θα συμπεριλαμβάνουν τα έξοδα τα οποία η εναγομένη θα καταβάλει στην ενάγουσα, όπως επίσης και τα έξοδα της εναγομένης για την απόδειξη της απαίτησης της εναντίον της τριτοδιάδικης.

Η αγωγή γίνεται δεκτή. Εκδίδεται απόφαση ως ανωτέρω.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο