ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Συνεκδικαζ. Υποθ. Αρ. 874/98, 918/98 και 931/98
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος.
Υπόθεση Αρ. 874/98
Μεταξύ:
Ελευθερίας Νεοφυτίδου-Καρκώτη, από τη Λευκωσία
9;Αιτήτριας
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας
Κα θ΄ ης η Αίτηση
-----------------------
Υπόθεση Αρ.
918/98Μεταξύ:
Δημήτρη Πογιατζή, από τη Λάρνακα
Αι τητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας
Κα θ΄ ης η Αίτηση
------------------------
Υπόθεση Αρ. 931/98
Μεταξύ:
Μάριου Χριστοδούλου από τη Γιόλου, Πάφος
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας
Κα θ΄ ης η Αίτηση
----------------------
19 Νοεμβρίου, 1999
.Για την αιτήτρια στην υπόθεση 874/98: Α. Παπαχαραλάμπους, γι΄ αυτόν κ. Τσέλιγγας.
Για τους αιτητές στις υποθέσεις 918/98 και 931/98: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση σε όλες τις υποθέσεις: Ε. Λοϊζίδου, δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄.
Για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα στην υπόθεση 874/98: Α. Παπαντωνίου, γι΄ αυτόν Μ. Κωνσταντίνου.
Για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα στις υποθέσεις 918/98 και 931/98: Καμιά εμφάνιση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με απόφαση ημερομηνίας 24 Αυγούστου 1998, η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας προέβη στην πλήρωση 53 θέσεων Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης. Επρόκειτο για θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής. ΄Οταν, στις 28 Ιουλίου 1998, η διαδικασία η οποία προβλέπεται στο άρθρο 35Β του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969 (Ν10/69 όπως τροποποιήθηκε) έφθασε στο στάδιο της συμπλήρωσης των συνεντεύξεων των υποψηφίων ενώπιον της, η Ε.Ε.Υ. κατέγραψε τις εντυπώσεις της όπως και το γενικό χαρακτηρισμό στον οποίο κατέληγε και, εν συνεχεία, αποφάσισε να αυξήσει τις μονάδες τους ανάλογα. Αυτή η εξέλιξη εκτίθεται στο πρακτικό ως εξής, με τη διαφορά ότι παραθέτω εδώ ενδεικτικά μόνο
το όνομα του ενός αιτητή:"Η Επιτροπή αποφασίζει να αυξήσει τις μονάδες των υποψηφίων ως αποτέλεσμα της εκτίμησης της απόδοσής τους, στην προσωπική συνέντευξη, όπως φαίνεται πιο πάνω:
Π. ΄Ονομα Επίθετο Σύνολο Μονάδων
.................................. .................................................. .....................
4755 Μάριος Χριστοδούλου 210,83+2,00 212,83
.................................. .................................................. ..................."
Αμέσως μετά, η Ε.Ε.Υ. έστρεψε την προσοχή της στο αν θα αύξανε τις μονάδες των υποψηφίων υπό το φως του περιεχομένου των προσωπικών φακέλων και των φακέλων υπηρεσιακών εκθέσεων. Το εξής απόσπασμα αρχίζει εκεί που τελειώνει το προηγούμενο:
"Στη συνέχεια η Επιτροπή αφού μελέτησε τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων και αφού έλαβε υπόψη το περιεχόμενο των φακέλων αυτών, αποφασίζει να αυξήσει τις μονάδες των υποψηφίων, για το περιεχόμενο των φακέλων αυτών. Η αύξηση των μονάδων αντανακλά την κρίση της Επιτροπής όσον αφορά στοιχεία και δραστηριότητες πέραν από όσα έχουν υπολογιστεί κατά την αριθμητική αποτίμηση των κριτηρίων και έχουν σχέση με τη συνεχή προσπάθεια επιμόρφωσής τους, την ανάπτυξη δραστηριοτήτων σε ποικίλους τομείς ή/και προσόντα για τα οποία δεν παραχωρήθηκαν μονάδες πρόσθετων προσόντων."
Κατ΄ ακολουθίαν έδωσε σε πέντε υποψηφίους πρόσθετες μονάδες: σε ένα υποψήφιο 1 μονάδα και σε τέσσερις άλλους από 0,5 μονάδα. Για τους υπόλοιπους σημείωσε ότι:
"Το περιεχόμενο των φακέλων των υπόλοιπων υποψηφίων δε δικαιολογεί την αύξηση των μονάδων τους, γιατί στην αριθμητική αποτίμηση των κριτηρίων αντιπροσωπεύονται όλα τα στοιχεία που περιέχονται στους φακέλους αυτούς."
Προβλέπεται στο εδάφιο (10) (β) του άρθρου 35Β του Νόμου - όπως ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο - ότι η Ε.Ε.Υ. μπορεί,
"με αιτιολογημένη απόφασή της η οποία θα στηρίζεται στην εντύπωση που αποκόμισε από τις προσωπικές συνεντεύξεις και στο περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Υπηρεσιακών Εκθέσεων",
να αυξήσει μέχρι 5 τις μονάδες τις οποίες η Συμβουλευτική Επιτροπή έδωσε στον κάθε υποψήφιο τον οποίο περιέλαβε σε κατάλογο που κατάρτισε για θέσεις διδακτικού προσωπικού.
Το Ανώτατο Δικαστήριο εξέτασε και ερμήνευσε την εν λόγω διάταξη σε αριθμό αποφάσεων. Να υπενθυμίσω πρώτα την Κυριακίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298. Η Ε.Ε.Υ. σε εκείνη την περίπτωση είχε προβεί σε συνολική αριθμητική αποτίμηση με αναφορά στη συνέντευξη και στο περιεχόμενο των φακέλων. Η Ολομέλεια έκρινε ότι ήταν απαραίτητος ο διαχωρισμός με αιτιολογία που να αναφέρεται στο κάθε αντίστοιχο στοιχείο γιατί αλλιώς καθίστατο αδύνατος ο δικαστικός έλεγχος. Εν όψει της εν λόγω απόφασης η Ε.Ε.Υ. ακολούθως άρχισε να προβαίνει, κατά την αριθμητική αποτίμηση, σε διαχωρισμό και εξειδίκευση μεταξύ της συνέντευξης και του περιεχομένου των φακέλων. ΄Οπως ακριβώς έπραξε και στην παρούσα υπόθεση, δίνοντας πρώτα μονάδες για τη συνέντευξη και έπειτα, από ό,τι απέμενε από το σύνολο των 5 μονάδων, δίνοντας και για το περιεχόμενο των φακέλων, εφόσον το θεωρούσε δικαιολογημένο, χωρίς προηγουμένως να είχε εξετάσει υπό το φως της ολότητας των στοιχείων και να αιτιολογήσει πόσες κατ΄ ανώτατο όριο μονάδες θα παρείχε για την απόδοση στη συνέντευξη και πόσες για το περιεχόμενο των φακέλων.
΄Ενεκα της τελευταίας υπό αναφορά προσέγγισης της Ε.Ε.Υ., το Ανώτατο Δικαστήριο προέβη πρόσφατα σε ακυρώσεις αποφάσεων της: βλ. Ελένη Σωτηροπούλου v. Δημοκρατίας Προσφ. 795/97, ημερ. 26 Ιανουαρίου 1999 (Κωνσταντινίδη Δ.), Νίκου Ζ. Νικολαΐδη v. Δημοκρατίας Προσφ. 859/96 ημερ. 27 Φεβρουαρίου 1998 (Νικολαΐδη Δ.) - όπου η Δημοκρατία άσκησε έφεση αλλά την απέσυρε - Ελένη Αντωνιάδου v. Δημοκρατίας Προσφ. 733/97, ημερ. 14 Ιουνίου 1999 (Αρτέμη, Δ.). Την εξήγηση, με την οποία συμφωνώ, τη διατύπωσε ως εξής ο Κωνσταντινίδης, Δ. στην πρώτη αναφερθείσα υπόθεση:
"...
. η Ε.Ε.Υ. υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής της εξουσίας στο πλαίσιο του Νόμου, με την απόφαση για διάσπαση του ενιαίου έργου της προσθήκης μονάδων. ΄Οχι μόνο γιατί εν προκειμένω δεν είναι καθόλου καθαρό ποιο ακριβώς ήταν το νόημα του χειρισμού και ποιες ήταν οι δυνατότητες που αφήνονταν. Σε κάθε περίπτωση, με τη διάσπαση η Ε.Ε.Υ. προδεσμεύτηκε χωρίς να γνωρίζει τι θα αποκάλυπταν οι φάκελοι................................... .................................................. .....................
Η Ε.Ε.Υ. όφειλε να είχε αιτιολογήσει κάθε πτυχή της απόφασής της σε σχέση με το κρίσιμο, για τη σταδιοδρομία των υποψηφίων και την αξιοκρατική στελέχωση της υπηρεσίας, έργο της προσθήκης μονάδων. Η προσθήκη μονάδων με βάση τη συνέντευξη και τους φακέλους συνιστά το δικαίωμα. Από εκεί και πέρα, και αυτή είναι η ουσία, ο νόμος απαιτεί αιτιολογημένη απόφαση η οποία, εννοείται, θα καθιστά δυνατό το δικαστικό έλεγχο. Κάθε άλλο παρά παρέχεται τέτοια δυνατότητα εδώ........"
Ορθά λοιπόν ήταν που, στην πορεία της προσφυγής, η συνήγορος της Δημοκρατίας δήλωσε ότι με τον υπό αναφορά χειρισμό της Ε.Ε.Υ. δεν παρεχόταν η απαιτούμενη αιτιολογία και γι΄ αυτό η προσβαλλόμενη απόφαση δεν μπορούσε να υποστηριχθεί.
Με την προσφυγή αρ. 874/98 ζητείται η ακύρωση του διορισμού, εν τέλει, μόνο έξη ενδιαφερομένων προσώπων ήτοι, των Χαράλαμπου Ευσταθίου, Λαυρέντιου Πολυκάρπου, Χριστόφορου Αντωνίου, Βασιλικής Σαββίδου, Γεώργιου Γεωργίου και Χρύσως Φυσεντζίδου. Με την προσφυγή αρ. 918/98 ζητείται η ακύρωση πέντε ενδιαφερομένων προσώπων - δύο από τα οποία είναι και στην 874/98 - ήτοι των Γεώργιου Γεωργίου, Χρύσως Φυσεντζίδου, Χρυστάλλας Χόπλαρου-Κουρουκλάρη, Μιχαήλ Ευαγγέλου και Γεωργίας Κωνσταντίνου-Σεργίου. Με την προσφυγή αρ. 931/98 προσβάλλεται η απόφαση με αναφορά, εν τέλει, σε πέντε ενδιαφερόμενα πρόσωπα, τα τέσσερα από τα οποία είναι και στην 918/98. Είναι οι Ελένη Θεοδούλου, Γεώργιος Γεωργίου, Χρυστάλλα Χόπλαρου-Κουρουκλάρη, Μιχαήλ Ευαγγέλου και Γεωργία Κωνσταντίνου- Σεργίου. ΄Εχουμε, δηλαδή, και στις τρεις προσφυγές σύνολο δέκα ενδιαφερομένων προσώπων, των ακόλουθων: Χαράλαμπο Ευσταθίου, Λαυρέντιο Πολυκάρπου, Χριστόφορο Αντωνίου, Βασιλική Σαββίδου, Γεώργιο Γεωργίου, Χρύσω Φυσεντζίδου, Χρυστάλλα Χόπλαρου-Κουρουκλάρη, Μιχαήλ Ευαγγέλου, Γεωργία Κωνσταντίνου-Σεργίου και Ελένη Θεοδούλου.
Η συνήγορος της Δημοκρατίας εισηγήθηκε ότι, ενώ καθίστατο δυνατή η ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης στις προσφυγές αρ. 918/98 και 931/98 αφού σε αυτές το υπό αναφορά ζήτημα όχι μόνο τέθηκε στα νομικά σημεία προς εξέταση αλλά και προωθήθηκε με τις καταχωρισθείσες γραπτές αγορεύσεις, δεν ίσχυε το ίδιο και για την προσφυγή αρ. 874/98 στην οποία, παρόλο που το ζήτημα περιλήφθηκε στα νομικά σημεία - όπως εν τέλει και η ίδια αναγνώρισε - εντούτοις δεν συζητήθηκε στη γραπτή αγόρευση.
΄Οπου η αγόρευση δεν περιλαμβάνει συζήτηση τεθέντος ζητήματος, παρέχεται, ανάλογα με την περίπτωση, η δυνατότητα συμπεράσματος ότι το ζήτημα δεν προωθήθηκε λόγω πρόθεσης εγκατάλειψης του. Δεν πρόκειται για νομική αρχή ή κανόνα. Πρόκειται για το τι ευλόγως συνάγεται. Υπό το φως, βέβαια, πάντοτε της τάξης που πρέπει να διέπει τις δικαστικές διαδικασίες. Παραδείγματα περιπτώσεων στις οποίες εξετάστηκαν σημεία παρά την έλλειψη συζήτησης ή ιδιαίτερης ανάπτυξης αποτελούν οι υποθέσεις Θωμά v. Δημοκρατίας 939/96, 10 Δεκεμβρίου 1998 (Αρτέμη, Δ.
)· Σπανιά v. Δημοκρατίας 627/95, 16 Οκτωβρίου 1997 (Κρονίδη, Δ.) · Κωνσταντίνου v. Δημοκρατίας 285/94, 12 Σεπτεμβρίου 1995 (Κούρρη, Δ.)· και Κακούρη κ.ά. v. Δημοκρατίας, 496/93κ.ά. 28 Ιουλίου 1995 (Νικήτα, Δ.). Θα έλεγα πάντως πως στην απουσία κάποιας συγκεκριμένης ένδειξης, εύκολα συνάγεται η εγκατάλειψη σημείου το οποίο δεν προωθείται στην αγόρευση. Στην προκείμενη περίπτωση έχει νομίζω ιδιαίτερη σημασία το ότι η δήλωση της συνηγόρου της Δημοκρατίας έγινε σε χρόνο που επέτρεπε στον αιτητή να προσθέσει προφορικά τη θέση του επί του υπό αναφορά λόγου ακύρωσης. Και κατέστη, με αυτό τον τρόπο, σαφές ότι το τεθέν ζήτημα δεν εγκαταλείπεται. ΄Ετσι το αποτέλεσμα θα είναι κοινό και για τις τρεις προσφυγές.Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, σε σχέση με τα αναφερθέντα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, βάσει του ΄Αρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
Γ. Κ. Νικολάου,
Δ.
/Χ.Θ.