ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 1 ΑΑΔ 150
21 Φεβρουαρίου, 2000
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
Ερμουλα Αντωνιου κ.ά.,
Αιτητές,
v.
Rosabella Fashion Ltd,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόμνημα Αρ. 335)
Εκδίκαση δικαστικών υποθέσεων ― Αναβολή ― Αίτημα για αναβολή ακρόασης αιτήσεων ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών ― Απόρριψη αιτήματος για αναβολή και ταυτόχρονη απόρριψη αιτήσεων ― Συνιστούσε εσφαλμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου ― Επέμβαση Εφετείου κρίθηκε αναγκαία.
Στις 24.2.99 το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών απέρριψε αίτημα των εφεσειουσών για μικρή αναβολή της ακρόασης των αιτήσεων τους εναντίον της εταιρείας Rosabella Fashion Ltd λόγω απουσίας του δικηγόρου τους. Οι αιτήσεις είχαν περιορισθεί στην διεκδίκηση πληρωμής αντί προειδοποίησης. Το Δικαστήριο απέρριψε ταυτόχρονα και τις αιτήσεις με την αιτιολογία ότι εφόσον οι αιτήτριες δεν ήταν παρούσες δεν είχαν ενδιαφέρον για προώθηση της απαίτησης τους. Περαιτέρω το Δικαστήριο προσέδωσε σημασία στο γεγονός ότι την προηγούμενη μέρα, στα πλαίσια άλλης υπόθεσης, ο δικηγόρος των εφεσειουσών δεν ανεφέρθη σε κώλυμα αναφορικά με την ακρόαση των επίδικων αιτήσεων και το Δικαστήριο τόνισε ότι η ακρόαση της επομένης θα γινόταν και κατ' ουδένα λόγο δεν θα αναβάλλετο. Στο Υπόμνημα του ο Πρόεδρος αναφέρετο στις προηγούμενες αναβολές που εδόθηκαν στις 12.5.98, 21.10.98 και στις 22.12.98, ότε και εδόθη η ημερομηνία της 24.2.99, αποδίδοντας τις στον δικηγόρο των εφεσειουσών.
Οι εφεσείουσες εφεσίβαλαν την απόφαση.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το θέμα αφορά την εφαρμογή των αρχών που διέπουν την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου επιλαμβανομένου αιτήματος για αναβολή και της εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου να επέμβει με αυτή. Το Δικαστήριο οφείλει γενικά να αποφασίζει με γνώμονα την αποφυγή αδικίας στα μέρη, αφού λάβει υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία.
2. Διαπιστώνεται απόκλιση από τις αρχές αυτές στην προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Η αναβολή που ζητήθηκε ήταν μικρή λόγω της απουσίας του δικηγόρου των εφεσειουσών. Το γεγονός αυτό σε συνάρτηση με τα ακόλουθα γεγονότα έπρεπε να μετρήσουν υπέρ της αποδοχής του αιτήματος για αναβολή:
α) οι αιτήσεις ήταν ουσιαστικά ορισμένες για απόδειξη, εφ' όσον ούτε η Εταιρεία ούτε το Ταμείο εμφανίζοντο σε υπεράσπισή τους,
β) η μόνη αναβολή που ζητήθηκε από τον εν λόγω δικηγόρο ήταν στις 21.10.98 για τον λόγο ότι μόλις είχε αναλάβει το χειρισμό,
γ) όχι μόνο δεν υπήρξε ένσταση στην αιτηθείσα αναβολή αλλά δεν υπήρχε οποιαδήποτε εμφάνιση εκ μέρους είτε της Εταιρείας είτε του Ταμείου.
3. Η πρόσδοση σημασίας στο γεγονός ότι την προηγούμενη, ο δικηγόρος των εφεσειουσών, δεν ανεφέρθη σε κώλυμα, είναι εσφαλμένη. Το Δικαστήριο μπορεί να επιληφθεί μόνο αιτήματα τα οποία
τίθενται δεόντως ενώπιον του, και τότε, μόνο επί των δεδομένων τα οποία τα διέπουν.
4. Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου δεν ασκήθηκε στα ορθά της πλαίσια προς εξυπηρέτηση των σκοπών της δικαιοσύνης υπό το πρίσμα όλων των δεδομένων, ώστε να δικαιολογείται η επέμβαση του Εφετείου.
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα εναντίον της Δημοκρατίας.
Έφεση δι' υπομνήματος.
Έφεση δι' υπομνήματος από τις αιτήτριες-εφεσείουσες κατά της ορθότητας της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών (Καλλή, Π.) ημερ. 24/2/99, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά τους για αναβολή της ακρόασης των αιτήσεών τους εναντίον της εταιρείας Rosabella Fashion Ltd.
Κ. Χ"Κωστής, για τους Αιτητές.
Ουδεμία εμφάνιση, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Στ. Χούρη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού.
Cur. adv. vult.
Πικησ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
Χατζηχαμπησ, Δ.: Το Υπόμνημα αυτό εγείρει ένα και μόνο θέμα, εκείνο της ορθότητας της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών ημερομηνίας 24.2.1999 με την οποία απορρίφθηκε αίτημα των Εφεσειουσών για αναβολή της ακρόασης των Αιτήσεων τους εναντίον της Εταιρείας Rosabella Fashion Ltd. Εφ' όσον κατεβλήθη στις Εφεσείουσες πληρωμή λόγω πλεονασμού από το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού, οι Αιτήσεις ουσιαστικά περιορίσθησαν στη διεκδίκηση πληρωμής αντί προειδοποίησης.
Όπως προκύπτει από τα πρακτικά της εν λόγω ημερομηνίας, για τις Εφεσείουσες εμφανίσθηκε η κα. Χατζησέργη για τον κ. Χαζηκωστή, ενώ για την Εταιρεία, όπως και για το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού (που ενδιαφέρετο καθ' όσον είχε νομική υποχρέωση καταβολής των επιδικασθεισομένων ποσών εφ' όσον είχε εκδοθεί διάταγμα διάλυσης της Εταιρείας), δεν υπήρξε εμφάνιση. Η κα. Χατζησέργη ανάφερε τα ακόλουθα:
"Τις υποθέσεις χειρίζεται προσωπικά ο κ. Χατζηκωστής. Δεν είμαι έτοιμη να προχωρήσω. Ζητώ μια μικρή αναβολή."
Ο Πρόεδρος ρώτησε κατά πόσο ήταν παρούσα οποιαδήποτε από τις Εφεσείουσες, και η κα. Χατζησέργη απάντησε αρνητικά. Τότε ο Πρόεδρος προχώρησε να απορρίψει το αίτημα για αναβολή και ακόλουθα και τις Αιτήσεις, λέγοντας τα ακόλουθα:
"Βρίσκεται ενώπιον μας αίτημα αναβολής ακρόασης που κατ' επανάληψη έχει αναβληθεί, κατά το πλείστον, ύστερα από αίτημα του ίδιου Δικηγόρου.
Ο κ. Χατζηκωστής χθες εμφανίσθηκε ενώπιον μας σε άλλη υπόθεση που διευθετήθηκε και έγινε αναφορά στο γραφείο μου για την σημερινή ακρόαση και του τονίσθηκε ότι θα γίνει. Τίποτε δεν ανέφερε περί κωλύματος είτε του ιδίου είτε οποιουδήποτε από τους αιτητές ή ενδεχόμενα άλλου μάρτυρα του.
Σήμερα, όλως ξαφνικά και απροειδοποίητα, η κ. Χατζησέργη εμφανίσθηκε εκ μέρους του και υπέβαλε το αίτημα αναβολής, επικαλούμενη ως λόγο το ό,τι τις χειρίζεται προσωπικά ο ίδιος.
Δεν κατανοούμε τη βαρύτητα αυτού του λόγου. Οι αιτήσεις αυτές αποτελούν μέρος μιας μεγάλης ομάδας αιτήσεων που προέρχονται από το προσωπικό που εργοδοτείτο στην Εταιρεία Rosabella Fashion Ltd, η οποία διέκοψε την επιχειρηματική της δραστηριότητα. Εξ' ου και σε όσους πληρούσαν τις προϋποθέσεις του Νόμου, όταν αποτάθηκαν στο Ταμείο για Πλεονάζον Προσωπικόν, τους καταβλήθηκε πληρωμή λόγω πλεονασμού.
Το κύριο αιτητικό των αιτήσεων είναι διεκδίκηση πληρωμής αντί προειδοποίησης που ισχυρίζονται ότι δεν τους δόθηκε.
Είναι, θα μπορούσαμε να πούμε, από τις πιο απλές διαδικασίες ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, οι οποίες δεν χρειάζονται ιδιαίτερο νομικό χειρισμό.
Είναι από το Νόμο θεσπισμένο πως η διαδικασία σ' αυτό το Δικαστήριο είναι συνοπτική.
Το τι σημαίνει συνοπτική διαδικασία έχει κατ' επανάληψη συζητηθεί και καθορισθεί από τη νομολογία μας.
Είναι περαιτέρω βασική απαίτηση της σωστής απονομής της δικαιοσύνης όπως η ακρόαση των υποθέσεων μη αναβάλλεται όταν είναι προκαθορισμένη, παρά μόνον όταν και εφόσον προβάλλονται σοβαροί λόγοι αναβολής.
Στην προκειμένη περίπτωση η κ. Χατζησέργη είπε ότι ο κ. Χατζηκωστής, που χειρίζεται προσωπικά τις υποθέσεις, δεν μπορεί να εμφανισθεί σήμερα. Δεν θεωρούμε αυτό το λόγο επαρκή για να δώσουμε αναβολή στην ακρόαση των αιτήσεων, που το μοναδικό τους αντικείμενο είναι, αν έχει δοθεί προειδοποίηση και αν όχι να τους επιδικασθεί το αντίστοιχο εβδομαδιαίο ημερομίσθιο και ακόμη αν δικαιούνται στα ωφελήματα που διεκδικούν με τις αιτήσεις τους, οι οποίες και εκκρεμούν από 17.11.97.
Επειδή και καμμιά από τις αιτήτριες δεν είναι παρούσα, θεωρούμε τη στάση τους ως έλλειψη ενδιαφέροντος για προώθηση της απαίτησης τους. Οι αιτήσεις και γι' αυτό το λόγο ακόμη απορρίπτονται στο σύνολο τους, χωρίς, όμως, διαταγή για έξοδα."
Στο υπόμνημα του ο Πρόεδρος αναφέρεται στις προηγούμενες αναβολές που εδόθησαν στις 12.5.1998, 21.10.1998 και στις 22.12.1998, ότε και εδόθη η ημερομηνία της 24.2.1999.
Το θέμα αφορά την εφαρμογή των αρχών που διέπουν την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του δικαστηρίου επιλαμβανομένου αιτήματος για αναβολή και της εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου να επέμβει με αυτή. Από τη μια είναι βέβαια η ανάγκη έγκαιρης εκδίκασης και περάτωσης της εκκρεμοδικίας, σε απαραίτητη συνάρτηση και προς την αντίστοιχη συνταγματική επιταγή, που συνηγορεί εναντίον της αναβολής. Από την άλλη, είναι η ανάγκη στάθμισης των δεδομένων της διαδικασίας επί των οποίων βασίζεται το αίτημα για αναβολή. Μια βασική παράμετρος στην εξισορρόπηση των πιο πάνω είναι οι οποιεσδήποτε αρνητικές συνέπειες της ενδεχόμενης αναβολής στα δικαιώματα των μερών. Και η θέση του αντιδίκου επί της αιτούμενης αναβολής είναι κατά συνέπεια σχετική. Το δικαστήριο οφείλει γενικά να αποφασίζει με γνώμονα την αποφυγή αδικίας στα μέρη, αφού λάβει υπ' όψη του όλα τα σχετικά στοιχεία.
Διαπιστώνουμε απόκλιση από τις αρχές αυτές στην προσέγγιση του πρωτόδικου δικαστηρίου. Όσον αφορά την καθυστέρηση που θα προκαλείτο από την έγκριση του αιτήματος, δεν παραλείπουμε να σημειώσουμε ότι εζητήθη μια μικρή αναβολή λόγω της απουσίας του δικηγόρου των Εφεσειουσών, σε συνάρτηση και με το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από τις παρατηρήσεις του δικαστηρίου και όπως είναι δεκτό από την ευπαίδευτη συνήγορο για τη Δημοκρατία στο περίγραμμα αγόρευσης της, οι αιτήσεις ήσαν ουσιαστικά ορισμένες για απόδειξη εφ' όσον ούτε η Εταιρεία ούτε και το Ταμείο εμφανίζοντο σε υπεράσπιση τους. Ούτε είναι ορθή η παρατήρηση του δικαστηρίου ότι οι προηγούμενες αναβολές προήλθαν κατά το πλείστον από αίτημα του δικηγόρου των Εφεσειουσών. Σύμφωνα με το ίδιο το Υπόμνημα, η μόνη αναβολή που εζητήθη από τον εν λόγω δικηγόρο ήταν στις 21.10.1998 για το λόγο ότι μόλις είχε αναλάβει το χειρισμό. Οι αναβολές στις 12.5.1998 και 22.12.1998 εδόθησαν μετά από αίτημα του εκπροσωπούντος όχι τις εφεσείουσες αλλά άλλες Αιτήτριες των οποίων οι Αιτήσεις ήσαν επίσης ορισμένες ενώπιον του δικαστηρίου και η αναβολή των οποίων έτσι συμπαρέσυρε και τις Αιτήσεις των Εφεσειουσών σε αναβολή αφού το ίδιο το δικαστήριο δεν τις διαφοροποίησε.
Περαιτέρω, το δικαστήριο προσέδωσε σημασία στο γεγονός ότι την προηγούμενη, στα πλαίσια εμφάνισης του δικηγόρου των Εφεσειουσών σε άλλη υπόθεση, δεν του ανεφέρθη οτιδήποτε περί κωλύματος και το δικαστήριο τόνισε ότι η ακρόαση της επομένης θα γινόταν και κατ' ουδένα λόγο θα ανεβάλλετο. Αυτό όμως συνιστούσε ουσιώδη παρέκκλιση και από τη διαδικασία και από την ουσία. Το δικαστήριο αποφαίνεται μόνον εφ' όσον μία υπόθεση είναι ενώπιον του, ούτε του επιτρέπεται να προδικάζει ή να προκαταλαμβάνει με αυτό τον τρόπο οποιοδήποτε αίτημα του οποίου μόνον αν ήθελε τεθεί δεόντως ενώπιον μπορεί να επιληφθεί και τότε επί των δεδομένων τα οποία θα το διέπουν. Εδώ το δικαστήριο βασίσθηκε στα εξωδικαστικά στοιχεία της προηγουμένης ημέρας τα οποία το ίδιο είχε θέσει για να θεωρήσει ότι το ενώπιον του αίτημα για αναβολή δεν δικαιολογείτο δεόντως. Έτσι, αντί να ζητήσει διευκρινίσεις για το λόγο της απουσίας του δικηγόρου και το πόσο σύντομα θα μπορούσε να παρουσιασθεί, αφού ρώτησε απλώς αν ήσαν παρούσες οι Εφεσείουσες, συνέδεσε την απουσία του δικηγόρου προς το ξαφνικό και απροειδοποίητο του αιτήματος για αναβολή που προέκυπτε από το δικό του εξωδικαστικό συσχετισμό προς τα διαμειφθέντα στο γραφείο του την προηγουμένη.
Το δικαστήριο παραγνώρισε μια άλλη βασική διάσταση του πράγματος. Ότι όχι μόνο δεν υπήρχε ένσταση στην αιτηθείσα αναβολή αλλά δεν υπήρχε οποιαδήποτε εμφάνιση εκ μέρους είτε της Εταιρείας είτε του Ταμείου αφού το ενδιαφέρον τους για τη διαδικασία είχε ατονήσει. Αυτό ήταν σημαντικό καθ' όσον δεν υπήρχε οτιδήποτε ενώπιον του δικαστηρίου που να δείχνει ότι τα συμφέροντα οποιουδήποτε άλλου διαδίκου θα επηρεάζοντο δυσμένως από την αναβολή, τοσούτο μάλλον αφού εζητείτο μόνο μια μικρή αναβολή. Συγχρόνως όμως, η άρνηση της αναβολής επηρέαζε όχι μόνο αρνητικά αλλά και καταστροφικά τα συμφέροντα των Εφεσειουσών αφού απέληξε στην αδυναμία παρουσίασης των υποθέσεων τους και στην απόρριψη τους. Μάλιστα το δικαστήριο θεώρησε ότι η απουσία των Εφεσειουσών ισοδυναμούσε με έλλειψη ενδιαφέροντος για προώθηση της απαίτησης τους, που δεν ήταν επόμενο με βάση τα πολύ περιορισμένα στοιχεία που ήσαν ενώπιον του δικαστηρίου, όπως παρατηρεί δε ο κ. Χατζηκωστής συνεφωνήθη να μην ήσαν παρούσες αφού η υπόθεση τους θα αποδεικνύετο από τον εκπρόσωπο της συντεχνίας τους.
Καταλήγοντας, διαπιστώνουμε ότι η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου δεν ασκήθηκε στα ορθά της πλαίσια προς εξυπηρέτηση των σκοπών της δικαιοσύνης υπό το πρίσμα όλων των δεδομένων, ώστε να δικαιολογείται η παρέμβαση μας.
Η έφεση επιτυγχάνει και η απόφαση του δικαστηρίου παραμερίζεται.
Η Δημοκρατία θα καταβάλει τα έξοδα των Εφεσειουσών.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα εναντίον της Δημοκρατίας.