ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2004) 1 ΑΑΔ 228

23 Ιανουαρίου, 2004

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΧΡ. ΚΙΤΣΙΟΥ

ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΟΥΡΑΝΙΑΣ ΚΙΤΣΙΟΥ ΑΛΛΩΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΠΑΦΙΤΗ,

Εφεσείων,

ν.

ΑΝΔΡΙΑΝΑΣ - ΕΛΕΝΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΣΥΖΥΓΟΥ

ΦΕΙΔΙΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,

Εφεσίβλητης.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11550)

 

Αποφάσεις και Διατάγματα ― Παρεμπίπτοντα διατάγματα ― Απόρριψη αίτησης για έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος που εκδόθηκε με μονομερή αίτηση επειδή δεν είχε ικανοποιηθεί η τρίτη προϋπόθεση του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60) ― Κατά πόσο το παρεμπίπτον διάταγμα θα έπρεπε, κάτω από τις περιστάσεις της υπόθεσης, να διατηρηθεί.

Δεδικασμένο ― Ισχυρισμός για ύπαρξη δεδικασμένου λόγω προηγούμενης αγωγής μεταξύ των διαδίκων επί του ιδίου αντικειμένου ― Κατά πόσο ευσταθούσε.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ακύρωσε παρεμπίπτον διάταγμα ημερομηνίας 16.11.01, εκδοθέν στη βάση μονομερούς αίτησης η οποία καταχωρήθηκε από τον εφεσείοντα-ενάγοντα (ο εφεσείων) στην αγωγή 11700/01 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.  Στόχος έκδοσης του εν λόγω διατάγματος ήταν η απαγόρευση της αποξένωσης ή της επιβάρυνσης ακινήτων που αποτελούσαν το αντικείμενο των διεκδικήσεων του εφεσείοντος εν όψει εχθρικής κατοχής και τα οποία ήταν εγγεγραμμένα στο όνομα της εφεσίβλητης-εναγόμενης (η εφεσίβλητη).  Η εφεσίβλητη δεν είχε εγείρει θέμα σε σχέση με τον κίνδυνο μεταβίβασης ή επιβάρυνσης της επίδικης ακίνητης ιδιοκτησίας.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση για έκδοση του παρεμπίπτοντος διατάγματος επειδή ο εφεσείων απέτυχε να θεμελιώσει την τρίτη προϋπόθεση του ΄Αρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60) δηλαδή την ανάγκη να φαίνεται ότι είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.

Η εφεσίβλητη υποστήριξε ότι η αγωγή του εφεσείοντος δεν είχε πιθανότητα επιτυχίας ενόψει δεδικασμένου το οποίο κατ' ισχυρισμό δημιουργήθηκε από την απόσυρση και απόρριψη προηγούμενης αγωγής μεταξύ τους.  Η προηγούμενη αγωγή είχε καταχωρηθεί από τον εφεσείοντα υπό την προσωπική του ιδιότητα.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση.  Η εφεσίβλητη καταχώρησε ειδοποίηση δυνάμει της Δ.35, θ.10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας σε σχέση με το χειρισμό του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με τα έξοδα.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η νέα αγωγή προέρχεται από τον ενάγοντα ως διαχειριστή της περιουσίας της αποβιωσάσης Ουρανίας Κίτσιου και, σε συμφωνία με την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, δεν μπορούσε να λεχθεί ότι δεν υπάρχει πιθανότητα επιτυχίας εν όψει των ισχυρισμών για δεδικασμένο, το θέμα του οποίου δεν συζητήθηκε αυτοτελώς αλλά στο πλαίσιο της αίτησης για την έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος.

2.  Διέλαθε της προσοχής του Δικαστηρίου πως η αίτηση για το παρεμπίπτον διάταγμα δεν αποσκοπούσε ακριβώς στην εξασφάλιση ενδεχόμενης απόφασης με τη διαφύλαξη των δυνατοτήτων εκποίησης ακίνητης περιουσίας γενικώς, αλλά στη διασφάλιση του ίδιου του αντικειμένου της αγωγής, εν όψει του Άρθρου 4 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6.  Κάτω από τις περιστάσεις αυτές, το διάταγμα θα έπρεπε να διατηρηθεί.

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα υπέρ του εφεσείοντος. Η «αντέφεση» απορρίφθηκε, επίσης με έξοδα υπέρ του εφεσείοντος.

Έφεση και Αντέφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που δόθηκε στις 6/12/02 (Αρ. Αγωγής 11700/01) με την οποία απέρριψε την αίτησή του και ακύρωσε το παρεμπίπτον διάταγμα το οποίο εξέδωσε κατόπιν μονομερούς αίτησής του και με το οποίο ζητούσε να απαγορευθεί η αποξένωση ή η επιβάρυνση των ακινήτων-αντικείμενο των διεκδικήσεων του και "αντέφεση" από την εφεσίβλητη σε σχέση με το χειρισμό του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με τα έξοδα.

Χρ. Λειβαδιώτου, για τον Εφεσείοντα.

Γ. Παπαθεοδώρου, για την Εφεσίβλητη.

Ex-tempore

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η βασική αξίωση του εφεσείοντα αφορούσε στην επ' ονόματί του εγγραφή ακινήτων ως διαχειριστή της περιουσίας της αποβιώσασας Ουρανίας Κίτσιου, που ήταν εγγεγραμμένα στο όνομα της εφεσίβλητης. Ήταν η θέση του πως εκείνος ήταν ο πραγματικός ιδιοκτήτης τους εν όψει εχθρικής κατοχής.  Με μονομερή αίτηση, ο εφεσείων ζήτησε την έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος που να απαγόρευε την αποξένωση  ή την επιβάρυνση των ακινήτων που αποτελούσαν το αντικείμενο των διεκδικήσεων του.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, προφανώς ικανοποιηθέν από το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που υποστήριζε την αίτηση, την ενέκρινε και εξέδωσε το παρεμπίπτον διάταγμα.  Το όρισε, βεβαίως, ως επιστρεπτέο και η εφεσίβλητη καταχώρησε ένσταση.  Η ένστασή της ήταν μακροσκελής αλλά εξαντλείτο, ουσιαστικά, στην άρνηση της νομιμοποίησης του εφεσείοντα να διεκδικήσει με αγωγή τα ακίνητα, ιδιαιτέρως εν όψει του γεγονότος ότι προηγούμενη αγωγή του επί του ιδίου θέματος την είχε αποσύρει.  Υποστηρίχθηκε συναφώς πως η αγωγή ήταν καταχρηστική και πως, εν πάση περιπτώσει, δεν υπήρχε πιθανότητα επιτυχίας επί της ουσίας του ισχυρισμού για εχθρική κατοχή.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο άκουσε τους διαδίκους και προσέγγισε το ζήτημα υπό το πρίσμα των διατάξεων του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60). Έκρινε πως συνέτρεχαν οι δύο πρώτες προϋποθέσεις του, δηλαδή σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και πιθανότητα επιτυχίας αλλά εν τέλει απέρριψε την αίτηση και, όπως το εκλαμβάνουμε, ακύρωσε το διάταγμα.  Θεώρησε ότι ο εφεσείων απέτυχε να θεμελιώσει την τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32, δηλαδή την ανάγκη να φαίνεται ότι είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο. Αυτό επειδή, όπως έκρινε, οι ισχυρισμοί του εφεσείοντα σε σχέση με τον κίνδυνο αποξένωσης ή επιβάρυνσης της περιουσίας ήταν αόριστοι, εφόσον δεν συνοδεύονταν από την παροχή στοιχείων και δεν αποκάλυπταν την πηγή των πληροφοριών. Η έφεση αφορά ακριβώς σε αυτό το ζήτημα και έχουμε ενώπιόν μας και ειδοποίηση δυνάμει της Δ.35, θ. 10 των Θεσμών περί Πολιτικής Δικονομίας από την άλλη πλευρά, «αντέφεση» όπως χαρακτηρίζεται, σε σχέση με το χειρισμό του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με τα έξοδα.  Περαιτέρω, σε σχέση με το θέμα του  δεδικασμένου εξαιτίας της απόσυρσης και απόρριψης της προηγούμενης αγωγής, ορθή αντίκρυση του οποίου, κατά την τελική εισήγηση, θα έπρεπε να είχε οδηγήσει στην απόρριψη ολόκληρης της αγωγής.

Έχουμε εξετάσει τις θέσεις των δύο πλευρών όπως τις αναπτύσσουν στα περιγράμματα αγόρευσης που κατέθεσαν και ενώπιον μας, προφορικά.  Η προηγούμενη αγωγή είχε καταχωρηθεί από τον Ευγένιο Χρ. Κίτσιου υπό την προσωπική του ιδιότητα και ακριβώς εν όψει της διαπιστωθείσας ανάγκης να προέρχεται η αγωγή από το διαχειριστή της περιουσίας της αποβιώσασας Ουρανίας Κίτσιου, μετά την αποτυχία της προσπάθειας για σχετική τροποποίηση, η αγωγή αποσύρθηκε και απορρίφθηκε, όπως σημειώνεται στη συνταχθείσα απόφαση, εκ συμφώνου χωρίς επηρεασμό των δικαιωμάτων του ενάγοντα.  Η νέα αγωγή προέρχεται πλέον από τον ενάγοντα ως διαχειριστή και, σε συμφωνία με την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου όπως αυτή συνάγεται, δεν μπορούσε να λεχθεί ότι δεν υπάρχει πιθανότητα επιτυχίας εν όψει των ισχυρισμών για δεδικασμένο, το θέμα του οποίου δεν συζητήθηκε αυτοτελώς αλλά στο πλαίσιο της αίτησης για την έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος.  Οι επ' αυτού εισηγήσεις της εφεσίβλητης, δεν ευσταθούν.

Το έχουμε ήδη σημειώσει εξ αρχής πως ζήτημα σε σχέση με τον κίνδυνο μεταβίβασης ή επιβάρυνσης της ακίνητης ιδιοκτησίας δεν είχε εγερθεί καν από την εφεσίβλητη. Εν πάση περιπτώσει είναι προφανές πως διέλαθε της προσοχής του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως εν προκειμένω η αίτηση για το παρεμπίπτον διάταγμα δεν αποσκοπούσε ακριβώς στην εξασφάλιση ενδεχόμενης απόφασης με τη διαφύλαξη των δυνατοτήτων εκποίησης ακίνητης περιουσίας γενικώς, αλλά στη διασφάλιση του ίδιου του αντικειμένου της αγωγής, εν όψει του άρθρου 4 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6.  Το γεγονός ότι υπήρχε και διαζευκτική αξίωση για αποζημιώσεις δεν μπορεί να απομακρύνει από την ουσία του πράγματος.  Ο ενάγων επιδίωκε να διατηρηθεί το αντικείμενο με βάση αγωγής η οποία διατηρουμένης της δυνατότητας για μελλοντική συζήτησή της, για τις ανάγκες του θέματος, φαινόταν καλή και, κάτω από τις περιστάσεις, το παρεμπίπτον διάταγμα θα έπρεπε να είχε διατηρηθεί.  Σημειώνουμε συναφώς το γεγονός ότι η έκδοση τέτοιου διατάγματος δεν θα επηρέαζε δυσμενώς την εφεσίβλητη με οποιοδήποτε τρόπο αφού, ακόμα και ενώπιον μας, ο ευπαίδευτος συνήγορός της μας δήλωσε πως στην πραγματικότητα δεν είχε πρόθεση να αποξενώσει ή να επιβαρύνει τα ακίνητα.

Η έφεση επιτυγχάνει, με έξοδα υπέρ του εφεσείοντα. Η «αντέφεση» αποτυγχάνει και απορρίπτεται, επίσης με έξοδα υπέρ του εφεσείοντα. 

Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και παραμένει σε ισχύ το διάταγμα ημερομηνίας 16.11.01 που εκδόθηκε στη βάση της μονομερούς αίτησης στην Αγωγή 11700/01 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, εννοείται μέχρι την πλήρη αποπεράτωση της αγωγής. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον της εφεσίβλητης.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ του εφεσείοντος. Η «αντέφεση» απορρίπτεται, επίσης με έξοδα υπέρ του εφεσείοντος.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο