ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 1874
10 Νοεμβρίου, 1999
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΣΕ ΠΤΩΧΕΥΣΗ, ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΜΑΡΚΙΔΗΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Aρ. 10241)
Πτώχευση — Αίτηση για ακύρωση Διατάγματος Παραλαβής —Προϋπόθεση για παροχή θεραπείας δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 92 του περί Πτωχεύσεως Νόμου, Κεφ. 5, είναι η υποβολή αίτησης στοιχειοθετημένης σύμφωνα με τους περί Πτωχεύσεως Διαδικαστικούς Κανονισμούς — Τα γεγονότα, στα οποία βασίζεται, πρέπει να υποστηρίζονται με ένορκη δήλωση — Σ' αυτά θεμελιώνεται η αίτηση και προς αυτά συναρτάται η παροχή θεραπείας.
Ο εφεσείων αξίωσε με αίτηση του στο Επαρχιακό Δικαστήριο την ακύρωση Διατάγματος Παραλαβής που είχε εκδοθεί εναντίον της περιουσίας του για τους ακόλουθους λόγους:
(α) Μη κανονική επίδοση σ' αυτόν της αίτησης των πιστωτών (Royal Bank of Scotland) και
(β) Αντικανονική στοιχειοθέτηση της αίτησης των πιστωτών και της ένορκης ομολογίας στην οποία βασίστηκε.
Οι πιστωτές πρόβαλαν ένσταση στην ακύρωση του Διατάγματος Παραλαβής αλλά την απέσυραν πριν την ακρόαση της αίτησης, συναινούντες κατ' αυτόν τον τρόπο στην ακύρωσή του. Κατά την ακρόαση της αίτησης ο εφεσείων εγκατέλειψε τους λόγους για τους οποίους είχε ζητήσει την ακύρωση του Διατάγματος και στήριξε το αίτημά του στην εξυπακουόμενη συγκατάθεση των πιστωτών στην ακύρωση του Διατάγματος.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση. Οι προβληθέντες λόγοι ήταν:
(1) Το Διάταγμα Παραλαβής δεν έπρεπε να είχε εκδοθεί.
(2) Η Επίσημος Παραλήπτης δεν είχε λόγο στη διαδικασία αυτή.
Το αίτημα για ακύρωση βασίστηκε, ενώπιον του Εφετείου, όπως και στο πρωτόδικο Δικαστήριο στην εξυπακουόμενη, από την άρση της ένστασης των πιστωτών (Royal Bank of Scotland), συναίνεση στην ακύρωση του Διατάγματος.
Αποφάσισε ότι:
Με την απόσυρση των γεγονότων, για τα οποία είχε ζητηθεί η θεραπεία, καταρρίφθηκε και το βάθρο της αίτησης, καθιστώντας την απόρριψή της αναπότρεπτη. Η αμφισβήτηση του Διατάγματος άρθηκε. Το αίτημα για ακύρωση του Διατάγματος Παραλαβής παρέμεινε άνευ αντικειμένου. Η διαπίστωση αυτή καθιστά και την έφεση, εξίσου ανεδαφική.
Η έφεση απορρίφθηκε χωρίς έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον αιτητή-οφειλέτη κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Nαθαναήλ, Π.E.Δ) ημερομηνίας 19 Mαΐου, 1998 με την οποία το Δικαστήριο αρνήθηκε να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια και απέρριψε την αίτηση του αιτητή (Aίτηση Πτώχευσης 240/96) για ακύρωση του Διατάγματος Παραλαβής της περιουσίας του για το λόγο ότι δε διαφάνηκε ότι το Διάταγμα δεν έπρεπε να είχε εκδοθεί εξυπαρχής για κάποιο συγκεκριμένο λόγο.
Λ. Κληρίδης, για τον Eφεσείοντα.
Στ. Παπαϊωάννου, Επίσημος Παραλήπτης, για τον Eφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π..
ΠΙΚΗΣ, Π.: Στις 17 Οκτωβρίου, 1996, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εξέδωσε Διάταγμα Παραλαβής της περιουσίας του εφεσείοντος. Στις 23 Οκτωβρίου, 1996, ο εφεσείων αξίωσε, με αίτησή του στο Επαρχιακό Δικαστήριο, την ακύρωση του Διατάγματος Παραλαβής. Η αίτησή του θεμελιώθηκε στις διατάξεις του Άρθρου 92 του περί Πτωχεύσεως Νόμου, ΚΕΦ. 5, (ο «νόμος»), και στους Κανόνες 7, 16 και 17 των περί Πτωχεύσεως Διαδικαστικών Κανονισμών, που διέπουν τον καταρτισμό, υποβολή και επίδοση αιτήσεων που υποβάλλονται βάσει του νόμου.
Τα γεγονότα, τα οποία ο εφεσείων επικαλέστηκε προς ακύρωση του Διατάγματος, εκτίθενται σε ένορκη ομολογία, η οποία συνοδεύει την αίτηση.
Οι προταθέντες λόγοι ήταν δύο:-
(α) Μη κανονική επίδοση της αίτησης (240/96) των πιστωτών - (Royal Bank of Scotland) - στον εφεσείοντα. Ο λόγος αυτός σχετίζεται με την επεξήγηση της απουσίας του εφεσείοντος κατά την ακρόαση της αίτησης. και
(β) Αντικανονική στοιχειοθέτηση της αίτησης των πιστωτών και της ένορκης ομολογίας στην οποία βασίστηκε, παρεκτροπές που καθιστούσαν τη διαδικασία ανυπόστατη.
Κατά το προκαταρκτικό στάδιο της διαδικασίας, με οδηγίες του Δικαστηρίου, κλήθηκε να παραστεί, ώστε να ακουστεί επί του αντικειμένου της αίτησης, η Επίσημος Παραλήπτης. Στην έκθεση, που υπέβαλε (η Επίσμημος Παραλήπτης), γίνεται αναφορά στα γεγονότα που περιβάλλουν την έκδοση του Διατάγματος Παραλαβής και σε άλλα γεγονότα, που σχετίζονται με τις οικονομικές υποχρεώσεις και την υπόσταση του εφεσείοντος. Μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι περιήλθε σε γνώση της Επισήμου Παραλήπτου ότι και άλλος πιστωτής, η Λαϊκή Τράπεζα (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ., υπέβαλε επαλήθευση οφειλής του εφεσείοντος προς αυτή για ποσό £81.058,00. Αναφέρεται, επίσης, ότι στις 17 Σεπτεμβρίου, 1997, εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας δεύτερο Διάταγμα Παραλαβής της περιουσίας του εφεσείοντος, μετά από αίτηση της Ελληνικής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ.
Στην έκθεση της Επισήμου Παραλήπτου διατυπώθηκε η θέση ότι το Διάταγμα Παραλαβής δεν έπρεπε να ακυρωθεί.
Οι πιστωτές - (Royal Bank of Scotland) - πρόβαλαν ένσταση στην ακύρωση του Διατάγματος Παραλαβής, την οποία ήραν πριν την ακρόαση της αίτησης. Είναι σ' αυτό το γεγονός και στην εξυπακουόμενη συγκατάνευση των πιστωτών στην ακύρωση του Διατάγματος που, τελικά, βάσισε το αίτημά του ο εφεσείων κατά την ακρόαση της αίτησής του. Εγκατέλειψε τους λόγους, για τους οποίους είχε ζητήσει την ακύρωση του Διατάγματος Παραλαβής.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο απέρριψε την αίτησή του, για κάθε ένα από τους ακόλουθους δύο λόγους:-
1. Την εγκατάλειψη των λόγων στους οποίους βασίστηκε, γεγονός που θεώρησε ότι την αποστέρησε του αντικειμένου της.
2. Η συναίνεση των πιστωτών, μετά από αίτηση των οποίων είχε εκδοθεί το Διάταγμα, δεν παρείχε, αφ' εαυτής, έρεισμα για την ακύρωσή του. Η διακριτική ευχέρεια, την οποία παρέχει ο νόμος για την ακύρωση διατάγματος παραλαβής, ασκείται με αναφορά σε σειρά παραγόντων, που σχετίζονται με τα συμφέροντα των πιστωτών, γενικά, και την ανάγκη προστασίας της περιουσίας του οφειλέτη, προς όφελός τους. Οι παράμετροι άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου σκιαγραφούνται στο Williams and Muir Hunter "The Law and Practice in Bankruptcy", Nineteenth Edition, σελ. 41-43.
Κατ' αρχήν, οι πιστωτές - καθ' ων η αίτηση στο αίτημα για ακύρωση - ήγειραν ένσταση στην ακύρωση του Διατάγματος Παραλαβής, την οποία μεταγενέστερα ήραν, συναινούντες, τοιουτοτρόπως, στην ακύρωσή του.
Ένας από τους προβληθέντες λόγους έφεσης είναι ότι το Διάταγμα Παραλαβής δεν έπρεπε να είχε εκδοθεί. Ο λόγος αυτός εγκαταλείφθηκε, όπως ήταν επόμενο, ενόψει της εγκατάλειψης, κατά την πρωτόδικη διαδικασία, των λόγων για τους οποίους είχε επιδιωχθεί ο παραμερισμός του Διατάγματος.
Το αίτημα για ακύρωση βασίστηκε ενώπιόν μας, όπως και στο πρωτόδικο Δικαστήριο, στην εξυπακουόμενη, από την άρση της ένστασης των πιστωτών (Royal Bank of Scotland), συναίνεση στην ακύρωση του Διατάγματος.
Ο άλλος λόγος αφορά τη συμμετοχή, με οδηγίες του Δικαστηρίου, της Επισήμου Παραλήπτου στη διαδικασία. Κατά την εισήγηση του εφεσείοντος, η Επίσημος Παραλήπτης δεν είχε λόγο σ' αυτή. Η συμμετοχή της εκτροχίασε την πρωτόδικη διαδικασία, σε βαθμό που να δικαιολογείται η επέμβασή μας, προς αποκατάσταση του σωστού πλαισίου της δίκης.
Κατά τη συζήτηση της έφεσης, έγινε αναφορά στα γεγονότα που υπεισέρχονται και στα κριτήρια που προσμετρούν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου να ακυρώσει εκδοθέν διάταγμα, καθώς επίσης και στο ρόλο, τις ευθύνες και τα καθήκοντα της Επισήμου Παραλήπτου σε διαδικασία πτώχευσης. Δε θα ασχοληθούμε με αυτά, εφόσον, με την εγκατάλειψη των λόγων για τους οποίους ζητήθηκε η ακύρωση του Διατάγματος Παραλαβής, κατέρρευσε και το βάθρο της αίτησης για την παροχή της επιδιωκόμενης θεραπείας.
Προϋπόθεση για την παροχή θεραπείας, κάτω από τις πρόνοιες του Άρθρου 92 του νόμου, είναι η υποβολή αίτησης, στοιχειοθετημένης σύμφωνα με τους περί Πτωχεύσεως Διαδικαστικούς Κανονισμούς. Τα γεγονότα, στα οποία βασίζεται, πρέπει να υποστηρίζονται με ένορκη δήλωση. Σ' αυτά θεμελιώνεται η αίτηση και προς αυτά συναρτάται η παροχή θεραπείας.
Με την απόσυρση των γεγονότων, για τα οποία είχε ζητηθεί η θεραπεία, καταρρίφθηκε και το βάθρο της αίτησης, καθιστώντας την απόρριψή της αναπότρεπτη. Η αμφισβήτηση του Διατάγματος άρθηκε. Το αίτημα για ακύρωση του Διατάγματος Παραλαβής παρέμεινε άνευ αντικειμένου. Η διαπίστωση αυτή καθιστά και την έφεση, εξίσου, ανεδαφική. Τούτου δοθέντος, δεν είναι αναγκαίο να εξετάσουμε κανένα άλλο ζήτημα.
Η έφεση απορρίπτεται.
Η κ. Παπαϊωάννου αναφέρει στο Δικαστήριο ότι δε ζητά έξοδα.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ:-
Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.
H έφεση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.