ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 133/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 155.4 του Συντάγματος της

Κυπριακής Δημοκρατίας και το άρθρο 3 του Περί

Απονομής Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις)

Νόμου του 1964

και

Αναφορικά με την αίτηση της Τράπεζας Κύπρου Λτδ.,

από τη Λευκωσία, για άδεια για καταχώριση αίτησης

για ένταλμα της φύσης CERTIORARI

και

Αναφορικά με το διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου

Λεμεσού (Γ. Ερωτοκρίτου, Προέδρου Επαρχιακού Δικαστηρίου)

που εξεδόθη στις 5 Οκτωβρίου 1999 στην αγωγή αρ. 8563/97

και συντάχθηκε την 19 Οκτωβρίου 1999

----------------------------------- -

26 Νοεμβρίου 1999

Για την Αιτήτρια: κα Στ. Πολυβίου-Ανδρέου.

-----------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η αιτήτρια εταιρεία καταχώρησε εναντίον της πρωτοφειλέτιδας εναγομένης 1 και άλλων έξι εναγομένων ως εγγυητών, μεταξύ των οποίων και ο εναγόμενος 2, αγωγή με την οποία αξιούσε το ποσό των £389.802,78 με τόκους που προέρχονταν από τη λειτουργία τραπεζικού λογαριασμού από την εναγομένη 1. Μετά την επίδοση της αγωγής η αιτήτρια εταιρεία καταχώρησε αίτηση για συνοπτική απόφαση που αμφισβητήθηκε από τον εναγόμενο 2. Ο τελευταίος, που αποδέχθηκε την υπογραφή της εγγύησης, προέβαλε μεταξύ άλλων ισχυρισμούς ότι δεν υπήρξε τερματισμός της συμφωνίας εγγύησης, ότι υπήρξαν μεταγενέστερες συμφωνίες που περιόριζαν το ποσό της αρχικής του εγγύησης, ότι η αιτήτρια του κατακράτησε παράνομα από άλλο λογαριασμό του ποσό £128.275,92 σ. και ότι υπήρξε δόλια συμπεριφορά εκ μέρους υπαλλήλων της αιτήτριας εταιρείας στην προσπάθεια τους να εξασφαλίσουν το πιο πάνω ποσό των £128.275,92 από τον προσωπικό λογαριασμό του. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού απέρριψε τους ισχυρισμούς του β΄ εναγομένου (εκτός εκείνων που αναφέρονταν σε δόλο), εξέδωσε στις 28/7/99 απόφαση εναντίον του για £389.802,78 σ. με τόκο και έξοδα. Ταυτόχρονα όμως έδωσε οδηγίες για την καταχώριση Ανταπαίτησης αναφορικά με τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν για δόλια συμπεριφορά εκ μέρους της αιτήτριας εταιρείας. Το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση αναφέρει συγκεκριμένα τα ακόλουθα:

"Δίδονται οδηγίες στον εναγόμενο 2 να καταχωρίσει την Ανταπαίτηση του για τα θέματα που ανέφερα πιο πάνω εντός 21 ημερών. Η Υπεράσπιση των εναγόντων να καταχωριστεί εντός των επόμενων 21 ημερών και η υπόθεση ορίζεται για οδηγίες στις 13.10.99.

Από το ποσό της απόφασης, αναστέλλεται η εκτέλεση ποσού £128.275,92 μέχρι την εκδίκαση και οριστική κατάληξη της ανταπαίτησης. (Βλέπε Annual Practice 1958, σελ. 266)"

 

Εναντίον της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου καταχωρήθηκε έφεση από τον εναγόμενο 2 και αντέφεση από την αιτήτρια εταιρεία.

Μετά την έκδοση της απόφασης ο εναγόμενος 2 παρέλειψε να συμμορφωθεί με τις οδηγίες του Δικαστηρίου για την καταχώριση της Ανταπαίτησης του. Ομως ως αποτέλεσμα μονομερούς αίτησης (ex parte application) που καταχωρήθηκε εκ μέρους του, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού (με άλλη σύνθεση) εξέδωσε διάταγμα με το οποίο επιτρεπόταν η καταχώριση της Ανταπαίτησης μέσα σε 20 μέρες από τις 18/8/99 (αντί μέσα σε 21 μέρες από τις 28/7/99 σύμφωνα με την αρχική απόφαση).

Η αιτήτρια εταιρεία ισχυρίζεται ότι,

(α) Η πιο πάνω τροποποίηση της χρονικής προθεσμίας για την καταχώριση της Ανταπαίτησης είναι νομικά ανεπίτρεπτη αφού στην ουσία τροποποιεί την εκδοθείσα απόφαση, η εγκυρότητα της οποίας έχει αμφισβητηθεί με έφεση και αντέφεση που ακόμα εκκρεμούν και

(β) Δεν δόθηκαν οποιεσδήποτε οδηγίες για την καταχώριση εκ μέρους της αιτήτριας εταιρείας Εκθεσης Υπεράσπισης στους ισχυρισμούς που θα προβάλλονταν στην Ανταπαίτηση του εναγομένου 2.

 

Η νομική πλευρά

Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 155.4 του Συντάγματος και των άρθρων 3 και 9 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου 33/64, όπως έχει τροποποιηθεί, η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων ανήκει αποκλειστικά στο Ανώτατο Δικαστήριο που εφαρμόζει προς τούτο τις Αγγλικές αρχές.

Οπως έχει θέσει το θέμα ο Δικαστής Ιωσηφίδης στην υπόθεση Attorney-General v. Christou (1962) C.L.R. 165,

"... Certiorari issues out of the High Court of Cyprus (under article 155.4 of the Constitution), in the same way as it issues out of the High Court in England, against any inferior Court or body or person having legal authority to determine questions affecting the rights of citizens and having the duty to act judicially. It orders the removal of the record to the High Court, which will, if a defect of process is disclosed, order that the proceedings reviewed be quashed. The grounds on which the decision will be quashed include any excess or want of jurisdiction, error of law on the face of the record, bias or interest on the part of the persons making the decision, and the obtaining of the decision by fraud or perjury. This is a power conferred on the High Court in the exercise of its supervisory jurisdiction and controlling powers over inferior Courts."

 

Η ίδια θέση υιοθετήθηκε στην υπόθεση Τζεννάρο Περέλλα (αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692 όπου ο Δικαστής Νικολάου εκδίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας ανέφερε ότι,

"Η εμβέλεια του προνομιακού εντάλματος Certiorari, όπως την ανεγνώρισε τελικά η σύγχρονη αγγλική νομολογία, παρέχει δυνατότητα για άσκηση ελέγχου από ανώτερο προς κατώτερο δικαστήριο - όχι όμως αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου - με προοπτική την επέμβαση, είτε όπου το κατώτερο δικαστήριο ενήργησε εκτός της δικαιοδοσίας του ή την υπερέβη είτε όπου προκύπτει στην όψη του "πρακτικού" της απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου προφανές νομικό λάθος έστω και αν αυτό δεν άπτεται της δικαιοδοσίας."

 

Στην παρούσα περίπτωση η αποδοχή της μονομερούς αίτησης για την παράταση της χρονικής προθεσμίας μέσα στην οποία θα έπρεπε να καταχωρηθεί η Ανταπαίτηση του εναγομένου 2, φαίνεται ότι τροποποιεί τις αρχικές οδηγίες που είχαν δοθεί για την καταχώριση της Ανταπαίτησης που αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος της απόφασης. Το πιο πάνω διάταγμα σε συνάρτηση με την παράλειψη του Δικαστηρίου να καθορίσει το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο θα κατεχωρείτο η Υπεράσπιση στην Ανταπαίτηση καταδεικνύει ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση που δικαιολογεί τη χορήγηση της απαιτούμενης άδειας.

Η αίτηση εγκρίνεται. Η αιτούμενη άδεια χορηγείται. Η αίτηση να καταχωρηθεί μέσα σε 15 μέρες από σήμερα και αντίγραφο να επιδοθεί στους δικηγόρους του εφεσείοντος. Η ένσταση να καταχωρηθεί μέσα σε 12 μέρες από την επίδοση της. Η αίτηση ορίζεται για ακρόαση στις 14/1/2000. Η ισχύς της απόφασης και όλα τα διαβήματα που ακολουθούν την έκδοση της απόφασης ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού αναστέλλονται μέχρι πλήρους εκδίκασης της αίτησης.

 

 

 

 

Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο