ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΡ. ΑΙΤΗΣΗΣ 151/99
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.Επί τοις αφορώσι το Αρθρο 154.4 του Συντάγματος της
Δημοκρατίας, τους κανόνες Φυσικής Δικαιοσύνης και
τις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου
και
Επί τοις αφορώσι την ενδιάμεση απόφαση εκδοθείσας υπό
του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας εις την υπόθεση 20443/99
την 2/11/99 δια της οποίας απεφασίσθη όπως απορριφθεί
αίτημα του αιτητού για να αφεθεί ελεύθερος με όρους
μέχρι την ημερομηνία ακροάσεως της
εις βάρος της εκκρεμούσας υποθέσεως
και
Επί τοις αφορώσι την αίτηση δι' έκδοση άδειας δια την
καταχώριση αιτήσεως δι' έκδοση διατάγματος
CERTIORARI υπό ή εκ μέρους του
Αντώνη Βασιλείου, εκ Στροβόλου
ΜΕΤΑΞΥ:
Αντώνη Βασιλείου, εκ Στροβόλου,
Αιτητή
και
Αστυνομίας,
Καθ'ης η αίτηση
------------------------
15 Δεκεμβρίου 1999
Εξ πάρτε αίτηση ημερομηνίας 10/12/99
Για τον Αιτητή: κ. Ν. Κληρίδης.
----------------------------------- --
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής παρουσιάστηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας στις 30/7/99 αντιμετωπίζοντας διάφορες κατηγορίες που αφορούσαν πλαστογραφία πληρεξούσιου εγγράφου κατά παράβαση των άρθρων 331, 333(α), 336, 20 και 29 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Κατόπιν αίτησης του αιτητή για να διορίσει νέο δικηγόρο η υπόθεση αναβλήθηκε για τις 5/8/99. Η Κατηγορούσα Αρχή ζήτησε όπως ο αιτητής παραμείνει υπό κράτηση μέχρι τις 5/8/99 υποβάλλοντας ότι ο τελευταίος ήταν μόνιμος κάτοικος εξωτερικού, ότι είχε συλληφθεί από τις Ελληνικές Αρχές Ασφαλείας και είχε εκδοθεί στην Κύπρο, ότι εκκρεμούσαν εναντίον του άλλες ποινικές υποθέσεις που σχετίζονταν κυρίως με απόσπαση εμπορευμάτων δια ψευδών παραστάσεων που μπορούσαν να οδηγήσουν σε συμπέρασμα ότι υπήρχε πιθανότητα μη προσέλευσης του, ότι υπήρχε πιθανότητα επανάληψης παρόμοιων αδικημάτων και ότι υπήρχε επάρκεια μαρτυρίας για την πιθανότητα καταδίκης του. Το Δικαστήριο αφού ρώτησε τον αιτητή κατά πόσο έφερε ένσταση να παραμείνει υπό κράτηση και ο τελευταίος απάντησε "όχι", διέταξε την κράτηση του αναφέροντας στη σχετική απόφαση ότι δεν υπήρχε ένσταση εκ μέρους του όπως επίσης και τους λόγους που είχαν δοθεί εκ μέρους της Κατηγορούσας Αρχής.
Στις 5/8/99 ο αιτητής εμφανίστηκε με δικηγόρο και αφού αρνήθηκε τις σχετικές κατηγορίες το Δικαστήριο όρισε την υπόθεση για ακρόαση στις 25/10/99. Η Κατηγορούσα Αρχή ζήτησε όπως ο αιτητής παραμείνει υπό κράτηση μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης με βάση τους ίδιους λόγους που είχαν προβληθεί στις 30/7/99. Ο δικηγόρος του αιτητή δεν έφερε προς τούτο ένσταση.
Στις 11/10/99 η υπόθεση τέθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου για να εξεταστεί αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής για μετατόπιση της ημερομηνίας ακρόασης από τις 25/10/99 στις 2/11/99. Το Δικαστήριο ενέκρινε την πιο πάνω αίτηση. Στο στάδιο αυτό ο κ. Νίκος Κληρίδης, που εμφανίστηκε για πρώτη φορά εκ μέρους του αιτητή, ζήτησε όπως ο αιτητής αφεθεί ελεύθερος. Το Κακουργιοδικείο υπέδειξε τότε στον κ. Κληρίδη ότι για να διαφοροποιηθεί το διάταγμα κράτησης του αιτητή θα έπρεπε να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου γεγονότα που είχαν μεσολαβήσει μετά την έκδοση του πρώτου διατάγματος, που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τη διαφοροποίηση του διατάγματος. Ο κ. Κληρίδης προχώρησε στην παράθεση των στοιχείων τα οποία κατά την άποψη του δικαιολογούσαν τη διαφοροποίηση του διατάγματος. Το Κακουργιοδικείο έκρινε κάτω από τις περιστάσεις ότι δεν είχαν προβληθεί γεγονότα τα οποία θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τη διαφοροποίηση του διατάγματος και διέταξε όπως ο αιτητής παραμείνει υπό κράτηση μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης του την 2/11/99.
Στις 2/11/99 αφού οι δικηγόροι των δύο πλευρών προέβηκαν σε μια κοινή δήλωση αναφορικά με παραδεκτά γεγονότα και καταθέσεις εκ συμφώνου διάφορων τεκμηρίων, η υπόθεση αναβλήθηκε για ακρόαση για τις 15/12/99. Ο κ. Κληρίδης υπέβαλε εκ νέου αίτηση όπως ο αιτητής αφεθεί ελεύθερος με όρους. Το Δικαστήριο υπέδειξε στον κ. Κληρίδη ότι για να διαφοροποιηθεί το σχετικό διάταγμα θα έπρεπε να παρουσιαστούν γεγονότα που μεσολάβησαν μετά την έκδοση του διατάγματος, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στη διαφοροποίηση του διατάγματος. Ο κ. Κληρίδης υπέβαλε ότι ο αιτητής είχε εμφανιστεί την πρώτη φορά χωρίς δικηγόρο και ότι το Δικαστήριο είχε καθήκο να εξετάσει τα στοιχεία τα οποία ο αιτητής έθετε σε αυτό το στάδιο με το δικηγόρο του ενώπιον του Δικαστηρίου. Ακολούθως ο κ. Κληρίδης παρέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου γεγονότα τα οποία κατά την άποψη του δικαιολογούσαν τη διαφοροποίηση του διατάγματος. Το Κακουργιοδικείο στη σχετική του απόφαση, αφού αναφέρθηκε στα στοιχεία που είχαν προβληθεί από τον κ. Κληρίδη, επανέλαβε ότι θα έπρεπε να είχαν παρουσιαστεί νέα στοιχεία που θα δικαιολογούσαν τη διαφοροποίηση του διατάγματος και εφόσο τίποτε από όσα ο κ. Κληρίδης έθεσε ενώπιον του δεν ήταν διαφορετικό από ότι είχε θέσει στις 11/10/99, διέταξε όπως ο αιτητής παραμείνει υπό κράτηση.
Ο αιτητής ακολούθως καταχώρησε την υπ' αριθμό 121/99 αίτηση για την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, η οποία απορρίφθηκε στις 29/10/99 γιατί προσέβαλλε την ορθότητα της δικαστικής απόφασης και όχι τη νομιμότητα της κράτησης.
Με την παρούσα αίτηση για την έκδοση του διατάγματος Certiorari ο αιτητής ισχυρίζεται ότι το Κακουργιοδικείο έπρεπε να επιτρέψει στην Υπεράσπιση να παρουσιάσει όλα εκείνα τα στοιχεία που δεν είχαν τεθεί ενώπιον του Κακουργιοδικείου εκ μέρους του αιτητή στην πρώτη διαδικασία για την έκδοση του διατάγματος κράτησης του και ότι με την υπόδειξη του Κακουργιοδικείου να παρουσιαστούν νέα στοιχεία μετά την έκδοση του πρώτου διατάγματος, αφαιρέθηκε από τον αιτητή το δικαίωμα να ακουστεί που είχε σαν άμεσο αποτέλεσμα την καταστρατήγηση του δικαιώματος του για δίκαιη δίκη.
Πρέπει να τονιστεί ότι η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε στις 10/12/99 και εξετάστηκε στις 13/12/99 και ακολούθως στις 14/12/99 (κατόπιν αίτησης του συνήγορου του αιτητή για να καταχωρίσει συμπληρωματική ένορκη δήλωση) ενώ το σχετικό διάταγμα κράτησης λήγει στις 15/12/99.
Το ένταλμα Certiorari παρέχει στο Ανώτατο Δικαστήριο την ευχέρεια άσκησης ελέγχου αναφορικά με τη νομιμότητα μιας απόφασης ενός κατώτερου Δικαστηρίου. (In Re Marewave Shipping and Trading Co. Ltd. [1992] 1 A.A.Δ. 116). Οι λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν στην έκδοση εντάλματος Certiorari συμπεριλαμβάνουν την υπέρβαση ή έλλειψη δικαιοδοσίας και την ύπαρξη πρόδηλης πλάνης Νόμου. Οπως έχει αναφερθεί στην απόφαση Jennaro Perrela (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692, η εμβέλεια του εντάλματος Certiorari παρέχει τη δυνατότητα επέμβασης "είτε όπου το κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε εκτός της δικαιοδοσίας του ή την υπερέβη, είτε όπου προκύπτει στην όψη "του πρακτικού" απόφανσης του κατώτερου Δικαστηρίου προφανές νομικό λάθος έστω και αν αυτό δεν άπτεται της δικαιοδοσίας". (Ιδε επίσης Attorney-General v. Christou [1962] C.L.R. 129, Pastelopoullos v. The Republic [1985] 2 C.L.R. 165, Christofi v. Iacovidou [1986] 1 C.L.R. 236 και In Re Argyrides [1987] 1 C.L.R. 30).
Εχω εξετάσει προσεκτικά τις εισηγήσεις του ευπαίδευτου συνήγορου του αιτητή και έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν δικαιολογείται η έκδοση του σχετικού εντάλματος.
Η Κατηγορούσα Αρχή στις 30/7/99 παρουσίασε τους λόγους για τους οποίους κατά την άποψη της εδικαιολογείτο η έκδοση του διατάγματος κράτησης. Ανκαι δεν υπήρξε προς τούτο ένσταση εκ μέρους του αιτητή, το Κακουργιοδικείο προχώρησε στην έκδοση του διατάγματος αξιολογώντας ταυτόχρονα τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον του. Το σχετικό διάταγμα ανανεώθηκε στις 5/8/99 για τους ίδιους λόγους, χωρίς να υπάρξει και πάλι ένσταση εκ μέρους του δικηγόρου του αιτητή. Στις 11/10/99 εμφανίστηκε για πρώτη φορά εκ μέρους του αιτητή ο κ. Ν. Κληρίδης ο οποίος ζήτησε την απόλυση του αιτητή με όρους. Το Κακουργιοδικείο του υπέδειξε ότι έπρεπε να υποβληθούν νέα στοιχεία που θα είχαν παρεμβληθεί μετά την έκδοση του πρώτου διατάγματος κράτησης για να δικαιολογείται η διαφοροποίηση του. Παρά την προτροπή του Δικαστηρίου ο δικηγόρος του αιτητή προέβηκε στις δικές του εισηγήσεις, που έτυχαν αξιολόγησης από το Κακουργιοδικείο. Η εισήγηση του Κακουργιοδικείου ότι ο δικηγόρος του αιτητή θα έπρεπε να υποβάλει νέα στοιχεία, ουδόλως αποστέρησε από τον αιτητή το δικαίωμα να προβάλει τις δικές του απόψεις. Δεν υπήρξε ούτε άμεση ούτε έμμεση απαγόρευση στον αιτητή να προβάλει τις θέσεις του και κατ' επέκταση η εισήγηση του αιτητή ότι έχει καταστρατηγηθεί το δικαίωμα του για δίκαιη δίκη δεν μπορεί να ευσταθήσει.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.