ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 1 ΑΑΔ 1006
18 Μαΐου, 2004
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]
ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΠΑΥΛΟΥ,
Εφεσείων,
ν.
ΑΙΓΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ,
Εφεσιβλήτων,
ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 13.10.03.
ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΠΑΥΛΟΥ,
Εφεσείων,
ν.
ΑΝΔΡΕΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ, ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ
ΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ
ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΟΥ ΤΗΣ
ΑΙΓΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11190)
Ασφαλιστικό Δίκαιο ― Ασφαλιστικό συμβόλαιο ― Καθήκον του ασφαλιζομένου να αποκαλύψει στον ασφαλιστή τα ουσιώδη γεγονότα ― Παράλειψη εκτέλεσης τέτοιου καθήκοντος οδηγεί το συμβόλαιο σε ακυρότητα ― Το κριτήριο κατά πόσο συγκεκριμένο γεγονός είναι ουσιώδες, είναι αντικειμενικό.
Δικαστικές αποφάσεις ― Παρατηρήσεις Εφετείου αναφορικά με δικαστικές αποφάσεις στις οποίες παρατίθενται αποσπάσματα από αγγλικά συγγράμματα και από δικαστικές αποφάσεις που επίσης δυνατόν να είναι στα αγγλικά.
Ο εφεσείων, ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου με αριθμό εγγραφής ΒΑΕ726 καταχώρησε αγωγή εναντίον της εφεσίβλητης, ασφαλιστικής εταιρείας στην οποία ήταν ασφαλισμένο το αυτοκίνητο, για ανάκτηση της ζημιάς ύψους £4529 που αυτό υπέστη όταν ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα. Η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε ότι δεν είχε υποχρέωση να καταβάλει το πιο πάνω ποσό επειδή ο εφεσείων, κατά παράβαση όρου της συμφωνίας ασφάλισης, εγκατέλειψε τη σκηνή του δυστυχήματος χωρίς να γνωστοποιήσει ως όφειλε το ατύχημα στους ασφαλιστές ή στην αστυνομία για σκοπούς διερεύνησης. Ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι ο εφεσείων απέκρυψε ουσιώδη γεγονότα ήτοι ότι δεν είχε προηγούμενες καταδίκες ενώ αυτό ήταν αναληθές και ενόψει τούτου, η εφεσίβλητη προέβη στην ακύρωση του ασφαλιστικού εγγράφου.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η παράλειψη του εφεσείοντος να αποκαλύψει στην πρόταση ασφάλισης, «στήλη προηγούμενων καταδικών», την προηγούμενη καταδίκη του, συνιστά αθέτηση της σύμβασης ασφάλισης γεγονός που παρείχε δικαίωμα στην εφεσίβλητη για την ακύρωση της σύμβασης.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η διαπίστωση για παράλειψη του εφεσείοντος να αποκαλύψει στην πρόταση ασφάλισης, «στήλη προηγούμενων καταδικών», την προηγούμενη καταδίκη του, οφείλεται σε πλάνη του δικαστηρίου εφόσον δεν υπήρχε τέτοια στήλη ούτε ανάλογη ερώτηση που έπρεπε να είχε απαντηθεί. Πρόκειται για σφάλμα το οποίο επηρέασε το τελικό συμπέρασμα.
2. Προκύπτει ζήτημα κατά πόσο ο εφεσείων είχε καθήκον υπό τις περιστάσεις να δηλώσει την προηγούμενη του καταδίκη στην πρόταση ασφάλισης για δήλωση οποιουδήποτε άλλου ουσιώδους γεγονότος που αφορούσε το προς ασφάλιση όχημα και οδηγούς.
3. Το κριτήριο κατά πόσο συγκεκριμένο γεγονός είναι ουσιώδες είναι αντικειμενικό. Θα πρέπει να αποδειχθεί ότι ο συνετός ασφαλιστής θα θεωρούσε το συγκεκριμένο γεγονός ως ουσιώδες.
4. Η προηγούμενη καταδίκη του εφεσείοντος σε πρόστιμο £35.- για υπέρβαση ορίου ταχύτητας, αδίκημα που διαπράχθηκε το Μάρτιο 1995, δεν συνιστά ουσιώδες γεγονός το οποίο θα έπρεπε να είχε δηλωθεί από τον εφεσείοντα.
5. Δεν αποδείχθηκε η παράλειψη γνωστοποίησης του δυστυχήματος στην Αστυνομία ούτε έγινε οποιαδήποτε διαπίστωση περί του αντιθέτου. Ενόψει τούτου η υπεράσπιση της εφεσίβλητης ότι η μη γνωστοποίηση του δυστυχήματος στην αστυνομία αποτέλεσε νόμιμο λόγο ακύρωσης της συμφωνίας ασφάλισης παρέμεινε μετέωρη.
Ο Δικαστής Νικολαΐδης με δική του απόφαση, εξέφρασε την άποψη ότι, ενόψει της σημασίας που έχουν οι δικαστικές αποφάσεις, και για να είναι κατανοητές από όλους τους πολίτες, τα εκτενή αποσπάσματα που περιέχουν από αγγλικά συγγράμματα και από δικαστικές αποφάσεις που επίσης δυνατόν να είναι στα αγγλικά, θα ήταν προτιμότερο, στην ουσία τους, να αποδίδονται με λόγια του δικαστή στα ελληνικά. Στην περίπτωση που κρίνεται ότι θα πρέπει να παρατεθεί το ακριβές απόσπασμα αυτό να παρατίθεται και σε μετάφραση στα ελληνικά.
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα εναντίον της εφεσίβλητης. Εκδόθηκε απόφαση υπέρ του εφεσείοντος για το συμφωνηθέν ποσό των £4.000 με νόμιμο τόκο και έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Bates v. Hewitt [1867] L.R. 2 Q.B. 595,
Girdlestone v. North British [1870] L.R. 11 Eq. 197,
Πανευρωπαϊκή Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ ν. Eretria Leisure Cruises Ltd (1998) 1 A.A.Δ. 1072,
Anderson v. Fitzgerald [1853] 4 H.L. Cas. 484.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 5/9/01 (Αρ. Αγωγής 7780/97) με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή του για αποζημιώσεις ύψους £4.529 για ζημιές τις οποίες υπέστη λόγω τροχαίου ατυχήματος το οποίο η ασφαλίστρια εναγόμενη εταιρεία αρνήθηκε να καλύψει και με την οποία κρίθηκε ότι η μη αποκάλυψη στην εταιρεία προηγούμενης καταδίκης του σε πρόστιμο £35 παρείχε σ' αυτήν το δικαίωμα να ακυρώσει τη σύμβαση.
Δ. Θεοδώρου για Ε. Ευσταθίου, για τον Εφεσείοντα.
Δ. Κούτρας, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων με αγωγή εναντίον της εφεσίβλητης, απαίτησε αποζημιώσεις £4529 για ζημιές που υπέστη λόγω παράβασης της μεταξύ τους συμφωνίας ασφάλισης του αυτοκινήτου με αριθμό εγγραφής ΒΑΕ 726. Η απαίτηση απορρίφθηκε και ο εφεσείων επιδιώκει την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης.
Ο εφεσείων, ισχυρίστηκε πρωτοδίκως ότι στις 16.11.96, εξαιτίας τροχαίου δυστυχήματος στο οποίο ενεπλάκη ενώ οδηγούσε το πιο πάνω αυτοκίνητό του, υπέστη ζημιά £4529. Κατ' επίκληση της συμφωνίας ασφάλισης απαίτησε κάλυψη της ζημιάς από την εφεσίβλητη η οποία ωστόσο, αρνήθηκε να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό. Η εφεσίβλητη στην υπεράσπισή της ισχυρίστηκε ότι ο εφεσείων, κατά παράβαση όρου της συμφωνίας ασφάλισης εγκατέλειψε τη σκηνή του δυστυχήματος χωρίς να γνωστοποιήσει ως όφειλε το δυστύχημα στους ασφαλιστές ή στην αστυνομία για σκοπούς διερεύνησης. Η θέση της εφεσίβλητης είναι ότι η προμνησθείσα παράλειψη του εφεσείοντα την απαλλάσσει από κάθε ευθύνη για κάλυψη της ζημιάς. Η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι ο εφεσείων απέκρυψε ουσιώδη γεγονότα τα οποία αν η ίδια γνώριζε δεν θα προέβαινε στη σύναψη της συμφωνίας ασφάλισης. Πρόβαλε συναφώς ότι ο εφεσείων, κατά τη σύναψη του ασφαλιστικού εγγράφου, δολίως ανέφερε ότι δεν είχε προηγούμενες καταδίκες ενώ αυτό ήταν αναληθές και ενόψει τούτου, η εφεσίβλητη προέβη στην ακύρωση του ασφαλιστικού εγγράφου. Παρενθετικά σημειώνουμε ότι έγινε παραδεκτό και από τις δύο πλευρές ότι ο εφεσείων καταδικάστηκε στις 18.10.1995 σε πρόστιμο £35.- στην υπόθεση 36345/95 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας για υπέρβαση ορίου ταχύτητας, αδίκημα που διαπράχθηκε στις 10.3.95.
Η πρωτόδικος δικαστής αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία προέβη στις ακόλουθες, μεταξύ άλλων, διαπιστώσεις:
(α) Στις 29.7.96 συνομολογήθηκε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων για περιεκτική ασφάλιση του αυτοκινήτου με αριθμό εγγραφής ΒΑΕ 726 ιδιοκτησία του εφεσείοντα για την περίοδο από 29.7.96 μέχρι 29.7.97.
(β) Για τους σκοπούς της πιο πάνω συμφωνίας ο εφεσείων συμπλήρωσε στις 29.7.96 το έντυπο «Πρόταση για ασφάλιση οχημάτων» στο οποίο ανέφερε ότι δεν είχε προηγούμενες καταδίκες.
(γ) Στις 18.10.95 ο εφεσείων καταδικάστηκε σε πρόστιμο £35.- για υπερβολική ταχύτητα, αδίκημα που διαπράχθηκε στις 10.3.95.
(δ) Η εφεσίβλητη, με βάση την πρόταση, εξέδωσε πιστοποιητικό ασφάλισης για την περίοδο από 29.7.96 μέχρι 29.7.97.
(ε) Ο εφεσείων για την επιδιόρθωση των ζημιών που είχαν προκληθεί στο αυτοκίνητο ΒΑΕ 726 εξαιτίας του δυστυχήματος στο οποίο ενεπλάκη στις 16.11.96 κατέβαλε £4000.
(στ) Στις 20.11.96 ο εφεσείων συμπλήρωσε «έντυπο απαίτησης τροχαίου δυστυχήματος» για κάλυψη των ζημιών από την εφεσίβλητη. Η εφεσίβλητη αφού εξέτασε την απαίτηση του εφεσείοντα με επιστολή της ημερομηνίας 10.1.97 ακύρωσε το ασφαλιστικό συμβόλαιο λόγω απόκρυψης στοιχείων στην πρόταση ασφάλισης που υπέβαλε ο εφεσείων. Στις 13.1.97 η εφεσίβλητη με άλλη επιστολή της πληροφόρησε τον εφεσείοντα ότι το συμβόλαιο ασφάλισης ήταν άκυρο εξ υπαρχής και δεν ήταν δυνατό να γίνει οποιαδήποτε πληρωμή επειδή διαπιστώθηκαν προηγούμενες καταδίκες που αφορούσαν σε τροχαία αδικήματα και δεν είχαν δηλωθεί στην πρόταση ασφάλισης ημερομηνίας 29.7.96.
Υπό το φως των πιο πάνω διαπιστώσεων, η ευπαίδευτη δικαστής έκρινε πως έπρεπε να δοθεί απάντηση στο ερώτημα κατά πόσο η μη αποκάλυψη της προηγούμενης καταδίκης στην πρόταση ασφάλισης του εφεσείοντα παρείχε στην εφεσίβλητη δικαίωμα ακύρωσης του ασφαλιστικού εγγράφου. Η δικαστής με αναφορά στην κυπριακή νομολογία* και αγγλικές αυθεντίες** που αφορούν στη φύση των ασφαλιστικών συμβάσεων, τα καθήκοντα των ασφαλιζομένων, τη σημασία που ενέχει η απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων και η παράβαση ουσιώδους όρου στο κύρος της σύμβασης, έκρινε πως η παράλειψη του εφεσείοντα να αποκαλύψει στην πρόταση ασφάλισης, «στήλη προηγούμενων καταδικών», την προηγούμενη καταδίκη του, συνιστά αθέτηση της σύμβασης ασφάλισης γεγονός το οποίο παρείχε δικαίωμα στην εφεσίβλητη για την ακύρωση της σύμβασης. Μεταφέρουμε το σχετικό συμπέρασμα από την εκκαλούμενη απόφαση:
«ΤΕΛΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:
Στην παρούσα υπόθεση λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα του Δικαστηρίου και ειδικότερα το γεγονός ότι ο Ενάγων στην πρόταση ασφάλισης δεν απεκάλυψε την προηγούμενη καταδίκη που είχε σε βάρος του στη στήλη των προηγούμενων καταδικών όπως και το περιεχόμενο τόσο της πρότασης ασφάλισης όσο και του ασφαλιστηρίου εγγράφου καταλήγω ότι έχουμε περίπτωση αθέτησης της σύμβασης. Αυτή συνιστάται στην παράβαση όρου που αποτελεί τη βάση της σύμβασης με αποτέλεσμα η Εναγομένη να έχει το δικαίωμα να ακυρώσει τη σύμβαση εξ υπαρχής (ab initio), πράγμα που έχει πράξει, με βάση πάλι τα ευρήματα του Δικαστηρίου χωρίς να χρειάζεται να εξεταστεί κατά πόσο το ανακριβές γεγονός είναι ουσιώδες ή όχι ή κατά πόσο ο ασφαλιζόμενος Ενάγων γνώριζε ή όχι την αλήθεια.
Στο σημείο αυτό κατά πλεονασμό εν όψει της πιο πάνω κρίσεως μου προσθέτω ότι προηγούμενες καταδίκες ασφαλιζόμενου κρίθησαν ως ουσιώδες γεγονός το οποίο ο ασφαλιζόμενος έπρεπε να αποκαλύψει. (Jester Barnes -v- Licences and General Insurance Co Ltd [1934] 49 LIL Rep. 231, Clealand - v- London General Insurance Co Ltd [1935] 51 L.I.L. Rep. 156 CA, Taylor - v - Eagle Star Insurance Co Ltd [1946] 67 L.I.L. Rep. 136 CA).»
Στο έγγραφο της πρότασης ασφάλισης (τεκμ. Β), που ο εφεσείων υπέβαλε στην εφεσίβλητη για την ασφάλιση του προμνησθέντος αυτοκινήτου, δεν υπάρχει «στήλη προηγούμενων καταδικών» ούτε υπάρχει ερώτηση στο σχετικό ερωτηματολόγιο για προηγούμενες καταδίκες. Είναι εκ τούτου φανερό ότι η διαπίστωση για παράλειψη του εφεσείοντα να αποκαλύψει στην πρόταση ασφάλισης, «στήλη προηγούμενων καταδικών», την προηγούμενη καταδίκη του, οφείλεται σε πλάνη του δικαστηρίου εφόσον δεν υπήρχε τέτοια στήλη ούτε ανάλογη ερώτηση που έπρεπε να είχε απαντηθεί. Πρόκειται για σφάλμα το οποίο επηρέασε το τελικό συμπέρασμα.
Προκύπτει ζήτημα κατά πόσο ο εφεσείων είχε καθήκον υπό τις περιστάσεις να δηλώσει στην πρόταση ασφάλισης την προηγούμενη καταδίκη του υπό μορφή απάντησης στην ερώτηση, «παρακαλώ δηλώστε οποιοδήποτε άλλο ουσιώδες γεγονός που αφορά το προς ασφάλιση όχημα και οδηγούς». Ο τρόπος διατύπωσης της ερώτησης παρέχει στον προτείνοντα την ευχέρεια να δηλώσει ό,τι αυτός θεωρεί ως «ουσιώδες γεγονός που αφορά το προς ασφάλιση όχημα και οδηγούς». Επαφίεται δηλαδή στον ίδιο να προσδιορίσει κατά το χρόνο της συμπλήρωσης αν κάποιο γεγονός είναι ουσιώδες και αν αυτό αφορά το προς ασφάλιση όχημα και οδηγούς. Εξ αντιδιαστολής συνάγεται ότι η ανυπαρξία προηγούμενης καταδίκης/καταδικών δεν αποτελούσε προϋπόθεση (condition precedent) για τη σύναψη της συμφωνίας ασφάλισης εφόσον η εφεσίβλητη δεν έθεσε ανάλογη ερώτηση στο έντυπο της πρότασης, αν δηλαδή υπάρχουν ή όχι προηγούμενες καταδίκες. Το κριτήριο ωστόσο κατά πόσο συγκεκριμένο γεγονός είναι ουσιώδες είναι αντικειμενικό. Ενα γεγονός δεν είναι απαραίτητα ουσιώδες επειδή κατά την προσωπική άποψη συγκεκριμένου ασφαλιστή θεωρείται ουσιώδες. Θα πρέπει να αποδειχθεί ότι ο συνετός ασφαλιστής θα θεωρούσε το συγκεκριμένο γεγονός ως ουσιώδες. Βλ. Bates v. Hewitt [1867] L.R. 2 Q.B. 595, Girdlestone v. North British [1870] L.R. 11 Eq. 197 και Πανευρωπαϊκή Ασφ. Ετ. Λτδ ν. Eretria Leisure Cruises Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ. 1072.
Η προηγούμενη καταδίκη του εφεσείοντα σε πρόστιμο £35.- για υπέρβαση ορίου ταχύτητας, αδίκημα που διαπράχθηκε αρχές Μαρτίου 1995, θεωρούμε πως δεν συνιστά ουσιώδες γεγονός το οποίο θα έπρεπε να είχε δηλωθεί από τον εφεσείοντα. Επρόκειτο για ένα μεμονωμένο, ασήμαντο και όχι ασύνηθες περιστατικό, η αποκάλυψη του οποίου σίγουρα δεν θα είχε οποιαδήποτε επίδραση στη σύναψη της συμφωνίας ασφάλισης. Και εφόσον το γεγονός της προηγούμενης καταδίκης δεν είναι ουσιώδες η εγκυρότητα της σύμβασης δεν επηρεάζεται. Βλ. Anderson v. Fitzgerald [1853] 4 H.L. Cas. 484.
Παρενθετικά σημειώνουμε ότι η εφεσίβλητη στην επιστολή της προς τον εφεσείοντα ημερομηνίας 13.1.1997 με την οποία ακύρωσε τη σύμβαση ασφάλισης αναφέρει, «Από έρευνα που το γραφείο μας έχει κάμει διαπιστώθηκε ότι έχετε μεγάλο αριθμό καταδικών που αφορά τροχαία τα οποία επιμελώς αποφύγατε να δηλώσετε στην πρόταση ασφάλισης ημερομηνίας 29/7/1996 ..............». Η εφεσίβλητη δεν απέδειξε άλλες προηγούμενες καταδίκες του εφεσείοντα εκτός από αυτή που έχει προαναφερθεί. Η αναφορά επομένως στην επιστολή σε «μεγάλο αριθμό καταδικών», συνιστά ανυπόστατη αιτία ακύρωσης της σύμβασης γεγονός το οποίο διέφυγε επίσης της προσοχής του δικάσαντος δικαστηρίου.
Καθόσον αφορά το ζήτημα της μη γνωστοποίησης του δυστυχήματος στην αστυνομία, κρίθηκε πως δεν αποδείχθηκε τέτοια παράλειψη ούτε και έγινε οποιαδήποτε άλλη διαπίστωση περί του αντιθέτου. Ενόψει τούτου, η υπεράσπιση της εφεσίβλητης ότι η μη γνωστοποίηση του δυστυχήματος στην αστυνομία αποτέλεσε νόμιμο λόγο ακύρωσης της συμφωνίας ασφάλισης παρέμεινε μετέωρη.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα εναντίον της εφεσίβλητης. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και εκδίδεται απόφαση υπέρ του εφεσείοντα και υπέρ της εφεσίβλητης για το συμφωνηθέν ποσό των £4.000 με νόμιμο τόκο από 16.11.96 πλέον έξοδα.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Συμφωνώ με την απόφαση όπως έχει ήδη απαγγελθεί. Θα ήθελα όμως να μου επιτραπεί να επισημάνω ένα φαινόμενο, λίγο πολύ συχνό, σε δικαστικές αποφάσεις. Στην πρωτόδικη απόφαση παρατίθενται εκτενή αποσπάσματα από αγγλικά συγγράμματα. Τα αποσπάσματα αυτά καλύπτουν πέραν των εξίμιση σελίδων. Όσο όμως κατατοπιστικές κι' αν είναι οι αναφορές αυτές, δεν μπορούν, αφού είναι στα αγγλικά, να γίνουν κατανοητές από το ευρύ κοινό. Το ίδιο βέβαια ισχύει και για αποσπάσματα από δικαστικές αποφάσεις, που επίσης δυνατόν να είναι στα αγγλικά.
Σύμφωνα με το σύστημά μας η νομολογία αποτελεί πηγή δικαίου και οι δικαστικές αποφάσεις συνιστούν δεσμευτικό προηγούμενο. Αφού οι δικαστικές αποφάσεις έχουν μια τέτοια σημασία, θα πρέπει να μπορούν να γίνονται καταληπτές από όλους τους πολίτες αυτού του τόπου, οι οποίοι ασφαλώς και δεν είναι υπόχρεοι, για να αντιληφθούν την αιτιολογία μιας δικαστικής απόφασης, να γνωρίζουν ξένες γλώσσες. Όσο διαδεδομένη κι' αν είναι η αγγλική στον τόπο μας.
Κατά την προσωπική μου άποψη, θα ήταν προτιμότερο η ουσία της συγκεκριμένης θεωρίας που εκφράζεται σ' ένα σύγγραμμα ή σε μια απόφαση στα οποία το δικαστήριο επιθυμεί να κάνει αναφορά, να αφομοιωνόταν από το δικαστή και να αποδιδόταν, με δικά του λόγια, στα ελληνικά. Στην περίπτωση που κρίνεται ότι θα πρέπει να παρατεθεί το ακριβές απόσπασμα, είτε απόφασης, είτε συγγράμματος, θα πρέπει το απόσπασμα αυτό να παρατίθεται και σε μετάφραση στα ελληνικά, ούτως ώστε να γίνεται ευρέως κατανοητό.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα εναντίον της εφεσίβλητης. Εκδίδεται απόφαση υπέρ του εφεσείοντος για το συμφωνηθέν ποσό των £4.000 με νόμιμο τόκο και έξοδα.