ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 1 ΑΑΔ 1299
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10426
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΠΙΚΗ, Π., ΗΛΙΑΔΗ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ/στών
Μεταξύ
:Παντελή Κωνσταντινίδη, εξ Αγλαντζιάς,
Εφεσείοντος-Εναγομένου 2
- και -
1. Παναγιώτη Χαραλάμπους, εκ Κοκκινοτριμιθιάς,
2. Χαράλαμπου Φιλίππου, εκ Κοκκινοτριμιθιάς,
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων
------------------------
18 Ιουλίου, 2000
Για τον Εφεσείοντα: Θ. Ιωαννίδης.
Για τους Εφεσίβλητους: Α. Κλεάνθους.
------------------------
Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π.
------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο Χριστόφορος Χριστοφόρου ήταν ιδιοκτήτης αλόγου, την εκτροφή και φύλαξη του οποίου ανέθεσε στον Παντελή Κωνσταντινίδη, τον εφεσείοντα. Ενώ τελούσε υπό τη φύλαξη του τελευταίου, το άλογο αφηνίασε, ξέφυγε από τον έλεγχο του φροντιστή του, εξήλθε από την ανοικτή πόρτα της αγρέπαυλης (φάρμας), στην οποία εκρατείτο, και έτρεχε ανεξέλεγκτα στη γύρω περιοχή. ΄Οντας σ' αυτή την κατάσταση, το άλογο εισήλθε στον κύριο δρόμο Αγίων Τριμιθιάς - Ανθούπολης, σε σημείο κοντά στην αγρέπαυλη, και συγκρούστηκε με το επερχόμενο αυτοκίνητο του Παναγιώτη Χαραλάμπους (εφεσίβλητου 1), με συνεπιβάτη το Χαράλαμπο Φιλίππου (εφεσίβλητο 2). Ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης, το άλογο σκοτώθηκε, ο οδηγός του αυτοκινήτου και ο συνεπιβάτης του τραυματίστηκαν και το αυτοκίνητο υπέστη ζημία.
Οι τραυματισθέντες από τη σύγκρουση ενήγαγαν τον ιδιοκτήτη του αλόγου και το φροντιστή του, διεκδικώντας αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες και υλική ζημία στο αυτοκίνητο. Κατά τους ισχυρισμούς τους, η απόδραση του αλόγου συνιστούσε οχληρία και, διαζευκτικά ή σωρευτικά, πράξη αμέλειας και παράβασης θεσμικών καθηκόντων.
Οι εναγόμενοι αρνήθηκαν την απαίτηση, ενώ ο ιδιοκτήτης του αλόγου ήγειρε ανταπαίτηση εναντίον του Παναγιώτη Χαραλάμπους, για ποσό ίσο προς την αξία του αλόγου και έξοδα συντήρησης και φύλαξής του, ανερχόμενο σε £8.000,00.
Το Δικαστήριο έκρινε το φροντιστή του αλόγου ένοχο κοινής αμέλειας, υπόλογο για τη ζημία του οδηγού και του συνεπιβάτη του αυτοκινήτου, την οποία καθόρισε σε £1.490,00 - (£750,00 γενικές και £740,00 ειδικές αποζημιώσεις) - και £1.610,00 - (£950,00 γενικές και £660,00 ειδικές αποζημιώσεις) - αντίστοιχα. Η απαίτηση του ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου προς ανάκτηση της αξίας του αυτοκινήτου θεωρήθηκε ως μη αποδειχθείσα
και απορρίφθηκε. Απορρίφθηκε, επίσης, η ανταπαίτηση του ιδιοκτήτη του αλόγου, ως ανυπόστατη.Το Δικαστήριο διαπίστωσε, κατ' αρχήν, ότι το άλογο τελούσε υπό την κατοχή του φροντιστή, ο οποίος έφερε και την αποκλειστική ευθύνη για τη φύλαξή του. Η αγωγή εναντίον του ιδιοκτήτη του αλόγου θεωρήθηκε, εκ προοιμίου, ανεδαφική.
Ως προς τη φύση του αλόγου, το Δικαστήριο κατέληξε ότι «το άλογο ήταν ήμερο και όχι άγριο ζώο». Μπορούσε, όμως, το άλογο να αφηνιάσει, οπόταν καθίστατο ανεξέλεγκτο. Το ενδεχόμενο αυτό ήταν σε γνώση του φροντιστή του, του εφεσείοντος.
Τα ευρήματα του Δικαστηρίου, αναφορικά με τις τάσεις του ζώου και το ενδεχόμενο να τεθεί εκτός ελέγχου και, παρεπόμενα, την προοπτική πρόκλησης ζημίας σε τρίτο, περιέχονται στην ακόλουθη περικοπή από την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου:-
«Τόσο ο εναγόμενος 2 όσο και οι μάρτυρες που κάλεσε ο ίδιος αλλά και ο εναγόμενος 1 ανέφεραν ότι ήταν σπάνιο και ασύνηθες να αντιδράσει το άλογο με τον τρόπο που αντέδρασε θέση που θεωρώ ότι συγκρούεται και αντιφάσκει με τα όσα επίσης οι ίδιοι μάρτυρες ανέφεραν.
Ο μάρτυρας Παπακυριακού ενώ περιέγραψε σαν ήρεμο το άλογο ανέφερε ότι μπορεί να εξαγριωθεί και να αφηνειάσει
Καθοδηγούμενο από τις αρχές, που διατυπώνονται στην υπόθεση ΠΟΛΥΜΕΤΑΛ ΛΤΔ, κ.ά. ν. Κωνσταντίνου, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 9321, 24/2/98, και τις αρχές της αγγλικής νομολογίας, που ανασκοπούνται σ' αυτή, η πρωτόδικος Δικαστής διαπίστωσε ότι ο εφεσείων ήταν ένοχος κοινής αμέλειας, διότι, ως μπορεί να συνοψίσουμε την απόφασή της, το αφηνίασμα του αλόγου ήταν προβλεπτό συμβάν και υπαρκτός ο κίνδυνος πρόκλησης ζημίας σε τρίτους, ευρισκόμενους σε όμοια θέση με τους εφεσίβλητους, εάν το άλογο διέφευγε από την αγρέπαυλη σε κατάσταση αφηνίασης. Η αποτροπή του ενδεχομένου αυτού και, παρεπόμενα, της έκθεσης τρίτων σ' αυτό τον κίνδυνο ήταν ευχερής, με το κλείσιμο της πόρτας της αγρέπαυλης, της διόδου του αλόγου προς τα έξω. Για την παράλειψη εκπλήρωσης αυτού του καθήκοντος προς τους εφεσίβλητους, ο φροντιστής του αλόγου κρίθηκε ένοχος αμέλειας.
Στην ΠΟΛΥΜΕΤΑΛ ΛΤΔ, κ.ά. ν. Κωνσταντίνου, (ανωτέρω), διαπιστώθηκε ότι οι κάτοχοι ήμερων ζώων υπέχουν καθήκον επιμέλειας προς τρίτους, σχετικά με προβλεπτούς κινδύνους, που μπορεί να προκύψουν από τη διακίνηση των ζώων, λαμβανομένων υπόψη και των τάσεων του συγκεκριμένου ζώου. Στην πιο πάνω υπόθεση, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι η φύση του σκύλου, τον οποίο είχαν στο εργοστάσιό τους οι εναγόμενοι - «παιχνιδιάρης και ζωηρός» - ήταν τέτοια, ώστε να δημιουργούνται ορατοί κίνδυνοι για την ασφάλεια των επισκεπτών από την ελεύθερη διακίνηση του ζώου στα υποστατικά. Συνεπώς, η πρόσδεση του σκύλου, ως εσυνηθίζετο, αποτελούσε επιβαλλόμενο καθήκον προς επισκέπτες, των οποίων η ασφάλεια μπορούσε να τεθεί σε κίνδυνο από τις κινήσεις του ελεύθερα διακινούμενου σκύλου στο εργοστάσιο.
Προβάλλονται δύο λόγοι έφεσης, οι οποίοι περιστρέφονται γύρω από τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου και τα συμπεράσματα που εξάχθηκαν από αυτά, καθώς και τις κατά νόμο υποχρεώσεις προσώπου, το οποίο έχει υπό τη φύλαξή του ήμερο ζώο.
Τα ευρήματα του Δικαστηρίου συναρτώνται, όπως διαπιστώνουμε, με τη μαρτυρία η οποία προσήχθη ενώπιόν του, αναφορικά με τη φύση του ζώου και τις συνθήκες φύλαξής του
. στην έκταση δε που η μαρτυρία αυτή είναι συγκρουόμενη, οι διαπιστώσεις του Δικαστηρίου βασίζονται στην αξιοπιστία των μαρτύρων. Κανένας βάσιμος λόγος δεν έχει προταθεί, που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την επέμβασή μας.Η καθοδήγηση του Δικαστηρίου, ως προς το ισχύον δίκαιο, είναι ορθή. Εφαρμογή των αρχών αυτών στα γεγονότα της προκείμενης υπόθεσης, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο εφεσείων ήταν ένοχος αμέλειας. Το αφηνίασμα του αλόγου συνιστούσε προβλεπτή εκδήλωση, όπως προβλεπτή ήταν η έξοδος του από την αγρέπαυλη, μέσω της ανοικτής θύρας, στους γύρω αγρούς και τον παρακείμενο δρόμο. Είναι αυτή η διάσταση των πραγμάτων που έθετε καθήκον επιμέλειας στον εφεσείοντα για την προστασία της ασφάλειας των εφεσιβλήτων. Οι προφυλάξεις ήταν απλές και εύκολα μπορούσαν να ληφθούν, με το κλείσιμο της εξόδου. Παρέλειψε να εκπληρώσει το καθήκον αυτό, εξ ου και η καταδίκη του για τη ζημία που προκάλεσε στους εφεσίβλητους.
Κάτω από αυτά τα δεδομένα, δε διαπιστώνεται βάσιμος λόγος, που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την επέμβασή μας στην απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Π.
Δ.
Δ.
/ΜΠ