ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2000) 1 ΑΑΔ 1142

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Αίτ. για Αναθ. στην Αγωγή Ναυτοδικείου αρ.152/97

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΑΡΤΕΜΗ, ΝΙΚΟΛΑOY, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΑΜΒΗ,

Δικαστών

P.T.ASURANSI TOKIO MARINE INDONESIA

ενάγοντες-καθ΄ων η αίτηση

- και -

1. Seascope Navigation Ltd

2. Contship Containerlines Ltd

εναγόμενοι 2-αιτητές

........................

Αίτηση για αναθεώρηση από τους εναγόμενους αρ.2

5.7.2000

Για τους εναγόμενους 2-αιτητές: κα.Ν.Α. Ιωάννου

Για τους ενάγοντες-καθ΄ων η αίτηση: κ.Ν.Χ΄Ιωάννου

.........................

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Συνάδελφος απέρριψε πρωτοδίκως αίτηση, ημερ. 20.3.98, που καταχωρίστηκε από τους δικηγόρους των εναγομένων 2, για παραμερισμό του κλητηρίου εντάλματος και αναστολή της παραπέρα διαδικασίας, που εκδόθηκε από τους ενάγοντες, στις 2.12.97, σε αγωγή ναυτοδικείου μεταξύ νομικών προσώπων (in personam).

Με την υπό συζήτηση έφεση επιδιώκεται η αναθεώρηση της πρωτόδικης απόφασης. Τα γεγονότα δεν αμφισβητούνται, αυτά βέβαια που αφορούν στην υπό αναθεώρηση επίδικη αίτηση. Εγείρονται μόνο νομικά σημεία.

Οι δικηγόροι των εναγομένων στήριξαν την αίτηση τους στην επιχειρηματολογία που ακολουθεί. Εισηγήθηκαν πως οι ενάγοντες δεν νομιμοποιούνται να εγείρουν την αγωγή εναντίον των εναγομένων, γιατί η αξίωση τους δεν πηγάζει από οποιαδήποτε μεταξύ τους σύμβαση - το ναυλοσύμφωνο - ή διάπραξη αδικοπραγήματος εις βάρος των συμφερόντων τους. Επιπλέον, το ναυλοσύμφωνο, που ρυθμίζει τη συμβατική σχέση των μερών, περιέχει ρήτρα, (παραγρ.18), που προβλέπει πως σε περίπτωση διαφοράς που αναφύεται κατά την εκτέλεση του, αυτή παραπέμπεται σε διαιτησία στο Λονδίνο με ισχύον δίκαιο το Αγγλικό.

Διαφορετική είναι η προσέγγιση των εναγόντων, οι οποίοι συμφωνούν και υιοθετούν την υπό αναθεώρηση απόφαση. Διατείνονται πως έχουν απευθείας αγώγιμο δικαίωμα εναντίον των εναγομένων. Αναφορικά με τη «ρήτρα» παραπομπής σε διαιτησία, καθώς επικράτησε να ονομάζεται μια τέτοια συμφωνία, οποιασδήποτε διαφοράς που εγείρεται κατά την εκτέλεση της σύμβασης, εισηγούνται πως οι εναγόμενοι εγκατέλειψαν το δικαίωμα τους να την επικαλούνται, γιατί προχώρησαν σε νέο βήμα στη διαδικασία, με την καταχώριση αίτησης για ασφάλεια εξόδων. Οι δικηγόροι των εναγομένων απαντούν, σ΄αυτό το τελευταίο επιχείρημα, πως το ένδικο διάβημα τους για ασφάλεια εξόδων αφορούσε μόνο στην εκδίκαση της επίδικης αίτησης, παραμερισμού δηλαδή του κλητηρίου εντάλματος και όχι σ΄ολόκληρη τη διαδικασία της αγωγής. Κατά συνέπεια, ισχυρίζονται, πως με την ενέργεια τους αυτή έδειξαν ουσιαστικά πως δεν εγκατέλειψαν το δικαίωμα τους να καταχωρίσουν την επίμαχη αίτηση με τη θεραπεία που ζητούν σ΄αυτή.

Τα πιο πάνω νομικά ζητήματα προκύπτουν από τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα που ακολουθούν: Οι εναγόμενοι 2 ενάγονται ως οι μεταφορείς των εμπορευμάτων, ενώ οι εναγόμενοι 1 είναι κυπριακή εταιρεία, που τους αντιπροσωπεύει στην Κύπρο. Οι ενάγοντες ενάγουν ως οι αντικαταστάτες των νόμιμων δικαιούχων των εμπορευμάτων. Είναι η ασφαλιστική εταιρεία η οποία κάλυψε τις ζημιές που υπέστησαν οι δικαιούχοι σ΄αυτά, και με βάση τη μεταξύ τους συμφωνία για υποκατάσταση (subrogation), διατείνονται πως δικαιούνται να τους αντικαθιστούν στα δικαιώματα τους, και ως εκ τούτου να ενάγουν μόνοι τους τους εναγόμενους.

Οι δικηγόροι συμφώνησαν, και το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά έκρινε, πως στους ενάγοντες δεν είχαν εκχωρηθεί (assigned) τα δικαιώματα των δικαιούχων στα εμπορεύματα. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο δεν θα εγειρόταν αμφισβήτηση στο δικαίωμα των εναγόντων ως εκδοχέων να κινήσουν μόνοι τους την αγωγή, όπως καθόρισε η νομολογία μας στην Chrysostomou v. G.S. Chalkousi & Sons (1978) 1 C.L.R. 10.

΄Ομως, επισημάναμε ήδη πως οι ενάγοντες αντικατέστησαν τους δικαιούχους σύμφωνα με την αρχή του subrogation. Με αυτό ως δεδομένο, και χωρίς οποιαδήποτε νομοθετική διάταξη που να επιτρέπει κάτι τέτοιο, οι ενάγοντες δεν θα μπορούσαν να καταχωρήσουν με το όνομα τους, ως οι μόνοι ενάγοντες την αγωγή, όπως έγινε εδώ, χωρίς να συνενώνονται ως ενάγοντες και οι ασφαλιζόμενοι δικαιούχοι των εμπορευμάτων. ΄Ετσι και έκρινε στην εμπεριστατωμένη απόφαση του, ορθά κατά τη γνώμη μας, ο συνάδελφος που δίκασε πρωτόδικα την αίτηση. Μετά την πιο πάνω κατάληξη του όμως, και αυτεπάγγελτα, έδωσε την πρέπουσα θεραπεία. Διέταξε την τροποποίηση του τίτλου της αγωγής, ώστε να προστεθούν ως ενάγοντες 2 και οι ασφαλιζόμενοι δικαιούχοι στα εμπορεύματα. Η ενέργεια αυτή του Δικαστηρίου δεν ήταν αυθαίρετη. Επικλήθηκαν οι Κανονισμοί 30 και 31 των περί Ναυτοδικείου της Κύπρου Κανονισμών, οι πρόνοιες των οποίων δίδουν στο Δικαστήριο τέτοια εξουσία. Τους παραθέτουμε:

«30. Τhe Court or Judge may at any stage of the proceedings and either with or without an application for that purpose being made by any party or person and upon such terms as shall seem just, order that the name or names of any party or parties by struck out or that the names of any person or persons who are interested in the action or who ought to have been joined either as Plaintiffs or Defendants or whose presence before the Court is necessary in order to enable the Court effectually and completely to adjudicate upon and settle all questions involved in the action be added.

31. For the purpose of the last preceding rule an underwriter or insurer shall be deemed to be a person interested in the action.»

 

Θα λέγαμε πως οι ιδιάζουσες ρυθμίσεις των πιο πάνω Κανονισμών συνάδουν με τη φύση των υποθέσεων ναυτοδικείου, όπου όλες οι συναλλαγές για τη μεταφορά εμπορευμάτων διεθνώς καλύπτονται από ασφάλειες. Είναι επίσης το κατάλληλο σημείο να παρατηρήσουμε πως στην ένορκη δήλωση, που καταχωρίστηκε εκ μέρους των εναγομένων, για να στηρίξουν την επίδικη αίτηση τους για παραμερισμό του κλητηρίου, όπου γίνεται ευρεία αναφορά στο ναυλοσύμφωνο, μεταξύ των μερών που καθορίζονται πως δικαιούνται στα συμφωνηθέντα περιλαμβάνονται και αυτά που αντικαθιστούν τους δικαιούχους. Διαβάζουμε π.χ. στην παράγραφο 18, που αφορά στη παραπομπή σε διαιτησία: «merchant for the purpose of this Clause shall be deemed to include (but shall not be limited to) parties acting under subrogated rights ......». Η παράγραφος 18 διαλαμβάνει τα της ρήτρας για παραπομπή οποιασδήποτε διαφοράς που εγείρεται κατά την εκτέλεση του ναυλοσυμφώνου, σε διαιτησία στο Λονδίνο, με εφαρμοζόμενο δίκαιο το Αγγλικό.

Με την πιο πάνω κατάληξη μας απαντάται και η εισήγηση των δικηγόρων των εναγομένων πως η παράταση χρόνου, για την καταχώρηση της εναντίον τους αγωγής, από 1 σε 2 χρόνια, αφορούσε ρητά τους δικαιούχους στα εμπορεύματα, και όχι τους ενάγοντες-ασφαλιστές. ΄Εχουμε τη γνώμη πως η αρχή της αντικατάστασης λειτουργεί ώστε το μέρος που αντικαθιστά το δικαιούχο να τοποθετείται ακριβώς στη θέση του τελευταίου, σε όλα τα δικαιώματα του.

Οι δικηγόροι των εναγόντων εισηγήθηκαν επίσης πως οι εναγόμενοι δεν μπορούσαν να επιμείνουν στην αίτηση τους για παραμερισμό του κλητηρίου εντάλματος, γιατί εγκατέλειψαν τούτο το δικαίωμα, εφόσον καταχώρισαν αίτηση για ασφάλεια εξόδων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο συμφώνησε με αυτή τη θέση, γιατί θεώρησε πως η καταχώριση της αίτησης για ασφάλεια εξόδων αποτελούσε νέο βήμα στη διαδικασία της αγωγής, το οποίο αποδείκνυε την πρόθεση τους να εγκαταλείψουν τη θεραπεία που ζητούσαν στην επίδικη αίτηση. Γι΄αυτό και την απέρριψε.

Με την πιο πάνω κατάληξη δεν συμφωνούμε. Η αίτηση για ασφάλεια εξόδων αφορούσε μόνο στα έξοδα που θα προέκυπταν από την ακρόαση της επίμαχης αίτησης για ακύρωση ή παραμερισμό ή αναστολή του κλητηρίου εντάλματος, και όχι στη δίκη της αγωγής. ΄Εχουμε διεξέλθει τα κονδύλια που αναφέρονταν στην αίτηση για ασφάλεια εξόδων, και αυτά που επέτρεψε το Δικαστήριο. Πράγματι, περιορίζονται στα έξοδα που θα προκύψουν από την εκδίκαση της αίτησης μόνο, και σε καμιά άλλη διαδικασία. Στην πολιτική έφεση 8827 Hani Mousa El-Sayegh v. Credit Suisse, 30.7.1996, το εφετείο εξέτασε ακριβώς το ίδιο ζήτημα, στη βάση πανομοιότυπων γεγονότων, και αφού συζήτησε και την υπόθεση Stella v. Sayias (1983) 1(A) C.L.R. 186, έκρινε πως τέτοιο διάβημα δεν μπορούσε να θεωρηθεί νέο, ώστε να αποδοθεί στους αιτητές πρόθεση εγκατάλειψης του δικαιώματος τους να προωθήσουν την αίτηση τους για ακύρωση του κλητηρίου εντάλματος (βλ.σχετική απόφαση του Νικολάου,Δ).

Το τελευταίο ζήτημα για εξέταση είναι η βασική εισήγηση των δικηγόρων των εναγομένων, πως η αίτηση τους πρέπει να γίνει αποδεκτή, ώστε να εφαρμοστεί η συμφωνία των μερών για παραπομπή της διαφοράς σε διαιτησία στο Λονδίνο, με ισχύ το Αγγλικό δίκαιο, όπως επιμαρτυρείται στην παράγραφο 18 του ναυλοσυμφώνου. Οι δικηγόροι των εναγόντων πρόβαλαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, και εδώ, διάφορους λόγους για να υποστηρίξουν πως το Δικαστήριο ορθόν είναι να αναλάβει δικαιοδοσία στην υπόθεση, παρά τη συμφωνία των μερών για παραπομπή οποιασδήποτε αναφυόμενης διαφοράς σε διαιτησία, γιατί το Δικαστήριο της Κύπρου αποτελεί το forum of convenience. Και τούτο γιατί, κατά κύριο λόγο, τα εμπορεύματα παραδόθηκαν εδώ, σε κύπριους εισαγωγείς.

Το θέμα αποτέλεσε αντικείμενο της νομολογίας μας, η οποία ακολούθησε την αγγλική. Μια από τις βασικές υποθέσεις, στις οποίες μπορεί να γίνει αναφορά είναι: The Eleftheria (1969) All E.R. 641 όπου διαβάζουμε τα πιο κάτω στη σύνοψη της απόφασης από τους εκδότες.

«This discretion should be exercised by granting a stay unless strong cause for not doing so is shown. The burden of proving such strong cause is on the plaintiffs. In exercising its discretion, the court should take into account all the circumstances of the particular case. In particular, but without prejudice to taking into account all the circumstances of the particular case, the following matters, where they arise, may properly be regarded: (I) in what country the evidence on the issues of fact is situated or more readily available, and the effect, of that on the relative convenience and expense of trial as between the English and foreign courts; (ii) whether the law of the foreign court applies and, if so, whether it differs from English law in any material respects, (iii) with what country either party is connected and how closely; (iv) whether the defendants genuinely desire trial in the foreign country, or are only seeking procedural advantages; (v) whether the plaintiffs would be prejudiced by having to sue in the foreign court because they would, (a) be faced with a time-bar not applicable in England, or (d) for political, racial, religious or other reasons be unlikely to get a fair trial (see p.645, letters B to E, post).»

To γεγονός ότι τα εμπορεύματα παραδόθηκαν σε κύπριους εισαγωγείς, και κατά συνέπεια η πιθανή μαρτυρία τους θα είναι δύσκολο να δοθεί ενώπιον διαιτητή στο Λονδίνο, δεν αποτελεί ισχυρό λόγο για να μη τηρηθεί η ρήτρα της διαιτησίας. Οι ίδιοι οι διάδικοι στην παρούσα αίτηση δεν έχουν έδρα την Κύπρο. Η διαιτητική διαδικασία ακολουθεί το εξεταστικό σύστημα με χαλαρούς κανόνες προσκόμισης του αποδεικτικού υλικού και παρουσίασης γενικά της υπόθεσης των μερών, σε αντίθεση με τη δικαστική διαδικασία, όπου ισχύουν οι γνωστοί αυστηροί κανόνες στην παρουσίαση του αποδεικτικού υλικού. Είναι, γι΄αυτό το λόγο, πιθανό τα έξοδα της δικαστικής διαδικασίας να μην είναι λιγότερα από αυτά της διαιτητικής.

Η αίτηση για αναθεώρηση, ως εκ τούτου, γίνεται αποδεκτή. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η διαδικασία στην αγωγή αναστέλλεται. Τα έξοδα θα βαρύνουν τους ενάγοντες στην πρωτόδικη διαδικασία και εδώ.

Δ.

Δ.

Δ.

Δ.

Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο