ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 1 ΑΑΔ 1221
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙ ΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10557
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΚΡΟΝΙΔΗ, ΚΡΑΜΒΗ, ΔΔ.
ΝΕΑ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΡΑΔΙΠΠΟΥ,
από την Αραδίππου,
Εφεσείοντε ς-ενάγοντες,
- ν -
Παναγιώτη Κυριάκου Γεωργίου, από το Λιοπέτρι,
Εφεσιβλήτο υ-εναγόμενου.
- - - - - -
17 Ιουλίου, 2000
.Για τους εφεσείοντες: κ. Ε. Ερωτοκρίτου.
Για τον εφεσίβλητο: Καμιά εμφάνιση.
- - - - - -
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ
.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσειο Δικαστής Κραμβής.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ
.: Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας στην αγωγή αρ. 2544/94 εξέδωσε απόφαση εναντίον του εφεσίβλητου και τεσσάρων άλλων συνεναγόμενων προσώπων για το ποσό των £28195.- πλέον τόκους και έξοδα.Οι εφεσείοντες για να εισπράξουν το λαβείν τους καταχώρησαν αίτηση μηνιαίων δόσεων εναντίον όλων των εξ αποφάσεως οφειλετών. Εναντίον των οφειλετών - εναγομένων 3 και 4 αντιστοίχως εκδόθηκαν διατάγματα πληρωμής £200 και £30 το μήνα. Η αίτηση αναφορικά με τον οφειλέτη - εναγόμενο
2 αποσύρθηκε άνευ βλάβης δικαιωμάτων ενώ κατά το χρόνο εκδίκασης της αίτησης για τον εφεσίβλητο, εκκρεμούσε η εκτέλεση εντάλματος σύλληψης του οφειλέτη - εναγομένου 5.Η θέση των εφεσειόντων ήταν ότι ο εφεσίβλητος εργάζεται και είχε την ικανότητα και τα μέσα να πληρώνει £500 το μήνα για την αποπληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους. Ο εφεσίβλητος εξετάστηκε ενόρκως για να διαπιστωθεί η ικανότητα του για την πληρωμή του χρέους με μηνιαίες δόσεις. Οι εφεσείοντες κάλεσαν τρεις μάρτυρες οι οποίοι κατέθεσαν για την οικονομική κατάσταση του εφεσίβλητου. Επρόκειτο για τη σύζυγο, τον πατέρα και τον λογιστή του εφεσίβλητου.
Το Δικαστήριο με αναφορά στο νόμο και τη νομολογία που διέπουν το θέμα, αξιολόγησε τη μαρτυρία και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο εφεσίβλητος είχε τη δυνατότητα να πληρώνει £30 το μήνα για την αποπληρωμή του χρέους από 1.9.1999 μέχρι εξοφλήσεως και εξέδωσε εναντίον του ανάλογη διαταγή.
Με την παρούσα έφεση οι εφεσείοντες επιδιώκουν την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης. Θεωρούν ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν εκτίμησε ορθά τα γεγονότα, ότι η αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων είναι λανθασμένη και ότι δεν έγινε ορθή εφαρμογή των αρχών δικαίου που διέπουν το θέμα στα γεγονότα της υπόθεσης.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων επικέντρωσε την επιχειρηματολογία του σε ό,τι ο ίδιος θεωρεί ως σφάλμα εκτίμησης της μαρτυρίας του εγκεκριμένου λογιστή του εφεσίβλητου κ. Γ. Μαρίνου που ουσιωδώς επηρέασε την τελική κρίση.
Ο εφεσίβλητος ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ιδιοκτήτης περιπτέρου, κατέθεσε ότι οι εισπράξεις από την εργασία του ανέρχονται κατά μέσο όρο στις £150-£200 την ημέρα και ότι το καθαρό κέρδος που προκύπτει είναι περίπου £500-£550 το μήνα. Ο λογιστής του εφεσίβλητου κ. Γ. Μαρίνου κατέθεσε πως με βάση τα στοιχεία που ο
εφεσίβλητος έθεσε στη διάθεση του οι εισπράξεις από την επιχείρηση του περιπτέρου κατά την περίοδο από 1.7.98 μέχρι 31.12.98 ανήλθαν στις £77060.Είναι η θέση των εφεσειόντων ότι το πηλίκο της διαίρεσης των £77060 με τις 184 ημέρες της χρονικής περιόδου από 1.7.98 μέχρι 31.12.98, που είναι £419, αντιπροσωπεύει το μέσο όρο της ημερήσιας είσπραξης της επιχείρησης του περιπτέρου. Πρόκειται για ποσό πέραν του διπλασίου των εισπράξεων που δήλωσε ο εφεσίβλητος στη μαρτυρία του. Οι εφεσείοντες εισηγούνται πως με δεδομένη τη μαρτυρία του εφεσίβλητου ότι το κέρδος του είναι £550 το μήνα με ημερήσιες εισπράξεις £150-£200, τηρουμένων των αναλογιών, λογικά πρέπει να θεωρηθεί, ότι το κέρδος που προκύπτει είναι το διπλάσιο, δηλαδή ΛΚ1100 το μήνα.
Η πρωτόδικος δικαστής αφού διαπίστωσε ότι η μαρτυρία του λογιστή κ. Μαρίνου είναι αξιόπιστη, προσέγγισε το ζήτημα με τον εξής τρόπο:
"Σύμφωνα με τη μαρτυρία του ιδίου του καθ΄ ου η αίτηση το μοναδικό εισόδημα του ιδίου και της οικογένειάς του είναι το ποσό των £500-£550 μηνιαίως που προέρχεται από το περίπτερο το οποίο διατηρεί. Ο δικηγόρος των αιτητών αμφισβήτησε έντονα το ποσό αυτό σε συσχετισμό με τη μαρτυρία που δόθηκε από τον κ. Μαρίνου. Αν και το δικαστήριο έχει την ευχέρεια να εξάξει συμπεράσματα από τα γεγονότα που έχουν καταδειχθεί προς ικανοποίησή του - δες Πέτσας ν. Δημητριάδου (1971) 1 ΑΑΔ 187 - εντούτοις δεν υιοθετώ αυτή την εισήγηση του κ. Ερωτοκρίτου για τους ακόλουθους λόγους: Ο καθ΄ ου η αίτηση ανάφερε το καθημερινό ύψος των εισπράξεων του περιπτέρου χωρίς να καθορίσει επακριβή περίοδο ενώ ο κ. Μαρίνου αναφέρθηκε σε συγκεκριμένες περιόδους κατά το 1998 και μάλιστα ο καθ΄ ου η αίτηση είπε ότι παρατηρείται πτώση στην εργασία του. Εστω όμως και αν θεωρούσα ότι το ύψος των καθημερινών εισπράξεων του περιπτέρου είναι μεγαλύτερο από αυτό που δήλωσε ο καθ΄ ου η αίτηση, και πάλι το Δικαστήριο δεν έχει οποιαδήποτε στοιχεία τα οποία να καταδεικνύουν το καθαρό κέρδος του περιπτέρου αλλά αντίθετα υπάρχει η μαρτυρία του ίδιου του λογιστή του περιπτέρου, ο οποίος ανέφερε ότι τα στοιχεία που έδωσε δεν φανερώνουν με κανένα τρόπο το κέρδος του περιπτέρου αλλά ίσως να παρουσιάζεται και ζημιά. Επομένως με βάση τη μαρτυρία του κ. Μαρίνου και του καθ΄ ου η αίτηση και ελλείψει οποιασδήποτε άλλης μαρτυρίας αποδέχομαι ότι το καθαρό μηνιαίο εισόδημα του καθ΄ ου η αίτηση ανέρχεται στις £500-£550."
Στην προκείμενη περίπτωση, το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχαν στοιχεία τα οποία να καταδεικνύουν το καθαρό κέρδος του περιπτέρου αλλά ίσως να παρουσιάζεται ακόμα και ζημιά και ότι το κέρδος του εφεσίβλητου με βάση τη δική του μαρτυρία είναι £500-£550 θεωρούμε ότι είναι προϊόν λανθασμένης εκτίμησης της μαρτυρίας. Η πιθανότητα της ζημιάς που σε θεωρητικό επίπεδο προβλήθηκε από τον λογιστή οπωσδήποτε θα έπρεπε να είχε αποκλεισθεί και όντως αποκλείσθηκε. Ομως, με τα στοιχεία που υπήρχαν, και στην απουσία άλλης μαρτυρίας περί του αντιθέτου, παρεχόταν η δυνατότητα λειτουργίας της μεθόδου της ανάλογης συνάρτησης των ποσών που είναι δεδομένα για να προσδιορισθεί το ζητούμενο. Ο εφεσίβλητος με τη μαρτυρία του, έθεσε τη βάση η οποία επέτρεπε την υιοθέτηση της μεθόδου. Αν για κάποιο λόγο εδικαιολογείτο απόκλιση, ο εφεσίβλητος ήταν εκείνος που όφειλε να προσφέρει την ανάλογη εξήγηση. Και εφόσον με ημερήσιες εισπράξεις £150-£200 το κατά μέσο όρο μηνιαίο κέρδος ήταν £500-£550, τηρουμένων των αναλογιών, με εισπράξεις πέραν του διπλασίου, και το μηνιαίο κέρδος λογικά πρέπει να υπολογίζεται ότι ανέρχεται στο διπλάσιο, εκτός αν υπήρχε μαρτυρία που με στοιχεία απτά και όχι στη θεωρία θα μπορούσε να αποδείξει το αντίθετο.
Η εξουσία του Δικαστηρίου για έκδοση διαταγής πληρωμής χρέους με δόσεις απορρέει από τις πρόνοιες του άρθρου 91 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 6 και τροποποιήσεις. Το πρωτόδικο Δικαστήριο προβαίνει σε έρευνα για να διαπιστώσει την ικανότητα και τα μέσα του εξ αποφάσεως χρεώστη για αποπληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους. Η έρευνα δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση του χρεώστη. Το Δικαστήριο μπορεί να ακούσει και άλλους μάρτυρες που κρίνονται αναγκαίοι για το σκοπό αυτό και με βάση την ολότητα της μαρτυρίας μπορεί να διατάξει τον χρεώστη να πληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος του με περιοδικές δόσεις. Η διαδικασία της έρευνας είναι ανακριτικού χαρακτήρα και ο επακριβής καθορισμός του ποσού της δόσης
επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου.Για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί μέρος της μαρτυρίας εκτιμήθηκε λανθασμένα από το πρωτόδικο Δικαστήριο γεγονός το οποίο επηρέασε την ορθή άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας καθ΄ όσον αφορά τον επακριβή καθορισμό της μηνιαίας δόσης. Επειδή υπάρχουν όλα τα στοιχεία ενώπιον μας δεν παρίσταται ανάγκη για επανεκδίκαση της υπόθεσης. Θεωρούμε ότι ο εφεσίβλητος είχε κατά τον ουσιώδη χρόνο τα μέσα και την ικανότητα να πληρώνει στους εφεσείοντες £60.- το μήνα για την αποπληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Εκδίδεται διαταγή εναντίον του εφεσίβλητου για πληρωμή προς τους εφεσείοντες του ποσού των £60.- μηνιαίως από 1.9.99.
Δ
.
Δ.
Δ.
ΣΦ.