ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2004) 1 ΑΑΔ 1021
20 Μαΐου, 2004
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
FEREOS LTD,
Εφεσείουσα,
v.
WEITNAUER SERVICES LTD,
Εφεσίβλητης.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11510)
Συμβάσεις ― Σύμβαση αποκλειστικής αντιπροσώπευσης προϊόντων στα πλαίσια συνεργασίας των διαδίκων ― Κατά πόσο ο τερματισμός της σύμβασης προκλήθηκε εξ υπαιτιότητος της αντιπροσωπευόμενης εταιρείας οπόταν η εν λόγω εταιρεία θα είχε ευθύνη να καλύψει τη ζημία που προέκυψε από τον τερματισμό ― Κατά πόσο η αντιπροσωπευόμενη εταιρεία είχε συμβατική υποχρέωση να δεχθεί την επιστροφή των προϊόντων που δεν είχαν διατεθεί μετά τον τερματισμό της σύμβασης.
Έξοδα ― Κατά κανόνα ακολουθούν το αποτέλεσμα της δίκης, εκτός εάν υπάρχουν λόγοι περί του αντιθέτου.
Η εφεσίβλητη καταχώρησε αγωγή εναντίον της εφεσείουσας στη βάση συμφωνίας πώλησης τον Ιούλιο 1997 ρολογιών Swatch για το συνολικό ποσό των 118.883,50 Ελβετικών Φράγκων, ποσό το οποίο δεν είχε καταβάλει προς αυτήν η εφεσείουσα. Η εφεσείουσα στην υπεράσπισή της δέχθηκε ότι αγόρασε τα ρολόγια στα πλαίσια συμφωνίας από το 1987 για αποκλειστική αντιπροσώπευση από την ίδια της πώλησης και διανομής των ρολογιών Swatch σε όλα τα καταστήματα αδασμολογήτων ειδών στην Κύπρο και ότι η εν λόγω συμφωνία θα ήτο διαρκής ή θα μπορούσε να τερματιστεί μόνο κατόπιν εύλογης προειδοποίησης όχι λιγότερης των δύο ετών. Η εφεσείουσα πρόβαλε τη θέση ότι στις 29.9.1997 η εφεσίβλητη παρανόμως ετερμάτισε την εν λόγω συμφωνία και διόρισε άλλο αντιπρόσωπο γι' αυτό και η εφεσίβλητη είχε υποχρέωση να δεχθεί επιστροφή των, κατά τον τερματισμό της συμφωνίας, αδιάθετων ρολογιών, αξίας £34.112 επειδή είχε αναγκαστεί να τα αποσύρει από τα καταστήματα αδασμολογήτων ειδών όπου τα διέθετε επί παρακαταθήκη ως αποκλειστικός αντιπρόσωπος. Το πιο πάνω ποσό αξίωνε με ανταπαίτησή της καθώς και τα ποσά (α) των £20.000 ως απώλεια κέρδους για δύο έτη που θα έπρεπε να ήταν η ειδοποίηση τερματισμού, (β) των £6.232 ως έξοδα διαφημίσεως και (γ) των £583,48 ως έξοδα μεταφοράς και εισαγωγής των ρολογιών στην Κύπρο. Η εφεσίβλητη αρνήθηκε τους ισχυρισμούς της εφεσείουσας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση ως η απαίτηση. Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι η απαίτηση απεδείχθη με την εκ συμφώνου παρουσίαση του τιμολογίου πώλησης και μάλιστα δεν υπήρχε άρνηση αλλά παραδοχή της στην υπεράσπιση. Όσον αφορά την ανταπαίτηση το Δικαστήριο δέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του μάρτυρα της εφεσείουσας και έδωσε αρνητική απάντηση στο ερώτημα ως προς το κατά πόσο η εν λόγω μαρτυρία αποδείκνυε τις αξιώσεις της εφεσείουσας. Το Δικαστήριο, αν και διαπίστωσε ότι υπήρχε συμφωνία αποκλειστικής αντιπροσώπευσης, ο τερματισμός της δεν προήλθε από την εφεσίβλητη αλλά από την κατασκευάστρια εταιρεία Swatch AG η οποία έπαυσε να προμηθεύει ρολόγια στην εφεσίβλητη. Ως εκ τούτου δεν υπήρξε παράβαση συμφωνίας εκ μέρους της εφεσίβλητης. Αναφορικά με το θέμα των αδιάθετων ρολογιών το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η εφεσίβλητη δεν είχε ευθύνη να δεχθεί την επιστροφή τους αφού η κυριότητα τους πέρασε στην εφεσείουσα με την αγορά τους, ο δε τρόπος διάθεσής τους επί παρακαταθήκη ήταν δική της επιλογή την οποία ανέλαβε επί ιδίω κινδύνω.
Δεν υπήρξε ισχυρισμός ότι η εφεσίβλητη συμφώνησε σ' αυτό το τρόπο διάθεσης τους ούτε και ισχυρισμός ότι η εφεσίβλητη γνώριζε ότι η εφεσείουσα διέθετε επί παρακαταθήκη τα εμπορεύματα. Δεν θα μπορούσε λοιπόν η εφεσίβλητη να είναι υπεύθυνη για ζημιά που δεν θα μπορούσε να προβλέψει.
Με την έφεση αμφισβητούνται, αναφορικά με την απαίτηση, οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι υπήρξε παραδοχή της απαίτησης και αναφορικά με την ανταπαίτηση ότι η συμφωνία αποκλειστικής αντιπροσώπευσης δεν τερματίστηκε από την εφεσίβλητη αλλά ότι υπήρξε μερική και αναίτια αδυναμία εκτέλεσής της. Προσβάλλεται επίσης η διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι υπήρξε ματαίωση της σύμβασης (frustration of contract). Υποστηρίχθηκε σχετικά ότι τέτοιος ισχυρισμός δεν είχε προβληθεί ως υπεράσπιση από την εφεσίβλητη στην υπεράσπισή της στην ανταπαίτηση και, ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να απασχολήσει το Δικαστήριο. Οι άλλοι λόγοι έφεσης αφορούν την απόρριψη των αξιώσεων της εφεσείουσας στην ανταπαίτηση για £34.112 ως η αξία των μη διατεθέντων ρολογιών, την απόρριψη της αξίωσης για τα έξοδα διαφήμισης και την επιδίκαση εξόδων στην εφεσίβλητη επί της αποτυχούσας ανταπαίτησης της εφεσείουσας.
Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν διαπίστωσε οποιοδήποτε λόγο επεμβάσεως στην πρωτόδικη απόφαση.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας.
Έφεση.
Έφεση από την εναγόμενη εταιρεία κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 26/9/02 (Αρ. Αγωγής 11298/99) με την οποία έγινε δεκτή η απαίτηση της ενάγουσας Ελβετικής εταιρείας για ποσό 118.883,50 Ελβετικών Φράγκων ως οφειλόμενο από την εναγόμενη βάσει συμφωνίας πώλησης προς αυτήν ρολογιών τύπου Swatch και απορρίφθηκε η ανταπαίτηση της εναγόμενης για τα αξιούμενα από αυτήν ποσά εφόσον κρίθηκε ότι η συμφωνία αποκλειστικής αντιπροσώπευσης των ρολογιών δεν τερματίστηκε από την ενάγουσα αλλά υπήρχε αναίτια αδυναμία εκτέλεσής της.
Ν. Οικονομίδης για Κ. Μιχαηλίδη & Σία, για την Εφεσείουσα.
Ι. Λοϊζίδου για Λ. Δημητριάδη, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η αγωγή της Εφεσίβλητης, η οποία είναι Ελβετική εταιρεία, ήταν απλή. Εβασίζετο σε συμφωνία πώλησης προς την Εφεσείουσα εταιρεία τον Ιούλιο 1997 ρολογιών Swatch για το συνολικό ποσό των 118.883,50 Ελβετικών Φράγκων. Καθ΄όσον τα ρολόγια είχαν από τότε σταλεί και παραληφθεί, αλλά δεν είχαν πληρωθεί από την Εφεσείουσα, η απαίτηση της Εφεσίβλητης ήταν για το εν λόγω ποσό. Η Εφεσείουσα στην Υπεράσπιση της εδέχθη ότι αγόρασε τα ρολόγια για το εν λόγω ποσό. Ισχυρίσθηκε όμως ότι η αγορά έγινε στα πλαίσια συμφωνίας από το 1987 για αποκλειστική αντιπροσώπευση από την ίδια της πώλησης και διανομής των ρολογιών Swatch σε όλα τα καταστήματα αδασμολογήτων ειδών στην Κύπρο και ότι η εν λόγω συμφωνία θα ήτο διαρκής ή θα μπορούσε να τερματισθεί μόνον κατόπιν εύλογης προειδοποίησης όχι λιγότερης των δύο ετών. Ήταν δε η θέση της Εφεσείουσας ότι στις 29.9.1997 η Εφεσίβλητη παρανόμως ετερμάτισε την εν λόγω συμφωνία και διόρισε άλλο αντιπρόσωπο. Σε αυτή τη βάση ισχυρίζετο περαιτέρω ότι η Εφεσίβλητη είχε υποχρέωση να δεχθεί επιστροφή των κατά τον τερματισμό της συμφωνίας αδιάθετων ρολογιών, αξίας £34.112, καθ΄όσον αναγκάσθηκε να τα αποσύρει από τα καταστήματα αδασμολογήτων ειδών όπου τα διέθετε επί παρακαταθήκη ως αποκλειστικός αντιπρόσωπος. Το ποσό αυτό αξίωνε με ανταπαίτησή της, καθώς και τα ακόλουθα ποσά:
- £20.000 ως απώλεια κέρδους για δύο έτη που θα έπρεπε να ήταν η ειδοποίηση τερματισμού.
- £6.232 ως έξοδα διαφημίσεως των ρολογιών τα οποία η Εφεσίβλητη όφειλε να καταβάλει στην Εφεσείουσα δυνάμει της συμφωνίας.
- £583,48 ως έξοδα μεταφοράς και εισαγωγής των ρολογιών στην Κύπρο.
Η Εφεσίβλητη αρνήθηκε ότι υπήρχε συμφωνία αποκλειστικής αντιπροσώπευσης όπως ισχυρίζετο η Εφεσείουσα. Ήταν επίσης η θέση της ότι ο λόγος που σταμάτησαν να πωλούν ρολόγια στην Εφεσείουσα ήταν διότι η ίδια η κατασκευάστρια εταιρεία των Swatch είχε σταματήσει την πώληση τους προς την Εφεσίβλητη. Αρνούμενη την όλη ανταπαίτηση της Εφεσείουσας, η Εφεσίβλητη ισχυρίσθηκε ότι δεν είχε υποχρέωση να δεχθεί επιστροφή οποιουδήποτε αδιάθετου στοκ και ότι οποιαδήποτε έξοδα μεταφοράς των ρολογιών και διαφήμισης τους εβάρυναν την Εφεσείουσα η οποία με δική της πρωτοβουλία και ευθύνη προέβη σε οποιεσδήποτε συμφωνίες για διάθεση των ρολογιών επί παρακαταθήκη στα καταστήματα αδασμολογήτων ειδών.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι αντιληπτό το ότι η ακρόαση της υπόθεσης αφορούσε μόνο την ανταπαίτηση. Πέραν της εκ συμφώνου παρουσίασης του τιμολογίου της πώλησης, η Εφεσίβλητη δεν παρουσίασε μαρτυρία. Ακούσθηκε μαρτυρία μόνο επί της ανταπαίτησης και μόνο από την πλευρά της Εφεσείουσας. Όσον αφορά την απαίτηση, ο ευπαίδευτος Πρόεδρος ο οποίος επελήφθη της υπόθεσης πολύ λίγα βεβαίως είχε να πεί. Όπως παρατήρησε, η απαίτηση απεδείχθη και μάλιστα δεν υπήρχε άρνηση αλλά παραδοχή της στην Υπεράσπιση. Εξεδόθη έτσι απόφαση ως η απαίτηση. Όσον αφορά την ανταπαίτηση, ο ευπαίδευτος Πρόεδρος εδέχθη ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του μάρτυρα της Εφεσείουσας, ο οποίος ήταν και ο διοικητικός σύμβουλος της, προσδιόρισε δε ότι προς απόφαση ήταν το κατά πόσο η μαρτυρία αυτή αποδείκνυε τις αξιώσεις της Εφεσείουσας. Η απάντηση του ήταν αρνητική. Αν και διαπίστωσε ότι υπήρχε συμφωνία αποκλειστικής αντιπροσώπευσης των ρολογιών Swatch όπως και άλλων προϊόντων στα πλαίσια της συνεργασίας των διαδίκων, εν τούτοις έκρινε ότι η αντιπροσώπευση αφορούσε προϊόντα που, όπως η Εφεσείουσα εγνώριζε, η Εφεσίβλητη δεν κατασκεύαζε η ίδια αλλά απλώς είχε την ευχέρεια να προμηθεύει αφού τα προμηθεύετο η ίδια από τους κατασκευαστές ως αντιπρόσωπος τους και ότι η συμφωνία αποκλειστικής αντιπροσώπευσης δεν τερματίσθηκε από την Εφεσίβλητη. Η Εφεσίβλητη απλώς έπαυσε να προμηθεύει τα Swatch στην Εφεσείουσα καθ΄όσον και η ίδια έπαυσε να αντιπροσωπεύει τους κατασκευαστές και να προμηθεύεται τα Swatch από αυτούς. Ήταν περαιτέρω η άποψη του ευπαιδεύτου Προέδρου ότι η κατάσταση που προέκυψε συνιστούσε και περίπτωση εφαρμογής της αρχής της ματαίωσης της σύμβασης (frustration of contract). Οδηγήθηκε λοιπόν σε απόρριψη η απαίτηση της Εφεσείουσας για £20.000, όπως και η απαίτηση της για £34.112 η οποία αποτύγχανε και για τον πρόσθετο λόγο ότι η κυριότητα στα ρολόγια είχε περάσει στην Εφεσείουσα που είχε και το δικαίωμα διάθεσης τους με όποιο τρόπο ήθελε. Απέτυχαν επίσης οι απαιτήσεις για £6.232 και £583,48 ως μη αποδειχθείσες.
Με την έφεση διατυπώνονται εννέα λόγοι έφεσης. Οι δύο πρώτοι αφορούν την απόφαση επί της απαίτησης. Δεν υπήρξε, λέγεται, παραδοχή της απαίτησης αλλά άρνηση της στην Υπεράσπιση, ούτε συνιστούσε παραδοχή της η εκ συμφώνου κατάθεση του τιμολογίου. Έχουμε ήδη εκφράσει τη δική μας αντίληψη του πράγματος. Ανεξαρτήτως οποιασδήποτε γενικής άρνησης της απαίτησης στην Υπεράσπιση, στην παράγραφο 11 γίνεται ρητή αποδοχή της αγοράς των εν λόγω ρολογιών τον Ιούλιο του 1997 για το ποσό των 118.883,50 Ελβετικών Φράγκων. Στην παράγραφο 12 δε η γενική άρνηση της απαίτησης λέγεται να είναι "Πλην ως εκτίθεται ανωτέρω". Κυρίως όμως διαφεύγει της προσοχής της Εφεσείουσας και το ότι η παραδοχή της απαίτησης είναι και η όλη βάση στην οποία στηρίζεται η ίδια η ανταπαίτηση της. Αλλά και κατά την ακρόαση η Εφεσείουσα σαφώς απεδέχθη ουσιαστικά την απαίτηση, αποδεχόμενη όχι μόνο την κατάθεση του τιμολογίου αλλά και μη ενιστάμενη στη δήλωση της ευπαιδεύτου συνηγόρου για την Εφεσίβλητη, μετά την εκ συμφώνου κατάθεση του τιμολογίου, ότι "Εν όψει της παραδοχής ότι το ποσό οφείλεται εγώ δεν έχω άλλη μαρτυρία σε αυτό το στάδιο να παρουσιάσω αναφορικά με την απαίτηση των Εναγόντων". Για να μην αναφέρουμε ότι και ο ίδιος ο μάρτυρας της Εφεσείουσας στη μαρτυρία του εδέχθη την αγορά και παραλαβή των ρολογιών. Το πράγμα είναι τόσο καθαρό από κάθε άποψη που εκπλήττει το ότι, παρά τις υποδείξεις μας κατά την ακρόαση, ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Εφεσείουσα επέμενε στους λόγους έφεσης αυτούς χωρίς να αντιτάσσει οτιδήποτε.
Ως προς την ανταπαίτηση, ο τρίτος λόγος έφεσης προσβάλλει την κατάληξη του ευπαιδεύτου Προέδρου ότι η συμφωνία αποκλειστικής αντιπροσώπευσης δεν τερματίσθηκε από την Εφεσίβλητη αλλά ότι υπήρξε μερική και αναίτια αδυναμία εκτέλεσης της. Τα λεγόμενα στην αιτιολογία και στο περίγραμμα σε στήριξη του λόγου έφεσης όμως δεν ανατρέπουν την κρίση του Δικαστηρίου. Αυτό που το Δικαστήριο είχε διαπιστώσει ήταν η ύπαρξη συμφωνίας αποκλειστικής αντιπροσώπευσης από την Εφεσείουσα διαφόρων προϊόντων που διέθετε η Εφεσίβλητη και η μερική αδυναμία, χωρίς ευθύνη της Εφεσίβλητης, συνέχισης προμήθειας των Swatch.
Η μαρτυρία του μάρτυρα της Εφεσίβλητης δεν αναιρεί αυτή την άποψη του πράγματος. Μάλιστα όχι μόνο δεν ευθύνετο η Εφεσίβλητη για το ότι η κατασκευάστρια εταιρεία Swatch AG έπαυσε να προμηθεύει ρολόγια στην Εφεσίβλητη αλλά, όπως υπέδειξε ο ευπαίδευτος Πρόεδρος, ο ίδιος ο τερματισμός της αντιπροσώπευσης προήλθε όχι από την Εφεσίβλητη αλλά από την Swatch AG. Όπως το έθεσε (σελίδες 10.11):
"Δεν ήταν δική της απόφαση να μην προμηθεύει την εναγομένη αλλ΄απόφαση τρίτων. Μάλιστα ο Γ. Φεραίος ήταν σαφής κατά την κύρια εξέταση του ότι η απόφαση ήταν της SWATCH για δικούς της λόγους να σταματήσει την ενάγουσα. Μάλιστα κατά την αντεξέταση του σαφώς είπε ότι γνώριζε ότι αν η SWATCH σταματούσε το συμβόλαιο της με την ενάγουσα και η τελευταία θα σταματούσε το συμβόλαιο της με την εναγομένη. Επιπλέον δέχθηκε ότι δεν είναι η ενάγουσα που του τερμάτισε την προμήθεια ρολογιών αλλ΄η ίδια η SWATCH. Το Δικαστήριο επισημαίνει μάλιστα εδώ ότι στην έκθεση υπεράσπισης γίνεται αναφορά σε τερματισμό της αντιπροσωπείας από την ενάγουσα. Αυτό δεν υποστηρίχθηκε με μαρτυρία αλλ΄αντίθετα κατατέθηκε από την εναγομένη η ίδια η επιστολή της SWATCH με την οποία η εναγομένη πληροφορείται ότι δόθηκε η αντιπροσωπεία των SWATCH στην Κύπρο για τα αδασμολόγητα καταστήματα στον αντιπρόσωπο για την εγχώρια αγορά (βλ. τεκμήριο 8).
Είναι τελικώς το συμπέρασμα και η απόφαση μου ότι η συμφωνία αποκλειστικής αντιπροσωπείας μεταξύ των διαδίκων δεν τερματίσθηκε. Αυτό που συνέβη είναι η μερική αδυναμία εκτέλεσης της συμφωνίας από πλευράς ενάγουσας για λόγους για τους οποίους η ίδια δεν ευθύνεται. Το ότι η ενάγουσα δεν είχε ευθύνη φαίνεται να το αναγνώριζε και η ίδια η εναγομένη. Ποτέ πριν την καταχώρηση της αγωγής η εναγομένη δεν κατέστησε την ενάγουσα υπεύθυνη. Αντίθετα το έκαμε έναντι της SWATCH. Στις 4.12.98 τους απέστειλε φαξ στο οποίο μεταξύ άλλων τους καθιστά υπεύθυνους για τη ζημιά της, μάλιστα όχι μόνο για τη δική της αλλ' και για τη ζημιά της ενάγουσας (βλ. τεκμήριο 21, σελ. 2)."
Η Εφεσείουσα εισηγείται ότι η αποστολή του τεκμηρίου 8 ήταν σε γνώση της Εφεσίβλητης η οποία και επιβεβαίωσε τον τερματισμό. Αυτό όμως δεν καθιστούσε υπεύθυνη την Εφεσίβλητη, εναντίον της οποίας και όχι εναντίον της Swatch AG επέλεξε να στραφεί η Εφεσείουσα. Το ερώτημα ήταν πάντα όχι αν η Εφεσίβλητη γνώριζε για τον τερματισμό, τον οποίο δεν αρνείτο, αλλά αν ήταν υπεύθυνη γι΄αυτόν.
Με τον τέταρτο λόγο έφεσης προσβάλλεται η άποψη του ευπαιδεύτου Προέδρου ότι υπήρξε ματαίωση της σύμβασης (frustration of contract). Τέτοιος ισχυρισμός, λέγεται, δεν ηγέρθη ως υπεράσπιση από την Εφεσίβλητη στην Υπεράσπιση της στην Ανταπαίτηση και δεν μπορούσε, ως εκ τούτου, να απασχολήσει το Δικαστήριο, εν πάση περιπτώσει δε, ήταν λανθασμένη η κατάληξη του Δικαστηρίου επί της ουσίας. Δεν θα υπεισέλθουμε στο εγειρόμενο θέμα. Να παρατηρήσουμε μόνο ότι η βασική κατάληξη του Δικαστηρίου ήταν ότι δεν απεδείχθη η παράβαση συμφωνίας εκ μέρους της Εφεσίβλητης την οποία ισχυρίζετο η Εφεσείουσα, η δε ενασχόληση του Δικαστηρίου με το θέμα της ματαίωσης ήταν πρόσθετη και μη αναγκαία, δεν επηρέαζε δε την ήδη διατυπωθείσα κατάληξη του η οποία καθόριζε και την τύχη της απαίτησης της Εφεσείουσας για παράβαση συμφωνίας.
Ως εκ της κατάληξης μας επί του τρίτου λόγου έφεσης, δεν καθίσταται αναγκαίο να επιληφθούμε του έκτου λόγου έφεσης, ο οποίος αφορά το θέμα του μήκους της προειδοποίησης που η Εφεσίβλητη όφειλε να δώσει στην Εφεσείουσα για να μπορούσε νόμιμα να τερμάτιζε τη συμφωνία αντιπροσώπευσης με δική της επιλογή, θέμα του οποίου το Δικαστήριο επελήφθη σε περίπτωση που η απόφαση του επί του τερματισμού ήθελε αποδειχθεί λανθασμένη. Ούτε και του πέμπτου λόγου έφεσης που αφορούσε την κατάληξη του Δικαστηρίου ότι, και αν ακόμα είχε αποδειχθεί παράβαση συμφωνίας εκ μέρους της Εφεσίβλητης, η απαίτηση της για £20.000 ως απώλεια κέρδους δεν είχε αποδειχθεί επαρκώς επί της μαρτυρίας.
Ο όγδοος λόγος έφεσης αφορά την απόρριψη της απαίτησης της Εφεσείουσας για £34.112 ως η αξία των μη διατεθέντων ρολογιών. Με την κατάρρευση του τρίτου λόγου έφεσης και την επιβεβαίωση της κατάληξης ότι δεν υπήρξε παράβαση συμφωνίας εκ μέρους της Εφεσίβλητης, το ουσιαστικό υπόβαθρο του όγδοου λόγου έφεσης δεν υφίσταται. Η απόρριψη της απαίτησης αυτής προέκυψε ευθέως από την απόρριψη της θέσης της Εφεσείουσας ότι η Εφεσίβλητη ήταν ένοχη παράβασης της συμφωνίας. Λέγεται σε στήριξη του λόγου έφεσης ότι το Δικαστήριο παραγνώρισε ότι η Εφεσείουσα αγόρασε τα ρολόγια για να τα πωλήσει ως αποκλειστικός αντιπρόσωπος και ότι αν εγνώριζε ότι η αποκλειστική αντιπροσωπεία της θα ετερματίζετο δεν θα τα αγόραζε. Αυτό όμως αφορούσε μόνο την ίδια και δεν κατέστη όρος της συμφωνίας πώλησης, ρητός ή εξυπακουόμενος, ότι σε περίπτωση τερματισμού της συμφωνίας αποκλειστικής αντιπροσωπείας η Εφεσίβλητη θα είχε υποχρέωση να δεχθεί επιστροφή του μέχρι τότε αδιάθετου στοκ της Εφεσείουσας. Ούτε γίνεται καθόλου επίκληση τέτοιου όρου στην Υπεράσπιση, παρά μόνο αναφέρεται στην παράγραφο 11 ότι "Η Εναγομένη λέγει ότι αυτή ηγόρασε και παρέλαβε τα ωρολόγια ταύτα μικρόν χρόνον πριν από τον τερματισμόν της ως άνω συμφωνίας διότι η Εναγομένη επίστευεν σύμφωνα με την ως άνω συμφωνίαν αντιπροσωπείας και τας διαβεβαιώσεις και παραστάσεις που της εδόθησαν ως ανωτέρω και από τους Ενάγοντας ότι η Εναγομένη θα εξακολούθει να ήτο η μόνη αποκλειστική αντιπρόσωπος πωλήσεως των ωρολογίων εις τα καταστήματα αδασμολογήτων ειδών και θα ηδύνατο να πωλήση ταύτα εις τα καταστήματα αδασμολογήτων ειδών.", και στην παράγραφο 13 ότι "Οι Ενάγοντες είχαν υποχρέωσιν να παραλάβουν το αδιάθετον στοκ ωρολογίων από την Εναγομένην διότι η Εναγομένη, που εδικαιούτο να πωλή τα ωρολόγια μόνον εις τα καταστήματα αδασμολογήτων ειδών, μετά τον τερματισμόν της ως άνω συμφωνίας δεν εδικαιούτο ή ηδύνατο να τα πωλήση". Οι ισχυρισμοί αυτοί δεν στοιχειοθετούν συμβατική υποχρέωση της Εφεσίβλητης να δεχθεί επιστροφή των ρολογιών, αλλά ούτε και απεδείχθη τέτοια συμβατική υποχρέωση με τη μαρτυρία.
Αυτό ήθελε να τονίσει και η αναφορά του ευπαιδεύτου προέδρου στο ότι η Εφεσίβλητη δεν είχε ευθύνη να δεχθεί επιστροφή των αδιάθετων ρολογιών για τον πρόσθετο λόγο ότι η κυριότητα είχε ήδη περάσει στην Εφεσείουσα με την πώληση τους, στην απουσία αδιάθετου στοκ. Όπως το έθεσε στη σ. 16:
"Η εναγομένη αγόρασε τα ρολόγια και η κυριότητα τους πέρασε σ΄αυτήν γι΄αυτό και είναι υπεύθυνη για πληρωμή της αξίας τους, πράγμα που αναγνωρίζει. Ο τρόπος που θα διέθετε τα εμπορεύματα αυτά ήταν δική της επιλογή. Αποφάσισε να τα διαθέτει επί παρακαταθήκη. Οι κίνδυνοι από μια τέτοια συναλλαγή αναλήφθηκαν από την ίδια. Δεν υπήρξε ισχυρισμός ότι η ενάγουσα συμφώνησε σ΄ένα τέτοιο τρόπο διάθεσης του εμπορεύματος, ούτε και ισχυρισμός ότι η ενάγουσα γνώριζε ότι η εναγομένη διέθετε επί παρακαταθήκη τα εμπορεύματα. Δεν θα μπορούσε η ενάγουσα να είναι υπεύθυνη για ζημιά την οποία δεν θα μπορούσε να προβλέψει."
Ένας ακόμα λόγος έφεσης, ο έβδομος, αφορά την απόρριψη της αξίωσης της Εφεσείουσας για £6.232 ως έξοδα διαφήμισης. Η αξίωση αυτή απερρίφθη ως μη αποδειχθείσα σύμφωνα με τα δικόγραφα. Όπως υπέδειξε ο ευπαίδευτος Πρόεδρος, η αξίωση αυτή εβασίζετο σε ρητό ή σιωπηρό όρο της συμφωνίας ότι η Εφεσίβλητη θα αποζημίωνε την Εφεσείουσα για τα έξοδα διαφήμισης των Swatch σε περίπτωση τερματισμού της συμφωνίας μη οφειλομένου στην Εφεσείουσα. Η κατάληξη του ευπαιδεύτου Προέδρου ήταν ότι η δοθείσα μαρτυρία ήταν σε διάσταση με τα δικόγραφα αποκαλύπτοντας τελείως διαφορετική βάση διεκδίκησης των εν λόγω εξόδων και καθιστώντας τη σχετική μαρτυρία όχι μόνο αναποτελεσματική αλλά και αναξιόπιστη. Όπως επεσήμανε το Δικαστήριο, ενώ δικογραφικά η απαίτηση ήταν για όλα τα έξοδα διαφήμισης των ετών 1995-1997, η μαρτυρία ήταν ότι συνεφωνήθη η καταβολή μόνο του 50% των εξόδων. Διεκδικήθησαν δε με τη μαρτυρία μόνο τα έξοδα του 1997 και μέρος εκείνων του 1996, όχι δηλαδή του 1995. Έτσι, αν και υπήρχε κάποια έγγραφη μαρτυρία που παρουσίαζε την Εφεσείουσα έτοιμη να καταβάλει κάποιο μέρος των εξόδων διαφήμισης για τα έτη 1996 και 1997, δεν ήταν σαφές σε ποιο ποσοστό εξόδων αναφέρετο ούτε σε ποιο βαθμό αφορούσε τα Swatch ή άλλα προϊόντα, ενώ δεν ήταν σαφές από τη μαρτυρία ούτε τι ποσό πραγματικά πληρώθηκε για διαφημίσεις των Swatch.
Προσβάλλεται με τον εξεταζόμενο λόγο έφεσης η κατάληξη αυτή. Τα έξοδα διαφήμισης, λέγεται, εκτίθεντο αναλυτικά στην Ανταπαίτηση και το Δικαστήριο μπορούσε να είχε δώσει απόφαση για μικρότερο συνολικά ποσό αν δεν είχε αποδειχθεί το όλο αξιούμενο ποσό, διατάσσοντας συγχρόνως ανάλογη τροποποίηση των δικογράφων. Ο τρόπος που τίθεται το θέμα δείχνει ακριβώς πού έγκειτο το πρόβλημα όπως το αντιμετώπισε και το Δικαστήριο. Το πρόβλημα δεν ήταν η σαφήνεια της δικογραφικής πτυχής, όπου όντως τα έξοδα διαφήμισης παρατίθενται με πληρότητα κατ΄έτος. Ήταν στο ότι, δεδομένης της δικογραφικής εικόνας, η μαρτυρία που εδόθη ήταν σε τέτοια αντίφαση με αυτή που να καθίστατο αναξιόπιστη και αναποτελεσματική. Δεν υπήρχε σαφής μαρτυρία ως προς το ποίας έκτασης ευθύνη για τα έξοδα διαφήμισης είχε αναλάβει η Εφεσίβλητη είτε ως προς ποσοστό είτε ως προς τα Swatch διακρινόμενα από άλλα προϊόντα, ούτε υπήρχε σαφής μαρτυρία ως προς το ποίο ποσό είχε πραγματικά δαπανηθεί από την Εφεσείουσα είτε καθόλου είτε για τα Swatch διακρινόμενα από άλλα προϊόντα. Αν σε αυτά προστεθεί το ότι με τη μαρτυρία διεκδικήθηκε μόνο το 50% των εξόδων για τα έτη 1996 και 1997 ενώ με την Ανταπαίτηση διεκδικείτο το σύνολό τους για τα έτη 1995, 1996 και 1997, η αναξιοπιστία και αναποτελεσματικότητα της μαρτυρίας επεκτείνετο. Δεν διαπιστώνουμε λοιπόν έρεισμα ούτε σε αυτό το λόγο έφεσης.
Με τον ένατο και τελευταίο λόγο έφεσης προσβάλλεται η επιδίκαση εξόδων στην Εφεσίβλητη επί της αποτυχούσας Ανταπαίτησης της Εφεσείουσας. Τούτο, λέγεται, ήταν εσφαλμένο καθ΄ότι παραγνωρίζετο το ότι είχε αποδειχθεί η συμφωνία αποκλειστικής αντιπροσώπευσης που ισχυρίζετο η Εφεσείουσα και αρνείτο η Εφεσίβλητη, η δε παράβαση της από την Εφεσίβλητη είχε επίσης αποδειχθεί ή έπρεπε να είχε θεωρηθεί ως αποδειχθείσα. Η αναφορά στο ότι η παράβαση της συμφωνίας είχε αποδειχθεί είναι βεβαίως λανθασμένη αφού η κατάληξη του Δικαστηρίου ήταν ακριβώς αντίθετη. Η δε απόρριψη των ουσιαστικών λόγων έφεσης αφαιρεί κάθε βάση και από τη διαζευκτική εισήγηση ότι η παράβαση θα έπρεπε να θεωρηθεί ως αποδειχθείσα. Απομένει λοιπόν μόνο το γεγονός ότι η συμφωνία απεδείχθη, που όμως δεν ήταν επαρκές είτε για να θεμελειωθεί η απαίτηση είτε για να δικαιολογηθεί παρέκκλιση από το συνήθη κανόνα για έξοδα.
Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται στο σύνολο της με έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον της Εφεσείουσας.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας.