ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2000) 1 ΑΑΔ 1074

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10589

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΗΛΙΑΔΗ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, ΔΔ.

Μεταξύ:

Μάμα Στυλιανού, εκ Κακοπετριάς

Εφεσείοντα/Ενάγοντα

και

Ξένιας Φιλίππου, εκ Λευκωσίας

Εφεσίβλητης/Εναγόμενης

και

Βασίλη Βλάχου, εκ Κακοπετριάς

Τριτοδιάδικου

------------------------------

30 Ιουνίου 2000

Για τον Εφεσείοντα: κα. Στ. Ερωτοκρίτου.

Για την Εφεσίβλητη: κ. Α. Δράκος.

Για τον Τριτοδιάδικο: καμιά εμφάνιση.

------------------

Πικής, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει

ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χατζηχαμπής, Δ.: Με την εφεσιβαλλόμενη απόφαση απορρίφθηκε η αγωγή του Εφεσείοντα-Ενάγοντα εναντίον της Εφεσίβλητης-Εναγόμενης για ζημιές που προκλήθησαν στο αυτοκίνητο του ενώ το οδηγούσε ο Τριτοδιάδικος γαμβρός του.

Η εκδοχή του Εφεσείοντα, όπως προβλήθηκε με τη μαρτυρία του Τριτοδιάδικου, ήταν ότι αυτός οδηγούσε το αυτοκίνητο του Εφεσείοντα το βράδυ στο δρόμο Λευκωσίας-Τροόδους με κατεύθυνση προς Λευκωσία και ταχύτητα 65-70 χαω, και, πλησιάζοντας την πάροδο που οδηγεί προς Αστρομερίτη στα αριστερά του, το αυτοκίνητο της Εφεσίβλητης εισήλθε με χαμηλή ταχύτητα στο δρόμο από ανοικτό χώρο μπροστά από φρουταρία στα δεξιά του όταν αυτός ήταν σε απόσταση 50 μ. περίπου. Το αυτοκίνητο της Εφεσίβλητης εισήλθε στην πλευρά του όταν αυτός το πλησίασε στα 20 μ. περίπου, οπότε ο ίδιος, για να αποφύγει την Εφεσίβλητη, οδήγησε το αυτοκίνητο στο αριστερό παγκέττο, στην προσπάθεια του δε να το επαναφέρει στο δρόμο ανατράπηκε στα χωράφια στη δεξιά πλευρά του δρόμου. Δεν χρησιμοποίησε τα φρένα του διότι αν το έκανε η σύγκρουση θα ήταν βέβαιη. Ο Τριτοδιάδικος απέρριψε την εισήγηση ότι εσκεμμένα οδήγησε στο παγκέττο και αύξησε την ταχύτητα του για να προσπεράσει από αριστερά το αυτοκίνητο της Εφεσίβλητης όταν το είδε από μεγάλη απόσταση να μπαίνει στο δρόμο αργά.

Η μαρτυρία του Τριτοδιάδικου υποστηρίζετο από εκείνη του ιδιοκτήτη της φρουταρίας ο οποίος είδε τα διαδραματισθέντα. Είδε το αυτοκίνητο της Εφεσίβλητης να μπαίνει αργά και κάθετα στο δρόμο και να καταλαμβάνει και τις δύο λωρίδες του δρόμου. Συγχρόνως είδε το αυτοκίνητο του Τριτοδιάδικου το οποίο ήταν στην πλευρά του στο δρόμο και έπεσε στο παγκέττο για να αποφύγει το αυτοκίνητο της Εφεσίβλητης, στην προσπάθεια του δε να επανέλθει στο δρόμο ανατράπηκε στα χωράφια στην άλλη πλευρά του δρόμου. Προσδιόρισε την απόσταση των δύο αυτοκινήτων κατά το χρόνο εκείνο σε 30-50 μ., συμφωνώντας ότι και στην κατάθεση του είχε πει ότι η απόσταση ήταν 30-40 μ.

Η Εφεσίβλητη δεν είδε το αυτοκίνητο του Τριτοδιάδικου (όπως μαρτυρείτο και από το ότι, όπως είναι κοινό έδαφος, έτσι είπε και η ίδια στον Τριτοδιάδικο αμέσως μετά το δυστύχημα), αν και έλεγξε το δρόμο πριν μπει για να πάει δεξιά, και έχοντας ορατότητα 100 μ. περίπου προς την κατεύθυνση του Τροόδους. Μπαίνοντας 5-6 μέτρα στο δρόμο και αναπτύσσοντας ταχύτητα μέχρι 15-20 χαω, αλλά πριν ευθυγραμμισθεί στην άλλη πλευρά για τη Λευκωσία, άκουσε ένα βουητό και είδε να την προσπερνά από αριστερά και με μεγάλη ταχύτητα το αυτοκίνητο του Τριτοδιάδικου, το οποίο οδηγείτο με τους αριστερούς τροχούς στο παγκέττο και το οποίο ακολούθως στην προσπάθεια του να επανέλθει στο δρόμο ανατράπηκε στα χωράφια στη δεξιά πλευρά. Συμφώνησε ότι, αφ΄ότου διεπίστωσε πριν μπει στο δρόμο ότι δεν ερχόταν αυτοκίνητο από αριστερά, δεν ξανακοίταξε προς εκείνη την κατεύθυνση και επικέντρωσε την προσοχή της δεξιά όπου θα κατευθύνετο, ούτε σταμάτησε στο κέντρο του δρόμου για να ελέγξει ξανά την τροχαία κίνηση.

Η ευπαίδευτη δικαστής απέρριψε τη μαρτυρία του Τριτοδιάδικου και του ιδιοκτήτη της φρουταρίας και αποδέχθηκε εκείνη της Εφεσίβλητης. Τα ευρήματα της ήταν ότι η Εφεσίβλητη εισήλθε στον κύριο δρόμο με ταχύτητα μέχρι 15-20 χαω αφού έλεγξε την τροχαία κίνηση με ορατότητα 100 μ. προς την κατεύθυνση του Τριτοδιάδικου τον οποίο δεν είδε. Ο Τριτοδιάδικος την είδε από απόσταση πέραν των 60 μ., διάνυσε όμως κάποια απόσταση, "και μετά αποφάσισε, για λόγους που μόνο ο ίδιος γνωρίζει, πιθανό για να την προσπεράσει, να "ρίξει" το αυτοκίνητο του στο παγκέττο", στην προσπάθεια του δε να το επαναφέρει στο δρόμο ανατράπηκε στα χωράφια στην άλλη πλευρά αφού προσπέρασε την Εφεσίβλητη από αριστερά. Η ταχύτητα του ήταν "μεγάλη". Η ευπαίδευτη δικαστής διαπίστωσε δε ότι η Εφεσίβλητη δεν ήταν ένοχη οποιασδήποτε αμέλειας, καθ΄όσον είχε ελέγξει το δρόμο, η ορατότητα της περιορίζετο στα 100 μ. και έτσι δεν μπορούσε να είχε δει τον Τριτοδιάδικο προηγουμένως, ούτε είχε καθήκον να σταματήσει στο μέσο του δρόμου και να ελέγξει ξανά την τροχαία κίνηση αφού κάτι τέτοιο δεν θα ήταν λογικό να αναμένεται από κάποιο συνετό οδηγό υπό τις περιστάσεις, ούτε της αποδίδετο τέτοια συγκεκριμένη αμέλεια στα δικόγραφα.

Με την έφεση, όπως εξειδικεύεται στους λόγους έφεσης και στο περίγραμμα, προσβάλλεται η απόφαση στην ολότητα της. Κρίνουμε ότι οι λόγοι έφεσης ευσταθούν. Κατ΄αρχήν, είναι η αξιολόγηση της μαρτυρίας. Η ευπαίδευτη δικαστής αιτιολόγησε την απόρριψη της μαρτυρίας του Τριτοδιάδικου λέγοντας ότι αυτός "έδωσε διάφορες εκδοχές αναφορικά με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε το δυστύχημα". Αυτό ήταν πεπλανημένο. Ο Τριτοδιάδικος έδωσε μία και μόνη εκδοχή, τόσο στην κυρίως εξέταση του όσο και στην αντεξέταση του, την ανωτέρω παρατεθείσα. Η πλάνη δε του δικαστηρίου επεκτείνεται και στα επί μέρους. Επεξηγώντας την άποψη της, η ευπαίδευτη δικαστής είπε ότι, ενώ στην κυρίως εξέταση του ο Τριτοδιάδικος είπε ότι είδε την Εφεσίβλητη να εισέρχεται στο δρόμο από απόσταση 50 μ. και ότι πήρε την πλευρά του όταν την πλησίασε στα 20 μ., οπότε και αυτός αναγκάσθηκε να πέσει στο παγκέττο (που ήταν ορθή άποψη της μαρτυρίας), στην αντεξέταση του είπε ότι έριξε το αυτοκίνητο του στο παγκέττο όταν βρισκόταν σε απόσταση 60 μ. από την Εφεσίβλητη. Αυτό όμως συνιστούσε άκρως λανθασμένη αντίληψη της μαρτυρίας στην αντεξέταση. Η αναφορά του Τριτοδιάδικου στην αντεξέταση σε 60 μ. απόσταση δεν ήταν στην απόσταση από την οποία απείχε από την Εφεσίβλητη όταν έπεσε στο παγκέττο αλλά στην απόσταση που κάλυψε στο παγκέττο. Παραθέτουμε αυτούσια την απάντηση του (σ.11):

"Α. Έριψα το αυτοκίνητο όταν εκόντεψα στα 20 μέτρα, όταν η οδηγός δεν με κόντεψε και ερχόταν να με κτυπήσει δεξιά. Οδήγησα στο παγκέττο 60 μέτρα από το σημείο που ερχόταν η κοπέλλα."

 

Η αντίληψη λοιπόν του δικαστηρίου ότι είπε ότι έπεσε στο παγκέττο όταν απείχε 60 μ. από την Εφεσίβλητη, που προβλήθηκε και ως ο κύριος λόγος για τον οποίο εκρίθη ότι έθεσε "διάφορες εκδοχές", είναι τόσο κακοσυλληφθείσα όσο είναι και ανεξήγητη. Στη λανθασμένη δε αυτή αντίληψη της μαρτυρίας βασίσθηκε και το επόμενο συμπέρασμα του δικαστηρίου ότι ο Τριτοδιάδικος πρέπει να είδε την Εφεσίβλητη να μπαίνει στο δρόμο από απόσταση πάνω από 60 μ. και πολύ πριν οδηγήσει το αυτοκίνητο του στο παγκέττο, το οποίο και συμπαρασύρεται σε πτώση. Μάλιστα θα ήταν ανεξήγητο πως ο Τριτοδιάδικος θα μπορούσε να είχε δει την Εφεσίβλητη από πολύ πέραν των 60 μ. αφού η ορατότητα ήταν μόνο 100 μ. και η ίδια η Εφεσίβλητη, αν και έλεγξε το δρόμο, δεν τον είδε. Αφού δε αυτά και μόνο ήσαν τα στοιχεία στα οποία βασίσθηκε το δικαστήριο για να απορρίψει τη μαρτυρία του Τριτοδιάδικου, η άποψη του της μαρτυρίας αυτής δεν μπορεί να ευσταθεί, τα δε ευρήματα του δικαστηρίου απολήγουν να είναι πλασματικά. Μια περαιτέρω αναφορά του κατά την παράθεση της μαρτυρίας του Τριτοδιάδικου μαρτυρά ανάλογη προσέγγιση. Η ευπαίδευτη δικαστής είπε ότι, ενώ κατ΄αρχή ο Τριτοδιάδικος είπε ότι είδε το αυτοκίνητο σταματημένο κάθετα στη φρουταρία, στη συνέχεια είπε ότι το είδε γυρισμένο να μπει στο δρόμο προς τη Λευκωσία, θεώρησε δε αυτό ως διαφοροποίηση της μαρτυρίας του. Δεν κατανοούμε πώς μπορούσε να εκληφθεί έτσι, παραθέτουμε δε αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα από τη μαρτυρία, που ακολούθησε αμέσως μετά από την αναφορά του Τριτοδιάδικου ότι το αυτοκίνητο ήταν "σταματημένο κάθετα" (σ.9):

"Ε. Το είδες σταματημένο;

Α. Κάθετα στη φρουταρία, γυρισμένο να μπει στο δρόμο προς τη Λευκωσία."

 

Είναι δηλαδή φανερό ότι το "γυρισμένο για να μπει στο δρόμο προς τη Λευκωσία" ποσώς δεν διαφοροποιούσε το "σταματημένο κάθετα" το οποίο και μάλιστα επαναλάμβανε ως προοίμιο της επεξήγησης που ακολουθούσε.

Ανάλογος λόγος έφεσης στρέφεται και κατά της αξιολόγησης της μαρτυρίας του ιδιοκτήτη της φρουταρίας. Η ευπαίδευτη δικαστής απόρριψε τη μαρτυρία του διότι, αν και τον θεώρησε αξιόπιστο, έκρινε ότι "δεν είχε καλή θύμηση των γεγονότων". Έδωσε δε τους εξής λόγους για την άποψη της αυτή: Ότι ο μάρτυρας δεν μπορούσε να πει πού ήταν το αυτοκίνητο της Εφεσίβλητης όταν ο Τριτοδιάδικος έπεσε στο παγκέττο, ότι δεν ήταν θετικός όταν ρωτήθηκε πόσο απείχε το αυτοκίνητο του Τριτοδιάδικου όταν η Εφεσίβλητη βρισκόταν κάθετα στον κύριο δρόμο, λέγοντας 30-50 μέτρα, και γενικά ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει "πολλές λεπτομέρειες αναφορικά με το ατύχημα". Τα πράγματα όμως δεν ήσαν έτσι. Η μαρτυρία του μάρτυρα αποκαλύπτει μια πλήρη αναφορά στις συνθήκες του συμβάντος, και δεν αντιλαμβανόμεθα ποιες "πολλές λεπτομέρειες" είχε υπ΄όψη της η ευπαίδευτη δικαστής που ο μάρτυρας δεν ήταν σε θέση να δώσει. Μάλιστα ο μάρτυρας έκαμε σαφή αναφορά στο κρίσιμο επίδικο θέμα, την απόσταση δηλαδή του αυτοκινήτου του Τριτοδιάδικου από εκείνη της Εφεσίβλητης όταν το τελευταίο ήταν κάθετα στο δρόμο (που σχετίζετο ευθέως και προς την απόσταση τους όταν ο Τριτοδιάδικος έπεσε στο παγκέττο), δηλαδή ως 30-50 μ., όπως και στα όσα αφορούσαν και στήριζαν την ουσία της εκδοχής του Τριτοδιάδικου. Τα λίγα πράγματα που δεν μπορούσε να θυμηθεί ήσαν ως προς επουσιώδη και που δεν θα αναμένετο να προσδιορίσει εν πάση περιπτώσει, όπως πόση απόσταση κάλυψε ο Τριτοδιάδικος μετά που πέρασε αριστερά της Εφεσίβλητης μέχρι να βρεθεί στα χωράφια, αν ήσαν ένας ή δύο τροχοί του αυτοκινήτου του Τριτοδιάδικου στο παγκέττο, και αν είχε δει το αυτοκίνητο του Τριτοδιάδικου πριν μπει η Εφεσίβλητη στο δρόμο. Το να κριθεί η δυνατότητα του μάρτυρα, ήδη κριθέντος ως αξιόπιστου από το δικαστήριο, να δώσει την εκδοχή του ως προς τα συμβάντα με αναφορά στην αδυναμία του να θυμηθεί τέτοιου είδους πράγματα ήταν και αντινομικό και εκ των πραγμάτων αναιτιολόγητο.

Πέραν του τομέα της αξιολόγησης της μαρτυρίας, όμως, το δικαστήριο έσφαλε και ως προς τα συμπεράσματα του. Με δεδομένο το ότι η ορατότητα της Εφεσίβλητης στα αριστερά επεριορίζετο στα 100 μ., ότι αυτή θα κατευθυνόταν στα δεξιά, και ότι εισήλθε στον κύριο δρόμο με ταχύτητα 10-15 χαω μόνο, δεν μπορεί να υπάρξει στήριξη για την κατάληξη του ότι η Εφεσίβλητη ικανοποίησε την υποχρέωση της να ελέγξει την τροχαία κίνηση κοιτάζοντας μόνο πριν εισέλθει στον κύριο δρόμο. Ακριβώς επειδή η ορατότητα της περιορίζετο έτσι, και υπό τις εν λόγω συνθήκες που εισήλθε στον κύριο δρόμο, είχε υποχρέωση να συνεχίσει να ελέγχει την τροχαία κίνηση και ασφαλώς εν πάση περιπτώσει όταν έφθασε στο μέσο του δρόμου αφού πλέον πέραν τούτου θα επενέβαινε στην πορεία οποιουδήποτε αυτοκινήτου δυνατό να ερχόταν από αριστερά και το οποίο να μην μπορούσε να είχε δει προηγουμένως. Τοσούτο μάλλον αφού επρόκειτο για υπεραστικό δρόμο και είσοδο σε αυτό εν ώρα νυκτός. Είναι δε εντελώς ανεδαφική η άποψη ότι τέτοια συγκεκριμένη αμέλεια δεν της αποδίδεται στα δικόγραφα αφού, απεναντίας, υπάρχει ρητή αναφορά σε παράλειψη επαρκούς ελέγχου του δρόμου, αντίληψης του αυτοκινήτου του Τριτοδιάδικου και αναμονής της ασφαλούς διέλευσης του, όπως και σε αποκοπή της πορείας του.

Τα ίδια ισχύουν για την παράλληλη κατάληξη ότι ουσιαστικά αποκλειστική ευθύνη έφερε ο Τριτοδιάδικος. Η αναφορά του δικαστηρίου σε "μεγάλη" ταχύτητα του Τριτοδιάδικου δεν υποστηρίζεται από οποιαδήποτε μαρτυρία πέραν της πολύ αόριστης αυτής αναφοράς της Εφεσίβλητης, η οποία ασφαλώς και δεν μπορεί να αποτελέσει βάση για εύρημα ότι η ταχύτητα του ήταν ανασφαλής υπό τις περιστάσεις ώστε να θεωρείται ότι συνέτεινε έτσι στο δυστύχημα. Ούτε δικαιολογείτο η κατάληξη ότι ο Τριτοδιάδικος, για άγνωστους λόγους, αποφάσισε, "πιθανό για να την προσπεράσει", να πέσει στο παγκέττο. Όλα αυτά είναι αντινομικές εικασίες και πιθανολογήσεις, δεδομένου ότι η Εφεσίβλητη, στην οποία στηρίχθηκε το Δικαστήριο, δεν είχε δει τον Τριτοδιάδικο προηγουμένως και έτσι δεν μπορούσε να πει οτιδήποτε για τις προηγηθείσες συνθήκες της οδήγησης του.

Η κατάληξη μας είναι λοιπόν ότι η έφεση επιτυγχάνει. Η εφεσιβληθείσα απόφαση παραμερίζεται και διατάσσεται η αναδίκαση της υπόθεσης.

Τα έξοδα της έφεσης επιδικάζονται υπέρ του Εφεσείοντα και εναντίον της Εφεσίβλητης. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας θα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της αναδίκασης.

 

 

Π.

 

Δ.

 

Δ.

 

 

 

 

/ΚΧ"Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο