ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 1 ΑΑΔ 770
26 Μαρτίου, 2004
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΔΗΜΗΤΡΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ,
Εφεσείουσα-Εναγόμενη,
ν.
MAHARAJA ARTS LTD,
Εφεσίβλητης-Ενάγουσας.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11258)
Μαρτυρία ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Έφεση κατά των διαπιστώσεων και ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου στα οποία κατέληξε κατόπιν ανάλυσης και αξιολόγησης της μαρτυρίας ― Απορρίφθηκε, δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος επέμβασης στην κρίση του Δικαστηρίου.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης-εταιρείας εισαγωγής ειδών τέχνης (κυρίως επίπλων) από την Ινδία - και εναντίον της εφεσείουσας, για το ποσό των £2.632,36, υπόλοιπο της αξίας διαφόρων ειδών τέχνης τα οποία η εφεσείουσα αγόρασε από την εφεσίβλητη, μεταξύ της 22.11.1995 και της 13.3.1996, για να τα πωλήσει σε δικό της κατάστημα στη Λευκωσία.
Η εφεσείουσα παραδέχθηκε ότι αγόρασε και παρέλαβε από την εφεσίβλητη διάφορα είδη τέχνης, όπως αυτά περιγράφονται στα σχετικά τιμολόγια. Πρόβαλε όμως τον ισχυρισμό ότι μερικά από αυτά ήσαν ελαττωματικά και/ή ακατάλληλα προς πώληση. Η μάρτυρας της εφεσείουσας η οποία συντηρούσε και αναπαλαίωνε έπιπλα από το 1982, κατέθεσε ότι κλήθηκε στο κατάστημα της εφεσείουσας για να εξετάσει ορισμένα έπιπλα. Όλα τα έπιπλα ήταν ελαττωματικά για τον Α ή Β λόγο, όπως εξήγησε. Στο κατάστημα εκτός από τα έπιπλα που εξέτασε υπήρχαν και πολλά άλλα. Η μάρτυς δεν γνώριζε αν τα έπιπλα που εξέτασε ήταν εκείνα τα οποία αγόρασε η εφεσείουσα από την εφεσίβλητη.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ότι η εν λόγω μάρτυς της εφεσείουσας δεν πρόσφερε οτιδήποτε θετικό στην υπόθεση της εφεσείουσας εφόσον δεν έγινε οποιαδήποτε ταύτιση των επίπλων που εξέτασε η μάρτυς με εκείνα που αγόρασε η εφεσείουσα από την εφεσίβλητη.
Ο διευθυντής της εφεσίβλητης υποστήριξε ότι ουδέποτε η εφεσείουσα παραπονέθηκε για οποιοδήποτε ελάττωμα των εμπορευμάτων που της παραδόθηκαν. Μάλιστα, μια εβδομάδα ως δέκα μέρες μετά την παράδοση των επίδικων εμπορευμάτων, η εφεσείουσα απέστειλε στην εφεσίβλητη, ως προκαταβολή το ποσό των £750 για το οποίο και της εκδόθηκε απόδειξη.
Με την έφεσή της η εφεσείουσα αμφισβήτησε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης προβάλλοντας ως λόγους την κατ' ισχυρισμό εσφαλμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας της, και των τεκμηρίων. Ως εσφαλμένη, προσβλήθηκε και η αξιολόγηση της μαρτυρίας της μάρτυρος της εφεσείουσας και το συνακόλουθο εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Αποφασίστηκε ότι:
Η αποδοχή από το πρωτόδικο Δικαστήριο της μαρτυρίας του διευθυντή της εφεσίβλητης, ως αξιόπιστης και ορθής, η απόρριψη της μαρτυρίας της εφεσείουσας ως αναξιόπιστης και η κατάληξη στο εύρημα ότι, η μη ταύτιση των επίπλων που εξέτασε η μάρτυς της εφεσείουσας με εκείνα που αγόρασε από την εφεσίβλητη δεν πρόσφερε οτιδήποτε θετικό στην υπόθεση της εφεσείουσας, είναι το αποτέλεσμα ανάλυσης και ορθής αξιολόγησης της μαρτυρίας στο σύνολό της και δεν διαπιστώθηκε βάσιμος λόγος που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την επέμβαση του Εφετείου στην πρωτόδικη απόφαση.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.
Έφεση.
Έφεση από την εναγόμενη κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που δόθηκε στις 16/11/01 (Αρ. Αγωγής 3264/96) με την οποία αποδέκτηκε την αγωγή της ενάγουσας με την οποία αξίωνε από την εναγόμενη το ποσό των £2.632,66 το οποίο προερχόταν από την πώληση και παράδοση από αυτήν προς την εναγόμενη διαφόρων ειδών τέχνης μεταξύ της 22/11/95 και της 13/3/96.
Χρ. Παρπόττα για Παπαχαραλάμπους και Αγγελίδη, για την Εφεσείουσα.
Κ. Χ"Πιέρας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γαβριηλίδης, Δ..
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με αγωγή που καταχώρησε ενώπιον του Ε.Δ. Λεμεσού η εφεσίβλητη αξίωσε από την εφεσείουσα το ποσό των £2.632,36 το οποίο, σύμφωνα με την έκθεση απαιτήσεως, προερχόταν από την πώληση και παράδοση προς την εφεσείουσα διάφορων ειδών τέχνης μεταξύ της 22.11.1995 και της 13.3.1996. Με την υπεράσπιση η εφεσείουσα παραδέχθηκε ότι αγόρασε και παρέλαβε από την εφεσίβλητη διάφορα είδη τέχνης, όπως αυτά περιγράφονται στα τιμολόγια υπ΄αρ. 367, 383, 384 και 385. Πρόβαλε, όμως, τον ισχυρισμό ότι μερικά από τα είδη αυτά, παρά το σχετικό όρο της συμφωνίας, ήσαν ελαττωματικά και ή ακατάλληλα προς πώληση.
Προς υποστήριξη της απαίτησης έδωσε μαρτυρία ο Λούκας Χ"Πέτρου, Διευθυντής της εφεσίβλητης. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του, η εφεσίβλητη ασχολείτο, μεταξύ άλλων, με την εισαγωγή ειδών τέχνης (κυρίως επίπλων) από την Ινδία. Η εφεσείουσα αγόραζε από την εφεσίβλητη παλιά κομμάτια τα οποία επέλεγε και πωλούσε ως αντίκες σε δικό της κατάστημα στη Λευκωσία. Η εφεσείουσα συνήθιζε να επισκέπτεται προσωπικά το κατάστημα της εφεσίβλητης και να διαλέγει η ίδια τι ακριβώς ήθελε. Αφού σημειώνονταν οι επιλογές της, τα επιλεγέντα είδη της αποστέλλονταν στη Λευκωσία, όπου και τα παραλάμβανε. Οι τιμές συμφωνούνταν κατά τη διάρκεια της επιλογής. Για τις σχετικές συναλλαγές η εφεσίβλητη τηρούσε κατάσταση λογαριασμού. Για κάθε συναλλαγή εκδιδόταν τιμολόγιο εις τριπλούν. Το πρώτο αποστελλόταν και παραδιδόταν στην εφεσείουσα μαζί με τα επιλεγέντα είδη, το δεύτερο το κρατούσε ο ίδιος και το τρίτο έμενε στο στέλεχος. Για κάθε πληρωμή εκδιδόταν στην εφεσείουσα ανάλογη απόδειξη. Σύμφωνα με τα τιμολόγια και τις αποδείξεις η εφεσείουσα όφειλε στην εφεσίβλητη υπόλοιπο εκ £2.632,36. Ουδέποτε η εφεσείουσα παραπονέθηκε για οποιοδήποτε ελάττωμα των εμπορευμάτων που της παραδόθηκαν. Μάλιστα, μια βδομάδα ως δέκα μέρες μετά την παράδοση των επίδικων εμπορευμάτων, η εφεσείουσα απέστειλε στην εφεσίβλητη, ως προκαταβολή, το ποσό των £750 για το οποίο και της εκδόθηκε απόδειξη. Στις 29.9.1996 απέστειλε προς την εφεσείουσα επιστολή με την οποία την καλούσε να εξοφλήσει το οφειλόμενο υπόλοιπο. Μετά την αποστολή της επιστολής αυτής προς την εφεσείουσα, πήρε επιστολή από τους δικηγόρους της, ημερομηνίας 15.10.1996, σύμφωνα με την οποία μερικά από τα είδη τα οποία είχε πωλήσει και παραδώσει στην εφεσείουσα ήσαν ελαττωματικά. Τότε ήταν και η πρώτη φορά που έλαβε γνώση ότι η εφεσείουσα ισχυριζόταν ότι μερικά από τα πωληθέντα είδη ήσαν ελαττωματικά. Μόλις παρέλαβε την επιστολή ανέθεσε την υπόθεση στο δικό του δικηγόρο. Επεξήγησε ότι το ποσό το οποίο αξίωνε με την αγωγή προερχόταν από το συνολικό ποσό τριών τιμολογίων, ήτοι £3.066,34 μείον £750, που πλήρωσε η εφεσείουσα ως προκαταβολή, πλέον £316,02 ποσό το οποίο όφειλε η εφεσείουσα από προηγούμενη συναλλαγή. Ο μάρτυρας απέρριψε τον ισχυρισμό ότι η επιταγή των £750 παραδόθηκε στο μεταφορέα της εφεσίβλητης κατά την παράδοση των πωληθέντων ειδών προς την εφεσείουσα. Ήταν η σταθερή του θέση ότι η επιταγή των £750 αποστάληκε από την εφεσείουσα μια βδομάδα ως δέκα μέρες μετά την παράδοση των ειδών που αγόρασε.
Προς υποστήριξη της υπεράσπισης έδωσε μαρτυρία η εφεσείουσα και κάποια κυρία ονόματι Dolly Wilson.
Η εφεσείουσα κατέθεσε ότι γνώρισε το Διευθυντή της εφεσίβλητης και τη σύζυγό του κα Δώρα το 1996. Απ' ότι κατάλαβε υπεύθυνη του καταστήματος της εφεσίβλητης ήταν η κα Δώρα. Το πάρε δώσε το είχε με την κα Δώρα. Αντικείμενο του τιμολογίου υπ΄ αρ. 367 ήταν μια στρογγυλή βάση τραπεζιού που προερχόταν από την πρώτη συναλλαγή. Όταν την παρέλαβε φαινόταν πολύ καλή. Όμως, τρεις-τέσσερις μήνες αργότερα, όταν κάποια πελάτισσα ενδιαφέρθηκε να αγοράσει τη βάση και την εξέτασε, διαφάνηκε ότι το πόδι ήταν φαγωμένο από σκουλήκι. Παρά ταύτα, εξόφλησε αδιαμαρτύρητα το σχετικό λογαριασμό. Τα τιμολόγια υπ΄ αρ. 383, 384 και 385 αφορούσαν τη δεύτερη συναλλαγή. Πήγε στο κατάστημα της εφεσίβλητης με το σύζυγό της. Τόσο ο Διευθυντής της εφεσείουσας όσο και η σύζυγός του Δώρα προσπαθούσαν να της πωλήσουν όσο το δυνατό περισσότερα είδη με τους όσο πιο ευνοϊκούς όρους. Κατάλαβε ότι επρόκειτο για παγίδα. Αφού εξέτασε διάφορα έπιπλα, υπέδειξε εκείνα τα οποία ήθελε να αγοράσει. Δεν ετοποθετείτο, όμως, οποιαδήποτε σημείωση στα έπιπλα που επέλεξε. Ο Διευθυντής της εφεσίβλητης της πρότεινε να επισκεφθούν και την αποθήκη αποταμίευσης για να δουν και άλλα εμπορεύματα. Πράγματι πήγαν. Όμως, απογοητεύτηκε από την εικόνα που είδε. Δε βρήκε οτιδήποτε που να της αρέσει. Τα είδη τα οποία είδε στον εκθεσιακό χώρο της εφεσίβλητης, τα οποία και επέλεξε, ήταν σε πολύ καλή κατάσταση. Όταν όμως ήλθαν στο κατάστημά της δεν ήταν στην ίδια κατάσταση. Η κολώνα του τιμολογίου υπ΄ αρ. 383 υπήρχε κίνδυνος να πέσει. Δεν μπορούσε να σταθεί με τον τρόπο με τον οποίο ήταν στημένη στο κατάστημα της εφεσίβλητης. Όταν, μετά έξι μήνες, ανέφερε το πρόβλημα στο Διευθυντή της εφεσίβλητης και την κα Δώρα, αυτοί της είπαν να φέρει κτίστη ή πελεκάνο για να στήσει την κολώνα. Πρόβλημα υπήρχε επίσης και με τις δύο καρέκλες στις οποίες γίνεται αναφορά στο ίδιο τιμολόγιο, όπως και σε μια σκαλιστή κονσόλα. Ελάττωμα υπήρχε και σε κάποια αξεσουάρ, όπως μικρά αλογάκια και ελέφαντες. Όταν παρέλαβε τα εμπορεύματα δεν μπορούσε να διαπιστώσει ότι υπήρχαν ελαττώματα. Άρχισε να ανακαλύπτει τα ελαττώματα δύο-τρεις μέρες μετά την παράδοση. Παραπονέθηκε σχετικά στην κα Δώρα, όμως, η τελευταία, αν και της έλεγε ότι θα επιληφθεί, εν τούτοις, δεν έκανε οτιδήποτε. Η μάρτυς αρνήθηκε ότι ουδέποτε ανέφερε στο Διευθυντή της εφεσίβλητης ή τη σύζυγό του ότι υπήρχε οποιοδήποτε πρόβλημα, παρά μόνο μετά που παρέλαβε την επιστολή της 29.9.1996. Υποστήριξε ότι δεν ήγειρε η ίδια αγωγή εναντίον της εφεσίβλητης γιατί προσπαθούσε να επιλύσει τη διαφορά με άλλο τρόπο. Κάλεσε συντηρήτρια η οποία και εξέτασε τα ελαττωματικά εμπορεύματα. Την επιταγή των £750 την έδωσε στο μεταφορέα κατά την ημέρα της παράδοσης των εμπορευμάτων. Ουδέποτε παρέλαβε σχετική απόδειξη. Εξακολουθεί να πωλεί διάφορα έπιπλα σε εντελώς όμως διαφορετική γραμμή, με δικό της σχέδιο και Κύπριους κατασκευαστές. Η αλλαγή στα είδη του καταστήματός της έγινε το Σεπτέμβριο-Οκτώβριο του 1996. Αρνήθηκε ότι οι συναλλαγές της με την εφεσίβλητη γίνονταν κατά κύριο λόγο με το Διευθυντή της και όχι με τη σύζυγό του Δώρα. Ουδέποτε έθεσε θέμα επιστροφής των ελαττωματικών εμπορευμάτων γιατί κάτι τέτοιο το θεωρούσε αυτονόητο.
Η Dolly Wilson κατέθεσε ότι συντηρεί και αναπαλαιώνει έπιπλα από το 1982. Μέσα στο Μάιο του 1996 η εφεσείουσα την κάλεσε στο κατάστημά της για να εξετάσει ορισμένα έπιπλα. Είδε ένα στρογγυλό τραπέζι, μια ημικυκλική κονσόλα, ένα γλυπτό που δε μπορούσε να στηριχθεί και δύο καρέκλες. Όλα ήσαν ελαττωματικά για τον Α ή Β λόγο, όπως εξήγησε. Για την εργασία που έκαμε πληρώθηκε κάποιο ποσό το οποίο δε θυμόταν με ακρίβεια. Όμως, αυτό δεν υπερέβαινε τις £80. Στο κατάστημα της εφεσείουσας, εκτός από τα έπιπλα που εξέτασε, υπήρχαν και πολλά άλλα. Η μάρτυς δε γνώριζε αν τα έπιπλα που εξέτασε ήταν εκείνα τα οποία αγόρασε η εφεσείουσα από την εφεσίβλητη.
Η εφεσείουσα δεν παρουσίασε στο δικαστήριο οποιαδήποτε από τα επίδικα έπιπλα ως τεκμήρια.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε την εκατέρωθεν μαρτυρία, αποδέχθηκε, για τους λόγους που εξήγησε, ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του μάρτυρα της εφεσίβλητης Λούκα Χ"Πέτρου, ενώ, για τους λόγους που επίσης εξήγησε, απέρριψε τη μαρτυρία της εφεσείουσας ως αναξιόπιστη. Όσον αφορά τη μαρτυρία της Dolly Wilson έκρινε ότι αυτή δεν πρόσφερε οτιδήποτε θετικό στην υπόθεση της εφεσείουσας εφόσον δεν έγινε οποιαδήποτε ταύτιση των επίπλων που εξέτασε η μάρτυς με εκείνα που αγόρασε η εφεσείουσα από την εφεσίβλητη. Μετά δε την απόρριψη της μαρτυρίας της εφεσείουσας είχε καταρρεύσει και το μοναδικό βάθρο πάνω στο οποίο θα μπορούσε να στηριχθεί εύρημα ότι τα έπιπλα που εξέτασε η μάρτυς ήταν όντως εκείνα που αγόρασε η εφεσείουσα από την εφεσίβλητη. Συναφώς, το πρωτόδικο Δικαστήριο επεσήμανε και το ότι η εκδοχή της Dolly Wilson συγκρουόταν με εκείνη της εφεσείουσας η οποία, αντίθετα με τη Dolly Wilson, ανέφερε ότι στο κατάστημά της δεν είχε οποιαδήποτε άλλα έπιπλα εκτός από εκείνα που αγόρασε από την εφεσίβλητη. Ακολούθως, στηριζόμενο στη μαρτυρία την οποία αποδέχθηκε ως αξιόπιστη, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι η εφεσίβλητη απέδειξε την υπόθεσή της για ποσό £2.316,34 μόνο και εξέδωσε ανάλογη απόφαση υπέρ της, με νόμιμο τόκο, πλέον έξοδα.
Με την έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης για τέσσερις λόγους. Θα εξετάσουμε τον καθένα ξεχωριστά.
Ο πρώτος λόγος έφεσης είναι ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας της εφεσείουσας από το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι εσφαλμένη καθότι δεν προσδιορίζει ποιες είναι οι υπεκφυγές της εφεσείουσας κατά τη μαρτυρία της ούτε αιτιολογείται επαρκώς η θέση αναφορικά με το χρόνο κατά τον οποίο η εφεσείουσα επισκέφθηκε το δικηγόρο της. Σύμφωνα με το δικηγόρο της εφεσείουσας, το πρωτόδικο Δικαστήριο όχι μόνο δεν ανέλυσε επαρκώς τη μαρτυρία της, αλλά και την απέρριψε χωρίς επαρκή αιτιολογία εφόσον, στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε επαρκές έρεισμα για να απορριφθεί η μαρτυρία της εφεσείουσας.
Ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέγραψε, με πάσα λεπτομέρεια, τη μαρτυρία της εφεσείουσας, ακολούθως δε, αφού την αξιολόγησε, την έκρινε αναξιόπιστη διότι, μεταξύ άλλων, (α) η μάρτυς δεν ήταν πειστική στην εξιστόρηση της εκδοχής της, όπως αυτό προέκυπτε από τη συμπεριφορά της στο εδώλιο η οποία είχε ως χαρακτηριστικό τις υπεκφυγές με σκοπό την προώθηση της εκδοχής της, (β) ενώ το χρέος της είχε προκύψει από το 1995 και αρχές του 1996 και ενώ, όπως κατέθεσε, η εφεσίβλητη δεν έδιδε σημασία στα παράπονά της για ελαττωματικότητα των εμπορευμάτων, εν τούτοις δεν ήγειρε η ίδια αγωγή, αλλά πήγε στο δικηγόρο της μόλις στις 15.10.1996, αφού, δηλαδή, είχε ήδη παραλάβει την επιστολή της 29.9.1996 με την οποία η εφεσίβλητη ζητούσε εξόφληση του υπολοίπου της οφειλής, και (γ) ενώ η εκδοχή της ήταν ότι άλλα έπιπλα αγόρασε και άλλα της παραδόθηκαν, και δη ελαττωματικά, εν τούτοις δεν παρουσίασε έστω και ένα από αυτά στο δικαστήριο, παρόλο που ο μάρτυρας, Λούκας Χ"Πέτρου, αντεξεταζόμενος από το δικηγόρο της, την προκάλεσε να το πράξει, τη δε ίδια πρόκληση απηύθυνε προς την εφεσείουσα και ο δικηγόρος της εφεσίβλητης κατά την αντεξέταση της εφεσείουσας. Τίποτε δεν παρουσιάστηκε ως τεκμήριο. Επιπλέον, όπως σημειώνει το πρωτόδικο Δικαστήριο, ενώ η εφεσείουσα ισχυρίστηκε κατά τη μαρτυρία της ότι, όταν ο Λουκάς Χ"Πέτρου επισκέφθηκε το κατάστημά της, είδε τα ελαττώματα στα έπιπλα, εν τούτοις, "τέτοιος ισχυρισμός δεν υποβλήθηκε στο μάρτυρα κατά την αντεξέταση".
Ο δεύτερος λόγος έφεσης είναι ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αξιολόγησε ορθά τα Τεκμήρια Ι (απόδειξη με αρ. 660), Ε (επιστολή 29.9.1996), Θ (αντίγραφο επιστολής 15.10.1996) και Κ (φωτοαντίγραφο επιστολής της εφεσείουσας προς το δικηγόρο της).
Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Ειδικότερα:
Το Τεκμήριο Ι είναι εξοφλητική απόδειξη με αρ. 660 για το ποσό των 77 σεντ. Έχει ημερομηνία 23.2.1996 και αφορά, όπως ήταν κοινό έδαφος, την πρώτη συναλλαγή μεταξύ των διαδίκων, ήτοι εκείνη της 22.11.1995. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε η απαίτηση για ένα μέρος της πρώτης συναλλαγής, αφαίρεσε, από το συνολικά ζητούμενο ποσό των £2.632,36, το ποσό των £316.02 και επιδίκασε το υπόλοιπο ποσό των £2.316,34 επειδή, όπως ανέφερε, η μαρτυρία του Λούκα Χ"Πέτρου επί του σημείου αυτού "δεν ήτο ξεκάθαρη, δεν μπορούσε να πει μετά βεβαιότητος, αν χρωστούσε το ποσό αυτό η εναγομένη". Επομένως, η εφεσείουσα δε μπορεί να έχει παράπονο σε σχέση με την αξιολόγηση του Τεκμηρίου Ι. Μετά τις 23.2.1996, ημερομηνία έκδοσης του Τεκμηρίου Ι, ακολούθησε η δεύτερη συναλλαγή, στις 13.3.1996, σχετικά με την οποία εκδόθηκαν τα τιμολόγια 383, 384 και 385 (Τεκμήρια Β, Γ και Δ αντίστοιχα). Στη βάση των τριών αυτών τιμολογίων επιδικάσθηκε το ποσό των £2.316,34.
Το Τεκμήριο Ε είναι επιστολή ημερομηνίας 29.9.1996 με την οποία η εφεσίβλητη όχλησε την εφεσείουσα ζητώντας την εξόφληση του υπολοίπου του λογαριασμού της. Το Τεκμήριο Θ είναι επιστολή του δικηγόρου της εφεσείουσας προς την εφεσίβλητη, σύμφωνα με την οποία μερικά από τα είδη τα οποία είχε πωλήσει και παραδώσει στην εφεσείουσα ήσαν ελαττωματικά. Εκείνο για το οποίο παραπονείται η εφεσείουσα είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι, προ της 15.10.1996, που αποστάληκε το Τεκμήριο Θ, "κανένα από τα παραδοθέντα στην εναγομένη δυνάμει της συναλλαγής αυτής εμπορεύματα παρουσίαζε οποιοδήποτε ελάττωμα και ουδέποτε η εναγομένη εξέφρασε οποιοδήποτε παράπονο στους ενάγοντες για ελαττωματικό εμπόρευμα.". Προς υποστήριξη της θέσης του ο δικηγόρος της εφεσείουσας αναφέρει στο περίγραμμά του ότι "το πιο πάνω εύρημα του Δικαστηρίου δεν υποστηρίζεται από τη μαρτυρία που έχει δώσει η εναγομένη - Εφεσείουσα". Ακολούθως δε, παραθέτει ολόκληρο απόσπασμα από τη μαρτυρία της εφεσείουσας. Η εισήγηση δεν είναι ορθή. Παραβλέπει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία της εφεσείουσας ως αναξιόπιστη ενώ, αντίθετα, δέχθηκε τη μαρτυρία του Λουκά Χ"Πέτρου ως αξιόπιστη. Και ότι σύμφωνα με τη μαρτυρία του τελευταίου η εφεσίβλητη έλαβε, για πρώτη φορά, γνώση του ισχυρισμού της εφεσείουσας ότι μερικά από τα έπιπλα ήσαν ελαττωματικά μόνο όταν παρέλαβε το Τεκμήριο Θ.
Το Τεκμήριο Κ είναι επιστολή - σημείωση της εφεσείουσας προς το δικηγόρο της. Το περιεχόμενό της απορρίφθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο επειδή έκρινε, και ορθά, ότι αυτό δεν βοηθούσε με οποιοδήποτε τρόπο την υπόθεση της εφεσείουσας. Η εισήγηση, επομένως, του δικηγόρου της εφεσείουσας ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε το εν λόγω Τεκμήριο, "εντελώς αδικαιολόγητα", δεν ευσταθεί. Τοσούτο μάλλον καθόσον το ίδιο Δικαστήριο, επαναλαμβάνουμε, απέρριψε τη μαρτυρία της εφεσείουσας, στο σύνολό της, ως αναξιόπιστη.
Με τον τρίτο και τέταρτο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως εσφαλμένη η αξιολόγηση της μαρτυρίας της Dolly Wilson και το συνακόλουθο εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι αυτή δεν πρόσφερε οτιδήποτε θετικό στην υπόθεση της εφεσείουσας εφόσον δεν έγινε οποιαδήποτε ταύτιση των επίπλων που εξέτασε η μάρτυς με εκείνα που αγόρασε η εφεσείουσα από την εφεσίβλητη. Και αυτός ο λόγος είναι αβάσιμος. Αξιολογώντας τη μαρτυρία της Dolly Wilson το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη στις ακόλουθες, ορθές κατά την άποψή μας, παρατηρήσεις:
"Η ΜΥ2 παρά το αποδεκτό των ακαδημαϊκών της προσόντων δεν προσέφερε οτιδήποτε θετικό στην υπόθεση της Εναγομένης. Δεν έγινε οποιαδήποτε προσπάθεια ταύτισης των επίπλων που εξέτασε η ΜΥ2 με τα επίδικα. Και ούτε η ίδια ήταν σε θέση να αναφέρει αν ήταν όντως τα έπιπλα που η Εναγομένη αγόρασε από τους Ενάγοντες. Όπως έχω αναφέρει και πιο πάνω κανένα τέτοιο έπιπλο δεν παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου. Ειδικότερα μετά την απόρριψη της μαρτυρίας της Εναγομένης ως αναξιόπιστης κατέρρευσε και το βάθρο πάνω στο οποίο το Δικαστήριο θα μπορούσε να στηρίξει εύρημα ότι τα έπιπλα που εξέτασε η μάρτυρας αυτή ήταν όντως αυτά που η Εναγομένη αγόρασε από τους Ενάγοντες. Αν ακόμη ληφθεί υπόψη και η θέση της ότι όταν πήγε στο κατάστημα της Εναγομένης το ΄96 υπήρχαν και άλλα έπιπλα εκτός αυτών που εξέτασε, μου δημιουργούνται ακόμα περισσότερες αμφιβολίες ως προς την ταύτιση των επίπλων που εξέτασε με τα επίδικα. Θα πρέπει επίσης να αναφέρω ότι επί του σημείου αυτού η εκδοχή της είναι αλληλοσυγκρουόμενη με αυτή της Εναγομένης η οποία ανέφερε ότι δεν είχε οποιαδήποτε άλλα έπιπλα στο κατάστημα της από αυτά των Εναγόντων.
Για τους λόγους που ανέφερα η μαρτυρία της δεν μπορεί να αντικριστεί θετικά."
Όσον αφορά την εισήγηση του δικηγόρου της εφεσείουσας ότι δεν ήταν αναγκαία η εκ μέρους της Dolly Wilson ταύτιση των επίπλων με τα επίδικα "αφού δεν αμφισβητήθηκε για το ποια έπιπλα αφορούσε η μαρτυρία της" παρατηρούμε ότι αυτή δεν είναι ορθή. Για το ποια έπιπλα αφορούσε η μαρτυρία της Dolly Wilson αμφισβητήθηκε έντονα κατά την αντεξέτασή της από το δικηγόρο της εφεσίβλητης. Σχετικά είναι τα ακόλουθα αποσπάσματα από τα πρακτικά του πρωτόδικου Δικαστηρίου (σελ. 133, 136 και 140):
"Ε. Μιλώ για το 1996. Το 96 όταν πήγατε είχε και άλλα αντικείμενα μέσα στο κατάστημα;
Α. Μάλιστα.
Ε. Πόσα;
Α. Αριθμό δεν ξέρω να πω.
Ε. Λίγα ή πολλά;
Α. Αρκετά.
.............................................................................................................
Ε. Εγώ πώς μπορώ να ελέγξω αν εκείνα τα αντικείμενα τα οποία είδατε είναι τα αντικείμενα που πούλησαν οι πελάτες μου στην κα Ιωαννίδου;
Α. Αυτό δεν μπορώ να το πω, ο εισαγωγέας με την κα Δήμητρα να τα ελέγξει, εγώ είδα τα συγκεκριμένα έπιπλα.
.............................................................................................................
Ε. Σου υποβάλλω ότι τα έπιπλα που είδες δεν είναι τα αντικείμενα που αγόρασε από τους πελάτες μου η κα Ιωαννίδου.
Α. Αυτό δεν το ξέρω."
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.