ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 252
26 Φεβρουαρίου, 1999
[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]
1. ΑΓΑΘΟΚΛΗΣ Σ. ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,
2. ΣΑΒΒΑΣ Γ. ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,
Εφεσείοντες,
v.
ΛΟΥΚΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ,
Εφεσίβλητου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 9673)
Αποζημιώσεις — Γενικές αποζημιώσεις — Άντρας ηλικίας 31 χρόνων εδέχθη επίθεση, αποτέλεσμα της οποίας υπήρξαν εκδορές στην αριστερή παρειά, το κάτω χείλος και τον αριστερό βραχίονα καθώς και ενδοκρανιακό αιμάτωμα, εγκεφαλική διάσειση, απώλεια συνείδησης, κεφαλαλγία, αγχώδης υπερένταση και ίλιγγος — Επανεμφάνιση επιληψίας — Βελτίωση της κατάστασης παρουσιάσθηκε μετά πάροδο πενταετίας — Επιδίκαση γενικών αποζημιώσεων £3.000 — Επικυρώθηκε κατ' έφεση.
Αποζημιώσεις — Ειδικές αποζημιώσεις — Προσωπικές βλάβες —Επιδίκαση του ποσού των ιατρικών εξόδων τα οποία ο ενάγων —θύμα επίθεσης από τους εναγομένους — κατέβαλε σε ειδικούς ιατρούς για γνωματεύσεις και φάρμακα — Επικυρώθηκε κατ' έφεση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επεδίκασε στον εφεσίβλητο το ποσό των £3.000 ως γενικές αποζημιώσεις για τις προσωπικές βλάβες που υπέστη από την επίθεση των εφεσειόντων. Το Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσίβλητος απέτυχε να αποδείξει ότι η επανεμφάνιση της επιληψίας ήταν αποτέλεσμα της επίθεσης εναντίον του αλλά δέχθηκε ότι είχε ενδοκρανιακό αιμάτωμα, απώλεια συνείδησης, κεφαλαλγία, αγχώδη υπερένταση και ίλιγγο.
Οι εφεσείοντες αμφισβητούν το ύψος των γενικών αποζημιώσεων που επιδικάσθηκε στον εφεσίβλητο και το ποσό των £580 που επιδικάσθηκε σ' αυτόν υπό μορφή ειδικών αποζημιώσεων για ιατρικά έξοδα και φάρμακα.
Οι εφεσείοντες αμφισβητούν επίσης τα ευρήματα του Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος είχε υποστεί λόγω των τραυμάτων του απώλεια συνείδησης και επίσης ενδοκρανιακό αιμάτωμα. Αναφορικά με την απώλεια συνείδησης, οι εφεσείοντες ισχυρίσθηκαν ότι οι δύο γιατροί που εξέτασαν τον εφεσίβλητο δεν ανέφεραν ότι διαπίστωσαν ότι παρουσίασε απώλεια συνείδησης αλλά ότι ούτε και ο αυτόπτης μάρτυρας, ανέφερε ότι ο εφεσίβλητος κατά το περιστατικό έχασε τις αισθήσεις του.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το ποσό των γενικών αποζημιώσεων είναι δίκαιο ενόψη όχι μόνο του είδους των τραυμάτων, αλλά και των επιπτώσεων που τα τραύματα αυτά είχαν στον εφεσίβλητο, ιδίως ενόψη του υπόβαθρου και της κατάστασης της υγείας του. Μπορεί το Δικαστήριο να δέχθηκε ότι η επανεμφάνιση της επιληψίας δεν ήταν αποτέλεσμα της επίθεσης, αλλά από την άλλη η προϋπάρχουσα κατάσταση είναι παράγοντας που επηρεάζει το ύψος των αποζημιώσεων.
2. Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι τα ιατρικά έξοδα ήταν αποτέλεσμα της αδικοπραξίας κατά του εφεσίβλητου, και του τα επιδίκασε.
Η έφεση απορρίφθηκε χωρίς έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τους εναγομένους εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Kορφιώτη, A.E.Δ.) που δόθηκε στις 21 Mαρτίου, 1996 (Aγωγή Aρ. 5729/89) με την οποία επιδικάστηκαν γενικές και ειδικές αποζημιώσεις ύψους £3.580 πλέον τόκοι υπέρ του εφεσίβλητου για τραύματα που υπέστη, ύστερα από επίθεση εναντίον του.
Στ. E. Tρυφωνίδης, για τους Eφεσείοντες.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Eναντίον των εφεσειόντων επιδικάστηκαν από το πρωτόδικο δικαστήριο ειδικές και γενικές αποζημιώσεις για τραύματα που υπέστη ο εφεσίβλητος, ύστερα από επίθεση εναντίον του.
Με τον πρώτο και τρίτο λόγο έφεσης ουσιαστικά αμφισβητείται το ύψος του ποσού των γενικών αποζημιώσεων που του επιδικάστηκε. Με το δεύτερο λόγο έφεσης οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι το Δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε ότι ο εφεσίβλητος δικαιούται το ποσό των £580 υπό μορφή ειδικών αποζημιώσεων για ιατρικά έξοδα και φάρμακα.
Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι το Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο εφεσίβλητος είχε υποστεί λόγω των τραυμάτων του απώλεια συνείδησης. Τη θέση αυτή στηρίζουν στο γεγονός ότι η Μ.Ε.4, γιατρός Νίκη Στυλιανού που τον εξέτασε στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού αμέσως μετά την επίθεση, κατέθεσε ότι ο εφεσίβλητος δεν της ανέφερε ότι απώλεσε τις αισθήσεις του. Ούτε ο Μ.Ε.7, Φώτης Ιακωβίδης, αυτόπτης μάρτυρας, ανέφερε ότι ο εφεσίβλητος κατά το περιστατικό έχασε τις αισθήσεις του.
Περαιτέρω οι εφεσίβλητοι ισχυρίζονται ότι οι δύο γιατροί που τον είχαν εξετάσει, οι Μ.Ε.2 Ανδρέας Θεοφάνους και Μ.Ε.3 Γεώργιος Δωρίτης, σε καμιά περίπτωση δεν ανέφεραν ότι διαπίστωσαν ότι παρουσίασε απώλεια συνείδησης, ενώ επισημαίνεται ότι ο Μ.Ε.3 εξέτασε τον εφεσίβλητο για πρώτη φορά, ένα χρόνο μετά το περιστατικό.
Τέλος προβάλλεται το επιχείρημα ότι η διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος υπέστη ενδοκρανιακό αιμάτωμα λόγω της επίθεσης είναι λανθασμένη, γιατί ο χρόνος δημιουργίας του δεν μπορεί να καθοριστεί με βεβαιότητα.
Είναι αλήθεια ότι στη Δρα Στυλιανού ο εφεσίβλητος δεν ανέφερε απώλεια συνείδησης. Ούτε ο αυτόπτης μάρτυρας Φώτης Ιακωβίδης είπε ο,τιδήποτε σχετικά.
Όμως από την ιατρική μαρτυρία και ιδιαίτερα από το ιατρικό πιστοποιητικό που εξέδωσε ο Δρ. Δωρίτης (Τεκμήριο 2), φαίνεται ότι η απώλεια συνείδησης δεν έγινε κατά την επίθεση, αλλά σε μεταγενέστερο χρόνο. Χαρακτηριστικά ο Δρ. Δωρίτης αναφέρει ότι μέχρι της 30.5.1989, ημερομηνία του πιστοποιητικού, ο εφεσίβλητος είχε παρουσιάσει δεκαπέντε περίπου προσβολές απώλειας της συνείδησης.
Παρόμοιο συμπέρασμα προκύπτει και από το πιστοποιητικό του Δρα Θεοφάνους (Τεκμήριο 1), στο οποίο κάτω από τον τίτλο "τωρινή κατάσταση" αναφέρεται ως σύμπτωμα και η απώλεια συνείδησης. Από αυτό προκύπτει ότι η απώλεια συνείδησης δεν αναφέρεται στο χρόνο του περιστατικού, αλλά ότι είναι μεταγενέστερο σύμπτωμα που ανέπτυξε ο εφεσίβλητος.
Όσο δε αφορά το ενδοκρανιακό αιμάτωμα που διαπιστώθηκε ύστερα από αξονική τομογραφία στις 4.7.1990, ο Δρ Θεοφάνους το αποδίδει στο κτύπημα που ο εφεσίβλητος δέχτηκε στις 20.5.1988.
Οι εφεσείοντες αμφισβητούν όμως και το ύψος των γενικών αποζημιώσεων. Το πρωτόδικο δικαστήριο λαμβάνοντας υπ' όψιν τα τραύματα του εφεσίβλητου του επιδίκασε το ποσό των £3.000 υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων.
Ο εφεσίβλητος κατά το χρόνο της επίθεσης ήταν ηλικίας τριάντα ενός χρόνων και εργαζόταν ως αποθηκάριος σε ιδιωτική εταιρεία. Μετά την επίθεση εξετάστηκε στο Τμήμα Πρώτων Βοηθειών του Νοσοκομείου Λεμεσού όπου διαπιστώθηκε ότι έφερε εκδορές στη δεξιά παρειά, το κάτω χείλος και κάτω από τον αριστερό βραχίονα. Έφερε επίσης μικρό αιμάτωμα στη δεξιά πλευρά του μετώπου. Ακτινογραφικός έλεγχος δεν έδειξε κάταγμα στις δεξιές πλευρές. Μετά την παροχή πρώτων βοηθειών απολύθηκε.
Ο εφεσίβλητος ζήτησε τις υπηρεσίες ειδικού νευρολόγου και ψυχίατρου παραπονούμενος για κόπωση, ίλιγγο συνοδευόμενο με ναυτία και επίμονους πονοκεφάλους. Ηλεκτροεγκεφαλογραφήματα που έγιναν στις 27.5.1988 και στις 8.10.1988 έδειξαν ανωμαλίες. Το ιατρικό συμπέρασμα ήταν ότι ο εφεσίβλητος είχε υποστεί εγκεφαλική διάσειση και στη συνέχεια ανέπτυξε ελαφρύ μεταδιασειστικό σύνδρομο.
Στις 4.7.1990 υποβλήθηκε σε αξονική τομογραφία που έδειξε ενδοκρανιακό αιμάτωμα, ενώ διαγνώστηκε επιληψία. Ο εφεσείων παραπονιόταν ότι δύο ημέρες μετά την επίθεση έχασε τις αισθήσεις του, ενώ μέσα σε ένα χρόνο είχε δεκαπέντε περίπου προσβολές απώλειας της συνείδησης. Μερικές από τις προσβολές συνέβηκαν κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά συνήθως ήταν νυκτερινές. Οι προσβολές παρουσιάζονται να είναι επιληπτικής φύσης.
Ο εφεσίβλητος έπασχε από επιληψία και βρισκόταν υπό σχετική θεραπεία μέχρι το 1973 οπότε, όπως ισχυρίζεται, έπαυσε να έχει προσβολές. Το 1975 έτυχε αναστολής κατάταξης στην Εθνική Φρουρά, λόγω ακριβώς του ότι υπέφερε από επιληψία.
Το Δικαστήριο κατέληξε ότι ο εφεσίβλητος απέτυχε να αποδείξει ότι η επανεμφάνιση της επιληψίας ήταν αποτέλεσμα της επίθεσης εναντίον του, αλλά δέχτηκε ότι είχε ενδοκρανιακό αιμάτωμα, απώλεια συνείδησης, κεφαλαλγία, αγχώδη υπερένταση και ίλιγγο. Δέχτηκε επίσης ότι η κατάστασή του το Μάιο του 1995 είχε βελτιωθεί.
Θεωρούμε ότι δεν δικαιολογείται επέμβαση στο ποσό των £3.000 που επιδικάστηκε υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήξαμε αφού λάβαμε υπ' όψιν όχι μόνο το είδος των τραυμάτων, αλλά και τις επιπτώσεις που τα τραύματα αυτά είχαν στον εφεσίβλητο, ιδίως εν όψει του υπόβαθρου και της κατάστασης της υγείας του. Μπορεί το Δικαστήριο να δέχτηκε ότι η επανεμφάνιση της επιληψίας δεν ήταν αποτέλεσμα της επίθεσης, αλλά από την άλλη η προϋπάρχουσα κατάσταση είναι παράγοντας που επηρεάζει το ύψος των αποζημιώσεων.
Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται τέλος ότι εσφαλμένα επιδικάστηκε στον εφεσίβλητο ποσό £580 για ιατρικά έξοδα και φάρμακα και τούτο γιατί, αφού το Δικαστήριο κατέληξε ότι ο εφεσίβλητος απέτυχε να αποδείξει ότι η επανεμφάνιση της επιληψίας ήταν αποτέλεσμα της επίθεσης εναντίον του, δεν δικαιούται σε καταβολή των αμοιβών των δύο ειδικών που επισκέφθηκε και την αξία των φαρμάκων για τη θεραπεία της επιληψίας από την οποία υποφέρει.
Ούτε ο λόγος αυτός ευσταθεί. Δεν έχει αμφισβητηθεί ότι ο εφεσίβλητος υποβαλλόταν σε θεραπεία για την επιληψία σε παλαιότερο χρόνο και βέβαια δεν είχε ανάγκη ιατρικής φροντίδας για αντιμετώπισή της. Επισκέφθηκε τους δύο ειδικούς μόνο μετά την επίθεση εναντίον του, λόγω ακριβώς των συμπτωμάτων που είχε. Τον ένα μάλιστα μόλις μία βδομάδα μετά το περιστατικό, ενώ συνέχισε τις επισκέψεις για αρκετό χρόνο.
Κάτω από τις περιστάσεις θεωρούμε ότι ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ότι τα ιατρικά έξοδα ήταν αποτέλεσμα της αδικοπραξίας και του τα επιδίκασε.
Η έφεση απορρίπτεται χωρίς έξοδα, αφού ο εφεσίβλητος δεν παρουσιάστηκε καθόλου.
H έφεση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.