ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 495
20 Aπριλίου,1999
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΧΡΗΣΤΟΣ Μ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ,
Eφεσείων,
v.
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ
ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ,
Eφεσιβλήτου,
(Πειθαρχική Έφεση Aρ. 1/97)
Δικηγόροι — Δεοντολογία — Πειθαρχικά παραπτώματα — Ανάρμοστη συμπεριφορά δικηγόρου προς συνάδελφο του — Ως πειθαρχικό παράπτωμα, εξετάζεται στη βάση ολόκληρου του φάσματος του επεισοδίου.
Η παρούσα έφεση στοχεύει στην ακύρωση της απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου με την οποία κρίθηκε ότι ο εφεσείων, δικηγόρος, ήταν ένοχος ανάρμοστης συμπεριφοράς απέναντι σε συνάδελφο του δικηγόρο λόγω του ότι είπε σ' αυτή "είσαι αξιολύπητη". Η εν λόγω δικηγόρος υπερασπιζόταν δικά της συμφέροντα και της αδελφής της ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, και ο εφεσείων υπερασπιζόταν τους αντιδίκους. Η φράση λέχθηκε μετά από έντονη αντιδικία και αφού απεχώρησε ο δικαστής από την αίθουσα.
Στην έφεση, ο δικηγόρος του εφεσείοντα εισηγήθηκε ότι η αντιδεοντολογική συμπεριφορά δικηγόρου απέναντι σε συνάδελφο, δεν ενέχει την έννοια της εξύβρισης στο ποινικό δίκαιο, όπου η πρόκληση αποτελεί ελαφρυντικό παράγοντα στην επιμέτρηση της ποινής. Η ανάρμοστη συμπεριφορά, ως πειθαρχικό παράπτωμα, εξετάζεται στη βάση ολόκληρου του φάσματος του επεισοδίου. Όταν ένας δικηγόρος καθυβρίζεται, φερ' ειπείν, από συνάδελφο του και αντιδρά και ο ίδιος μέσα στα πλαίσια μιας φυσικής και ανάλογης συμπεριφοράς, αυτή δεν κρίνεται ως ανάρμοστη.
Αποφασίστηκε ότι:
Το Πειθαρχικό Συμβούλιο δεν είχε ενώπιόν του επιστολή του εφεσείοντα προς αυτό, στην οποία περιέγραψε το επεισόδιο και δεν προέβη σε οποιαδήποτε διαπίστωση αναφορικά με την αλήθεια των όσων ο εφεσείων ανέφερε στην εν λόγω επιστολή του, αλλά και τη σχετική απαντητική επιστολή της παραπονουμένης, για να καταλήξει στην απόφαση πως η συμπεριφορά του εφεσείοντα ήταν ανάρμοστη.
Η έφεση επιτράπηκε χωρίς έξοδα.
Per Curiam: Η ορθή και σοφή προσέγγιση στην άσκηση της δικηγορίας, επιβάλλει, αποστασιοποίηση των δικηγόρων από τα έντονα αισθήματα πικρίας και ενίοτε φθόνου μεταξύ των διαδίκων.
Πειθαρχική Έφεση.
Έφεση από δικηγόρο εναντίον της απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου με την οποία κρίθηκε ένοχος για ανάρμοστη συμπεριφορά απέναντι σε συνάδελφο του.
Xρ. Kληρίδης, για τον Eφεσείοντα.
Λ. Kουρσουμπά, Eισαγγελέας της Δημοκρατίας με A. Δανό και το Γενικό Eισαγγελέα - Πρόεδρο του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, ως amicus curiae, για το Eφεσίβλητο Συμβούλιο.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ Δ.: Ο εφεσείων εδώ, και η παραπονούμενη ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, είναι δικηγόροι που ασκούν το επάγγελμα τους. Το Συμβούλιο έκρινε τον εφεσείοντα ένοχο για ανάρμοστη συμπεριφορά απέναντι της συναδέλφου του, ο τελευταίος όμως εισηγείται πως η απόφαση είναι εσφαλμένη και ζητά την ακύρωση της. Η επίδικη απόφαση ελήφθη μετά από κοπιαστική εξέταση της καταγγελίας, κατά την οποία κατέθεσαν ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου, εκτός από την παραπονούμενη, και δύο μάρτυρες, ένας για κάθε πλευρά.
Το επεισόδιο, που οδήγησε στην καταγγελία ήταν η κατακλείδα έντονης αντιδικίας μεταξύ των εμπλεκομένων δικηγόρων. Η παραπονούμενη υπερασπιζόταν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου δικά της συμφέροντα και της αδελφής της, ενώ ο εφεσείων τους αντιδίκους. Δεν θα υπεισέλθουμε στις λεπτομέρειες. Αισθανόμαστε μόνο την υποχρέωση να παρατηρήσουμε πως επιβάλλεται, ως ορθή και σοφή προσέγγιση στην άσκηση της δικηγορίας, η αποστασιοποίηση των δικηγόρων από τα έντονα αισθήματα πικρίας και ενίοτε φθόνου μεταξύ των διαδίκων. Απερίσπαστοι και ανεπηρέαστοι απ΄αυτά (τα αισθήματα) αναμένεται να χειρίζονται τις υποθέσεις σύμφωνα με τις οδηγίες τους, σε ότι αφορά τα γεγονότα, και της έρευνας τους ως προς το νόμο. Στην εξέταση μάλιστα των γεγονότων η αξιολόγηση του δικηγόρου αναφορικά με τη δυνατότητα να ανταποκρίνονται στην αλήθεια είναι βοηθητική στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης.
Συμμεριζόμαστε τα σχόλια του Γενικού Εισαγγελέα, Προέδρου του Πειθαρχικού Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 15(2) του περί Δικηγόρων Νόμου Κεφ.2 όπως έχει τροποποιηθεί, που γίνονται στην επίδικη απόφαση. Προσθέτουμε πως πολύτιμος χρόνος και ανθρώπινη πνευματική λειτουργία αναλώθηκαν σε μια ασήμαντη υπόθεση, που κινητήρια δύναμη της ήταν η προσωπική αντιπαράθεση συναδέλφων δικηγόρων. Αναφορικά με τα γεγονότα περιοριζόμαστε σε ό,τι ακολουθεί: Μετά από μια έντονη προφανώς αντιδικία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, και αφού απεχώρησε ο δικαστής από την αίθουσα, ο εφεσείων είπε στην παραπονούμενη «είσαι αξιολύπητη». Ο ίδιος παραδέχεται πως της απηύθυνε αυτή τη φράση. Ισχυρίζεται όμως πως ήταν η δική του φυσική αντίδραση σε προσωπική φραστική επίθεση που υπέστη από την παραπονούμενη. Περιέγραψε δε το επεισόδιο, αναφέροντας και τις φράσεις που είπε εναντίον του η παραπονούμενη, στην επιστολή που απηύθυνε στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, ημερ. 9.5.96 όταν ζητήθηκαν οι απόψεις του στα πλαίσια της προκαταρκτικής εξέτασης του παραπόνου. Ο εφεσείων παρέπεμψε το Πειθαρχικό Συμβούλιο, κατά τη διάρκεια της μαρτυρίας του ενώπιον του, σ' αυτή την επιστολή. Ήταν δε και η θέση του κ.Χρ.Κληρίδη, που εμφανίστηκε για τον εφεσείοντα στο Πειθαρχικό Συμβούλιο και εδώ, πως η αντίδραση του, εξεταζόμενη στο πλαίσιο της φραστικής επίθεσης που υπέστη, έθετε τη συμπεριφορά του έξω από τα πλαίσια της ανάρμοστης συμπεριφοράς, και ως εκ τούτου θα έπρεπε να απαλλαγεί της κατηγορίας.
Το Πειθαρχικό Συμβούλιο, δια του Προέδρου του που διηύθυνε τη διαδικασία, και κατά τη διάρκεια της, έδειξε πως δεν αποδεχόταν την πιο πάνω εισήγηση. Μάλιστα, σε κάποιο στάδιο παρατήρησε πως αντικείμενο της εξέτασης ήταν το παράπονο της κας. Παπακόκκινου εναντίον του κ. Γεωργιάδη, ο οποίος δεν είχε υποβάλει αντίστοιχο παράπονο εναντίον της κα.Παπακόκκινου. Γι' αυτό, και στην υπό έφεση απόφαση, δεν υπεισέρχεται το Συμβούλιο στην εξέταση των όσων ο κ.Γεωργιάδης ισχυρίστηκε πως είπε εις βάρος του η παραπονούμενη, και που, κατά τον ίδιο, προηγήθηκαν της δικής του συμπεριφοράς. Το Συμβούλιο αφού εδέχθη πως το επεισόδιο έγινε σε μια φορτισμένη ατμόσφαιρα, κατέληξε με τα εξής: «ενώπιον μας έχουμε υπόθεση κατά πόσο η συμπεριφορά του συγκεκριμένου δικηγόρου συνάδει ή όχι με την πρέπουσα συμπεριφορά δικηγόρου προς δικηγόρο. Η απάντηση είναι αρνητική. Καίτοι πρόκειται για vulgar abuse δεν παύει ταυτόχρονα να αποτελεί και απαράδεκτο τρόπο αντίδρασης, έστω και υπό συνθήκας φορτισμένης ατμόσφαιρας, ως υπήρχε την ημέρα εκείνη στην αίθουσα του Δικαστηρίου Πάφου, όπου έγινε το επεισόδιο».
Η έφεση στηρίζεται σε ένα μόνο λόγο. Τον παραθέτουμε ουσιαστικά στην προηγούμενη παράγραφο. Είναι η εισήγηση του κ. Κληρίδη πως έσφαλε το Συμβούλιο. Διατείνεται πως αντιδεοντολογική συμπεριφορά απέναντι σε συνάδελφο, για την οποία κρίθηκε ένοχος ο εφεσείων, δεν ενέχει την έννοια της εξύβρισης στο ποινικό δίκαιο, όπου η πρόκληση αποτελεί ελαφρυντικό παράγοντα στην επιμέτρηση της ποινής. Η ανάρμοστη συμπεριφορά, ως πειθαρχικό παράπτωμα, εξετάζεται στη βάση ολόκληρου του φάσματος του επεισοδίου. Όταν ένας δικηγόρος καθυβρίζεται, φέρ' ειπείν, από συνάδελφο του και αντιδρά και ο ίδιος μέσα στα πλαίσια μιας φυσικής και ανάλογης συμπεριφοράς, αυτή δεν κρίνεται ως ανάρμοστη.
Συμφωνούμε με την πιο πάνω εισήγηση του δικηγόρου του εφεσείοντα. Η θέση του υποστηρίζεται από ανάλογη προσέγγιση του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Σώματος της Ελλάδας. Από το βιβλίο «Κώδιξ περί Δικηγόρων» του Αθαν. Κ. Βαρυμποπιώτη, διαβάζουμε τα εξής στην παράγραφο 11 της σελ.80:
«11 .... όμως, εκδηλώσεις οργής, που οφείλονται σε ανάρμοστη συμπεριφορά άλλου συναδέλφου μπορούν κατά τις περιστάσεις να κριθούν δικαιολογημένες ή αναπόφευκτες· στην περίπτωση δε αυτή, η πειθαρχική ευθύνη αποκλείεται, Πειθ.Συμβ.40/1981 ένθ' ανωτ.»
Υιοθετούμε την προσέγγιση αυτή γιατί πιστεύουμε πως συνάδει με τη λογική των πραγμάτων στην ανθρώπινη συμπεριφορά. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο δεν προέβη σε οποιαδήποτε διαπίστωση αναφορικά με την αλήθεια των όσων ο εφεσείων ανέφερε στην επιστολή του της 23.5.96, αλλά και τη σχετική απαντητική της κας.Παπακόκκινου, για να καταλήξει στην απόφαση πως η συμπεριφορά του εφεσείοντα ήταν ανάρμοστη.
Παραθέτουμε εδώ τη σχετική περικοπή από την πιο πάνω επιστολή.
«έπρεπε να ντρέπεσθε, ντροπή, θα σας μάθω εγώ να επεμβαίνετε σε ξένες περιουσίες, θα σας δείξω, να μάθετε να συμπεριφέρεσθε και μετά να έρχεσθε Δικαστήριο» (δεν μπορώ να θυμηθώ με απόλυτη ακρίβεια τις φράσεις που χρησιμοποίησε οπωσδήποτε όμως οι παραπάνω φράσεις δεν απέχουν πολύ από αυτές που χρησιμοποιήθηκαν και αποδίδουν με ακρίβεια την ουσία όσων ελέχθησαν). Αυτά τα φώναζε και επαναλάμβανε σε οργίλο και υστερικό ύφος και εξαντλώντας όλες τις φωνητικές της δυνατότητες για ένα και περισσότερα ίσως λεπτά. Υπερασπίσθηκα τον εαυτό μου για όσα μου καταλόγιζε μονο με τις λέξεις «είσαι αξιολύπητη». Ούτε ήθελα να εξυβρίσω ούτε να προσβάλω ή να θίξω τη συνάδελφο.»
Για το λόγο που αναπτύσσουμε πιο πάνω, η έφεση γίνεται αποδεκτή. Η καταδίκη του εφεσείοντα, στον οποίο δεν επιβλήθηκε οποιαδήποτε ποινή, ακυρώνεται. Δεν γίνεται διαταγή για έξοδα.
H έφεση επιτρέπεται χωρίς έξοδα.