ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 1160
20 Iουλίου, 1999
[KΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]
ΧΡΙΣΤΟΣ Π. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ ΑΔΑΜΟΥ ΧΑΡΙΤΩΝΟΣ,
Εφεσείων,
ν.
1. ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΡΑΒΙΩΤΗ,
2. C. KASINOS CONSTRUCTIONS LTD,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Aρ. 9123)
Ευρήματα Δικαστηρίου — Επέμβαση Εφετείου — Έφεση κατά των διαπιστώσεων του πρωτόδικου Δικαστηρίου στα οποία κατέληξε κατόπιν ανάλυσης και αξιολόγησης της μαρτυρίας — Απορρίφθηκε, δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος για επέμβαση του Εφετείου.
Πολιτική Δικονομία — Αγωγή μέσω αντιπροσώπου — Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.2 θ. 4 — Καλύπτει μόνο περιπτώσεις όπου η αντιπροσωπευτική ιδιότητα περιβάλλεται διά νόμου με αυτοτελές δικαίωμα διεκδίκησης — Δεν καλύπτει σχέσεις ανάθεσης.
Απόδειξη — Ιδιοκτήτης ακινήτου — Δεν υπήρξε κτηματολογική απόδειξη αλλά μαρτυρία η οποία εμφάνιζε τον εφεσείοντα ως τον ιδιοκτήτη ακινήτου και η οποία δεν αμφισβητήθηκε από τους αντιδίκους — Η μαρτυρία κρίθηκε αρκετή προς απόδειξη της εν λόγω ιδιότητας του εφεσείοντα.
Ο εφεσείων καταχώρησε αγωγή, διά του πληρεξουσίου αντιπροσώπου του, για παράνομη επέμβαση που, όπως ισχυρίζετο, έγινε στο κτήμα του στον Κάτω Πύργο από τους εφεσίβλητους - εναγόμενους 1 και 3 και επίσης από τον εναγόμενο 2. Κατά τη διάρκεια της δίκης αποσύρθηκε η απαίτηση εναντίον του εναγομένου 2, ο οποίος, εν συνεχεία, κατέθεσε ως ένας από έξι μάρτυρες του εφεσείοντος.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία αρχιτέκτονα που κλήθηκε ως μάρτυρας του εφεσείοντα, αφαιρέθηκε σημαντική ποσότητα χώματος με αποτέλεσμα το κτήμα από λοφώδες που ήταν πριν την επέμβαση, να ισοπεδωθεί.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του εφεσείοντα, οι εφεσίβλητοι 1 και 2, παραδέχθηκαν ότι αφαίρεσαν ποσότητα χώματος αλλά μικρή. Προσήχθη επίσης μαρτυρία ότι οχήματα των εφεσιβλήτων θεάθηκαν να παίρνουν από το κτήμα χώμα και να το μεταφέρουν.
Οι εφεσίβλητοι αρνήθηκαν ότι παραδέχθηκαν την αφαίρεση χώματος από το επίδικο κτήμα και υποστήριξαν ότι το χώμα αφαίρεσε ο πρώην εναγόμενος 2 και επίσης ότι κατά τον χρόνο που ενδιέφερε, ήταν απασχολημένοι για τη μεταφορά άλλων υλικών για το λιμάνι Κάτω Πύργου υπό τον έλεγχο λειτουργού του Τμήματος Δημοσίων Έργων.
Το Δικαστήριο αποδέχθηκε τη μαρτυρία των μαρτύρων υπεράσπισης και απέρριψε την αγωγή. Εξέφρασε επίσης την άποψη ότι: (α) η αγωγή ούτως ή άλλως θα έπρεπε να απορριφθεί επειδή δεν αναφέρεται στην οπισθογραφημένη έκθεση απαιτήσεως, όπως απαιτεί η Δ.2 θ. 4, ότι ο εφεσείων ενάγει μέσω αντιπροσώπου, αλλά και επειδή δεν αποδείχθηκε η ιδιότητα του πληρεξουσίου αντιπροσώπου με παρουσίαση του σχετικού εγγράφου και (β) δεν αποδείχθηκε ότι ο ιδιοκτήτης ήταν ο ιδιοκτήτης του κτήματος.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση προβάλλοντας ως βασικότερο λόγο ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας ήταν εσφαλμένη.
Με άλλο λόγο έφεσης επικρίνεται το Δικαστήριο για εσφαλμένη αυτοκαθοδήγηση σχετικά με το βάρος αποδείξεως.
Ο εφεσείων επίσης παραπονείται ότι, παρά την απόρριψη της εκδοχής του ότι οι εφεσίβλητοι ήταν υπεύθυνοι για την αφαίρεση του χώματος από το κτήμα του, αποδείχθηκε παράνομη επέμβαση από τους εφεσίβλητους με την δική τους παραδοχή ότι εισήλθαν στο κτήμα σε σχέση με τις ανάγκες οχημάτων των 2 εφεσιβλήτων, αφού αυτό έγινε χωρίς τη δική του συγκατάθεση.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, στα οποία αυτό κατέληξε μετά την αξιολόγηση της μαρτυρίας, είναι ορθά.
2. Η παρούσα αγωγή, δεν αφορά αγωγή υπό αντιπροσώπου. Η αντίληψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με το τι δικονομικά απαιτείτο ήταν εσφαλμένη.
3. Η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν αποδείχθηκε ότι ο εφεσείων ήταν ιδιοκτήτης του κτήματος είναι εσφαλμένη, ενόψη μαρτυρίας η οποία εμφάνιζε τον εφεσείοντα ως ιδιοκτήτη του κτήματος και η οποία δεν αμφισβητήθηκε από τους εφεσίβλητους.
4. Από την απόφαση του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι το Δικαστήριο καθοδήγησε ορθά ως προς το βάρος αποδείξεως, και ο σχετικός λόγος έφεσης δεν ευσταθεί.
5. Η αγωγή δεν αφορούσε επέμβαση που προέκυψε με την είσοδο των οχημάτων των εφεσιβλήτων στο κτήμα του εφεσείοντα. Άλλωστε, για την είσοδο σε ξένη ιδιοκτησία, κάτω από τέτοιες συνθήκες, δεν θα μπορούσε, γενικά να λεχθεί, ότι απουσιάζει η σιωπηρή συγκατάθεση.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Jones v. Saldanha [1913] W.N. 72.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου που δόθηκε στις 29 Δεκεμβρίου, 1993 (Aγωγή Aρ. 2229/88) με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή του για αποζημιώσεις και άλλες θεραπείες για παράνομη επέμβαση στο κτήμα του στον Kάτω Πύργο από τους εναγομένους.
Γ. Κορφιώτης, για τον Eφεσείοντα.
N. Tσιαπαλής, για τον Eφεσίβλητο 1.
Μ. Βασιλείου προσωπικά και για Σ. Ναθαναήλ, για τους Eφεσίβλητους αρ. 2.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Με την αγωγή την οποία ο εφεσείων, Χρίστος Π. Ιωαννίδης, κίνησε ως ιδιοκτήτης έκτασης γης στον Κάτω Πύργο, ισχυριζόταν ότι οι δύο εφεσίβλητοι - εναγόμενοι 1 και 3 - όπως και ακόμα ένας - ο εναγόμενος 2 - "εισήλθαν και/ή επενέβησαν παρανόμως και/ή άνευ της αδείας του εντός του ως άνω ακινήτου του και/ή έκαμαν εκσκαφάς και/ή μετακινήσεις και/ή έκλεψαν μεγάλας ποσότητας όγκων χωμάτων οι οποίες υπολογίζονται εις 5000 Κ.Μ.". Ισχυριζόταν περαιτέρω ότι, ως αποτέλεσμα, το ακίνητο "υπέστη καταστροφάς εις το φυσικόν του περιβάλλον και/ή την μορφολογίαν του εδάφους και/ή η αξία του εμειώθη κατά ποσόν £6.000.- και/ή διά την αποκατάστασιν των ζημιών απαιτήται ποσόν £6.000.-" κατά το οποίο, καθώς πρόσθετε, πλούτισαν αδικαιολόγητα οι εναγόμενοι. Αξίωνε λοιπόν αυτό το ποσό όπως και άλλες πρόσθετες ή εναλλακτικές θεραπείες. Με την υπεράσπιση τους, οι εφεσίβλητοι, όπως και ο πρώην εναγόμενος 2, αρνήθηκαν τα όσα τους καταλογίζονταν. Κατά τη διάρκεια της δίκης αποσύρθηκε όμως η απαίτηση εναντίον του εναγομένου 2 ο οποίος, εν συνεχεία, κατέθεσε ως ένας από έξι μάρτυρες του εφεσείοντος. Για την υπεράσπιση του εφεσιβλήτου 1 κατέθεσε ο ίδιος και ακόμα ένας μάρτυρας ενώ για την υπεράσπιση των εφεσιβλήτων 2 κατέθεσαν τέσσερις μάρτυρες.
Το κτήμα, ένα λοφώδες χωράφι σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα που εφάπτεται της δεξιάς πλευράς του δρόμου Πάφου - Κάτω Πύργου με πρόσωπο 200-220 μέτρα και βάθος 100 μέτρα, είχε, κατά τη φυσική διαμόρφωση του εδάφους, κλίση προς το δρόμο. Όμως, από μέρος του κτήματος αφαιρέθηκε σημαντική ποσότητα χώματος με αποτέλεσμα την εκεί ισοπέδωση και δημιουργία πλατείας. Καθώς εξήγησε αρχιτέκτονας που κλήθηκε ως μάρτυρας από τον εφεσείοντα, το εν λόγω μέρος κάλυπτε μήκος 80 μέτρα στην πρόσοψη, 45 μέτρα βάθος και μειώθηκε το ύψος του κατά 5 μέτρα. Δόθηκε από μέρους του εφεσείοντος μαρτυρία ότι αυτή η αφαίρεση χώματος διαπιστώθηκε όταν, κατά τον Ιούνιο του 1988, επισκέφθηκε το κτήμα εκ μέρους του ο Αδάμος Χαρίτωνος, ο οποίος εμφανίζεται στον τίτλο ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος, μαζί με κάποιο αρχιτέκτονα - όχι εκείνο που κατέθεσε ως μάρτυρας - για σκοπούς μελέτης και αξιοποίησης.
Σύμφωνα με την εκδοχή του εφεσείοντος, οι εφεσίβλητοι 1 και 2 παραδέχτηκαν, όταν τους έγινε παράπονο, ότι αφαίρεσαν ποσότητα χώματος αλλά μικρή. Και έδωσε ο καθένας κάποια εξήγηση. Προσήχθη μαρτυρία ότι εκσκαφείς των εφεσιβλήτων 2 - που όμως δεν λειτουργούσαν - βρίσκονταν, κατά την προαναφερθείσα επίσκεψη του κ. Χαρίτωνος, στο ισοπεδωμένο μέρος του κτήματος. Προσήχθη επίσης μαρτυρία ότι οχήματα και των δύο εφεσιβλήτων όπως και του πρώην εναγομένου 2 θεάθηκαν να παίρνουν από το κτήμα χώμα και να το μεταφέρουν.
Ο εφεσίβλητος 1, με τη μαρτυρία που προσήγαγε, εμφάνισε το κτήμα να είχε βασικά, από παλαιά, έτσι διαμορφωθεί - από τη δεκαετία του 1960 - χωρίς δική του συμμετοχή. Πρόσθεσε ότι για την τελευταία αφαίρεση χώματος, για την οποία γινόταν λόγος, υπεύθυνος ήταν ο πρώην εναγόμενος 2 τον οποίο ο ίδιος, δηλαδή ο εφεσίβλητος 1, είδε να παίρνει χώμα από το κτήμα και να το μεταφέρει για την κατασκευή παγκέττων στην οποία προέβαινε το Τμήμα Δημοσίων Έργων. Επιπλέον εξήγησε ότι οχήματα των εφεσιβλήτων αρ. 2 τοποθετήθηκαν στην πλατεία του κτήματος γιατί ήταν χαλασμένα και ότι βοήθησε και ο ίδιος για τη μεταφορά τους αφού κατ' εκείνο το διάστημα εργαζόταν για τους εφεσιβλήτους 2, κουβαλώντας εκ μέρους τους χώμα από χωράφι άλλου για έργα στο λιμάνι.
Η μαρτυρία που προσήχθη για την υπεράσπιση των εφεσιβλήτων 2 περιλάμβανε, όπως και εκείνη του εφεσιβλήτου 1, τα εξής στοιχεία. Πρώτο, ότι δεν έγινε ποτέ παραδοχή για αφαίρεση χώματος από το κτήμα του εφεσείοντος όπως ο ίδιος ισχυριζόταν· δεύτερο, ότι το χώμα το αφαίρεσε ο πρώην εναγόμενος 2· τρίτο, ότι οχήματα τους χρησιμοποίησαν την πλατεία μόνο για λόγους ευκολίας χώρου και όχι για την αφαίρεση χώματος· και, τέταρτο, που ήταν ο κύριος άξωνας τους, ότι κατά το χρόνο που ενδιέφερε ήταν απασχολημένοι με τη μεταφορά άλλων υλικών, υπό τον έλεγχο λειτουργού του Τμήματος Δημοσίων Έργων - ο οποίος, καταθέτοντας ως μάρτυρας, το επιβεβαίωσε - για το λιμάνι Κάτω Πύργου. Συγκεκριμένα, για την περίοδο από 1987 μέχρι τις αρχές Ιανουαρίου 1989 μετέφεραν βράχους που προμηθεύονταν από λατομεία του Πάνω Πύργου· και έπειτα, μέχρι τέλος Μαρτίου του ίδιου έτους, τοποθέτησαν, επί των βράχων, χαβαροτσιάκκιλο που προμηθεύονταν, κατόπιν ελέγχου ποιότητας που διεξήγαγε το αρμόδιο Τμήμα, από κτήματα που ανήκαν σε δύο άλλα πρόσωπα.
Το δικαστήριο απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντος αφού θεώρησε ότι οι μάρτυρες που κατέθεσαν προς υποστήριξη της, δεν απαντούσαν με ελικρίνεια και απέκρυψαν τα πραγματικά γεγονότα ενώ, αντίθετα, αποδέχθηκε τα όσα κατέθεσαν οι μάρτυρες υπεράσπισης σε σχέση με τους οποίους παρατήρησε πως "υπήρξαν φυσικοί και πειστικοί και αταλάντευτοι στη μαρτυρία τους παρά την εξαντλητική αντεξέταση από πλευράς του ευπαίδευτου δικηγόρου του ενάγοντα και έδωσαν την εντύπωση στο Δικαστήριο των προσώπων που έλεγαν την αλήθεια και δεν προσπάθησαν να αποκρύψουν οτιδήποτε από τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης". Ακολούθως το δικαστήριο εξειδίκευσε αναφορικά με τον καθένα από τους μάρτυρες του εφεσείοντος ό,τι διέκρινε ως τις αντίστοιχες αδυναμίες στη μαρτυρία.
Το δικαστήριο εξέφρασε και την άποψη πως η αγωγή θα έπρεπε ούτως ή άλλως να απορριφθεί επειδή δεν αναφέρεται στην οπισθογραφημένη έκθεση απαίτησης, όπως απαιτεί η Δ.2 θ.4, ότι ο εφεσείων ενάγει μέσω αντιπροσώπου, αλλά και επειδή, όπως θεώρησε, δεν αποδείχθηκε η ιδιότητα του πληρεξουσίου αντιπροσώπου με παρουσίαση του σχετικού εγγράφου. Ας σημειωθεί ότι αυτές τις απόψεις το δικαστήριο τις ανέφερε μετά που αποφάνθηκε επί της ουσίας της απαίτησης. Με την έφεση αμφισβητούνται και αυτές. Προσφέρεται σύντομη απάντηση. Δεν επρόκειτο εδώ για αγωγή υπό αντιπροσώπου. Η αντίληψη του πρωτόδικου δικαστηρίου αναφορικά με το τί δικονομικά απαιτείτο ήταν εσφαλμένη. Όπως άλλωστε εσφαλμένη ήταν και η αναφορά σε πληρεξούσιο αντιπρόσωπο στον τίτλο της αγωγής. Η Δ.2 θ.4 καλύπτει μόνο περιπτώσεις όπου η αντιπροσωπευτική ιδιότητα περιβάλλεται διά νόμου με αυτοτελές δικαίωμα διεκδίκησης. Δεν καλύπτει σχέσεις ανάθεσης. Δεν παρέχεται λοιπόν σε πληρεξούσιο αντιπρόσωπο η δυνατότητα να κινήσει αγωγή στην οποία να εκτίθεται το δικό του όνομα με την εν λόγω ιδιότητα. Η αγωγή κινείται στο όνομα μόνο του κυρίου, χωρίς αναφορά στη σχέση του με πληρεξούσιο αντιπρόσωπο: βλ. Jones v. Saldanha [1913] W.N. 72.
Το δικαστήριο επίσης εξέφρασε την άποψη - και πάλι μετά που αποφάνθηκε επί της ουσίας - πως εν πάση περιπτώσει δεν αποδείχθηκε ότι ο εφεσείων ήταν ιδιοκτήτης του κτήματος. Αμφισβητείται με την έφεση και αυτή η άποψη. Πράγματι, ενώ δεν υπήρξε αυστηρή απόδειξη, δηλαδή κτηματολογική εδώ απόδειξη, υπήρξε εντούτοις μαρτυρία η οποία εμφάνιζε τον εφεσείοντα ως τον ιδιοκτήτη και η οποία δεν αμφισβητήθηκε από τους εφεσιβλήτους. Συμφωνούμε με το συνήγορο του εφεσείοντος ότι αυτή η μαρτυρία ήταν εν προκειμένω αρκετή.
Έπειτα, με το βασικότερο, θα λέγαμε, λόγο της έφεσης, αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης αξιολόγησης της μαρτυρίας. Προβλήθηκαν διάφορες επικρίσεις που αφορούν σε διάφορους τομείς ή πτυχές της υπόθεσης. Αφού προστρέξαμε στα όσα παραπέμπουν, σχηματίσαμε την άποψη ότι δεν προκύπτει ο,τιδήποτε που να ρίχνει σκιά στην πρωτόδικη προσέγγιση για να εκθεμελιώνει τις καταλήξεις του δικαστηρίου.
Με άλλο λόγο έφεσης, επικρίνεται το δικαστήριο για εσφαλμένη αυτοκαθοδήγηση σχετικά με το βάρος απόδειξης. Υποβλήθηκε σχετικά ότι το δικαστήριο θεώρησε πως ο εφεσείων είχε υποχρέωση να αποδείξει όχι μόνο ότι αφαιρέθηκε χώμα από το κτήμα του αλλά και να αποδείξει πού μεταφέρθηκε και ποιά χρήση έγινε του χώματος. Το δικαστήριο, διατυπώνοντας τα ευρήματα του, ανέφερε, ανάμεσα σε άλλα, και τα εξής που έδωσαν αφορμή για την υπό αναφορά επίκριση:
"Το Δικαστήριο βρίσκει ότι η πλευρά του Ενάγοντα απέτυχε να αποδείξει ότι τόσο ο Εναγόμενος 1 όσο και οι Εναγόμενοι 3 εισήλθαν στο επίδικο κτήμα και πήραν χώμα κατά τον ουσιώδη χρόνο για σκοπούς του λιμανιού και προκάλεσαν ζημιά στον Ενάγοντα."
Χωρίς ο,τιδήποτε άλλο, το εν λόγω απόσπασμα θα μπορούσε ίσως να έθετε κάποιο ερωτηματικό ως προς το τί το δικαστήριο θεωρούσε ότι χρειαζόταν να αποδειχθεί. Όμως, τα όσα έπονται του αποσπάσματος αφαιρούν την όποια σημασία της αναφοράς στο λιμάνι, μιας αναφοράς που πρέπει να αποδοθεί σε λεκτική χαλαρότητα και όχι σε εσφαλμένη αντίληψη ως προς το τί ετίθετο για απόδειξη. Είναι αρκετό να παραθέσουμε μόνο τις επόμενες δύο παραγράφους:
"Το Δικαστήριο βρίσκει ότι το πρόσωπο το οποίο εισήλθε εντός του επίδικου κτήματος κατά τον ουσιώδη χρόνο και πήρε χώμα ήταν ο Παναγιώτης Ιωσήφ, αρχικά Εναγόμενος 2 και ο οποίος μετά την απόσυρση της αγωγής εναντίον του εκλήθη σαν μάρτυρας των Εναγόντων και ο οποίος παραδέχθηκε τη λήψη χώματος εκ μέρους του, από το επίδικο κτήμα.
Το Δικαστήριο έχοντας απορρίψει τη μαρτυρία της πλευράς των Εναγόντων βρίσκει ότι οι Εναγόμενοι δεν επενέβησαν καθ' οιονδήποτε τρόπο εντός του επίδικου κτήματος ούτε επήραν χώμα από αυτό."
Ο εφεσείων επίσης παραπονείται ότι, παρά την απόρριψη της εκδοχής του ότι οι εφεσίβλητοι ήταν υπεύθυνοι για την αφαίρεση του χώματος από το κτήμα του, αποδείχθηκε παράνομη επέμβαση στο κτήμα του από τους εφεσιβλήτους με τη δική τους παραδοχή ότι εισήλθαν στο κτήμα σε σχέση με τις ανάγκες οχημάτων των εφεσιβλήτων 2, αφού αυτό έγινε χωρίς τη δική του συγκατάθεση. Προκύπτει πράγματι από τη μαρτυρία των ιδίων των εφεσιβλήτων 1 και 2 ότι αυτοί εισήλθαν στην πλατεία, δίπλα στο δρόμο, η οποία βρίσκεται στο κτήμα του εφεσείοντος. Αυτό, όπως εξηγήθηκε με την ίδια μαρτυρία, συνέβηκε λόγω βλάβης ορισμένων οχημάτων των εφεσιβλήτων 2 τα οποία παρέμειναν εκεί μέχρι να μεταφερθούν, με τη βοήθεια του εφεσιβλήτου 1, για επιδιόρθωση στη Λεμεσό. Όμως η αγωγή δεν αφορούσε σε τέτοιου είδους επέμβαση. Δεν είναι αυτό που απασχόλησε στη δίκη. Και μοιάζει τώρα με πρόφαση. Άλλωστε, δεν νομίζουμε πως θα μπορούσε γενικά να λεχθεί ότι για είσοδο σε ξένη ιδιοκτησία κάτω από τέτοιες συνθήκες ελλείπει η σιωπηρή συγκατάθεση.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.